Τραμπ: Δεν καταδικάστηκε ένας τέως ή εν δυνάμει πρόεδρος, αλλά ένας κοινός εγκληματίας της Νέας Υόρκης
Η προσπάθεια του Τραμπ για την ανακατάληψη του Λευκού Οίκου απέχει πολύ από το να θεωρείται δεδομένη και μπορεί κάλλιστα ο ίδιος ν' αποφύγει τη φυλακή, αλλά ο δεξιός Τύπος θα ουρλιάζει ούτως ή άλλως.
Ο Ντόναλντ Τραμπ (στη φωτογραφία του Reuters/Steven Hirsch, επάνω, στο εδώλιο του κατηγορουμένου) έγινε πλέον ο πρώτος τέως πρόεδρος των ΗΠΑ που καταδικάστηκε για κακούργημα, καθώς κρίθηκε ένοχος για 34 κατηγορίες που σχετίζονται «με σχέδιο παράνομης επιρροής στις εκλογές του 2016 μέσω καταβολής χρηματικού αντιτίμου σιωπής σε ηθοποιό ερωτικών ταινιών, η οποία αποκάλυψε ότι είχε ερωτική σχέση μαζί του» (AP, 31/5/24).
Ο εισαγγελέας του Μανχάταν, Αλβιν Μπραγκ, ανέφερε σε ανακοίνωσή του (30/5/24) ότι ο Τραμπ κρίθηκε «ένοχος για επανειλημμένη και δόλια παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων, σ’ ένα σχέδιο απόκρυψης επιζήμιων πληροφοριών από αμερικανούς ψηφοφόρους κατά τις προεδρικές εκλογές του 2016» και πως οι εισαγγελείς του «απέδειξαν πέρα από κάθε βάσιμη αμφιβολία ότι ο κ. Τραμπ παραποίησε παράνομα 34 επιχειρηματικά αρχεία της Νέας Υόρκης».
Αυτό που προβάλλεται ξανά και ξανά είναι ότι η δίωξη και η καταδίκη ενός πρώην προέδρου δεν έχει προηγούμενο
Η προσπάθεια του Τραμπ για την ανακατάληψη του Λευκού Οίκου απέχει πολύ από το να θεωρείται δεδομένη (Guardian, 30/5/24), και μπορεί κάλλιστα ο ίδιος ν’ αποφύγει τη φυλακή (NBC, 30/5/24), αλλά ο δεξιός Τύπος θα ουρλιάζει ούτως ή άλλως.
«Μια αλλόκοτη συνταγή»
Η συντακτική επιτροπή της Wall Street Journal (30/5/24) χαρακτήρισε την υπόθεση του Μπραγκ εναντίον του Τραμπ ως «μια αλλόκοτη συνταγή με υποτιθέμενα εγκλήματα, γεμισμένα μέσα σε άλλα εγκλήματα» (turducken: γνωστό πιάτο με κοτόπουλο χωρίς κόκαλα, γεμιστό σε πάπια χωρίς κόκαλα, γεμιστά και τα δύο σε γαλοπούλα χωρίς κόκαλα).
Εκρινε ότι το κίνητρο του εισαγγελέα είχε να κάνει λιγότερο με την εφαρμογή του νόμου και περισσότερο με την ανακοπή της πορείας του Τραμπ για τον Λευκό Οίκο. Το όλο θέμα, έγραψε η εφημερίδα, μας οδηγεί σε μεγαλύτερο διχασμό: Τι θα συμβεί αν ο κ. Τραμπ χάσει τις εκλογές και στη συνέχεια αθωωθεί στο εφετείο;
Εάν οι Δημοκρατικοί διαμαρτύρονται ότι πάρα πολλοί Ρεπουμπλικάνοι παραπονούνται σήμερα για κλεμμένες εκλογές, φανταστείτε πόσοι περισσότεροι θα μπορούσαν να είναι το επόμενο έτος, επισήμανε η WSJ.
Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι η καταδίκη αποτελεί προηγούμενο χρήσης νομικών υποθέσεων, ανεξάρτητα από το πόσο διαφανείς είναι, για να επιχειρηθεί η εξουδετέρωση πολιτικών αντιπάλων, συμπεριλαμβανομένων των πρώην προέδρων.
«Πολύ θλιβερή μέρα»
Και πρόσθεσε: Ο κ. Τραμπ έχει ήδη υποσχεθεί ν’ ανταποδώσει. Αν οι Δημοκρατικοί ήθελαν να ζητωκραυγάσουν τη μέρα που διαβάστηκε η ετυμηγορία ενοχής, θα έπρεπε να το ξανασκεφτούν. Ο κ. Μπραγκ μπορεί να εγκαινίασε μια νέα εποχή αποσταθεροποίησης στην αμερικανική πολιτική, για την οποία κανείς δεν μπορεί να πει πώς θα τελειώσει.
Η New York Post (31/5/24) έγραψε στον πρωτοσέλιδο τίτλο της «Αδικία», ενώ η συντακτική της επιτροπή (31/5/24) τόνισε ότι οι Δημοκρατικοί δεν θα πρέπει να χαίρονται για την καταδίκη διότι δεν «συνιστά από μόνη της επαρκή λόγο για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι και να επιλέξουν [τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν] την ημέρα των εκλογών».
Η Washington Post (31/5/24) αναφέρθηκε στο ξέσπασμα του Fox News: «Αυτή είναι μια πολύ θλιβερή μέρα για όλους μας, ανεξαρτήτως κόμματος, ανεξαρτήτως ένταξης», είπε η παρουσιάστρια, Τζανίν Πιρό, σε εκπομπή του τηλεοπτικού σταθμού.
«Είδαμε την ποινική δικαιοσύνη να πυροβολεί για να καταστρέψει έναν υποψήφιο πρόεδρο και έναν τέως πρόεδρο». Στη δική της εκπομπή, η Λόρα Ινγκραμ μίλησε για «μια ντροπιαστική μέρα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, μια μέρα από την οποία η Αμερική μπορεί να μην συνέλθει ποτέ», και ο παρουσιαστής Σον Χάνιτι έκανε λόγο για «μια καταδίκη χωρίς έγκλημα».
Ολα τόσο συνηθισμένα
Αυτό που προβάλλεται ξανά και ξανά στην κάλυψη τόσο της υπόθεσης του Μανχάταν για την υπόθεση του χρηματικού αντιτίμου της σιωπής, καθώς και δύο ομοσπονδιακών υποθέσεων εναντίον του Τραμπ και μιας ακόμη που σχετίζεται με τις εκλογές στην Ατλάντα, είναι ότι η δίωξη και η καταδίκη ενός πρώην προέδρου δεν έχει προηγούμενο (Fox News, 30/05/24, New York Times, 30/05/24, NPR).
Το αφήγημα λέει ότι αυτές οι διώξεις είναι τόσο διχαστικές, σε μια τόσο ασταθή στιγμή, πολιτικά, που θα πρέπει να μας αναγκάσουν να σταθμίσουμε την επιδίωξη της δικαιοσύνης έναντι της πολιτικής σταθερότητας.
Ωστόσο, για τους δημοσιογράφους που καλύπτουν το δικαστικό ρεπορτάζ και μελετούν τις υποθέσεις στο δικαστήριο του Μανχάταν, ο Τραμπ βρέθηκε εκεί όπως και πολλοί άλλοι πολιτικοί και παράγοντες με επιρροή στη Νέα Υόρκη, τους οποίους κατέστρεψε η ίδια η εγκληματικότητά τους.
Ο Τραμπ, ο οποίος γεννήθηκε στο Κουίνς και έγινε διάσημος στο Μανχάταν, είναι ένας επιχειρηματίας που αναδύθηκε μέσα από τη βιομηχανία ακινήτων της Νέας Υόρκης και τους πολιτικούς μηχανισμούς γύρω από αυτήν. Πρόκειται για έναν συναρπαστικό τόπο, αλλά και πολύ διεφθαρμένο (WHEC, 13/08/21).
Ενας ακόμα πολιτικός…
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η καταδίκη του είναι λιγότερο ένα κομματικό κυνήγι μαγισσών ή μια στιγμή διέλευσης του Ρουβίκωνα για την ιστορία των ΗΠΑ, και περισσότερο ένας ακόμα πολιτικός της Νέας Υόρκης που εμπλέκεται σ’ ένα σκάνδαλο πολύ χαρακτηριστικό της πόλης και της πολιτείας που τον ανέδειξε.
Η Νέα Υόρκη, φυσικά, δεν είναι μοναδική στην παράδοση αξιωματούχων που πιάνονται επ΄ αυτοφώρω με τα κλεμμένα. Αλλά όσοι παρακολουθούν την πολιτική της μπορούν ν’ αναφέρουν μια μακρά σειρά εξεχόντων πολιτικών που καταστράφηκαν από έρευνες για διαφθορά.
Ο Σέλντον Σίλβερ, ο Δημοκρατικός του κάτω Μανχάταν που προέδρευσε με σιδερένια πυγμή στην πολιτειακή συνέλευση για 20 χρόνια, πέθανε ενώ βρισκόταν υπό ομοσπονδιακή προφυλάκιση λόγω κατηγοριών για διαφθορά (Guardian, 24/1/22).
Από την πλευρά των Ρεπουμπλικανών, ο πρώην ηγέτης της πλειοψηφίας της Γερουσίας, Ντιν Σκέλος, καταδικάστηκε, μαζί με τον γιο του, για «άσκηση πίεσης σε εταιρείες που βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε κρατικές συμβάσεις για να προσφέρουν στον γιο του πλασματικές αλλά προσοδοφόρες θέσεις εργασίας» (Washington Post, 5/12/16).
Ο Τζο Μπρούνο, ο ρεπουμπλικανός προκάτοχος του Σκέλος, κρίθηκε επίσης ένοχος για κατηγορίες διαφθοράς, αν και αθωώθηκε σε μια εκ νέου δίκη (New York Times, 16/5/14).
Εγκλήματα λευκού κολάρου
Ο πρώην γερουσιαστής της πολιτείας της Νέας Υόρκης, Μάλκολμ Σμιθ, καταδικάστηκε σ’ επτά χρόνια φυλάκιση λόγω απόπειρας δωροδοκίας για την ένταξή του στο ψηφοδέλτιο των Ρεπουμπλικάνων στην κούρσα του 2013 για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης (Politico, 1/7/15).
Τον Σμιθ ακολούθησε ο Πέδρο Εσπάδα ο νεότερος, ο οποίος καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση για υπεξαίρεση από, ομοσπονδιακά χρηματοδοτούμενες, μονάδες υγείας (New York Times, 14/6/12).
Ενώ ο πρώην κυβερνήτης, Ελιοτ Σπίτζερ, δεν αντίκρυσε ποτέ αίθουσα δικαστηρίου, ομοσπονδιακή έρευνα για ένα κύκλωμα πορνείας τον αποκάλυψε ως πελάτη του και έβαλε τέλος στην πολιτική του καριέρα (NPR, 3/12/08).
Ο σημερινός δήμαρχος της Νέας Υόρκης, ο Δημοκρατικός Ερικ Ανταμς, βρίσκεται υπό ομοσπονδιακή έρευνα για πιθανές παράνομες διασυνδέσεις με την Τουρκία (CBS, 21/5/24).
Ο επίτροπός του στο τμήμα κτιρίων, ο Ρεπουμπλικανός Ερικ Ούλριχ, κατηγορήθηκε ότι εφάρμοσε «ένα πολυετές σχέδιο που προσέφερε πολιτικές χάρες, με αντάλλαγμα περισσότερα από 150.000 δολάρια σε δωροδοκίες» (New York Post, 13/9/23).
Η δίωξη της διαφθοράς δεν περιορίζεται στον δημόσιο τομέα. Ο πρώην ομοσπονδιακός εισαγγελέας για το Μανχάταν, Πριτ Μπαράρα, έγινε διάσημος κυνηγώντας εγκλήματα λευκού κολάρου (New Yorker, 13/3/17).
Και ας μην ξεχνάμε τους πολλούς ηγέτες των συνδικάτων που συνελήφθησαν για διαφθορά όλα αυτά τα χρόνια (New York Post, 26/7/00, New York Times, 20/5/09, 8/5/09, CNN, 8/5/23).
Εξαίρεση από τη βρώμικη πολιτική
Προφανώς, στη συνείδηση των ΗΠΑ, ο πρόεδρος βρίσκεται πάνω απ’ όλους τους εκλεγμένους ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου και των ηγετών του Κογκρέσου, καθώς και των κορυφαίων αρχηγών σε πολιτειακό επίπεδο.
Ο πρόεδρος ηγείται του στρατού, εκπροσωπεί το έθνος στην παγκόσμια σκηνή και προεξάρχει (θεωρητικά) ως ενοποιητική φιγούρα για τον αμερικανικό λαό.
Αλλά αυτή η μυθολογία ενός είδους βασιλικής φιγούρας όχι μόνο διαστρεβλώνει την έννοια της δημοκρατικής διακυβέρνησης, αλλά εξαιρεί τον πρόεδρο από την υπόλοιπη βρώμικη πολιτική μ’ έναν εξαιρετικά ανέντιμο τρόπο.
Για όσους έχουν ερευνήσει την καριέρα του Τραμπ, παρά την άνοδό του στον Λευκό Οίκο και τις φωτογραφίσεις σ’ όλο τον κόσμο, αποτελεί στην ουσία ένα προϊόν της Νέας Υόρκης.
Η επιχειρηματική του αυτοκρατορία, οι πολιτικές συναλλαγές και η εικόνα του στον ταμπλόιντ Τύπο δημιουργήθηκαν και διαμορφώθηκαν από τη βρώμικη πολιτική κουλτούρα αυτής της αμερικανικής μεγαλούπολης.
Τα μέσα ενημέρωσης θα ταΐζουν για μέρες και εβδομάδες τον κομματικό όχλο με την καταδίκη. Αλλά, στην πραγματικότητα, πρόκειται για άλλο ένα μέλος της πολιτικής και επιχειρηματικής τάξης της Νέας Υόρκης που, απλώς, συνελήφθη να διαπράττει κοινά εγκλήματα.
Θα ήταν καλύτερα, λοιπόν, να εντάξουν αυτήν την καταδίκη, δεδομένου του χώρου και της παράδοσής του, στα συνήθη, καθημερινά εγκλήματα αντί να την εμφανίζουν ως μια καινοφανή στιγμή ενδοσκόπησης για το έθνος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις