Ερρίκος Ίψεν: Εντιμότητα που δε χωράει συμβιβασμούς
Κανένας άλλος θεατρικός συγγραφέας δεν κατάλαβε τόσο καλά τις γυναίκες όσο ο Ίψεν
Ο Ερρίκος Ίψεν επιστρέφει θριαμβευτικά στο προσκήνιο. Το «Σπίτι της Κούκλας» και η «Έντα Γκάμπλερ» παίζονται με μεγάλη επιτυχία σήμερα στο Μπροντγουαίη. Ο «Εχθρός του Λαού» ανέβηκε στο Λίνκολν Σέντερ, σε μια εντελώς άχρηστη, αλήθεια, διασκευή του Άρθουρ Μίλερ. Στον τομέα των ερευνών γύρω από το έργο κι απ’ τη ζωή του Ίψεν κυκλοφόρησαν προσφάτως δύο πολύ ενδιαφέρουσες βιογραφίες του, η μία ογκωδέστατη, γραμμένη από τον Μάικελ Μέγιερ, και η άλλη, λιγώτερο εκτεταμένη και φιλόδοξη, μεταφρασμένη από το νορβηγικό πρωτότυπο του Χανς Χάιμπεργκ.
Κάθε εποχή έχει και το δικό της τρόπο να βλέπη τους ανθρώπους και τα έργα τους. Στη δική μας δεν υπάρχει πλέον φραγμός, κανένας δισταγμός για οτιδήποτε. Οι βιογράφοι και οι μελετητές των έργων των μεγάλων, ασχέτως τού αν παραδέχωνται τη μεγαλωσύνη των καλλιτεχνών με τους οποίους καταπιάνονται, ή αν προσπαθούν να καταρρίψουν το μύθο που έχει δημιουργηθή γύρω από το όνομά τους, ακολουθούν δύο αρκετά αντιφατικούς αναλυτικούς δρόμους: από τη μια μεριά, θεωρώντας το ως καθήκον τους, βγάζουν στη φόρα όλες τις ανθρώπινες μικροαδυναμίες των ηρώων τους αποδεικνύοντάς μας έτσι ότι δεν διαφέρουν και πολύ από τον κοινό θνητό, κι από την άλλη επιμένουν σε ιδιοτροπίες και σε «παρεκκλίσεις» που σ’ ένα μέσο άνθρωπο θα περνούσαν σχεδόν απαρατήρητες, ενώ στην περίπτωση των μεγάλων καλλιτεχνών θεωρούνται επιδεκτικές ψυχαναλυτικής διερευνήσεως.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.8.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Έτσι, παρόλη τη σθεναρή αντίδραση της γυναίκας του, της Σουζάνας Τόρενσεν – Ίψεν, που έκαψε ολόκληρη την αλληλογραφία και τα ποιήματα του άντρα της, γνωρίζουμε σήμερα πάρα πολλές, περισσότερες ίσως απ’ ό,τι χρειάζεται, απόκρυφες λεπτομέρειες της ζωής του μεγάλου Νορβηγού δραματουργού.
Ποια σημασία όμως μπορεί να έχη για το έργο του το γεγονός ότι γνωρίζουμε σήμερα πως ο Ίψεν είχε ένα νόθο παιδί, ότι είχε αδυναμία στο οινόπνευμα κι ότι αρνιόταν συστηματικά την οποιαδήποτε ξένη επιρροή στη δουλειά του; Τα «μυστικά» άλλωστε αυτά έχουν «αποκαλυφθή» εδώ και κάμποσο καιρό από το γνωστότερο βιογράφο του Ίψεν, τον Χάλβνταν Κοτ. Οι νεώτερες αναδιφήσεις φέρνουν στο φως ότι ο Νορβηγός δραματουργός ντρεπόταν να παρουσιαστή γυμνός στο γιατρό του, ότι σε προχωρημένη πια ηλικία αισθανόταν ιδιαίτερη έλξη για τα μικρά κοριτσάκια και ότι χαιρόταν, καμάρωνε κι εποφθαλμιούσε τα παράσημα. Υπάρχει όμως άραγε τίποτα παθολογικό ή έστω συνταρακτικό σ’ αυτές τις παρατηρήσεις;
Ότι ο Ίψεν ήτανε πάντα του ντροπαλός, κλεισμένος στον εαυτό του όσο και αποφασισμένος να πετύχη ως δραματουργός, μας το δείχνει καλύτερα από κάθε τι άλλο η σκληρή ανοδική πορεία του, οι δυσκολίες που αντιμετώπισε και ξεπέρασε για να εδραιώση την εργασία του, πρώτα ως σκηνοθέτης κι ύστερα ως θεατρικός συγγραφέας.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.8.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ξεκίνησε τη ζωή του εργάτης στο Γκρίμσταντ. Δούλευε όσες ώρες μπορούσε περισσότερες αποφεύγοντας τον ύπνο για να εξοικονομή ώρες εργασίας. Τα πρώτα του θεατρικά βήματα τα έκανε στο Μπέργκεν ως σκηνοθέτης. Εκεί έμεινε έξι χρόνια μαθαίνοντας το αλφάβητο της τέχνης του κι αποκτώντας μιαν εμπειρία της σκηνής που όμοιά της μόνο ο Σαίξπηρ και ο Μολιέρος, από τους μεγάλους θεατρικούς συγγραφείς, ευτύχησαν να έχουν. Εκείνοι που τον απέλυσαν από το Μπέργκεν, ως ασήμαντο, δεν είχαν δει ποτέ τους τα μάτια του, έτοιμα να πάρουν φωτιά και τόσο διαπεραστικά που έφτανε να τ’ αντικρύσης μια φορά για να μην τα ξεχάσης ποτέ πια. Είναι αλήθεια ότι στο Μπέργκεν ήταν συνεσταλμένος, θα έμενε έτσι σ’ όλη του τη ζωή· τυλιγόταν σ’ ένα μεγάλο μαύρο παλτό, κι όταν τον πλησίαζε κανένας, απέστρεφε το πρόσωπό του και τόκρυβε μέσα στο γιακά του.
Ύστερ’ από το Μπέργκεν, το εθνικό νορβηγικό θέατρο της Κριστιάνας για πέντε χρόνια. Δύσκολα πάλι χρόνια. Τον κατατρέχει πάντα η συστολή του. Αισθάνεται αδύνατος, αβοήθητος κι ενοχλημένος όταν πρόκειται να επικρίνη κάποιον ή κυρίως κάποιαν ηθοποιό για το παίξιμό της. Και όμως κάθε φορά που επενέβαινε, τα σχόλιά του ήσαν καθαρά, εύληπτα, διαφωτιστικά και χρήσιμα. Η ίδια μετρημένη διαύγεια εμφανίζεται πολύ αργότερα στις οδηγίες του Ίψεν για το ανέβασμα της «Αγριόπαπιας».
Η πρώτη επιτυχία έρχεται στα 28 του χρόνια με το «Πανηγύρι στο Σολχάουγκ», από το θέατρο του Μπέργκεν. Είναι οπωσδήποτε από τα χειρότερά του έργα, αλλά την επιτυχία αυτή την είχε τόσο πολύ ανάγκη. Το έργο αυτό του δίνει επίσης την ευκαιρία να γνωριστή με την Σουζάνα Τόρενσεν, που θα γίνη γυναίκα του στα 1858 και θα μείνη μαζί του ως το τέλος της ζωής του. Στην αρχή της γνωριμίας τους θα γράψη γι’ αυτήν το υπέροχο ποίημα «Στη Μοναδική», και στο επιθανάτιο κρεβάτι επάνω η νοσοκόμα θ’ ακούση τον Ίψεν να ψιθυρίζη στη γυναίκα του: «Ήσουν το φωτεινό μου αστέρι. Ο αετός που μου έδειξε το δρόμο για την κορυφή».
Η Σουζάνα από τη μεριά της θα πη, λίγο πριν πεθάνη, στην Μπέργκλιοτ Ίψεν, τη νύφη του συγγραφέα: «Αναγκάσθηκα πολλές φορές να διώξω από το σπίτι τους φίλους και τους γνωστούς που τον ενοχλούσαν. Ο Ίψεν, ως χαρακτήρας, δεν είχε καθόλου πυγμή. Έπρεπε εγώ να του τη δώσω. Και του την έδωσα».
Πάντα αυτή η συστολή, η έλλειψη πυγμής κι επιβολής. Ο Ίψεν γνώρισε μόνο μία επίσημη ερωμένη στη ζωή του, τη γυναίκα του. Ύστερα από 42 χρόνια γάμου τής γράφει, στα 1901, ότι δεν πειράζει που είναι μακρυά κι ότι θα γιορτάση μόνος του, ήσυχα, τις ημερομηνίες πούναι γραμμένες με κόκκινα γράμματα: 18 και 26 Ιουνίου, τα γενέθλια της Σουζάνας και την επέτειο των γάμων τους. Γνώρισε μόνο μία γυναίκα, αλλά δημιούργησε τόσες συναρπαστικές γυναικείες μορφές για τη σκηνή: τη Νόρα Έλμερ, τις κυρίες Άλβινγκ, Ρεμπέκα Γουέστ, Ελίντα Βάνγκελ, Έντα Γκάμπλερ, Χίλντα Βάνγκελ, Ρίτα Άλμερς, Έλα Ρεντχάιμ και τέλος την Ιρένε, στο τελευταίο και πιο εκπληκτικό του έργο «Όταν εμείς οι νεκροί ξυπνήσουμε».
Κανένας άλλος θεατρικός συγγραφέας δεν κατάλαβε τόσο καλά τις γυναίκες όσο ο Ίψεν. Σαν γυναίκα και σαν ηθοποιός αυτό είναι που μ’ ενδιαφέρει πιο πολύ στο έργο του. Όχι πια εκείνες οι σκοτεινές άθλιες υπάρξεις ή οι άλλες οι ξανθές κι ενάρετες, κωμικές ή τραγικές, απωθητικές ή επιθυμητές, χωρίς κανένα ίχνος αλήθειας. Ο Ίψεν δε χαρίζεται στις γυναίκες που πλάθει, αλλά τις καταλαβαίνει. Και φωτίζοντάς τες με το άπλετο φως της εντιμότητας που δε χωράει συμβιβασμούς τις εξισώνει με τους άντρες.
Και όμως ο Ίψεν δεν ήταν διόλου φεμινιστής. Το κίνημα «Απελευθερώσεως των Γυναικών» θα του έφερνε σίγουρα ναυτία. Το «Σπίτι της κούκλας» αναφέρεται τόσο στα δικαιώματα των γυναικών όσο και ο Ριχάρδος ο Δεύτερος του Σαίξπηρ στην ελέω Θεού εξουσία των βασιλέων. Το θέμα του «Σπιτιού» είναι πως κάθε άτομο πρέπει να ψάξη να βρη και να ενσαρκώση τον αληθινό εαυτό του. Στα έργα του Ίψεν γίνονται άλλωστε πάντοτε φοβερές παρανοήσεις. Οι «Βρυκόλακες» θεωρήθηκαν ως ένα έργο για τη συφίλιδα. Λάθος και πάλι λάθος. Αλλά και πόσο δύσκολο να σβήση κανείς αυτό το λάθος.
Οι γυναίκες-ηθοποιοί που έπαιξαν ως σήμερα τα έργα του Ίψεν εστάθησαν πράγματι στο ύψος των ηρωίδων του. Η Ελίζαμπεθ Ρόμπινς και η Τζάνετ Άτσερτς που πρωτόπαιξαν τα έργα του στην Αγγλία, η Ρεζάν στη Γαλλία και πάνω απ’ όλες η Ελεονώρα Ντούζε, που είχα την τύχη να δω στην Ιταλία, το 1924, στους «Βρυκόλακες», και η υπέροχη Αμερικανίδα ηθοποιός Φίσκι. Η Ντούζε ως Ελίντα ή ως κυρία Άλβινγκ είχε εκείνη την ξεχωριστή ιδιότητα να παίζη ανάμεσα από τις γραμμές του κειμένου, τόσο πειστικά και παραστατικά, που τα λόγια σχεδόν περιττεύανε πια. Κι η Φίσκι είχε το θάρρος να πη και να παίξη την Έντα Γκάμπλερ σαν μια «πανέξυπνη κωμωδία». Ναι, κωμωδία, διότι ο Ίψεν ήξερε σχεδόν από ένστικτο, όπως ο Σαίξπηρ άλλωστε και οι Έλληνες, ότι το τραγικό γεγονός τότε μόνον πείθει κι εντυπωσιάζει, όταν έρχεται ύστερ’ από μια σειρά από κωμικά επεισόδια.
Το μυστηριώδες έργο που έχτισε σιγά-σιγά ο Ίψεν, με τη ζωή την ατόφια που έπλασε στο θέατρό του, του έδωσε κι εκείνου του ίδιου ένα προσωπείο για να μπορέση να συγκαλύψη τις αδυναμίες του, την έμφυτη αλλά κι επίκτητη συστολή του. Κι εμάς το έργο αυτό είναι που μας ενδιαφέρει. Το προσωπείο του, αν θέλετε, σαν γνήσιου ανθρώπου του θεάτρου. Η αίσθηση άλλωστε της καλλιτεχνικής προσφοράς του και όχι της υποστάσεώς του ως κοινού θνητού τού έδωσε τη δυνατότητα να διακηρύξη στα 1885 σε μία συνέλευση της Ενώσεως των Εργατών στο Τροντχάιμ: «Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά εμπρός μας πριν κατακτήσουμε την πραγματική ελευθερία. Στην πολιτική μας ζωή, στη διοίκηση, στον Τύπο μας πρέπει να μπη ένα στοιχείο αρχοντιάς. Και δε μιλώ για την αρχοντιά της γεννήσεως, του χρήματος, της γνώσεως, της ικανότητος ή του ταλέντου. Παρά μιλώ για την αρχοντιά του χαρακτήρα, του μυαλού, της θελήσεως. Μόνον αυτή μπορεί να μας ελευθερώση».
Ας μη μας γελούν τα λόγια. Ο Ίψεν αντλεί το δικαίωμα να μιλήση έτσι από την πηγή της καλλιτεχνικής του προσφοράς, διότι αυτή τον ελύτρωσε. Αξίζει τον κόπο να τον ακούσουμε.
*Κείμενο της βρετανο-αμερικανίδας ηθοποιού, παραγωγού και συγγραφέως Eva Le Gallienne (1899-1991) για τον Ερρίκο Ίψεν. Έφερε τον τίτλο «Ο συνεσταλμένος γίγαντας Ερρίκος Ίψεν» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 29 Αυγούστου 1971.
Η Eva Le Gallienne
Ο Ερρίκος Ίψεν (Henrik Johan Ibsen), διάσημος νορβηγός θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης και ποιητής, γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1828 και απεβίωσε στις 23 Μαΐου 1906.
- Νεκρός 30χρονος από ρίψη ρουκέτας στην πόλη Ναχαρίγια του Ισραήλ
- Άντρας κάλεσε την Άμεση Δράση για διάρρηξη στο σπίτι του στο Λας Βέγκας και τον σκότωσε αστυνομικός
- Χρυσοχοΐδης: Η αποθήκη στο Παγκράτι ήταν επισκέψιμη
- Στέφανος Κασσελάκης: Στο «μικροσκόπιο» της Εισαγγελίας η πισίνα στο ακίνητο του στις Σπέτσες
- Γεροβασίλη: Η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χάθηκε μόνο «στα χαρτιά»
- Πέθανε ο επιχειρηματίας Δημήτρης Χαΐτογλου