Τα πικρά δάκρυα των γυναικών (και των ανδρών) του Φασμπίντερ
Βασάνιζε τους ηθοποιούς του, έριχνε ποτά στον εικονολήπτη του και πέθανε από υπερβολική δόση στα 37 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του δύο νεκρούς εραστές -και ένα εξαιρετικό έργο, που ενδιαφερόταν πάντα για τις ζωές των παρείσακτων, των queer, των μαύρων, των μεταναστών.
- Ο αντίπαλος της Starlink του Έλον Μάσκ έχει ευρωπαϊκή σφραγίδα
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα νέα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου και οι χρεώσεις στην Πολιτική Γραμματεία
Έχουν περάσει 42 χρόνια από τότε που ο υπέροχος και τερατώδης σκηνοθέτης Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Ο εθισμός του στο αλκοόλ και την κοκαΐνη ήταν ευρέως γνωστός, όπως και η αμφιφυλοφιλία του και η τάση του να χειραγωγεί σκληρά όποιον έμπαινε στην τροχιά του.
Αν και ήταν μόλις 37 ετών τη στιγμή του θανάτου του, είχε ήδη γυρίσει περισσότερες από 40 ταινίες: Ο Φόβος τρώει τα σωθικά, ένα μελόδραμα για μια Γερμανίδα χήρα που ερωτεύεται έναν Άραβα μετανάστη 20 και πλέον χρόνια νεότερό της, Fox and His Friends, με τον ίδιο τον Φασμπίντερ στον ρόλο ενός άξεστου εργάτη καρναβαλιού που εκμεταλλεύεται ο φίλος του, και ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν, όπου μια νεόνυμφη με μοναδικό στόχο το χάος αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, προσπαθεί να φτάσει στην ευημερία, δηλώνοντας ότι είναι «η Μάτα Χάρι του οικονομικού θαύματος».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η εξουσία σε κάθε επίπεδο
Όταν ο Φασμπίντερ δεν πρωτοστατούσε στον Νέο Γερμανικό Κινηματογράφο μαζί με τον Βέρνερ Χέρτζογκ και τον Βιμ Βέντερς, έγραφε θεατρικά έργα ή σκηνοθετούσε φιλόδοξες τηλεοπτικές σειρές, όπως το 15ωρο Berlin Alexanderplatz.
Κυρίαρχο θέμα του ήταν η εκδήλωση της εξουσίας σε κάθε επίπεδο της κοινωνίας, είτε ανάμεσα σε εραστές, είτε σε οικογένειες, είτε σε μια χώρα και τους πολίτες της.
Η μούσα του ήταν η Χάνα Σιγκούλα, η οποία έφερε την αινιγματική, αγέρωχη γοητεία της σε 23 κινηματογραφικά και τηλεοπτικά έργα του. Σήμερα, 80 ετών, με μια άγρια χαίτη γκρίζων μαλλιών, έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Γκοντάρ, ο Μπέλα Ταρ και ο Κάρλος Σάουρα και ήταν ακόμη και υποψήφια για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Η Εκλογή της Σόφι.
Παρόλα αυτά όλοι τη ρωτούν πάντα μόνο για ένα πρόσωπο. Καθισμένη στη βιτρίνα ενός άδειου εστιατορίου στο δυτικό Βερολίνο, το 2017, μιλάει στον Ράιαν Γκίλμπεϊ της Guardian: «Είναι επειδή είμαι μία από τους επιζώντες». Η επιλογή των λέξεών της κάνει τον Φασμπίντερ να ακούγεται σαν φυσική καταστροφή. Για κάποιους, αυτό ακριβώς ήταν.
Κόλλησαν αυτομάτως
Οι δυο τους πρωτοσυναντήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1960, όταν γράφτηκαν στην ίδια σχολή υποκριτικής του Μονάχου. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’20, μέρος εκείνου του κύματος νέων Γερμανών που αντιδρούσαν στον ναζισμό της παλαιότερης γενιάς.
Η Σιγκούλα είχε φιλικές σχέσεις με ένα μελλοντικό μέλος της τρομοκρατικής ομάδας Baader-Meinhof, ενώ τα πρώτα θεατρικά έργα του Φασμπίντερ αμφισβητούσαν τον κοινότυπο φασισμό που συναντούσε στην κοινωνία. «Ήταν αντίθετος με το να εκπαιδεύονται οι άνθρωποι να κάνουν ό,τι τους λένε. Τόσοι πολλοί άνθρωποι που συμφωνούσαν με τον Χίτλερ υποδήλωναν μια ισχυρή τάση στη Γερμανία προς την υπακοή».
Υπήρξε μια άμεση, ανείπωτη σύνδεση μεταξύ τους. «Ξαφνικά μου έγινε απολύτως σαφές ότι η Χάνα Σιγκούλα θα γινόταν μια μέρα η πρωταγωνίστρια των ταινιών μου», έγραψε. «Ίσως ακόμη και κάτι σαν την κινητήρια δύναμή τους».
Αυτήν τον βρήκε περίεργο
«Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι έμοιαζε με Μογγόλο, όχι με Γερμανό», λέει. «Ήταν εξαιρετικά ντροπαλός αλλά και τολμηρός. Κατά τη διάρκεια των αυτοσχεδιασμών, η προσέγγισή του ήταν πάντα διαφορετική από τους άλλους. Δεν υπήρχε ποτέ ένα κλισέ».
Ο Φασμπίντερ σπάνια εμφανίζεται στην οθόνη χωρίς ένα δερμάτινο μπουφάν, ένα τσιγάρο, μια μπύρα ή και τα τρία μαζί, γι’ αυτό και ο Ράιαν Γκίλμπεϊ της Guardian τη ρωτάει πώς μύριζε. Σμιλεύει τη μύτη της. «Είχε μια έντονη μυρωδιά. Μύριζε όπως έμοιαζε. Σαν ένας λερωμένος επαναστάτης γεμάτος άγχος».
Από εκείνο το σημείο και μετά σπάνια χώρισαν. Της έδωσε το ρόλο στην πρώτη του ταινία, την γυμνή γκανγκστερική ταινία Η αγάπη είναι πιο Ψυχρή από τον Θάνατο, στην οποία εκείνος έπαιζε έναν μικροαπατεώνα και εκείνη ήταν η κενόφθαλμη, κουκλίστικη παρτενέρ του.
«Ξαφνικά μου έγινε απολύτως σαφές ότι η Χάνα Σιγκούλα θα γινόταν μια μέρα η πρωταγωνίστρια των ταινιών μου», έγραψε. «Ίσως ακόμη και κάτι σαν την κινητήρια δύναμή τους»
«Φαντάσου ότι σου αρέσει να σε χαστουκίζουν»
«Δεν ξέραμε τι κάναμε», λέει η ίδια. «Απλά παίζαμε». Η ματιά και το θέμα είναι καθαρά πρώιμα του Γκοντάρ, αλλά το μουδιασμένο υποκριτικό στυλ που θα χαρακτήριζε τις μετέπειτα ταινίες του Φασμπίντερ ήταν ήδη στη θέση του. «Δεν εξηγούσε ποτέ τίποτα και η σκηνοθεσία του δεν ήταν ποτέ ψυχολογική. Ήταν περισσότερο σαν χορογράφος. Υπήρχαν ακριβείς χειρονομίες και κινήσεις που μας έβαζε να κάνουμε. Αν ήσουν λίγο σφιγμένος και δεν ήσουν απόλυτα μέσα σε αυτό, του άρεσε αυτό, γιατί φαινόταν ότι ζούσες μια ζωή στην οποία δεν ένιωθες άνετα- δεν ήταν πραγματικά δική σου. Έτσι ένιωθε».
Μόνο μια φορά της έδωσε σαφείς οδηγίες. «Σε μια σκηνή, με χτυπάει. Αλλά επειδή ήξερα τι ερχόταν, πάντα υποχωρούσα. Έτσι μου είπε: “Φαντάσου ότι σου αρέσει να σε χαστουκίζουν”».
Στο τέλος απλώς ξυρίστηκε
Ωστόσο, η Σιγκούλα ήταν ένα από τα ελάχιστα μέλη του θιάσου του που απέφυγε να ξεγελάσει, να παγιδεύσει ή να εκφοβίσει. «Δεν με βασάνισε. Ήξερε ότι μπορούσε να πάρει πράγματα από μένα μόνο αν με έκανε να νιώσω ότι του άρεσε αυτό που έκανα». Λίγοι ήταν τόσο τυχεροί.
Η ζωή ήταν κόλαση για τον Μίχαελ Μπαλχάους, ο οποίος στη συνέχεια έγινε ο αγαπημένος κινηματογραφιστής του Μάρτιν Σκορσέζε. Ο Μπαλχάους δούλεψε με τον Φασμπίντερ καθ’ όλη τη δεκαετία του 1970, ξεκινώντας με το φανταχτερό γουέστερν Whity, όπου τα περισσότερα προβλήματα προέκυψαν από τη σχέση του Φασμπίντερ με τον πρωταγωνιστή και κάποτε εραστή του, Γκύντερ Κάουφμαν.
Σε μια περίπτωση, ο σκηνοθέτης απείλησε να κόψει τις φλέβες του αν ο Κάουφμαν δεν κοιμόταν μαζί του. «Έφτασε μάλιστα στο σημείο να δανειστεί ένα ξυράφι», θυμάται ο παραγωγός της ταινίας Πίτερ Μπέρλινγκ. «Αλλά στο τέλος απλώς ξυρίστηκε».
Δύο από τους εραστές του, ο Ελ Χεντί μπεν Σαλέμ και ο Άρμιν Μάιερ, οι οποίοι έπαιξαν επίσης στις ταινίες του, κρεμάστηκαν αργότερα
Δεν τον κατάλαβα αλλά έμαθα από αυτόν
Στην αρχή κάθε ημέρας στο Whity, ο Φασμπίντερ απαιτούσε δέκα κοκτέιλ Κούμπα Λίμπρε: εννέα για να πιει και ένα για να πετάξει στον Μπαλχάους. Ωστόσο, ο κινηματογραφιστής έμεινε δίπλα του. «Η δουλειά με τον Φασμπίντερ ήταν σκληρή, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά», είπε κάποτε. «Συνήθιζε να κακοποιεί συναισθηματικά εμένα και επίσης τη γυναίκα μου, η οποία ήταν καλλιτεχνική διευθύντρια σε μερικές από τις ταινίες του. Ποτέ δεν κατάλαβα τη συμπεριφορά του, αλλά έμαθα τόσα πολλά από αυτόν».
Οι συναισθηματικές απώλειες που άφησε στο πέρασμά του ο Φασμπίντερ ήταν σχεδόν τόσες όσες και οι ταινίες του. Δύο από τους εραστές του, ο Ελ Χεντί μπεν Σαλέμ και ο Άρμιν Μάιερ, οι οποίοι έπαιξαν επίσης στις ταινίες του, κρεμάστηκαν αργότερα.
Χάρι Μπάερ και Ίνγκριντ Κάβεν στην ταινία Θεοί της Πανούκλας, 1971
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Φάε τη μπριζόλα σου
Η Ιρμ Χέρμαν, από την άλλη, η οποία έζησε με τον σκηνοθέτη για αρκετά χρόνια και συνεργάστηκε μαζί του σχεδόν τόσο πολύ όσο η Σιγκούλα, υπέστη βαθιά συναισθηματική και σωματική κακοποίηση από τα χέρια του, γεγονός που την οδήγησε να προσπαθήσει να βάλει τέλος στη ζωή της τρεις φορές. Όταν απείλησε να πηδήξει από ένα παράθυρο, της είπε: «Προχώρα».
Σε ένα ομαδικό δείπνο, ο Φασμπίντερ της ανακοίνωσε ότι θα κοιμόταν μαζί της μόνο αν εκείνη απαρνιόταν τη χορτοφαγία της τρώγοντας μια μπριζόλα. Εκείνη συναίνεσε, αλλά στη συνέχεια έκανε εμετό. «Είπα φάε την, όχι ξέρασέ την», θύμωσε αυτός. «Αν θέλεις να το κάνεις μαζί μου, πρέπει να κρατήσεις το κρέας μέσα σου».
Η Χάνα Σιγκούκλα δε θυμάται να ήταν παρούσα σε εκείνο το γεύμα. Αλλά ήταν μάρτυρας πολλών παρόμοιων συμπεριφορών. «Ήταν οδυνηρό να το βλέπεις. Κοίταζα συχνά αλλού». Η Χάνα γεννήθηκε την ημέρα των Χριστουγέννων του 1943 από έναν γιατρό που έτυχε να κάνει και μαύρη εργασία στο Άουσβιτς. Η ίδια το έχει περιγράψει ως «σαν να ζεις με ένα μυστικό έγκλημα ή με ένα πτώμα στο κελάρι».
Πάσχει, άραγε, από μια μορφή ενοχής του επιζώντος; Άραγε, οι ταλαιπωρημένοι ηθοποιοί προσέφεραν ποτέ ο ένας στον άλλον υποστήριξη ή αλληλεγγύη. «Λίγο. Ποτέ μπροστά του. Κανείς δεν είπε ποτέ: “Σταματήστε αυτή τη συμπεριφορά, αλλιώς θα παραιτηθούμε”. Ήταν σαν να βρισκόμαστε σε ένα εργαστήριο που είχε στηθεί για να ανακαλύψουμε πώς είναι ο άνθρωπος υπό πίεση».
«Πριν από το Η Αγάπη είναι πιο Ψυχρή από τον Θάνατο, ο γιατρός του είχε πει να είναι προσεκτικός. Και μετά όλη αυτή η κοκαΐνη, όλα αυτά τα χάπια. Ήταν κουφός στον κίνδυνο»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Επειδή το έχει παρατραβήξει
Τελικά η Χάνα έφυγε από το εργαστήριο. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του δράματος εποχής Έφι Μπριστ του Φασμπίντερ, το 1974, της περιέγραψε όλα τα έργα που είχε ετοιμάσει για να κάνουν μαζί. Της πρότεινε μάλιστα να της κάνει συμβόλαιο ζωής.
«Ένιωθα σαν μαριονέτα. Είπα, ‘Ω Ράινερ, κάνε μου μια χάρη, μπορείς;’. Αυτό τον πλήγωσε και έγινε απόμακρος». Μόλις η ταινία ήταν έτοιμη, η Σιγκούλα έκανε ωτοστόπ σε όλη την Αμερική, ενώ ο ρυθμός εργασίας του Φασμπίντερ παρέμεινε αμείλικτος όπως πάντα. Τελικά συμφιλιώθηκαν το 1978 για τον Γάμο της Μαρίας Μπράουν, αναμφισβήτητα την πιο άγρια κοινή τους ταινία και σίγουρα τη μεγαλύτερη εμπορική τους επιτυχία. «Δεν ήμουν τόσο ενθουσιασμένη με την ιστορία. Είπα, ‘Γιατί πρέπει να πεθάνει;’ Μου είπε, ‘Επειδή το έχει παρατραβήξει. Αν πας πολύ μακριά, δεν υπάρχει τρόπος να γυρίσεις πίσω»».
Κάτι θα ήξερε αυτός.
Ήταν κουφός στον κίνδυνο
Η σχέση τους δέχτηκε άλλο ένα χτύπημα όταν η Σιγκούλα ανακάλυψε ότι ο Φασμπίντερ είχε παρέμβει προσωπικά για να εξασφαλίσει ότι θα πληρωνόταν λιγότερο από τον άνδρα συμπρωταγωνιστή της στο μελόδραμα Lili Marleen του 1981. «Πρέπει να σκέφτηκε, αυτό και πολύ της είναι».
Την επόμενη χρονιά γύριζε μια ταινία στο Μεξικό, όταν ειδοποιήθηκε ότι ο Φασμπίντερ είχε αφήσει τηλεφωνικά μηνύματα γι’ αυτήν. «Σκέφτηκα: “Θα είμαι σύντομα στο Παρίσι, θα του τηλεφωνήσω τότε”». Λίγο καιρό μετά, εκείνος ήταν νεκρός.
«Ήξερε από την αρχή ότι η καρδιά του ήταν αδύναμη», λέει η ίδια. «Πριν από το Η Αγάπη είναι πιο Ψυχρή από τον Θάνατο, ο γιατρός του είχε πει να είναι προσεκτικός. Και μετά όλη αυτή η κοκαΐνη, όλα αυτά τα χάπια. Ήταν κουφός στον κίνδυνο».
Δείτε ένα σχετικό βίντεο
Ενδιαφερόταν πάντα για τις ζωές των παρείσακτων
Η Σιγκούλα κατάφερε να επιστρέψει στη Γερμανία για την κηδεία του. «Έπαιξαν όλη την αγαπημένη του μουσική, από τον Σούμπερτ μέχρι την Τζάνις Τζόπλιν, από τους Kraftwerk μέχρι τους Pink Floyd. Αλλά το φέρετρο ήταν άδειο. Ακόμα προσπαθούσαν να προσδιορίσουν την ακριβή αιτία θανάτου».
«Η κληρονομιά του Φασμπίντερ, επιμένει, είναι τόσο ζωτική όσο ποτέ άλλοτε. Μπορούσε να δει τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός ξένου και σήμερα υπάρχουν κινηματογραφιστές που έμαθαν από αυτό. Κοιτάξτε το Moonlight – έχει να κάνει με το να είσαι στιγματισμένος, να είσαι queer, μαύρος και φτωχός. Ο Φασμπίντερ ενδιαφερόταν πάντα για τις ζωές των παρείσακτων και των μεταναστών από την αρχή. Έδειξε πώς όλοι βρισκόμαστε κάτω από την τυραννία αξιών που δεν είναι καν οι δικές μας» καταλήγει.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Κι ένα αστείο περιστατικό πριν το τέλος
Δεκαέξι χρόνια μετά τον θάνατο του Φασμπίντερ, η πικρή ιδιοφυΐα του γερμανικού κινηματογράφου γιορτάστηκε σε ένα φεστιβάλ-μαμούθ διάρκειας δύο μηνών στο Εθνικό Θέατρο Κινηματογράφου του Λονδίνου. Το πρόγραμμα του NFT απέτινε δεόντως φόρο τιμής στο Ίδρυμα Fassbinder και στη διευθύντριά του, τη σύζυγό του και μοντέρ, Τζουλιάν Λόρεντς, χωρίς την οποία θα ήταν αδύνατη η προβολή των 44 ταινιών του.
Μόνο ένα πρόβλημα υπήρξε: Η Λόρεντς δεν ήταν ποτέ σύζυγός του. Η Ίνγκριντ Κάβεν, η οποία πρωταγωνίστησε σε πολλές από τις πρώτες ταινίες του, αναμφισβήτητα ήταν. «Η αναφορά της Λόρεντς ως σύζυγος του Φασμπίντερ είναι γελοία, χρησιμοποιούν πτώματα για τους δικούς της σκοπούς» θα πει δημόσια τότε η Κάβεν. Αν και διαζευγμένη από το 1972, η Κάβεν εξακολουθεί να υπογράφει ως Φασμπίντερ και να διατηρεί το όνομά του στο διαβατήριό της.
Η Λόρεντς απέρριψε τις επικρίσεις. «Η Κάβεν μια γυναίκα που λάτρευα και υπερασπιζόμουν. Τώρα τρελαίνεται γιατί δεν θέλει να δεχτεί ότι ήμουν μαζί του. Υπήρχαν και άλλοι επίσης. Θέλει να είναι η μόνη γυναίκα με την οποία κοιμήθηκε ποτέ. Είναι σαν μια γριά χήρα που δεν δέχεται ότι ο άντρας εξελίχθηκε» θα σχολιάσει. Ο Φασμπίντερ της συμπεριφέρθηκε «σαν γυναίκα και σαν σύζυγό του».
Σκηνή από τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Θρήνος, γοητεία και ενσυναίσθηση
Υπάρχει κάτι τρομερά ειρωνικό στον αγώνα των γυναικών να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους στον Φασμπίντερ, να ενδυναμωθούν μέσω πληρεξουσίου ως «η σύζυγος». Άλλωστε, πρόκειται για τον σκηνοθέτη του οποίου οι ταινίες διερευνούσαν εμμονικά τους αγώνες εξουσίας στις σχέσεις και την καταπίεση της αστικής κουλτούρας και την απεικόνιση της τυραννίας του γάμου.
Ίσως το πιο αξιομνημόνευτο πράγμα που μας άφησαν οι ταινίες του Φασμπίντερ είναι μια εκπληκτική γκαλερί γυναικείων χαρακτήρων, από την ψυχρή γοητεία της Μαρία Μπράουν μέχρι την αυτοεξουσιαστική μανία της Πέτρα Φον Καντ, μέχρι τη μεσήλικη καθαρίστρια Έμι, η οποία εξοργίζει την κοινότητά της όταν ερωτεύεται έναν Μαροκινό gastarbeiter στο Ο φόβος τρώει τα Σωθικά.
Η στάση του αμφιφυλόφιλου σκηνοθέτη απέναντι στις γυναίκες ήταν βαθιά αμφιλεγόμενη. Έχει κατηγορηθεί για μισογυνισμό, ωστόσο υπάρχει επίσης γοητεία και ενσυναίσθηση.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις