Κατασκοπεία, χάκινγκ και εκφοβισμός: Νέα «βόμβα» Guardian για τον εννεαετή «πόλεμο» του Ισραήλ κατά του ΔΠΔ
Η έρευνα αποκαλύπτει πώς οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ προσπάθησαν επί χρόνια να εκτροχιάσουν τη δίωξη για εγκλήματα πολέμου - «Είναι μαύρη, ποιος νοιάζεται», είπαν για την πρώην εισαγγελέα του ΔΠΔ
Νέες αποκαλύψεις φέρνει στο φως ο Guardian αναφορικά με τις προσπάθειες του Ισραήλ, μέσω απειλών και εκβιασμών σε δικαστές του ΔΠΔ από τον αρχηγό της Μοσάντ, να «πείσει» την πρώην εισαγγελέα, Φατού Μπενσούντα, να εγκαταλείψει την έρευνά της για την Παλαιστίνη.
Όπως σημειώνει σε δεύτερο άρθρο – «βόμβα» η βρετανική εφημερίδα, όταν ο επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου ανακοίνωσε ότι ζητά εντάλματα σύλληψης κατά των ηγετών του Ισραήλ και της Χαμάς, απηύθυνε μια αινιγματική προειδοποίηση: «Επιμένω ότι όλες οι προσπάθειες παρεμπόδισης, εκφοβισμού ή αθέμιτου επηρεασμού των αξιωματούχων αυτού του δικαστηρίου πρέπει να σταματήσουν αμέσως».
Ο Καρίμ Χαν δεν έδωσε λεπτομέρειες σχετικά με τις απόπειρες παρέμβασης στο έργο του ΔΠΔ, αλλά σημείωσε μια ρήτρα στην ιδρυτική συνθήκη του δικαστηρίου, που καθιστά οποιαδήποτε τέτοια παρέμβαση ποινικό αδίκημα. Εάν αυτή η συμπεριφορά συνεχιστεί, πρόσθεσε, «το γραφείο μου δεν θα διστάσει να δράσει».
Ο εισαγγελέας δεν είπε ποιος επιχείρησε να παρέμβει στην απονομή της δικαιοσύνης ή πώς ακριβώς το έκανε.
Τώρα, μια έρευνα του Guardian και των περιοδικών +972 και Local Call, με έδρα το Ισραήλ, αποκαλύπτει πώς το Τελ Αβίβ διεξάγει έναν μυστικό «πόλεμο» κατά του ανώτατου δικαστηρίου επί σχεδόν μια δεκαετία.
Η χώρα ανέπτυξε τις μυστικές υπηρεσίες της για να παρακολουθεί, να χακάρει, να πιέζει, να συκοφαντεί και να απειλεί, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, ανώτερα στελέχη του ΔΠΔ, σε μια προσπάθεια να εκτροχιάσει τις έρευνες του δικαστηρίου, αναφέρεται στο ρεπορτάζ.
Οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες κατέγραψαν τις επικοινωνίες πολλών αξιωματούχων του ΔΠΔ, συμπεριλαμβανομένου του Χαν και της προκατόχου του εισαγγελέως, Φατού Μπενσούντα, υποκλέπτοντας τηλεφωνικές κλήσεις, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και έγγραφα.
Η παρακολούθηση ήταν συνεχής τους τελευταίους μήνες, παρέχοντας στον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, εκ των προτέρων γνώση των εισαγγελικών προθέσεων.
Μια πρόσφατη υποκλαπείσα επικοινωνία έδειχνε ότι ο Χαν ήθελε να εκδώσει εντάλματα σύλληψης κατά Ισραηλινών, αλλά βρισκόταν υπό «τεράστια πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες», σύμφωνα με πηγή που γνωρίζει το περιεχόμενό της.
Η Μπενσούντα, η οποία ως επικεφαλής εισαγγελέας ξεκίνησε την έρευνα του ΔΠΔ το 2021, ανοίγοντας το δρόμο για την ανακοίνωση της περασμένης εβδομάδας, κατασκοπεύτηκε επίσης και φέρεται να απειλήθηκε.
Ο Νετανιάχου έχει δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις επιχειρήσεις της Μοσάντ κατά του ΔΠΔ, ενώ μια πηγή των μυστικών υπηρεσιών τον περιέγραψε ως «εμμονικό» με τις υποκλοπές σχετικά με την υπόθεση.
Υπό την εποπτεία των συμβούλων του σε θέματα εθνικής ασφάλειας, στις υποκλοπές συμμετείχαν η εγχώρια υπηρεσία κατασκοπείας, Shin Bet, και η διεύθυνση πληροφοριών του στρατού, Aman, και το τμήμα κυβερνοκατασκοπείας, η Μονάδα 8200. Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν από τις υποκλοπές, σύμφωνα με πηγές, διανεμήθηκαν στα υπουργεία Δικαιοσύνης, Εξωτερικών και Στρατηγικών Υποθέσεων της κυβέρνησης του Ισραήλ.
Μια μυστική επιχείρηση εναντίον της Μπενσούντα, που αποκαλύφθηκε την Τρίτη από τον Guardian, διηύθυνε προσωπικά ο στενός σύμμαχος του Νετανιάχου, Γιόσι Κοέν, ο οποίος ήταν τότε διευθυντής της Μοχάντ. Σε κάποιο στάδιο, ο επικεφαλής της ισραηλινής κατασκοπείας ζήτησε ακόμη και τη βοήθεια του τότε προέδρου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, Ζοζέφ Καμπίλα.
Οι αποκαλύψεις του Guardian, που βασίζονται σε συνεντεύξεις με περισσότερους από 24 νυν και πρώην αξιωματικούς και κυβερνητικούς αξιωματούχους των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, ανώτερα στελέχη του ΔΠΔ, διπλωμάτες και δικηγόρους που γνωρίζουν την υπόθεση και τις προσπάθειες του Ισραήλ να την υπονομεύσει, κάνουν λόγο για εννεαετή εκστρατεία του Ισραήλ να ματαιώσει την έρευνα του δικαστηρίου.
Σε επικοινωνία με την βρετανική εφημερίδα, εκπρόσωπος του ΔΠΔ ανέφερε ότι γνωρίζει «προληπτικές δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών που αναλαμβάνονται από διάφορες εθνικές υπηρεσίες, εχθρικές προς το δικαστήριο». Και τόνισε ότι το ΔΠΔ εφαρμόζει συνεχώς αντίμετρα κατά αυτής της δραστηριότητας και ότι «καμία από τις πρόσφατες επιθέσεις εναντίον του από εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών» δεν είχε διεισδύσει στα βασικά αποδεικτικά στοιχεία του δικαστηρίου, τα οποία παρέμειναν ασφαλή.
Εκπρόσωπος του γραφείου του Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε πως «οι ερωτήσεις που μας διαβιβάστηκαν είναι γεμάτες με πολλούς ψευδείς και αβάσιμους ισχυρισμούς, που έχουν ως στόχο να πλήξουν το κράτος του Ισραήλ», ενώ ένας στρατιωτικός εκπρόσωπος υποστήριξε πως «οι IDF δεν πραγματοποίησαν και δεν πραγματοποιούν παρακολουθήσεις ή άλλες επιχειρήσεις κατά του ΔΠΔ».
Από την ίδρυσή του το 2002, το ΔΠΔ λειτουργεί ως μόνιμο δικαστήριο έσχατης προσφυγής για τη δίωξη ατόμων που κατηγορούνται για μερικές από τις χειρότερες θηριωδίες στον κόσμο. Έχει απαγγείλει κατηγορίες στον πρώην πρόεδρο του Σουδάν Ομάρ αλ Μπασίρ, στον εκλιπόντα πρόεδρο της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι και, πιο πρόσφατα, στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η απόφαση του Χαν να ζητήσει εντάλματα σύλληψης κατά του Νετανιάχου και του υπουργού Άμυνας του Ισραήλ, Γιοάβ Γκαλάντ, μαζί με τους ηγέτες της Χαμάς που εμπλέκονται στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, σηματοδοτεί την πρώτη φορά που ένας εισαγγελέας του ΔΠΔ ζητά εντάλματα σύλληψης κατά ηγέτη ενός στενού συμμάχου της Δύσης.
Και ενώ οι ισχυρισμοί για εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας, που έχει διατυπώσει ο Χαν εναντίον του Νετανιάχου και του Γκαλάντ, αφορούν τον οκτάμηνο πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα, η υπόθεση του ΔΠΔ προετοιμάζεται εδώ και μια δεκαετία, προχωρώντας εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας μεταξύ των Ισραηλινών αξιωματούχων για το ενδεχόμενο ενταλμάτων σύλληψης, τα οποία θα εμπόδιζαν τους κατηγορούμενους να ταξιδέψουν σε οποιοδήποτε από τα 124 κράτη – μέλη του δικαστηρίου, υπό τον φόβο της σύλληψης.
Είναι ακριβώς αυτό το φάσμα των διώξεων από τη Χάγη που, σύμφωνα με έναν πρώην αξιωματούχο των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, οδήγησε «ολόκληρο το στρατιωτικό και πολιτικό κατεστημένο» της χώρας να θεωρήσει την αντεπίθεση κατά του ΔΠΔ «ως έναν πόλεμο που έπρεπε να διεξαχθεί και από τον οποίο το Ισραήλ έπρεπε να αμυνθεί». Περιγράφηκε, μάλιστα, με στρατιωτικούς όρους.
Αυτός ο «πόλεμος» ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2015, όταν επιβεβαιώθηκε ότι η Παλαιστίνη θα ενταχθεί στο δικαστήριο μετά την αναγνώρισή της ως κράτος από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Η προσχώρησή της καταδικάστηκε από Ισραηλινούς αξιωματούχους ως μια μορφή «διπλωματικής τρομοκρατίας».
Δεν υπήρχε κανένας δισταγμός για την κατασκοπεία της εισαγγελέως – «Με την Μπενσούντα; Είναι μαύρη και Αφρικανή, οπότε ποιος νοιάζεται;»
Μια απειλή που παραδόθηκε ιδιοχείρως
Για την Φατού Μπενσούντα, μια αξιοσέβαστη δικηγόρο από την Γκάμπια, η οποία εξελέγη επικεφαλής εισαγγελέας του ΔΠΔ το 2012, η ένταξη της Παλαιστίνης στο δικαστήριο έφερε μαζί της μια βαρυσήμαντη απόφαση. Σύμφωνα με το καταστατικό της Ρώμης – τη συνθήκη με την οποία ιδρύθηκε το δικαστήριο – το ΔΠΔ μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του μόνο για εγκλήματα εντός των κρατών μελών του ή από υπηκόους των κρατών αυτών.
Το Ισραήλ, όπως και οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα, δεν είναι μέλη. Μετά την αποδοχή της Παλαιστίνης ως μέλους του ΔΠΔ, ωστόσο, κάθε φερόμενο έγκλημα πολέμου – που διαπράχθηκε από άτομα οποιασδήποτε εθνικότητας – στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη εμπίπτει πλέον στη δικαιοδοσία της Μπενσούντα.
Στις 16 Ιανουαρίου 2015, μέσα σε λίγες εβδομάδες από την ένταξη της Παλαιστίνης στο ΔΠΔ, η Φατού Μπενσούντα ξεκίνησε προκαταρκτική εξέταση για αυτό που στη νομική γλώσσα του δικαστηρίου ονομάστηκε «η κατάσταση στην Παλαιστίνη». Τον επόμενο μήνα, δύο άνδρες που είχαν καταφέρει να αποκτήσουν την ιδιωτική διεύθυνση της εισαγγελέως εμφανίστηκαν στο σπίτι της στη Χάγη.
Πηγές που γνωρίζουν το περιστατικό δήλωσαν ότι οι άνδρες αρνήθηκαν να δώσουν τα στοιχεία τους για να ταυτοποιηθούν όταν έφτασαν, αλλά είπαν πως ήθελαν να παραδώσουν μια επιστολή στην εισαγγελέα εκ μέρους μιας άγνωστης Γερμανίδας, που ήθελε να την ευχαριστήσει. Ο φάκελος περιείχε εκατοντάδες δολάρια σε μετρητά και ένα σημείωμα με έναν ισραηλινό αριθμό τηλεφώνου.
Πηγές με γνώση της εξέτασης του περιστατικού από το ΔΠΔ δήλωσαν ότι, ενώ δεν ήταν δυνατόν να ταυτοποιηθούν οι άνδρες ή να εξακριβωθούν πλήρως τα κίνητρά τους, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως το Ισραήλ ήταν πιθανό να στέλνει ένα μήνυμα στην εισαγγελέα ότι γνώριζε πού ζούσε. Το ΔΠΔ ανέφερε το περιστατικό στις ολλανδικές αρχές και έθεσε σε εφαρμογή πρόσθετη ασφάλεια, εγκαθιστώντας κάμερες κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης στο σπίτι της.
«Είναι μαύρη και Αφρικανή, οπότε ποιος νοιάζεται;»
Πέντε πηγές που γνωρίζουν τις δραστηριότητες των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ δήλωσαν ότι κατασκοπεύει συστηματικά τις τηλεφωνικές κλήσεις της Μπενσούντα και του προσωπικού της με Παλαιστίνιους. Το ΔΠΔ, όντας αποκλεισμένο από την πρόσβαση στη Γάζα και την Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, από το Ισραήλ, αναγκάστηκε να διεξάγει μεγάλο μέρος της έρευνάς του μέσω τηλεφώνου, γεγονός που το έκανε πιο ευάλωτο στην παρακολούθηση.
Χάρη στην ολοκληρωμένη πρόσβασή τους στις παλαιστινιακές τηλεπικοινωνιακές υποδομές, είπαν οι πηγές, οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών μπορούσαν να καταγράψουν τις κλήσεις, χωρίς να εγκαταστήσουν κατασκοπευτικό λογισμικό στις συσκευές της αξιωματούχου του ΔΠΔ.
«Αν η Φατού Μπενσούντα μιλούσε με οποιοδήποτε άτομο στη Δυτική Όχθη ή τη Γάζα, τότε αυτή η τηλεφωνική κλήση θα έμπαινε στα συστήματα [υποκλοπής]», ανέφερε μια πηγή. Μια άλλη είπε ότι δεν υπήρχε κανένας δισταγμός εσωτερικά για την κατασκοπεία της εισαγγελέως, προσθέτοντας: «Με την Μπενσούντα; Είναι μαύρη και Αφρικανή, οπότε ποιος νοιάζεται;».
- Ζιζέλ Πελικό: Απογοητευμένη η οικογένεια για τις «μικρές» ποινές των δεκάδων βιαστών
- Σκέφτεσαι τη διακοπή καπνίσματος; Τώρα μπορείς με TOKOVYS!
- Ναν: «Τώρα πάω για 40 και 50 πόντους»
- Δυτική Σαχάρα: Χιλή και Μάλτα υπέρ της πολιτικής διευθέτησης του ζητήματος
- Κώστας Πρετεντέρης: Λαμπρό πνεύμα
- Βουλή: Τέλος και τυπικά η χρηματοδότηση στους Σπαρτιάτες