Ταρακούνημα, φρενάρισμα ή πισωγύρισμα; Ποια θα είναι η επίπτωση της ανόδου των ακροδεξιών κομμάτων στην ΕΕ μετά τις τελευταίες ευρωεκλογές στην προοπτική της λεγόμενης «πράσινης μετάβασης»; Τι τύχη μπορεί να έχει ο κοινός στόχος που έχουν θέσει οι «27» να πετύχει η Ευρώπη την περίφημη «ουδετερότητα άνθρακα», αν τις τύχες της ηπείρου τις επηρεάζουν κατά τρόπο καθοριστικό εσωστρεφείς ιδεολογικοπολιτικές δυνάμεις, οι οποίες αρνούνται την εκχώρηση εξουσιών από τις εθνικές κυβερνήσεις στις ευρωπαϊκές αρχές και τα όργανα, κάτι που από τη Συνθήκη της Ρώμης του 1957 αποτελεί συνθήκη sine qua non για την εκπόνηση κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών και την επίτευξη κοινών στόχων;

Καθησυχαστικός μπροστά σε μια τέτοια προοπτική εμφανίστηκε μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν. Ο Γάλλος επίτροπος πιστεύει ότι «η δεξιά στροφή της Ευρώπης» δεν θα επηρεάσει τα μεγάλα ευρωπαϊκά σχέδια, όπως η Πράσινη Συμφωνία και η αμυντική βιομηχανική στρατηγική, καθώς «η τρέχουσα πλατφόρμα του συνασπισμού Κεντροδεξιάς, Κεντροαριστεράς, Πρασίνων και Φιλελευθέρων παραμένει κυρίαρχη».

Μια λιγότερο αισιόδοξη άποψη είχε αναλύσει δύο ημέρες νωρίτερα μιλώντας στη γαλλική οικονομική εφημερίδα «Les Echos» η Ντιάν Στρος, διευθύντρια στη Γαλλία της Transport & Environnement.

Παρενθετικά πρέπει να αναφέρουμε ότι η Transport & Environnement είναι μια ομοσπονδία που ιδρύθηκε το 1989 και συγκεντρώνει σήμερα περίπου εξήντα Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις οι οποίες εργάζονται υποστηρικτικά σε θέματα περιβάλλοντος και δικαιώματα των καταναλωτών. Η Transport & Enfironnement εκτός από τη Γαλλία έχει επίσης γραφεία στο Βέλγιο, την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Βρετανία.

Πράσινοι στόχοι

Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η Transport & Environnement λειτουργεί ως παρατηρητήριο και ως δεξαμενή σκέψης με στόχο την προσβασιμότητα στις μεταφορές (οδικές, αεροπορικές, θαλάσσιες) και την ουδετεροποίησή τους σε ό,τι αφορά τον άνθρακα. Εργάζεται επίσης για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα από τις μεγάλες βιομηχανίες και δη στον κλάδο της ενέργειας.

Τα τελευταία χρόνια η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης έχει εν πολλοίς ενστερνιστεί πολλούς περιβαλλοντικούς στόχους, με αποκορύφωμα την υιοθέτηση της Πράσινης Συμφωνίας. «Από τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2019, οι οποίες συνοδεύτηκαν από ένα κύμα πολιτών υπέρ του κλίματος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κατοχυρώσει νομοθετικά τους στόχους για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και της επίτευξης ουδετερότητας άνθρακας έως το 2050, μέσω της εφαρμογής σειράς νομοθετικών κειμένων, όπως είναι οι οδηγίες και κανονισμοί», εξηγεί η Ντιάν Στρος.

«Σε ένα τεταμένο κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο μπορεί αυτή η δυναμική προς την πράσινη μετάβαση να επιβραδυνθεί»

Όπως εξηγεί στη «Les Echos» η επικεφαλής της Transport & Environnement στη Γαλλία, ουσιαστικά από το 2009 υπάρχουν πιέσεις ώστε να υιοθετηθούν περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον ευρωπαϊκές πολιτικές στη γεωργία, στο εμπόριο και βέβαια στις μεταφορές. Σ’ αυτό συνετέλεσε και το γνωστό σκάνδαλο Dieselgate που αποκαλύφθηκε το 2015 και το οποίο αφορά την εξαπάτηση των πελατών μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών και δη των γερμανικών, και βέβαια την εξαπάτηση των κυβερνήσεων που υιοθετούν περιβαλλοντικά φορολογικά κίνητρα, για το επίπεδο ρύπανσης των αυτοκινήτων με πετρελαιοκινητήρες.

Ηλεκτροκίνηση

«Το Dieselgate ανάγκασε την ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή να είναι πιο περιοριστική έναντι των κατασκευαστών αυτοκινήτων», υπενθύμισε η Στρος. Το σκάνδαλο συνετέλεσε επίσης στην υιοθέτηση από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μέτρων για την σταδιακή εγκατάλειψη των κινητήρων εσωτερικής καύσεως και την στροφή προς την ηλεκτροκίνηση των οχημάτων.

«Μέχρι τώρα η Ευρώπη έχει κάνει σημαντικά βήματα μελετώντας τη βιομηχανική σκοπιμότητα, εκπονώντας αναλύσεις για τις επιπτώσεις των μέτρων για την σταδιακή απανθρακοποίηση της ηπείρου, ορίζοντας ημερομηνίες, θέτοντας ορόσημα και θεσπίζοντας κυρώσεις», σημειώνει η Ντιάν Στρος. Και ως παράδειγμα αναφέρει την απόφαση για την απαγόρευση των πωλήσεων καινούργιων αυτοκινήτων με θερμικούς κινητήρες μετά το έτος 2035 στην ΕΕ.

Οι ευρωεκλογές και οι αρνητές

Η ευρωπαϊκή εκλογή της 9ης Ιουνίου απειλεί να αλλάξει άρδην και επισήμως τα πράγματα. «Σε ένα τεταμένο κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο μπορεί αυτή η δυναμική προς την πράσινη μετάβαση να επιβραδυνθεί, ιδίως λόγω των αποτελεσμάτων των ευρωπαϊκών εκλογών του 2024, όπου ακροδεξιά κόμματα κατέκτησαν την κορυφή σε χώρες όπως η Γαλλία, η Αυστρία, η Ιταλία και τη δεύτερη θέση στη Γερμανία και την Ολλανδία», γράφει η Ζιλί Λεμπολζέ της «Les Echos». «Τι γίνεται στη συνέχεια αφού τα περισσότερα από αυτά τα κόμματα έχουν ήδη αποδείξει εντός του Ευρωκοινοβουλίου την τάση τους να δαιμονοποιούν την απανθρακοποίηση;», αναρωτιέται η ρεπόρτερ.

Η Ντιάν Στρος θεωρεί ότι «μια πολύ συντηρητική στροφή εντός των ευρωπαϊκών θεσμών δεν προοιωνίζεται απαραίτητα ένα ρυθμιστικό βήμα προς τα πίσω, αλλά ίσως θέτει εν αμφιβόλω την εφαρμογή κοινών πολιτικών». Η αξιωματούχος της Transport & Environnement αναφέρεται συγκεκριμένα στο νέο και νεαρό (μόλις 28 ετών) αστέρα της γαλλικής υπερ-συντηρητικής παράταξης Ζορντάν Μπαρντελά, ο οποίος έχει επανειλημμένως επικρίνει την απόφαση να τερματιστούν οι πωλήσεις καινούργιων οχημάτων με θερμικούς κινητήρες στην Ευρώπη.

Είναι αλήθεια ότι και πριν από τις ευρωεκλογές η απόφαση αυτή είχε ξεσηκώσει αντιδράσεις στη μεγαλύτερη χώρα κατασκευής και εξαγωγής αυτοκινήτων στην Ευρώπη, τη Γερμανία. Και η Ιταλία επίσης, δια στόματος της πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, έχει εκράσει τις ενστάσεις της για την προοπτική να σταματήσει σε λίγα χρόνια η πώληση αυτοκινήτων με κινητήρα εσωτερικής καύσεως.

Η μπάλα στην εξέδρα

Είναι αλήθεια ότι οι μεγάλες αλλαγές στις γραμμές παραγωγής, όπως εξάλλου και οι αλλαγές στον τρόπο ζωής των ανθρώπων, προϋποθέτουν και χρήματα και ισχυρή βούληση. Ευλόγως θα σκεφτόταν κάποιος ποιο θα είναι το μέλλον των εμβληματικών Ιταλών κατασκευαστών υπερ-αυτοκινήτων, όπως είναι η Ferrari ή η Lamborghini, με μια τέτοια απαγόρευση.

Ακόμα και το παγκόσμιο Πρωτάθλημα Αγώνων Ταχύτητας F1 – μιλάμε για ένα θεσμό με τζίρο εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων – θα πρέπει να μετατραπεί εξολοκλήρου σε Formula Ε εφόσον μπουν όλα τα μονοθέσια στην πρίζα. Κάπως πιο εύκολο μοιάζει ότι είναι να ηλεκτροδοτηθεί δίχως να χάσει το χαρακτήρα του το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ραλί.

Εν πάση περιπτώσει, πολλοί φαίνεται πως είναι εκείνοι που, σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού ζητήματος, θέλουν να πετάξουν την μπάλα στην εξέδρα. «Για την ευρωσκεπτικιστική Ακροδεξιά το ηλεκτρικό όχημα έχει μετατραπεί σε σκιάχτρο που ενσαρκώνει την τεχνοκρατική και άδικη Ευρώπη», παρατηρεί η Ντιάν Στρος. Δεν φαίνεται όμως πως είναι μόνο η ανερχόμενη Ακροδεξιά το πρόβλημα.

Όπως την περασμένη εβδομάδα ανέλυσε σε άρθρο του στο «ΒΗΜΑ» ο σύμβουλος πολιτικού ρίσκου και ευρωπαϊκών υποθέσεων, ερευνητής στο πρόγραμμα Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ Γιάννης Αλεξανδρής, εδώ και μήνες στελέχη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη του, Μάνφρεντ Βέρνερ, άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο για μια δεξιά πολιτική συμμαχία με τη συντηρητική, αντι-φεντεραλιστική και ευρωσκεπτικιστική πολιτική ομάδα Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR), στο οποίο κυριαρχούν οι Ιταλοί ευρωβουλευτές του κόμματος της Τζόρτζια Μελόνι.

Οι συναινέσεις και τα άκρα

«Στα τέλη του 2023 το ΕΛΚ και το ECR συνεργάστηκαν έμπρακτα και ένωσαν τις δυνάμεις τους με ορισμένους ευρωβουλευτές του φιλελεύθερου Renew (της παράταξης του Μακρόν) για να καταψηφίσουν το Νόμο για την Αποκατάσταση της Φύσης (Nature Restoration Law). Μια ανάλογη τάση ad hoc συμπράξεων του κυρίαρχου ΕΛΚ με ευρωβουλευτές στα δεξιά του αναμένεται να εμφανιστεί πιο συχνά μέσα στην επόμενη πενταετία, αντανακλώντας τη νέα ισορροπία ισχύος τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο», γράφει ο Γιάννης Αλεξανδρής.

«Τα άκρα πάντα ήταν στο περιθώριο της Ευρωβουλής», αντιτείνει πάντως ο επίτροπος Τιερί Μπρετόν.

«Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ξέρεις πώς να σχηματίζεις συνασπισμούς γιατί κανένα κόμμα δεν έχει πλειοψηφία. Αυτό που έχω επισημάνει επανειλημμένα είναι ότι τα άκρα, τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά, ήταν πάντα στο περιθώριο αυτού του συστήματος. Ποτέ δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν συνασπισμό για να επηρεάσουν κάποιο κείμενο και δεν θα μπορέσουν να το κάνουν ούτε στην επόμενη Ευρωβουλή», δήλωσε χαρακτηριστικά. Αρκεί να μη συγκροτούνται περιβαλλοντικές συμπράξεις ακραίου κέντρου, θα παρατηρούσε κάποιος.

Πηγή: ΟΤ