Η ζωή των Καραγάτσηδων μέσα από τα μάτια της Μαρίνας
«Μαμά, μπαμπά, Λασκαρώ, θείε Αντώνη, γιαγιά Μίνα, παππού Λεωνίδα. Τώρα που τελείωσα το γράψιμο θα πάω μια στιγμή να πλύνω τα χέρια μου κι έπειτα έρχομαι αμέσως» έγραψε κάποτε η Μαρίνα Καραγάτση.
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Ποια είναι η Κριστίν Καβαλάρι: Τα ριάλιτι, το toy boy και το «πιο καυτό σεξ» με τον Τζέισον Στέιθαμ
- Κουτσουρεμένος ο προϋπολογισμός του «Διατηρώ»
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
«Η Μαρίνα των στίχων του Οδυσσέα Ελύτη, το ανέμελο κορίτσι με τα μελαγχολικά μάτια στις φωτογραφίες του Ανδρέα Εμπειρίκου, το «Ευχαριστημένο» της Άνδρου, που μεγάλωσε στη σκιά του Μ. Καραγάτση, η γυναίκα που έζησε ελεύθερα τη ζωή της, έφυγε σήμερα το πρωί έχοντας στο πλάι της τις τελευταίες ημέρες της όλη την οικογένειά της», έγραφε μια ανακοίνωση του Θεάτρου Πορεία, νωρίτερα σήμερα, την οποία συνόδευε μια εικόνα της αποθανούσας αρχαιολόγου και συγγραφέως Μαρίνας Καραγάτση.
Άραγε μας εξιστορεί το παρελθόν τους, επειδή εκείνοι λείπουν; Ή στο μυαλό της χορεύουν οι φωνές τους τανγκό με τις αναμνήσεις της, και θέλησε να τις καταθέσει στο χαρτί;
Η Μαρίνα Καραγάτση, σε αυτή την σήμερα πένθιμη φωτογραφία, φαντάζει αγέρωχη και ελεύθερη, όπως άλλωστε και έζησε.
Μια ατίθαση ζωή όμως, υπό τη σκιά του πατέρα της, Μ. Καραγάτση.
«Το Ευχαριστημένο»
Πιθανώς, να καταφέρατε να δείτε το «Ευχαριστημένο» της Μαρίνας Καραγάτση στο θεατρικό σανίδι του Θεάτρου Πορεία ή σε κάποια περιοδεία. Πιθανώς χειροκροτήσατε όταν τελείωσε η παράσταση, ενώ γοργά – γοργά γυρίσατε σπίτι σας για να διαβάσετε περαιτέρω για την Λασκαρώ, «τη γυναίκα που με μεγάλωσε» όπως έλεγε στις συνεντεύξεις της η Μαρίνα Καραγάτση.
Όμως ας πιάσουμε τη κόκκινη κλωστή της μοίρας, όπως λέει και η κινεζική μυθολογία, από την αρχή. Η Μαρίνα Καραγάτση, εργάζονταν άλλοτε σκληρά, άλλοτε παιδικά – σύμφωνα με τον πατέρα της Μ. Καραγάτση, για το έργο «Το ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι». Έγραφε, έσβηνε, πρόσθετε για εβδομήντα χρόνια.
«Ήδη από τα είκοσι μου είχα δοκιμάσει να γράψω μια μικρή νουβέλα. Με απασχολούσε πάρα πολύ εκείνη την εποχή και αργότερα, η ζωή αυτής της υπηρέτριας, της Λασκαρώς, που έζησε στο σπίτι μας είκοσι χρόνια. Ξεκινώντας λοιπόν από αυτή τη νουβέλα που ήδη τα πρώτα δείγματα ήταν όταν ήμουν είκοσι χρονών, τόλμησα να τα δείξω στον πατέρα μου και μου είπε ότι έχω κάνει τσαπατσουλιές, ότι πρέπει να είμαι πιο σοβαρή να γράφω αργά, αργά και να μελετώ κάθε λέξη και κάθε φράση ενώ εγώ πλαφ πλαφ», είπε σε μια παλαιότερη συνέντευξη της -από κοινού με τον γιο της και σπουδαίο σκηνοθέτη Δημήτρη Τάρλοου- στην δημοσιογράφο Άντζελα Τσιφτσή στο Κανάλι της Βουλής, η συγγραφέας.
Στα νεανικά της χρόνια, όταν άρχισε να γράφει, αποφάσισε να στραφεί προς τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο, ο οποίος ήταν φίλος αλλά και λιγότερο αυστηρός κριτής των πάντων.
Υπάρχει μια ηχογράφηση από μια συζήτηση που μαγνητοφώνησε το 1955 ο Ανδρέας Εμπειρικός, στην οποία συμμετείχαν ο ίδιος, η Βιβίκα Εμπειρικού, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Καραγάτσης, η Νίκη Καραγάτση και η Μαρίνα και στην οποία ο ποιητής την εκθειάζει, μιλώντας για το ταλέντο της, όταν εκείνη ξεκινούσε να γράφει ένα διήγημα για την αγαπημένη της, Λασκαρώ.
Ο Εμπειρικός λέει χαρακτηριστικά πώς πίστευε ότι πήρε από τη μαμά της το ταλέντο της ζωγραφικής αλλά όταν την γνώρισε στην Άνδρο, θεώρησε ότι έχει και συγγραφικό ταλέντο. Όμως ο Καραγάτσης, του απαντά πώς ενώ έχει έμπνευση άφθονη και ταλέντο είναι τσαπατσούλα στο γράψιμο – και πώς δεν σέβεται και τον πατέρα της.
Η Μαρίνα Καραγάτση, έπειτα από πολλές δεκαετίες, με σθένος ψυχής κυκλοφόρησε «Το Ευχαριστημένο», το οποίο χωρίζεται σε δύο μέρη και τέσσερα κεφάλαια.
Η μνήμη
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του πρώτου μέρους, όπως ήταν φυσικό, ανήκει στον άνδρα που σημάδεψε για τα καλά τη ζωή της, τον Μ. Καραγάτση.
«Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ καμιά ωρίτσα, αλλά κι αν δεν κοιμηθώ, δε χάλασε κι ο κόσμος. Με τη θανατερή τοξικότητα της φαντασίας μου, θ’ αρχίσω να ονειρεύομαι ξύπνιος, τα όνειρα που θέλω. Αραγε πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό της αγαπητής μου θυγατέρας πως ο πατέρας της δεν είναι παρά ένας δειλός φυγάς της δυσάρεστης πραγματικότητας που αυτοχασισώνεται σα δερβίσης τις ώρες που γράφει κι όχι μόνο τότε», διαβάζουμε.
Στο «Ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι» πρωταγωνιστούν επίσης, η Λασκαρώ, η οποία μεγάλωσε την Μαρίνα Καραγάτση, μένωντας στο πλάι της για είκοσι χρόνια και η γιαγιά Μίνα η Ανδριώτισσα, η οποία εκπροσωπεί την μεγαλοαστική Ελλάδα του 19oυ και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.
Από την «ανοιξιάτικη ημέρα του 1950» του πρώτου κεφαλαίου, μεταφερόμαστε ξαφνικά στην «ανοιξιάτικη μέρα του 2006». Στο δεύτερο κεφάλαιο, μπορούμε να μιλάμε πλέον για μονόπρακτο όπου ακροβατεί ανάμεσα στην πικρία της μνήμης και της δύναμης της.
Ο Μ.Καραγάτσης πέθανε το 1960, σχεδόν πενήντα χρόνια πριν την ανοιξιάτικη ημέρα που εφηύρε η Μαρίνα Καραγάτση, κατά την διάρκεια της οποίας, όλη η οικογένεια, κάθεται στην αυλή του αρχοντικού σπιτιού.
Στην πραγματικότητα, γινόμαστε θεατές των σκέψεων των Καραγάτσηδων. Μπροστά μας παίζεται μια παράσταση ανθρώπων που έζησαν, συνομίλησαν, γέλασαν, πικράθηκαν σε μια αυλή και αναπολούν το παρελθόν τους, έπειτα από δεκαετίες που λείπουν από αυτόν τον κόσμο.
Η Μαρίνα Καραγάτση, την ανοιξιάτικη ημέρα του 1950, ήταν ένα μικρό κορίτσι. Την ανοιξιάτικη ημέρα του 2006 όμως, βρίσκονταν στην ηλικία εκείνων που έφυγαν.
Άραγε μας εξιστορεί το παρελθόν τους, επειδή εκείνοι λείπουν; Ή στο μυαλό της χορεύουν οι φωνές τους τανγκό με τις αναμνήσεις της, και θέλησε να τις καταθέσει στο χαρτί;
Η Λασκαρώ
Η σπίθα της Μαρίνας Καραγάτση να γράψει για την τραγική ιστορία της Λασκαρώς, γέννησε στην ουσία «Το Ευχαριστημένο».
«Από μικρό παιδί είχα αρχίσει να υποψιάζομαι ότι αυτή η γυναίκα είχε περάσει μεγάλα βάσανα. Την είχανε στείλει μικρή υπηρετριάκι στην Αλεξάνδρεια. Αρχισα να ρωτώ πώς γινόταν αυτό κι έμαθα πως υπήρχε ένας πράκτορας που κάθε χρόνο περνούσε από τα άγονα χωριά της Ανδρου και μάζευε τα κοριτσάκια των πάμφτωχων οικογενειών, διοχειεύοντάς τα στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη ή στην Αλεξάνδρεια. Ηταν ένας πλούσιος Ανδριώτης που δούλευε εκεί. Είχε χηρέψει, μένοντας μόνος με δύο μικρά παιδιά και ζητούσε μια κοπέλα. Από το μυαλό της Λασκαρώς δεν περνούσε ποτέ πως αυτό που έζησε θα μπορούσε να συγκλονίσει τόσο πολύ ένα παιδί και να σφραγίσει τη ζωή μιας γυναίκας. Οταν ο άνδρας της τη χτύπησε κι εκείνη έφυγε από το νησί, έμεινε αποκλεισμένη, καθώς μεσολάβησε ο πόλεμος και δεν μπορούσε να γυρίσει. Επέστρεψε αμέσως μετά και πήγε στους γονείς της. Ο άνδρας της δεν της έδινε διαζύγιο, λέγοντάς της πως την περίμενε πάντα να γυρίσει. Τα παιδιά της, που ζούσαν με έναν πατέρα σχεδόν τυφλό, τα φρόντιζαν οι παππούδες. Η απώλεια της μάνας όμως τα είχε στιγματίσει. Οι λαϊκοί άνθρωποι σαν τη Λασκαρώ είχαν μάθει να αντιμετωπίζουν τη ζωή με μεγάλη γενναιότητα. Η ίδια υπήρξε καρτερική, δυνατή, άφταστη νοικοκυρά και μερακλού! Θυμάμαι τα απογεύματα να κατεβαίνει από το δωματιάκι της, μια μικρή σοφίτα όπου έμενε, και να φτιάχνει το καφεδάκι της που συνόδευε μ’ ένα κομματάκι βολάκι, ένα ντόπιο τυρί. Μετά έβγαζε τα παπούτσια της κι άρχιζε να φέρνει βόλτες και να χορεύει τον μπάλο της Ανδρου σιγοτραγουδώντας», είχε εξιστορήσει η Μαρίνα Καραγάτση στη συνέντευξη της με την δημοσιογράφο Μάνια Ζούση.
Η μητέρα της
Η ζωγράφος Νίκη Καραγάτση, η οποία εναπόθεσε όλο της το ταλέντο στη φιλοτεχνία έργων όπου πρωταγωνιστούν άνθρωποι καθημερινοί, σε ταβέρνακια, σε γήπεδα και σε σπίτια, των οποίων όμως τα πρόσωπα δεν είναι καθαρά αλλά μαστίζονται από το άγνωστο και το απρόσωπο, ήταν πάντοτε δίπλα της.
Η μια είχε ανάγκη την άλλη, όποτε συνήθιζε να απαντάει η Μαρίνα Καραγάτση, όταν την ρωτούσαν για την σχέση μητέρας – κόρης. Οι απιστίες του Μ. Καραγάτση ήταν γνωστές. Εκείνος γύριζε αργά το βράδυ στο σπίτι, και όταν της φώναζε «Νίκη, γύρισα» εκείνη δεν έδινε καμία απάντηση.
«Ένιωθα τότε την πικρία και την στεναχώρια της» είχε πει η Μαρίνα Καραγάτση στην Έφη Μαρίνου και την ΕΦΣΥΝ, όταν η δημοσιογράφος την ρώτησε, αν ένιωθε πικρία για τις απιστίες του πατέρα της στην μητέρα της, η οποία όπως χαρακτηριστικά είπε η συγγραφέας «δεν υπήρχε περίπτωση όχι να κάνει αντίποινα, ούτε καν φασαρία».
Η δημοσιογράφος τότε, έφερε στο τραπέζι της συζήτησης, το αν η Μαρίνα Καραγάτση, θαρρεί πώς ήταν λάθος να δεθεί τόσο με την μητέρα της.
«Ισως ήταν λάθος, αλλά είχε ανάγκη να στηριχτεί σε εμένα. Ηταν δεκτική, ανοιχτή με τους φίλους μου, όμως ήθελε να βρίσκομαι κοντά της. Αλλά κι εγώ. Εκείνη κολακευτικά έλεγε ότι μοιάζω στον πατέρα μου. Ισως στις αϋπνίες, στα νεύρα. Από αυτήν πήρα την καλοσύνη, τη γενναιοδωρία της».
Για να κλείσουμε το άρθρο αυτό, ας θυμηθούμε πως τελειώνει το έργο της συγγραφέως: «Μαμά, μπαμπά, Λασκαρώ, θείε Αντώνη, γιαγιά Μίνα, παππού Λεωνίδα. Τώρα που τελείωσα το γράψιμο θα πάω μια στιγμή να πλύνω τα χέρια μου κι έπειτα έρχομαι αμέσως. Να με περιμένετε. Δε θα αργήσω».
*Με φωτογραφίες από: Διαδρομές στην Άνδρο του ΄70 – Μαρίνα Καραγάτση | Εκδόσεις Άγρα | Κεντρική φωτογραφία θέματος: Θέατρο Πορεία
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις