Η δεξιά στροφή που πήρε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά τις ευρωεκλογές αναμένεται να δημιουργήσει εμπόδια στην υιοθέτηση πιο φιλόδοξων περιβαλλοντικών πολιτικών, εκτιμούν ευρωβουλευτές, αξιωματούχοι και αναλυτές που μίλησαν στο Reuters.

Τα κόμματα του κέντρου διατηρούν την πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο, όμως τα αποτελέσματα δείχνουν μεγάλες απώλειες για τους Πρασίνους και εντυπωσιακά οφέλη για δεξιά και ακροδεξιά κόμματα που δεν βλέπουν με καλό μάτι το πακέτο περιβαλλοντικών μέτρων της «Πράσινης Συμφωνίας».

«Δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει οπισθοχώρηση στις [πράσινες] πολιτικές. Πιστεύω όμως ότι η προώθηση νέων πολιτικών θα γίνει πιο περίπλοκη» εκτίμησε ο ολλανδός Μπας Έικχουτ, επικεφαλής της ευρωομάδας των Πρασίνων.

Η απαγόρευση των νέων οχημάτων βενζίνης και ντίζελ από το 2035 θα βρεθεί στο στόχαστρο

Αρμόδια για την πρόταση νέων πολιτικών είναι βέβαια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όμως οι προτάσεις της περνούν από το Ευρωκοινοβούλιο, υπενθυμίζει το Reuters. Και τα αποτελέσματα των εκλογών δείχνουν ότι τα νούμερα δύσκολα βγαίνουν για την υιοθέτηση νέων περιβαλλοντικών μέτρων.

«Όλες οι νέες πολιτικές θα είναι πιο δύσκολο να περάσουν. Όμως η οπισθοδρόμηση είναι απίθανη» εκτίμησε Ο Κριστόδ Μπολέστα, υπουργός Περιβάλλοντος της Πολωνίας.

«Είναι πιθανό ότι οι νέες φιλοδοξίες θα καθυστερήσουν, κυρίως για λαϊκίστικους λόγους» συμφώνησε ο Τζούλιαν Πόποφ, υπουργός Περιβάλλοντος της Βουλγαρίας μέχρι τον περασμένο Απρίλιο.

Αυτό θα μπορούσε να είχε συνέπειες για τον ενδιάμεσο κλιματικό στόχο του 2040, εν όψει του μηδενισμού των καθαρών εκπομπών άνθρακα το 2050. Η Κομισιόν προτείνει για το 2040 μείωση των εκπομπών άνθρακα κατά 90%, όμως η πρόταση πρέπει να εγκριθεί από τις χώρες-μέλη και το Ευρωκοινοβούλιο.

Η επόμενη Επιτροπή και το Ευρωκοινοβούλιο θα κληθούν επίσης να λάβουν δύσκολες αποφάσεις για πολιτικές που θα ωθήσουν τη βιομηχανία προς τον στόχο του 2040.

Αυτό αφορά μεταξύ άλλων τη γεωργία, ενός κλάδου του οποίου οι εκπομπές άνθρακα δεν έχουν μειωθεί σχεδόν καθόλου από το 2005.

Όμως, έπειτα από μήνες διαδηλώσεων των οργισμένων ευρωπαίων αγροτών, δεν φαίνεται να υπάρχει πλέον πολιτική διάθεση για νέους κανόνες στον κλάδο, ειδικά αν η εφαρμογή τους θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών των τροφίμων, την ώρα που οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη αύξηση του κόστους ζωής εδώ και μια γενιά.

Χάρη στις μαζικές κινητοποιήσεις τους, οι ευρωπαίοι αγρότες κατάφεραν να αποφύγουν μέτρα μείωσης των εκπομπών άνθρακα (Reuters)

Τα υφιστάμενα μέτρα μένουν

Αν και η ψήφιση νέων πράσινων πολιτικών θα είναι δύσκολη, το ξήλωμα των δεκάδων μέτρων που ψηφίστηκαν την τελευταία πενταετία είναι νομικά δύσκολο ή αδύνατο.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία περιλαμβάνουν στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αλλαγές στην τιμολόγηση του άνθρακα, έχουν ενσωματωθεί στην ευρωπαϊκή νομοθεσία και ήδη εφαρμόζονται από τις 27 χώρες-μέλη.

Πολλά τέτοια μέτρα ήδη αποδίδουν καρπούς: οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της ΕΕ μειώθηκαν κατά σχεδόν το ένα τρίτο σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 και νέα έργα αιολικής και ηλιακής ενέργειας υλοποιούνται με ρυθμό –ρεκόρ.

Παρόλα αυτά, στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου υπήρξαν φωνές εκ δεξιών που ζητούσαν απόσυρση ορισμένων μέτρων της Πράσινης Συμφωνίας, με κύριο παράδειγμα την απαγόρευση των νέων οχημάτων βενζίνης και ντίζελ από το 2035. Η συμφωνία προβλέπεται να επανεξεταστεί το 2026 και το Ευρωκοινοβούλιο θα έχει λόγο.

«Ήταν ένας ιδεολογικός παραλογισμός, ο οποίος πρέπει οπωσδήποτε να διορθωθεί» δήλωσε στο περιοδικό Open την περασμένη εβδομάδα η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, αναφερόμενη στην απαγόρευση των κινητήρων εσωτερικής καύσης.

Σστις φετινές εκλογές το θέμα της κλιματικής αλλαγής επισκιάστηκε από το μεταναστευτικό, την ακρίβεια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες.

Τρεις ευρωπαίοι διπλωμάτες ξεχώρισαν την απαγόρευση αυτή ως την πολιτική για την οποία η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα δεχτεί τις μεγαλύτερες πιέσεις να αποδυναμώσει, πιέσεις ακόμα και από ορισμένους βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος στο οποίο ανήκει και η ίδια. Η Φον ντερ Λάιεν χρειάζεται εξάλλου στήριξη από την πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου για να ανανεώσει τη θητεία της.

Παρόλα αυτά, μια γενικευμένη αναδίπλωση είναι εντελώς απίθανη, εκτίμησαν αξιωματούχοι και αναλυτές. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι πολλά περιβαλλοντικά μέτρα απαιτούνται για την επίτευξη του κλιματικού στόχου για το 2030 –μείωση των καθαρών εκπομπών άνθρακα κατά 55% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990- που έχει ήδη περάσει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Επενδύσεις στην εγχώρια βιομηχανία

Σε αντίθεση με τις ευρωεκλογές του 2019, όταν εκατομμύρια νεαρών διαδηλωτών βγήκαν στους δρόμους για το κλίμα, στις φετινές εκλογές το θέμα της κλιματικής αλλαγής επισκιάστηκε από το μεταναστευτικό, την ακρίβεια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες.

Η επίτευξη του κλιματικού στόχου για το 2030 θα απαιτήσει επενδύσεις 1 τρισ. ευρώ τον χρόνο, μια αύξηση περίπου 365 δισ. ευρώ ανά έτος συγκριτικά με την περίοδο 2010-30, δείχνουν στοιχεία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Οι επενδύσεις σε εγχώριες βιομηχανίες ήταν προεκλογική υπόσχεση σε όλο το πολιτικό φάσμα, καθώς εντείνεται ο ανταγωνισμός της Ευρώπης με τις ΗΠΑ και την Κίνα για πράσινες τεχνολογίες όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και ο χάλυβας χαμηλού άνθρακα.

Ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν ότι η ΕΕ θα εγκρίνει περισσότερα κονδύλια και πολιτικές για φιλοπεριβαλλοντικά προγράμματα, με την έμφαση όμως να δίνεται στην παροχή βοήθειας προς τη βιομηχανία, αντί στην «πράσινη» ή «καθαρή» διάσταση του ζητήματος.

«Αν αφορά την ενίσχυση της παραγωγής πράσινων τεχνολογιών εδώ στην Ευρώπη, μπορεί να γίνει στο όνομα του ‘βιομηχανικού ανταγωνισμού’ και όχι του κλίματος» εκτίμησε η Λίντα Κάλτσερ, εκτελεστική διευθύντρια της δεξαμενής σκέψης Strategic Perspectives.

«Μπορεί να δούμε τη ρητορική να αλλάζει, όμως η δράση στο πεδίο παραμένει η ίδια» είπε.