Ο (με)γάλλος ασθενής
Πολιτικός σεισμός στο Παρίσι καθώς Λεπέν και Μελανσόν ετοιμάζονται για μονομαχία στους δύο γύρους των πρόωρων βουλευτικών εκλογών
Η Γαλλία μοιράζεται εδώ και καιρό με τη Γερμανία το κρεβάτι του «μεγάλου ασθενούς» της Ευρώπης, με τις κυβερνητικές και πολιτικές… αρρυθμίες στις δύο χώρες να πυκνώνουν διαρκώς και επικίνδυνα. Ειδικά δε η Γαλλία, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της και της – ενοχλητικής για πολλούς – τάσης της κοινωνίας να παρεμβαίνει στις εξελίξεις, έμοιαζε σαν ένα καζάνι που έβραζε και, με την πρώτη ευκαιρία, θα έσκαγε με πάταγο.
Οπως όλοι μπορούν να καταλάβουν, η ευκαιρία δόθηκε με τις ευρωεκλογές της περασμένης Κυριακής και το αποτέλεσμά τους. Οσο για την έκρηξη, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, πρόκειται να σημειωθεί το βράδυ της 30ής Ιουνίου και της 7ης Ιουλίου, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι δύο γύροι των πρόωρων βουλευτικών εκλογών τις οποίες προκήρυξε το ίδιο βράδυ ο Εμανουέλ Μακρόν, μην έχοντας ουσιαστικά άλλη επιλογή.
Δύο μονομάχοι
Παρά το γεγονός ότι ουδείς είναι για την ώρα σε θέση να προβλέψει με ακρίβεια το σκηνικό που θα προκύψει από αυτή τη διαδικασία, οι πάντες θεωρούν σχεδόν δεδομένο πως η επόμενη μέρα θα είναι πολύ διαφορετική από την προηγούμενη. Πρόκειται για κάτι που θα αποτυπωθεί, αριθμητικά και πολιτικά, στη σύνθεση της νέας Εθνοσυνέλευσης, όπου το σκηνικό θα είναι ριζικά διαφορετικό σε σύγκριση με την απερχόμενη. Αυτό, εξάλλου, είναι ορατό από τώρα, μιας και οι δύο μονομάχοι σε αυτές τις εκλογές θα προέρχονται αμφότεροι από τα «άκρα».
Από τη μία, θα βρίσκεται η Μαρίν Λεπέν και οι όψιμοι σύμμαχοί της, τόσο από την υπόλοιπη Ακροδεξιά (παρά τα προβλήματα που έχουν προκύψει δημοσίως με την ανιψιά της, Μαριόν-Μαρεσάλ) όσο και από τον χώρο των Ρεπουμπλικανών, πολλοί από τους οποίους είναι προφανές ότι θα ακολουθήσουν στις κάλπες τον δρόμο που άνοιξε ο μέχρι πρόσφατα πρόεδρός τους, Ερίκ Τσιοτί, έστω και αν η πρότασή του για συνεργασία με την Εθνική Συσπείρωση οδήγησε στην αποπομπή του. Από την άλλη, θα υπάρχει ο Ζαν-Λικ Μελανσόν και ο κεντροαριστερός συνασπισμός του με τους Πράσινους, το ΚΚ Γαλλίας και τους Σοσιαλιστές, ο οποίος ανασυστάθηκε κυριολεκτικά εν μιά νυκτί, παρά τα όσα «πικρά» και σκληρά είχαν πει και κάνει το προηγούμενο διάστημα οι πρωταγωνιστές του, ο ένας εναντίον του άλλου.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Οι δημοσκοπήσεις, για του λόγου το αληθές, θεωρούν σχεδόν δεδομένο ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα ανήκει στην Ακροδεξιά και την Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν, η οποία βλέπει το όραμά της – για το οποίο εργάζεται συστηματικά και άοκνα εδώ και πάνω από μία δεκαετία – να παίρνει σάρκα και οστά πιο γρήγορα από ό,τι είχε η ίδια προβλέψει. Κι αυτό, παρά το ότι, εκτός απροόπτου, η ίδια θα αναγκαστεί να περιμένει ως την άνοιξη του 2027 για να κάνει το μεγάλο «άλμα» προς το Μέγαρο των Ηλυσίων και την προεδρία, επιχειρώντας να περάσει τον πήχη στην τρίτη της προσπάθεια, μετά τις δύο πρώτες αποτυχημένες (το 2017 και το 2022).
Φυσικά, για την ώρα τουλάχιστον, ο στόχος της απόλυτης πλειοψηφίας που θα της επιτρέψει να συγκροτήσει αυτοδύναμη κυβέρνηση με πρωθυπουργό (πιθανότατα) τον Ζορντάν Μπαρντελά μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο – αν και όχι ανέφικτο – να επιτευχθεί. Σύμφωνα με τους δημοσκόπους, συγκεκριμένα, το RN αναμένεται να συγκεντρώσει 220-270 έδρες σε σύνολο 577, τριπλασιάζοντας σχεδόν τη σημερινή του δύναμη. Στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θεωρείται βέβαιο ότι θα αναδειχθεί η Νέα Λαϊκή Συμμαχία, με 150-190 έδρες, ενώ το κόμμα του Μακρόν έρχεται τρίτο και καταϊδρωμένο, πιθανώς και με λιγότερες από 100 έδρες.
Ακόμη κι αν οι παραπάνω προβλέψεις επιβεβαιωθούν, εάν η Λεπέν διασφαλίσει καθαρή και ευρεία νίκη, τότε είναι σχεδόν δεδομένο ότι θα διεκδικήσει τον σχηματισμό κυβέρνησης, έστω και μειοψηφίας. Είτε έτσι είτε αλλιώς, πάντως, ένα είναι βέβαιο: η πολιτική αστάθεια θα συνεχιστεί, ενδεχομένως και να ενταθεί.
Κράμερ εναντίον Κράμερ στους Ρεπουμπλικανούς
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το κόμμα της παραδοσιακής γαλλικής Δεξιάς και πολιτικός κληρονόμος του ντε Γκολ, οι Ρεπουμπλικανοί, οδεύουν προς την… εξαφάνιση, καθώς φέρονται να συγκεντρώνουν ποσοστό μικρότερο του 7% και το πολύ δύο – τρεις δεκάδες εδρών στη νέα Εθνοσυνέλευση. Πρακτικά, πρόκειται για ένα κόμμα για το οποίο το μοναδικό δίλημμα που τίθεται είναι προς όφελος ποιων θα γίνει «δωρητής σώματος» στις επικείμενες εκλογές: της Λεπέν, όπως ευθαρσώς πρότεινε ο μέχρι πρόσφατα ηγέτης του, Ερίκ Τσιοτί, επιταχύνοντας μια μετάλλαξη η οποία έχει έτσι κι αλλιώς ξεκινήσει; Ή του Μακρόν (ενδεχομένως και του Νέου Λαϊκού Μετώπου), όπως επιτάσσει η συνέχιση της γκολικής παράδοσης;
Ακόμη και ο πρόεδρος του διοικητικού δικαστηρίου του Παρισιού, ο οποίος το πρωί της Παρασκευής κλήθηκε να εξετάσει την προσφυγή της μίας πτέρυγας του κόμματος κατά της άλλης και να αποφασίσει ποια το εκπροσωπεί νομίμως, έδειξε να τα χάνει και να μην πιστεύει αυτό που έβλεπε μπροστά του, καθώς ουσιαστικά καλούνταν να παρέμβει στις πολιτικές εξελίξεις. «Κύριοι, θα πρέπει να καταλήξετε σε μια συμφωνία. Δεν μπορώ να παραλάβω ένα διπλό παρόμοιο αίτημα ως προς την εκπροσώπηση» τους είπε, καθώς οι δικηγόροι και των δύο πλευρών, οι οποίοι είχαν κληθεί να πλησιάσουν την έδρα προκειμένου να βρεθεί ένας συμβιβασμός, επέμεναν ανυποχώρητα ότι η άλλη είναι έκνομη και χωρίς δικαιώματα.
Τι θα έλεγαν, άραγε, ο ντε Γκολ και ο Ζακ Σιράκ εάν ζούσαν; Γιατί ο ιδρυτής των Ρεπουμπλικανών Νικολά Σαρκοζί είναι τόσο μπλεγμένος με σκάνδαλα που καλύτερα να σιωπήσει…
Οικονομία
Τι φοβούνται οι αγορές και η ΕΕ
Η εβδομάδα που πέρασε ήταν η χειρότερη που έχει γνωρίσει το γαλλικό χρηματιστήριο εδώ και πάνω από δύο χρόνια και συγκεκριμένα από τον Μάρτιο του 2022. Ο γενικός δείκτης υποχώρησε κατά ένα ποσοστό μεγαλύτερο του 6% (μόνο την Παρασκευή οι απώλειες ήταν της τάξης του 2,7%), με αποτέλεσμα να χαθούν περισσότερα από 150 δισ. ευρώ από τη συνολική κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων εταιρειών του CAC-40.
Η εξήγηση γι’ αυτό είναι απλή: Οι αγορές φοβούνται ότι στην περίπτωση που επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις και το κόμμα της Μαρίν Λεπέν αναδείξει την επόμενη κυβέρνηση της Γαλλίας, θα επέλθει αποσταθεροποίηση στην οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια. Είναι μια απειλή, άλλωστε, την οποία έσπευσε να προβάλλει εμφατικά και ο απερχόμενος υπουργός Οικονομικών, Μπρουνό λε Μερ, προειδοποιώντας ότι ενδεχόμενη νίκη της Εθνικής Συσπείρωσης και εφαρμογή πιο εθνοκεντρικών πολιτικών θα μπορούσε να προκαλέσει μια σοβαρή «κρίση χρέους» στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, αντίστοιχη με εκείνη που είχε πυροδοτηθεί από τη σύντομη διακυβέρνηση της Λίζα Τρας στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται ακριβώς για την πολιτική η οποία έχει προκαλέσει έντονες κοινωνικές αντιδράσεις τα τελευταία χρόνια και, υπό μία έννοια, είναι αυτή που έχει τροφοδοτήσει τα δύο «άκρα» – από τη μία τη Λεπέν και, από την άλλη, τον Ζαν-Λικ Μελανσόν. Φέρει δε, σε μεγάλο βαθμό, τη σφραγίδα και των Βρυξελλών, όπου επίσης υπάρχει έντονη ανησυχία για την επόμενη μέρα. Εστω και αν η εμπειρία από την κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι στη γειτονική Ιταλία ασφαλώς έχει κάνει πολλούς να φοβούνται λιγότερο την Ακροδεξιά στο τιμόνι (χωρίς να ισχύει κάτι ανάλογο και με το σενάριο Μελανσόν).
Ο Εμανουέλ Μακρόν και η απασφαλισμένη χειροβομβίδα
Ο Εμανουέλ Μακρόν θα παραμείνει το πρόσωπο της Γαλλίας στο εξωτερικό, όπως άλλωστε προβλέπει το Σύνταγμα της χώρας. Το ερώτημα, ωστόσο, που τίθεται είναι πόσο σοβαρά θα τον παίρνουν οι συνομιλητές του, εάν γνωρίζουν ότι στο εσωτερικό είναι αδύναμος και συνεργάζεται με μια κυβέρνηση η οποία δεν τον αναγνωρίζει ως ηγέτη.
«Ο πρόεδρος Μακρόν φιλοδοξούσε πάντα να γίνει ένας από τους μεγάλους της Ιστορίας, αυτός που θα έσωζε την Ευρώπη από τις πυρκαγιές του λαϊκισμού και ταυτόχρονα θα έθετε την οικονομία της σε μια τροχιά που θα την καθιστούσε ικανή να ανταγωνιστεί εκείνες των ΗΠΑ και της Κίνας. Το ερώτημα που πλανάται πλέον έχει να κάνει με το κατά πόσο θα καταγραφεί στην Ιστορία ως εκείνος ο οποίος έφερε τη Μαρίν Λεπέν και το ακροδεξιό της κόμμα στην πόρτα της εξουσίας στη Γαλλία», σημειώνει χαρακτηριστικά σχετική ανάλυση της «Wall Street Journal».
Ο ίδιος, άραγε, πώς νιώθει με όλα αυτά; Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Monde» – η οποία επιμένει παρά την επίσημη διάψευση –, την επομένη της προκήρυξης των εκλογών ένας φιλικά διακείμενος προς τον Μακρόν επιχειρηματίας τον ρώτησε: «Είσαι καλά; Δεν είναι πολύ δύσκολες αυτές οι μέρες;». Η απάντηση που φέρεται να έλαβε ήταν η εξής: «Το σχεδίαζα επί εβδομάδες και τώρα με συναρπάζει. Εριξα την απασφαλισμένη χειροβομβίδα μου στα πόδια τους. Να δούμε τώρα τι θα κάνουν». Να είναι, άραγε, άγνοια κινδύνου ή μήπως γνωρίζει κάτι που δεν ξέρουμε όλοι οι υπόλοιποι;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις