Η Βαρκελώνη του Αντόνι Γκαουντί – Από την Σαγράδα Φαμίλια μέχρι την Κάζα Μιλά
H ιστορία πίσω από τα αριστουργηματικά έργα του Γκαουντί που ακροβατούν ανάμεσα στον καταλανικό μοντερνισμό, τον ισπανικό υστερογοτθικό ρυθμό και το Art Nouveau.
- ΣΥΡΙΖΑ – Νέα Αριστερά χωρίς συγκολλητική ουσία – Φόρμουλα συνεννόησης από Φάμελλο – Κοτζιά
- Πρεμιέρα για το «Καλάθι του Αϊ Βασίλη» – Τι περιλαμβάνει, που κυμαίνονται οι τιμές
- «Είναι σαν μια νέα αρχή» - Γυναίκα υπεβλήθη σε μεταμόσχευση νεφρού από χοίρο
- City break προορισμός η Αθήνα - Πόσο απέχει από Λονδίνο
«Δεν υπάρχει λόγος να λυπάμαι που δεν μπορώ να τελειώσω την εκκλησία. Θα γεράσω, αλλά θα έρθουν άλλοι μετά από μένα. Αυτό που πρέπει πάντα να διατηρείται είναι το πνεύμα του έργου, αλλά η ζωή του πρέπει να εξαρτάται από τις γενιές στις οποίες παραδίδεται και με τις οποίες ζει και ενσαρκώνεται».
Ο Αντόνι Γκαουντί ξεκίνησε να εργάζεται πάνω στο αστικό έργο Κάζα Μιλά, ευρέως γνωστό ως Λα Πεδρέρα, που σημαίνει λατομείο στα καταλανικά, το 1906 και τελείωσε το 1912
Αυτά είναι τα λόγια του πρωτοπόρου του Καταλανικού Μοντερνισμού, Αντόνι Γκαουντί. Πιθανόν να τον γνωρίζετε ως τον δημιουργό της υπό κατασκευή Σαγράδα Φαμίλια η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026 σηματοδοτώντας -όπως φαίνεται- τα 100 χρόνια από τον θάνατο του αρχιτέκτονα, ως τον σχεδιαστή του δημόσιου Πάρκου Γκουέλ το οποίο συνέβαλε στην αστικοποίηση της περιοχής, ως αρχιτέκτονα του avant-garde Λα Πεδρέρα ή αλλιώς Κάζα Μιλά το οποίο προορίζονταν να φιλοξενήσει την οικογένεια Μίλα και το οποίο λοιδορούσαν οι διανοούμενοι της εποχής, ή ακόμα και ως το πρόσωπο πίσω από την Cruise 2025 συλλογή του οίκου Louis Vuitton.
Ο Αντόνι Γκαουντί, γεννηθείς το 1852 στο Ρέους, σύμφωνα με ορισμένους βιογράφους, αν και άλλοι ισχυρίζονται ότι γεννήθηκε στο Ριουδόμς, ένα μικρό χωριό κοντά στο Ρέους, κατάφερε τα έργα του να αποτελούν ορόσημo για τους ντόπιους της Βαρκελώνης, μυριάδες τουρίστες να συρρέουν ώστε να τα θαυμάσουν, να προσπαθήσουν να τα αποκωδικοποιήσουν και να αντλήσουν έμπνευση σαν σφουγγάρια και φοιτητές αρχιτεκτονικής να καταφθάνουν για να μελετήσουν τη σύνθεση και τη μορφή τους.
Όμως, ποια είναι η ιστορία πίσω από τα σπουδαία έργα του;
Κάζα Μιλά
Ο Αντόνι Γκαουντί ξεκίνησε να εργάζεται πάνω στο αστικό έργο Κάζα Μιλά, ευρέως γνωστό ως Λα Πεδρέρα, που σημαίνει λατομείο στα καταλανικά, το 1906 και τελείωσε το 1912. Το Κάζα Μίλα προορίζονταν, όπως άλλωστε κατανοούμε και από την ονομασία του, να είναι το αρχοντικό σπίτι της οικογένεια Μίλα. Όμως, ο αρχιτέκτονας καθ’ όλη τη διάρκεια της κατασκευής έρχονταν σε ρήξη με την οικογένεια.
Όταν πέθανε το 1926, είχε ολοκληρωθεί μόνο το ένα τέταρτο της εκκλησίας. Δέκα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, η εκκλησία πυρπολήθηκε και το εργαστήριο και τα σχέδια του Γκαουντί καταστράφηκαν
Για παράδειγμα ο Γκαουντί ήθελε να τοποθετήσει ένα θεόρατο γλυπτό της Παναγίας στην κορυφή του κτιρίου, μια καλλιτεχνική πινελιά που δεν άρεσε ούτε στην οικογένεια, ούτε στο δημοτικό συμβούλιο, ούτε στους κατοίκους της Βαρκελώνης. Η ιδέα του δεν ευδοκίμησε. Κοινώς, ολοκλήρωσε μεν το Κάζα Μίλα, αλλά όχι ακριβώς όπως επιθυμούσε.
Και αν αναρωτιέστε γιατί καθιερώθηκε το έργο να ονομάζεται Λα Πεδρέρα, ιδού η απάντηση: Το παρατσούκλι του, «Λα Πεδρέρα», αναφέρεται στην εξωτερική του όψη, καθώς η πέτρα αποτελεί το κύριο στοιχείο του σχεδιασμού της πρόσοψης και των μπαλκονιών.
Σαγράδα Φαμίλια
Έχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε στην αριστουργηματική εκκλησία ως Σαγράδα Φαμίλια, αλλά το πλήρες όνομα είναι Basílica i Temple Expiatori de la Sagrada Família.
Αυτό όμως που σίγουρα δεν γνωρίζαμε, είναι ότι ο βιβλιοπώλης Γιόσεφ Μαρία Μποκαμπέλα ήταν εκείνος που κίνησε τα νήματα ώστε να δημιουργηθεί. Ο Γιόσεφ ήταν ένας ευσεβής καθολικός και ιδρυτής του Πνευματικού Συνδέσμου Αφοσιωμένων του Αγίου Ιωσήφ.
Αρχικά η Σαγράδα Φαμίλια, προοριζόταν να είναι ένας εξιλαστήριος ναός, ένας τόπος που φτιάχτηκε για να υπενθυμίζει ότι άνθρωποι μπορούν να επανορθώσουν για τις αμαρτίες που έκαναν, ενάντια στο θεό ή τους νόμους της Εκκλησίας.
Ο πρώτος αρχιτέκτονας που καταπιάστηκε με το έργο ήταν ο Φρανσίσκο ντε Πάουλα ντελ Βιλάρ, ο οποίος δημιούργησε ένα συντηρητικό νεογοτθικό σχέδιο. Όμως έπειτα από διαφωνίες περί οικονομικών, ο Βιλάρ παραιτήθηκε και τη θέση του πήρε ο θρησκευόμενος Αντόνι Γκαουντί το 1883, o oποίος ξέφυγε από την κατευθυντήρια νεογοτθική προσέγγιση και δημιούργησε ένα κράμα καταλανικού μοντερνισμού, ισπανικού υστερογοτθικού ρυθμού και Art Nouveau.
Παρόλο που ο Γκαουντί, έφερνε – παράλληλα με την οικοδόμηση της εκκλησίας – εις πέρας και άλλα αρχιτεκτονικά έργα, από το 1914 και μετά αποφάσισε να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στην Σαγράδα Φαμίλια. Λέγεται μάλιστα, πως κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου, όταν έμενε εντός του εργοτάξιού, είχε δημιουργήσει και ένα αυτοσχέδιο σχολείο για τα παιδιά των εργατών.
Όταν πέθανε το 1926, είχε ολοκληρωθεί μόνο το ένα τέταρτο της εκκλησίας. Δέκα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, η εκκλησία πυρπολήθηκε και το εργαστήριο και τα σχέδια του Γκαουντί καταστράφηκαν.
Πάρκο Γκουέλ
Το πάρκο Γκουέλ στη Βαρκελώνη σχεδιάστηκε από τον Αντόνι Γκαουντί μεταξύ 1900 – 1914 κατόπιν αιτήματος του Εουσέμπι Γκουέλ. Εκείνη την εποχή, φαίνεται να είχαν αναπτύξει τη σχέση χορηγού-αρχιτέκτονα, λαμβάνοντας υπόψη και τις προηγούμενες αναθέσεις, όπως το El Capricho, το κτήμα Güell και το Palau Güell.
Το αρχικό αίτημα ήταν να δημιουργηθεί μια οικιστική περιοχή για οικογένειες μέσα σε ένα κτήμα με έκταση άνω των 17 εκταρίων, ευρέως γνωστό ως το «Γυμνό Βουνό».
Όμως, αυτή η δημιουργία ήταν σιαμαία με πληθώρα περιορισμών. Για παράδειγμα, η οικοδόμηση έπρεπε να καλύπτει αυστηρά μόνο στο ένα έκτο του κτήματος.
Επιπλέον, ο Γκαουντί έπρεπε να προσέξει ιδιαιτέρως το ύψος και τη θέση, καθώς θα ήταν απαγορευτικό να περιοριστεί το ηλικιακό φως, ή η θέα στη θάλασσα και την πλατεία της Βαρκελώνης.
Το πάρκο ονομάστηκε Πάρκο Γκουέλ, λόγω της επιρροής των βρετανικών οικιστικών συγκροτημάτων που λάτρευε ο Εουσέμπι Γκιουέλ, και της θέλησης του να τα αναδημιουργήσει.
Η κατασκευή του πάρκου πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της νατουραλιστικής φάσης του Γκαουντί, εμπνευσμένο από τις οργανικές μορφές της φύσης. Ένα από τα σπουδαιότερα έργα του, η Casa Batlló, αποτελεί επίσης παράδειγμα αυτού του σταδίου κατά το οποίο φαίνεται πώς ο αρχιτέκτονας τελειοποίησε το στυλ του.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις