«Να καεί αδιάβαστο» – H αλήθεια για τον Φραντς Κάφκα μέσα από τα ημερολόγια του
Στην επέτειο των εκατό χρόνων από τον θάνατο του, μια νέα αγγλική μετάφραση των ημερολογίων του συγγραφέα αποκαλύπτει μερικές εκπληκτικές λεπτομέρειες.
Μετά το θάνατo του, στις 3 Ιουνίου 1924, εντοπίστηκε στο γραφείο του Φραντς Κάφκα στην Πράγα μια επιστολή που απευθυνόταν στον Μαξ Μπροντ. «Αγαπητέ Μαξ, η τελευταία μου επιθυμία: Ό,τι αφήνω πίσω μου, με τη μορφή ημερολογίων, χειρογράφων, επιστολών (δικών μου και άλλων), σκίτσων και ούτω καθεξής, να καεί αδιάβαστο».
Κατά τη διάρκεια μιας παραμονής του σε ένα σανατόριο γυμνιστών, ο Κάφκα σημειώνει ότι ξεχωρίζει ανάμεσα στους γυμνούς άντρες επειδή διατηρεί το μαγιό του. «Είμαι γνωστός ως ο άνθρωπος με το μαγιό»
Ο Μπρόντ δεν τήρησε την επιθυμία του Κάφκα. «Ο Μπροντ πίστευε ακράδαντα στην ανεκτίμητη αξία τους για τη σύγχρονη και τη μελλοντική ανθρωπότητα, και είχε δίκιο», λέει ο Ρος Μπέντζαμιν, του οποίου η νέα μετάφραση των ημερολογίων του Τσέχου συγγραφέα δημοσιεύεται κατά το έτος συμπλήρωσης εκατό χρόνων από τον θάνατο του Κάφκα.
Δύο μήνες μετά τον θάνατο του Κάφκα, ο Μαξ Μπροντ υπέγραψε συμφωνία για την έκδοση των μυθιστορημάτων του φίλου του. Η Δίκη κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1925, ο Πύργος το 1926 και η Αμερική το 1927.
Ένα μπλε μολύβι
Ο τίτλος του τελευταίου από αυτά οφείλεται στον Μπροντ και όχι στον Κάφκα: σε μια ημερολογιακή καταχώρηση του 1915, ο Κάφκα είχε ονομάσει το μυθιστόρημα Der Verschollene (Ο αγνοούμενος).
Αργότερα ο Μπροντ επιμελήθηκε μια διορθωμένη έκδοση των ημερολογίων του Κάφκα, η οποία, για το υπόλοιπο του αιώνα, αποτέλεσε τη βάση των γερμανικών εκδόσεων και της αγγλικής μετάφρασης που, υπό την «επίβλεψη» της φιλοσόφου Χάνα Άρεντ, κυκλοφόρησε το 1949.
Ο Μπροντ αφαίρεσε αποσπάσματα με ομοερωτικές προεκτάσεις, διέγραψε με μπλε μολύβι αποσπάσματα σχετικά με επισκέψεις σε οίκους ανοχής, αφαίρεσε δυσμενείς περιγραφές για την αρραβωνιαστικιά του Κάφκα, Felice Bauer, και απέκρυψε προσβολές για όσους ζούσαν ακόμη, και όχι μόνο για τον ίδιο τον Μπροντ.
«Η παγκόσμια υποδοχή του Κάφκα διαμορφώθηκε από μια παραποίηση του τι είχε πραγματικά γράψει», υποστηρίζει ο Μπέντζαμιν.
Αντίθετα, ο ίδιος αποκαλύπτει όλες τις πτυχές του Κάφκα δίχως ίχνος λογοκρισίας – ως έναν σεξουαλικό, ανήσυχο, ενίοτε αυτομαστιγούμενο πειραματιστή.
Ιδού μερικές από τις φρέσκες λεπτομέρειες που μπορούν να προσθέσουν στην κατανόηση του συγγραφέα της Μεταμόρφωσης.
Γυμνισμός
Κατά τη διάρκεια μιας παραμονής του σε ένα σανατόριο, ο Κάφκα σημειώνει ότι ξεχωρίζει ανάμεσα στους γυμνούς άντρες επειδή διατηρεί το μαγιό του. «Είμαι γνωστός ως ο άνθρωπος με το μαγιό».
Τελικά, ξεφορτώνεται ακόμη και αυτό προκειμένου να «σκιαγραφηθεί» γράφοντας μια σημείωση που ο Μπροντ αφαιρεί: «Έγινα μοντέλο για τον Δρ Σίλερ. Χωρίς μαγιό. Εμπειρία επιδειξιομανίας».
Αυτή η σεμνότητα, υποθέτει ο Μπέντζαμιν, μπορεί να οφειλόταν σε ντροπή ή να είχε να κάνει με την περιτομή, αλλά όχι λόγω της θέσης που διατυπώθηκε στο έργο του Άλαν Μπένετ «Kafka’s Dick», ότι είχε μικρό πέος.
Ο Μπέντζαμιν λέει: «Γράφει πολλά για το σώμα του και τη δυσφορία του για το σώμα του [ήταν ασυνήθιστα ψηλός για την εποχή του, δεν είχε ούτε γραμμάριο λίπους κ.λπ.], αλλά όχι για το πέος του».
Ομοερωτικές παρατηρήσεις
Στο ίδιο σανατόριο, ο Κάφκα περιγράφει «δύο όμορφα αγόρια από τη Σουηδία με μακριά πόδια, τα οποία είναι τόσο γραμμωμένα και σφιχτά που πραγματικά θα μπορούσε κανείς μόνο να περάσει τη γλώσσα του κατά μήκος τους».
Και μετά υπάρχει και αυτό, η περιγραφή του Κάφκα για έναν συνεπιβάτη του τρένου, που ο Μπρόντ θεώρησε απαραίτητο να απομακρύνει: «Το προφανώς ευμέγεθες μέλος του δημιουργεί ένα μεγάλο εξόγκωμα στο παντελόνι του».
«Ίσως το περισσότερο που μας λένε τέτοια αποσπάσματα είναι ότι ο Κάφκα ήταν ικανός να θαυμάζει και -τουλάχιστον με τη φαντασία του- να επιθυμεί ανδρικά σώματα» θεωρεί ο Μπέντζαμιν.
Σεξεργασία
Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης σε οίκο ανοχής, ο Κάφκα παρατήρησε μια κοπέλα δίπλα στην πόρτα, «της οποίας το κατσούφικο πρόσωπο είναι ισπανικό, της οποίας το να βάζει τα χέρια στους γοφούς είναι ισπανικό(…) οι τρίχες τρέχουν πυκνά από τον αφαλό της μέχρι τα απόκρυφα μέρη της».
Ο Μπροντ παρέλειψε την τελευταία πρόταση, κάτι που ίσως λέει περισσότερα για τις δικές του ερωτικές ανησυχίες παρά για του Κάφκα.
Γκρέγκορ Σάμσα
Ο δημοσιογράφος και αρθογράφος Stuart Jeffries από τον Guardian αναφέρει χαρακτηριστικά στο άρθρο του με τίτλο «Τι μαθαίνουμε για τον Κάφκα από τα μη λογοκριμένα ημερολόγια του»: «Μεταξύ του 1911 και του 1912, ο Κάφκα παρακολούθησε περισσότερες από είκοσι παραστάσεις ενός περιοδεύοντος θιάσου του θεάτρου Γίντις, και έγινε φίλος με έναν από τους ηθοποιούς, τον Jizchak Löwy. Με τον τρόπο αυτό, ο Κάφκα θέλησε να αντιταχθεί στην προκατάληψη των αφομοιωμένων γερμανόφωνων Εβραίων αστών, όπως ο πατέρας του, απέναντι στους ομιλούντες Γίντις, Εβραίους από τα ανατολικά».
Μια καταχώρηση στο ημερολόγιο που«έκοψε» ο Μροντ έχει ως εξής: «Löwy – Ο πατέρας μου γι’ αυτόν: Όποιος ξαπλώνει στο κρεβάτι με σκυλιά, σηκώνεται με κοριούς». Ο Μπέντζαμιν επισημαίνει ότι τέτοιες αντισημιτικές τροπικότητες που έχουν να κάνουν με την υγιεινή, τη μόλυνση από έντομα για να μην αναφέρουμε τις συγκρίσεις με τα ζώα, επανέρχονται στη μυθοπλασία του Κάφκα.
Γι’ αυτό και ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνάει ως ένα γιγάντιο έντομο στη Μεταμόρφωση.
Ο Μπροντ έκοψε μια άλλη καταχώρηση στην οποία ο Κάφκα εμπλέκει τον εαυτό του στις προκαταλήψεις του πατέρα του: «Ο L. μου εξομολογήθηκε τη βλεννόρροια του- τότε που τα μαλλιά μου άγγιξαν τα δικά του όταν έσκυψα προς το κεφάλι του, φοβήθηκα λόγω της πιθανότητας να υπάρχουν ψείρες».
Να σημειωθεί ότι ο Κάφκα, σύμφωνα με τον Ρος Μπέντζαμιν είχε «αποστασιοποιηθεί» από τον σιωνισμό -η στάση του ήταν απόμακρη και επιφυλακτική-. «Άρχισε να μαθαίνει εβραϊκά αργά στη ζωή του με σκοπό να πάει στην Παλαιστίνη(…) Υπάρχει όμως ένα διάσημο απόσπασμα στα ημερολόγια όπου ο Κάφκα γράφει: «Τι κοινό έχω με τους Εβραίους; Δεν έχω τίποτα κοινό ούτε καν με τον εαυτό μου» είχε αναφέρει ο Μπέντζαμιν σε παλαιότερη συνέντευξη του.
Περιφρόνηση για την αρραβωνιαστικιά του
«Αν η F. έχει την ίδια απέχθεια για μένα όπως έχω εγώ, τότε ένας γάμος θα ήταν αδύνατος», έγραψε ο Κάφκα σε μια καταχώρηση που ο Μπέντζαμιν επανέφερε. Η εν λόγω γυναίκα, η Felice Bauer ήταν αρραβωνιασμένη με τον Κάφκα προτού εκείνος, έχοντας συμπτώματα από τη φυματίωση που θα τον σκότωνε, χωρίσει μαζί της το 1917.
Ο Μπροντ κρατούσε πολλές απαξιωτικές ημερολογιακές εγγραφές για την Bauer, όπως αυτή εδώ: «Οστεώδες, άδειο πρόσωπο που έδειχνε φανερά την κενότητα του. Γυμνός λαιμός. Μια μπλούζα ριχτή».
»Αποξενώνομαι λίγο από αυτήν επιθεωρώντας την τόσο προσεκτικά. Σχεδόν σπασμένη μύτη. Ξανθά, κάπως ίσια, μη ελκυστικά μαλλιά, έντονο πηγούνι».
Ωστόσο, έκοψε ένα απόσπασμα στο οποίο ο Κάφκα έλεγε ότι έμοιαζε με υπηρέτρια.
Η ματαιοδοξία του Μπροντ
«Αν και χρησιμοποίησα το μπλε μολύβι στην περίπτωση επιθέσεων εναντίον ανθρώπων που είναι ακόμη εν ζωή, δεν θεώρησα απαραίτητο αυτό το είδος λογοκρισίας στα λίγα που έχει να πει ο Κάφκα εναντίον μου», έγραψε ο Μροντ στο υστερόγραφό του στην έκδοση των ημερολογίων του.
Όμως ένα απόσπασμα που επανέφερε ο Μπέντζαμιν αποκαλύπτει το αντίθετο. Ο Κάφκα σημείωσε ότι ένας κριτικός του Βερολίνου αποκάλεσε τον μυθιστοριογράφο Φραντς Βέρφελ «πολύ πιο σημαντικό» από τον Μπροντ και ότι ο Μπροντ «αναγκάστηκε να σβήσει αυτή τη φράση». Τίποτα από αυτά δεν εμφανίζεται στην έκδοση του Μπροντ.
Όταν ο αρθογράφος Stuart Jeffries του Guardian, ρώτησε τον Ρος Μπέντζαμιν τι θα είχε κάνει αν ήταν στην θέση του Μαξ Μπροντ, εκείνος απάντησε ότι ούτε αυτός θα είχε κάψει τίποτα, και προσθέτει ότι ο Κάφκα είχε φέρει τον καλό του φίλο σε «τρομερά δύσκολη θέση».
«Ήξερε ότι ο φίλος που έδινε εντολή να το κάνει αυτό ήταν το λιγότερο πιθανό άτομο που θα μπορούσε να πείσει τον εαυτό του να το κάνει», λέει ο Μπέντζαμιν.
«Από τη στιγμή που συναντήθηκαν ως φοιτητές, ο Μπροντ είχε αναγνωρίσει την ιδιοφυΐα του, είχε υπερασπιστεί το έργο του, τον είχε ωθήσει να δημοσιεύσει παρά την αντίσταση του και είχε συμβάλει καθοριστικά στη δημοσίευση και προώθηση του έργου του όσο ζούσε. Και έτσι το να αναθέσει στον Μπροντ αυτό το έργο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιστέγασμα της αμφιθυμίας από την ιδιοφυΐα της αμφιθυμίας που ξέρουμε ότι ήταν ο Κάφκα».
Πολύ πιθανόν, ο Κάφκα υπέβαλε το αίτημα του γνωρίζοντας ότι θα έμενε ανεκπλήρωτο.
*Με πληροφορίες από: Guardian | Stuart Jeffries | Κεντρική φωτογραφία θέματος: NLI
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις