Πολιτικές δολοφονίες στη Ρωσία: Αντιστρέφοντας το «mea culpa»
Η εξέλιξη της πρακτικής εξάλειψης αντιπάλων και επικριτών της ηγεσίας στη σύγχρονη Ρωσία, από τον Μπόρις Γιέλτσιν μέχρι τον Βλαντίμιρ Πούτιν
- «Ειρωνικός, σαρκαστικός, λες και έχει κάνει κατόρθωμα» - Σοκάρουν οι περιγραφές για τον αστυνομικό της Βουλής
- «Πνιγμός στα 30.000 πόδια» - Αεροπλάνο άρχισε να πλημμυρίζει εν ώρα πτήσης [Βίντεο]
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
Κατά τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, δεν έδωσε απευθείας την εντολή για τη δολοφονία του Αλεξέι Ναβάλνι τον περασμένο Φεβρουάριο.
Αν και «δεν απαλλάσσει τον Ρώσο ηγέτη από την τελική ευθύνη», ανέφερε στο πρόσφατο αποκλειστικό ρεπορτάζ της η Wall Street Journal, «το εύρημα βαθαίνει το μυστήριο γύρω από τον θάνατο του αντιφρονούντα σε ένα γκουλάγκ της Αρκτικής»,
Οι σύντροφοι του νεκρού διασημότερου επικριτή του Κρεμλίνου χαρακτηρίζουν αυτή την οπτική της ρωσικής πραγματικότητας ως πολύ αφελή.
Μιλώντας στον ανεξάρτητο -με έδρα τη Λετονία- ρωσικό ιστότοπο ερευνητικής δημοσιογραφίας Vazhnyye Istorii, ο πρώην πρόεδρος του Ιδρύματος κατά της Διαφθοράς και σύμμαχος του Ναβάλνι, Λεονίντ Βόλκοφ, ήταν κατηγορηματικός.
«Όσοι έχουν αυτή τη θεώρηση, δεν καταλαβαίνουν καθόλου πώς λειτουργούν τα πράγματα στη σύγχρονη Ρωσία».
Προφανώς η πρακτική εξόντωσης των αντιπάλων δεν είναι κάτι ξεκίνησε ο Πούτιν, επισημαίνει ο δημοσιογράφος του ρωσικού ιστότοπου, Ρομάν Κάτιν.
Στη μετασοβιετική εποχή, η ατιμωρησία για δολοφονίες προς όφελος όσων κατείχαν την εξουσία εδραιώθηκε επί του πρώτου προέδρου της Ρωσίας, Μπορίς Γέλτσιν.
Επί προεδρίας Πούτιν, παρατηρεί, έχει εξελιχθεί…
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα του παρελθόντος μνημονεύει ένα από τα πιο διαβόητα εγκλήματα της δεκαετίας του 1990.
Τη δολοφονία του Ντμίτρι Χόλοντοφ, ανταποκριτή της εφημερίδας Moskovsky Komsomolets με έδρα τη Μόσχα.
Έγραψε επί μακρόν για τις κλοπές στο ρωσικό στρατό και για τον τότε υπουργό Άμυνας Πάβελ Γκράτσεφ, βετεράνο του πολέμου στο Αφγανιστάν και φίλο του Γέλτσιν.
Ο Γκράτσεφ είχε στοχοποιήσει δημοσίως τον Ρώσο δημοσιογράφο ως εχθρό του στρατού και της Ρωσίας. Κάλεσε τους υφισταμένους του να τον «τακτοποιήσουν».
Μια βαλίτσα που υποτίθεται ότι περιείχε έγγραφα παραδόθηκε στον Χόλοντοφ. Ήταν γεμάτη εκρηκτικά.
Καν’ το όπως ο… Γέλτσιν;
Αφού ο κύριος επικριτής του σκοτώθηκε στην έκρηξη, στις 17 Οκτωβρίου του 1994, ο Πάβελ Γκράτσεφ είπε στην ανακριτική επιτροπή και στο δικαστήριο ότι με την «τακτοποίηση» του δημοσιογράφου εννοούσε μια «συζήτηση» μαζί του.
Αν οι υφιστάμενοί του είχαν παρεξηγήσει τα λεγόμενά του, υποστήριξε, «αυτό δεν ήταν πρόβλημα του υπουργού Άμυνας»…
Ο Γέλτσιν κατέστησε αμέσως σαφές ότι ο φίλος του ήταν ανέγγιχτος.
«Ο στρατός και ο υπουργός Άμυνας… υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία στη Ρωσία» κατά τη συνταγματική κρίση του 1993, διακήρυξε.
«Και, φυσικά, η αντιπολίτευση δεν μπορεί να το συγχωρήσει αυτό μέχρι σήμερα. Επομένως, υπάρχουν διάφοροι υπαινιγμοί», υποστήριξε.
«Ο δημοσιογράφος Ντμίτρι Χόλοντοφ πέθανε και όλοι μας θρηνούμε γι’ αυτό… [Αλλά] το να συνδέουμε τον θάνατο (του) με τον υπουργό Άμυνας είναι απλώς γελοίο».
Αρχικά, οι δολοφόνοι και οι συνεργοί τους τράπηκαν σε φυγή.
Μετά τη σύλληψή τους έδωσαν λεπτομερείς ομολογίες.
Αλλά για να βεβαιωθούν ότι ο Γκράτσεφ δεν θα κατέληγε ποτέ σε προφυλάκιση, ανακάλεσαν τις καταθέσεις τους.
Ένας εξ αυτών προσπάθησε να πείσει τον ανακριτή ότι η έρευνα κατέστρεφε τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις προς το συμφέρον των δυτικών μυστικών υπηρεσιών.
Τελικά, όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από το δικαστήριο.
Υπό την ηγεσία του Πούτιν, έλαβαν εκατομμύρια ρούβλια ως κρατική αποζημίωση για παράνομη ποινική δίωξη.
Στο ρεπορτάζ του, το Vazhnyye Istorii κάνει λόγο για διαχρονικά «οικεία μοτίβα».
Επί Πούτιν, σε ορισμένες περιπτώσεις όπου η δολοφονία ή ο βάναυσος ξυλοδαρμός ενός αντιπάλου ενέπλεκε άμεσα έναν αξιωματούχο, το έγκλημα αποδόθηκε στον υπερβολικό ζήλο υφισταμένων ή γνωστών του, αναφέρει.
Αυτό συνέβη, επισημαίνει, μετά την επίθεση που δέχθηκε τον Νοέμβριο του 2010 ο δημοσιογράφος της Kommersant, Ολέγκ Κάσιν.
Ή μετά τη δολοφονία του αντιπολιτευόμενου πολιτικού Μπορίς Νεμτσόφ, τον Φεβρουάριο του 2015.
Ορκισμένοι εχθροί, «αξιότιμοι» φίλοι
Ο Ολέγκ Κάσιν ξυλοκοπήθηκε στην αυλή του σπιτιού του.
Του έσπασαν το σαγόνι, την κνήμη και τα δάχτυλα, επειδή είχε χαρακτηρίσει «σκατάνθρωπο» τον Αντρέι Τούρτσακ, τότε κυβερνήτη της Πσκοφ, νυν γερουσιαστή με το πουτινικό κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας.
Ο Τούρτσακ, γιος ενός παλιού γνωστού του Πούτιν, είχε απαιτήσει από τον δημοσιογράφο να του ζητήσει συγγνώμη.
Του είχε δώσει διορία 24 ωρών.
Ο Κάσιν δεν το έπραξε.
Η έρευνα κατέδειξε ότι ο δημοσιογράφος ξυλοκοπήθηκε από υπαλλήλους εταιρείας συμφερόντων της οικογένειας Τούρτσακ στην Αγία Πετρούπολη.
Ένας από τους δράστες κατέθεσε ότι την εντολή για τον ξυλοδαρμό την είχε δώσει ο τότε κυβερνήτης.
Όμως η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «εγκέφαλος» του εγκλήματος ήταν Αλεξάντερ Γκορμπούνοφ, πρώην διευθυντής της επιχείρησης των Τούρτσακ, πρώην βοηθός του υπουργού Άμυνας και επικεφαλής του τμήματος Εξωτερικών Σχέσεων του εν λόγω υπουργείου.
Κρίθηκε ότι αποφάσισε ανεξάρτητα να πάρει εκδίκηση για την προσβολή του κυβερνήτη.
Ο επικεφαλής της κρατικής εταιρείας Rostec και παλιός φίλος του Πούτιν, Σεργκέι Τσεμέζοφ, υπερασπίστηκε τον Γκορμπούνοφ, χαρακτηρίζοντάς τον «θετικό άνθρωπο, από όλες τις απόψεις».
Αφέθηκε ελεύθερος, κατόπιν προφυλάκισης, το 2015.
Την ίδια χρονιά, ο Μπορίς Νεμτσόφ έπεσε νεκρός από σφαίρες, σε μια γέφυρα ακριβώς απέναντι από το Κρεμλίνο.
Ο κύριος ύποπτος της δολοφονίας ήταν ο Ρουσλάν Γκερεμέεφ, πρώην αναπληρωτής διοικητής ενός τσετσενικού τάγματος, ανιψιός ενός μέλους του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου της Ρωσίας και στενός συνεργάτης του ηγέτη της Τσετσενίας, Ραμζάν Καντίροφ.
Ο Γκερεμέεφ δεν ανακρίθηκε ποτέ.
Οι ρωσικές αρχές δεν μπόρεσαν καν να μπουν στο σπίτι του, στην Τσετσενία.
Στα τέλη του περασμένου έτους, αυτός ο «αγαπητός αδελφός», που «εκτελεί θαρραλέα κάθε αποστολή που του ανατίθεται» -όπως λέει ο Καντίροφ για τον Γκερεμέεφ- διορίστηκε διοικητής ενός νέου τσετσενικού τάγματος.
Βασικές κόκκινες γραμμές
Βαρύς… αχός ακούστηκε πρόσφατα στη Ρωσία, όταν το ντοκιμαντέρ «Οι προδότες», παραγωγής του ιδρύματος του Ναβάλνι, δημοσιοποιήθηκε στο You Tube μετά το θάνατό του και λίγο πριν από την ορκωμοσία του Βλαντίμιρ Πούτιν σε μια πέμπτη προεδρική θητεία.
Επικεντρώνεται στον ρόλο που έπαιξαν o Γέλτσιν και οι συνεργάτες του στην άνοδο του Πούτιν στην εξουσία.
Οι αντιδράσεις είναι ανάμεικτες, με πολυάριθμες αρνητικές κριτικές από άτομα που ήταν από πρώτο χέρι μάρτυρες των γεγονότων της δεκαετίας του 1990, καθώς και από εκείνους που μελέτησαν αυτήν την περίοδο της ρωσικής ιστορίας.
Το επιχείρημα είναι ότι τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα τη δεκαετία του 1990 και ότι οι πρωταγωνιστές δεν καθοδηγούνταν μόνο από τη δίψα για εξουσία και χρήμα.
Ωστόσο δεν θέσπισαν σαφείς κανόνες του «παιχνιδιού» στη μετασοβιετική εποχή, στην πολιτική και στις επιχειρήσεις.
Δεν χάραξαν ακόμη και φαινομενικά στοιχειώδεις κόκκινες γραμμές, παρατηρεί ο ρωσικός ιστότοπος -όπως ότι ένας κορυφαίος αξιωματούχος δεν μπορεί να σκοτώνει ατιμώρητα έναν επικριτή του.
Είναι πάντως απίθανο οι ιστορικοί του μέλλοντος να βρουν ποτέ την υπογραφή του Πούτιν σε οποιαδήποτε εντολή για εξωδικαστικές εκτελέσεις, επισημαίνει το Vazhnyye Istorii.
Αυτό, εκτιμά, συμβαίνει επειδή πιθανότητα οι εντολές δίνοται με προφορικές νύξεις, «στο ύφος των πολύ προσεκτικών επικεφαλής μεγάλων μαφιόζικων ομάδων φατριών και άλλων εγκληματικών κοινοτήτων να φροντίσουν αυτό ή εκείνο το πρόσωπο».
Αυτοί που εκτελούν τις εντολές γνωρίζουν πολύ καλά περί τίνος πρόκειται.
«Και αν κάποιος πεθάνει, “δεν είναι πρόβλημα” για τον πρόεδρο της Ρωσίας».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις