Σκάνδαλο μολυσμένου αίματος στο Ηνωμένο Βασίλειο: Τι συνέβη με αντίστοιχες υποθέσεις σε άλλες χώρες;
Αμέλεια, συγκάλυψη, καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των υποθέσεων
- Κίνα: Αυτοκίνητο έπεσε επάνω σε πλήθος έξω από δημοτικό σχολείο – Τουλάχιστον 10 τραυματίες
- Θα «σπάσει» η Ελλάδα το καλούπι του δεξιού λαϊκισμού στην ΕΕ;
- Tη Georgia O’ Keeffe δεν την ένοιαζε που είχε 58 χρόνια διαφορά με τον Juan Hamilton
- Το ΠΑΣΟΚ πολιορκεί το κέντρο που «χάνει» η ΝΔ και τη βαφτίζει «γαλάζιο ΣΥΡΙΖΑ»
Το σκάνδαλο, που προκάλεσε τη μόλυνση ή τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων στη Μεγάλη Βρετανία από μολυσμένο αίμα, ήταν δυνατό να αποφευχθεί και να οξυνθεί από μια «λεπτή, διάχυτη και ανατριχιαστική» συγκάλυψη από το βρετανικό σύστημα Υγείας (NHS) και την κυβέρνηση, αποκάλυψε έκθεση-κόλαφος.
Στο πολυαναμενόμενο πόρισμα της πενταετούς έκθεσης, ο Σερ Μπράιαν Λάνγκσταφ, ο οποίος προήδρευσε της έρευνας, δήλωσε ότι η καταστροφή θα μπορούσε «σε μεγάλο βαθμό, αν και όχι εξ ολοκλήρου, να είχε αποφευχθεί», αλλά οι διαδοχικές κυβερνήσεις και άλλοι αρμόδιοι «δεν έθεσαν την ασφάλεια των ασθενών σε προτεραιότητα».
Περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι στη Μεγάλη Βρετανία, 3.000 εκ των οποίων πέθαναν, μολύνθηκαν από αίμα, από τη δεκαετία του 1970 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990, είτε από μεταγγίσεις κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων είτε μέσω προϊόντων που δημιουργήθηκαν με τη χρήση πλάσματος αίματος και εισήχθησαν από τις ΗΠΑ για τη θεραπεία αιμορροφιλικών ασθενών.
Τη Δευτέρα ο βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ πέραν της συγγνώμης που ζήτησε από τα θύματα, προανήγγειλε καταβολή αποζημιώσεων. Συγκεκριμένα, φέρεται να έχει εγκρίνει κονδύλι ύψους 10 δις. λιρών, ενώ το σχέδιο έχει δηλώσει πως θα στηρίξει και ο ηγέτης των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ, ο οποίος επιπρόσθετα δεσμεύτηκε πως θα το διατηρήσει εάν έρθει στην εξουσία.
Στην προκειμένη περίπτωση, τα θύματα κατάφεραν κατά κάποιο τρόπο να δικαιωθούν. Ωστόσο, σε άλλες χώρες όταν αποκαλύφθηκαν αντίστοιχα σκάνδαλα, ο αγώνας για δικαίωση είχε άλλη τροπή.
Καναδάς
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, περίπου 2.000 Καναδοί μολύνθηκαν με HIV από μολυσμένα προϊόντα αίματος και περίπου 30.000 μολύνθηκαν με ηπατίτιδα C.
Το 1993 ξεκίνησε η έρευνα Krever. Το 1997 δημοσιεύθηκε μια έκθεση-ορόσημο, η οποία κατηγορούσε την έλλειψη εθνικής πολιτικής για το αίμα στη χώρα για μια σειρά καταστροφικών αποφάσεων.
Το 1997 κινήθηκε ποινική έρευνα και η αστυνομία απήγγειλε 32 ποινικές διώξεις εναντίον ανώτερων επιστημόνων του Health Canada, της Καναδικής Εταιρείας Ερυθρού Σταυρού και της αμερικανικής Armour Pharmaceutical Company. Ωστόσο, αθωώθηκαν το 2007.
Στη Γαλλία, εκτιμάται ότι 4.000 άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους ήταν αιμορροφιλικοί, έλαβαν αίμα μολυσμένο με τον ιό HIV το 1985
Το 2001, το ανώτατο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο Καναδικός Ερυθρός Σταυρός είχε επιδείξει αμέλεια. Το 2005, ο οργανισμός δήλωσε ένοχος για τη διανομή αίματος μολυσμένου με HIV και ηπατίτιδα C και του επιβλήθηκε πρόστιμο 5.000 δολαρίων (2.885 λίρες).
Η κυβέρνηση προσέφερε αποζημίωση στους Καναδούς που είχαν μολυνθεί από τον ιό HIV από το 1989, αλλά χρειάστηκαν χρόνια και πολλές δικαστικές μάχες για να λάβουν αποζημίωση όσοι είχαν μολυνθεί από ηπατίτιδα C, συνολικού ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Κίνα
Μοναδικά για την Κίνα ήταν τα παράνομα κέντρα αίματος στα μέσα της δεκαετίας του 1990, τα οποία συγκέντρωναν αίμα από φτωχούς αγρότες στις επαρχίες Henan και Anhui, πολλοί από τους οποίους προσβλήθηκαν από AIDS λόγω ανθυγιεινών πρακτικών. Το μολυσμένο αίμα πιστεύεται επίσης ότι βρήκε το δρόμο του στα νοσοκομεία της ηπειρωτικής χώρας, μολύνοντας εκατοντάδες ασθενείς στα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Η κεντρική κυβέρνηση αυστηροποίησε τις εγγυήσεις για την προμήθεια αίματος καταργώντας τα κερδοσκοπικά συστήματα αιμοδοσίας. Ωστόσο, ακόμη και το 2004 οι αρχές εξακολουθούσαν να προσπαθούν να κατατάσσουν τις μολύνσεις από τον ιό HIV ως αποτέλεσμα της χρήσης ναρκωτικών ή της πορνείας στα επίσημα αρχεία.
Γαλλία
Στη Γαλλία, εκτιμάται ότι 4.000 άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους ήταν αιμορροφιλικοί, έλαβαν αίμα μολυσμένο με τον ιό HIV το 1985.
Ο πρώην πρωθυπουργός Laurent Fabius και δύο υπουργοί του κατηγορήθηκαν για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Το 1999, ο Fabius και ένας υπουργός αθωώθηκαν – ο άλλος υπουργός κρίθηκε ένοχος αλλά αφέθηκε ελεύθερος. Και οι τρεις πολιτικοί φέρονται να καθυστέρησαν την εισαγωγή ενός αμερικανικού τεστ ελέγχου αίματος στη Γαλλία έως ότου ένα ανταγωνιστικό γαλλικό προϊόν ήταν έτοιμο να βγει στην αγορά.
Στον διευθυντή του Εθνικού Κέντρου Αίματος επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών.
Ιρλανδία
Το δικαστήριο Lindsay συστάθηκε στην Ιρλανδία το 1999 για να διερευνήσει τη μόλυνση αιμορροφιλικών με HIV και ηπατίτιδα C από μολυσμένα προϊόντα αίματος, ορισμένα από τα οποία προέρχονταν από τοπικούς δότες καθώς και από κρατούμενους υψηλού κινδύνου στις ΗΠΑ.
Το δικαστήριο συνέστησε ένα πλήρες πακέτο περίθαλψης και αποζημίωσης για τα σχεδόν 2.000 άτομα που εμπλέκονται και διαπίστωσε ότι το Εθνικό Κέντρο Αιμορροφιλίας είχε αργήσει να ανταποκριθεί στον κίνδυνο μόλυνσης.
Το 2007, αναφέρθηκε ότι ο κρατικός λογαριασμός για την αποζημίωση των ατόμων που μολύνθηκαν ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ.
Ιταλία
Τον Ιούνιο του 2001 δικαστήριο της Ρώμης διέταξε το υπουργείο Υγείας να καταβάλει αποζημίωση σε 351 άτομα που προσβλήθηκαν από τον ιό HIV και την ηπατίτιδα μέσω μεταγγίσεων αίματος, καθώς και στις οικογένειές τους.
Το δικαστήριο δήλωσε ότι το υπουργείο καθυστέρησε πολύ να θεσπίσει μέτρα για την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού από δωρεές αίματος και δεν καθιέρωσε κατάλληλους ελέγχους στο πλάσμα.
Ιαπωνία
Στη δεκαετία του 1980, μεταξύ 1.000 και 2.000 ασθενείς με αιμορροφιλία στην Ιαπωνία προσβλήθηκαν από τον ιό HIV μέσω μολυσμένων προϊόντων αίματος που δεν είχαν υποστεί θερμική επεξεργασία, παρόλο που η τεχνολογία ήταν διαθέσιμη.
Τον Νοέμβριο του 1995 διευθετήθηκε μια υπόθεση με αποζημίωση 420.000 δολαρίων για κάθε θύμα, εκ των οποίων 235.000 δολάρια προήλθαν από τις εμπλεκόμενες εταιρείες και τα υπόλοιπα από την ιαπωνική κυβέρνηση.
Τον Φεβρουάριο του 2000 επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης σε τρία πρώην στελέχη φαρμακευτικών εταιρειών.
Ο Ρένζο Ματσουσίτα, πρώην επικεφαλής του γραφείου φαρμακευτικών υποθέσεων του υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, και δύο συνάδελφοί του κρίθηκαν ένοχοι για επαγγελματική αμέλεια με αποτέλεσμα το θάνατο. Το 2000, ο Ματσουσίτα καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών.
Το 2001, δικαστήριο του Τόκιο απάλλαξε τον πρώην κορυφαίο εμπειρογνώμονα για το AIDS από την κατηγορία της επαγγελματικής αμέλειας για το σκάνδαλο.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις