Κωστής Μοσκώφ: Το διπλό των πραγμάτων
Η σαγήνη της ακμής και της παρακμής
- Economist: Ο πόλεμος στην Ουκρανία ταράζει τους Ελληνοκύπριους, αλλά είναι... τυχεροί
- Συγκλονίζει ο 95χρονος γιατρός του Πολυτεχνείου: Καμιά αμφιβολία για τους νεκρούς – Πολλοί τραυματίστηκαν από σφαίρες
- «Ήταν πολύ λεπτομερής» λέει ο Σολτς για τη συνομιλία του με τον Πούτιν – Τι αποκαλύπτει ο καγκελάριος
- Οι celebrities δεν έδωσαν λάμψη στην Κάμαλα – Τελείωσε η εποχή πολιτικής επιρροής τους;
Ο θεσσαλονικιός Κωστής Μοσκώφ, ποντιακής καταγωγής εκ πατρός, γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1939 και απεβίωσε στις 27 Ιουνίου 1998.
Ο μαρξιστής Μοσκώφ, με πανεπιστημιακές σπουδές στη Θεσσαλονίκη και στο Παρίσι, θεωρείται ένας από τους πλέον αξιόλογους εκπροσώπους της αριστερής διανόησης και της μεταπολεμικής λογοτεχνίας της Θεσσαλονίκης.
Ο Μοσκώφ ανέπτυξε κατά τη διάρκεια του βίου του πολυσχιδή δράση.
Πέραν του αξιόλογου συγγραφικού έργου του είχε ενεργό συμμετοχή στη διαχείριση των κοινών της γενέτειράς του, ενώ πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες ως μορφωτικός ακόλουθος της πρεσβείας της χώρας μας στην Αίγυπτο.
Στο φύλλο των «Νέων» που είχε κυκλοφορήσει τη Δευτέρα 27 Ιουλίου 1998, έναν ακριβώς μήνα μετά το θάνατο του Μοσκώφ, υπήρχε ένα έξοχο κείμενο της Φωτεινής Τσαλίκογλου (συγγραφέως και ομότιμης καθηγήτριας Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο) αφιερωμένο στη μνήμη του. Σε αυτό διαβάζουμε τα εξής:
Ο τίτλος του συνεδρίου (σ.σ. «Εγώ και ο Καβάφης», καβαφική συνάντηση που είχε οργανώσει ο Κωστής Μοσκώφ στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το Νοέμβριο του 1996) —σε πρώτη όψη εύληπτος— κρύβει πρόσθετες, ανυπέρβλητες ίσως, δυσκολίες. Πώς αλήθεια να μιλήσεις για το «εγώ» και για τον «Καβάφη»; Αυτό το περίφημο «εγώ», το υποκείμενο του λόγου, είναι σε μία διαρκή ανυπότακτη κίνηση. Κάθε προσπάθεια να το εντοπίσεις με ακρίβεια, να το συλλάβεις σε όλες του τις διαστάσεις, αποβαίνει άκαρπος. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τον ποιητή. Αχανείς, σκεπασμένες εκτάσεις παραμονεύουν μέσα στο «εγώ», αλλά και στον «Καβάφη».
Απ΄όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα
να μη ζητήσουνε να βρουν ποιος ήμουν.
[…] Οι πιο απαρατήρητές μου πράξεις
και τα γραψίματά μου τα πιο σκεπασμένα —
από εκεί μονάχα θα με νιώσουν.
Πόσο θέλει να μας δυσκολέψει το έργο της ανάγνωσης ο Καβάφης; Οι «στερεές» μυθοπλασίες, οι λεπτομερειακές ιστορικές αναφορές με τόση ακρίβεια ειπωμένες, τα παραθέματα, όλα ετούτα προσδίνουν μία διαύγεια στην ανάγνωση. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μια ψευδο-διαύγεια, φέρνοντας στο νου τα λόγια του Βαλερί. «Τι πιο μυστήριο υπάρχει από τη διαύγεια;»
Αν ευτυχής ή δυστυχής είμαι, λέει ο ποιητής (σ.σ. ο Καβάφης και πάλι), δεν εξετάζω.
Πλην ένα πράγμα με χαράν στο νου μου πάντα βάζω —
που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ)
που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί
απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό
δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί.
Όταν εμείς αρχίζουμε να τον μετράμε, όταν εμείς αρχίζουμε —δίκην εντομολόγου— να αναλύουμε, ο ποιητής ανθίσταται. Αποστρέφεται αυτή τη μέτρηση. Θέλει να είναι κιόλας αλλού. Πώς όμως «εκεί» να τον συναντήσεις; Γνωρίζοντας την ουτοπία μιας τέτοιας συνάντησης επιχείρησα μια εξαιρετικά προσωπική και εντελώς «αναρμόδια» περιπλάνηση στο έργο του Καβάφη, έτσι όπως δύο πολύτιμα «μοσκόβεια» ταξίδια στην Αίγυπτο μού επέτρεψαν να κάνω.
«ΤΑ ΝΕΑ», 27.7.1998, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Σαν οδηγό χρησιμοποίησα ένα απροσδόκητο τρίτο πρόσωπο. Την Ζουλέικα. Μία εμβληματική γυναικεία παρουσία, γνωστή σε όλους όσους συχνάζουν στο καφενείο των κατόπτρων. Το περίφημο Ελ Φουσάι, στο παλιό Κάιρο.
Την πρώτη φορά που τη συνάντησα εκεί, πάνε μερικά χρόνια, θαμπώθηκα. Ήταν μία λαμπερή, αγέρωχη, δίχως ηλικία παρουσία.
Τα ρούχα της, η πολύχρωμη εσάρπα με τα λουλουδιαστά αστραφτερά χρώματα, το βαθύ και στοχαστικό βλέμμα της αιχμαλώτιζε τα μάτια και τις αισθήσεις σου.
Ήταν σαν να συνόψιζε το βλέμμα αυτό όλη την ιστορία του Ελ Καχίρα. Λες και μέσα στο βαθύ των ματιών της ήταν εγγεγραμμένες αιώνων επαναστάσεις, λεηλασίες, σφαγές, εμπρησμοί, επιδημίες πανώλης. Μαμελούκοι δολοφονημένοι σε λουτρά αίματος. Στιγμές υπέρτατης δόξας και πτώσης, και ξανά δόξας και ξανά πτώσης. Και στο τέλος πάντα η νοσταλγία της αλλοτινής λαμπρής εποχής που αυτή με τίποτα δεν χάνεται.
Στο καφενείο όλοι οι περαστικοί τής φιλούσαν με σεβασμό το χέρι και αυτή κάτι τους έδινε. Κάποιος πήγε να την πληρώσει. Με ένα νεύμα εκείνη αρνήθηκε λέγοντάς του κάτι σαν «είναι δωρεάν».
Ποια ήταν αυτή η γυναίκα; Τι ήταν εκείνο που προσέφερε στους άγνωστους διαβάτες;
Τα Χριστούγεννα στην Αθήνα ο Κωστής Μοσκώφ —με τον τρόπο που εκείνος μόνον γνωρίζει— είχε τότε λύσει το μυστήριο. «Το όνομά της είναι Ζουλέικα. Στη δεκαετία του ’50 ήταν ιδιοκτήτρια των πιο μεγάλων οίκων ανοχής στο Κάιρο και την Αλεξάνδρεια. Στους άνδρες που της φιλούν το χέρι δίνει μια καραμέλα. Την έχει ζεστάνει με το κορμί της το προηγούμενο βράδυ. Η καραμέλα είναι μαγική. Διεγείρει τις ερωτικές φαντασιώσεις. Χαρίζει σφρίγος και νεότητα στους άνδρες».
«Αλήθεια;» έκπληκτη τον είχα τότε ρωτήσει. «Ναι! Είναι αλήθεια» μου απάντησε χαμογελώντας.
Πέρασαν δύο χρόνια και βρεθήκαμε ξανά στο ίδιο καφενείο. Όμως εκεί παραμονεύει και η φρικτή απογοήτευση. Η άνευ όρων διάψευση!
Η Ζουλέικα ήταν πάντα εκεί. Όμως τι μεταμόρφωση! Η ακριβής και πολύτιμη όψη της χαμένη. Τα χρώματα στην ίδια εσάρπα φθαρμένα, άσχημα, βρώμικα. Η άλλοτε αγέρωχη όψη της έμοιαζε τώρα ελεεινή. Έρχεται να μας προσφέρει καραμέλες και εκλιπαρεί μία ελεημοσύνη. Της δίνουμε από κάτι. Μια λίρα, ένα δολάριο, κάποιος άλλος της δίνει ένα κατοστάρικο. Δεν της φτάνουν. Κραδαίνει με οργή τα διεθνή νομίσματα. Δεν φεύγει. Θέλει κι άλλο παρά. Γίνεται φορτική. Αγκιστρώνεται επάνω μας ώσπου κάποιος τη διώχνει.
Θλίβομαι. Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο; Εκείνη που δωρεάν προσέφερε μέσα σε ένα πέπλο σοβαρότητας και αξιοπρέπειας το ελιξίριο της νεότητας, είναι το ίδιο πρόσωπο με αυτήν εδώ την άθλια, κακοφορμισμένη, παρηκμασμένη γραία που φορτικά πουλάει στους τουρίστες φτηνά ιδιοσκευάσματα;
Ήταν το ίδιο πρόσωπο; Και ήταν το ίδιο βλέμμα το δικό μου εκείνο που αποτύπωσε τις τόσο διαφορετικές εκδοχές του ίδιου; Στην απορία μου έρχεται να απαντήσει η ανάγνωση του Καβάφη. Μία ανάγνωση που επιτρέπει τη συμφιλίωση των τόσο αντίθετων μεταξύ τους ζευγών, που η παρουσία της Ζουλέικα εγκαλεί.
δωρεά – ανταλλαγή
προσφορά – εξαγορά
λάμψη – φθορά
φως – σκοτάδι
ακμή – παρακμή
Η καβαφική ποίηση επιτρέπει μιαν «άλλην» γενναιοδωρία. Οι αντιφάσεις αίρονται και ενσωματώνονται σε ένα Όλον. Οι αντιθέσεις εξισορροπούνται και σε μία απόλυτη σύμπνοια διατρέχουν το σύνολο της ποίησής του. Ιδίως στην τελευταία, την «ώριμη» και ρεαλιστική περίοδο του έργου του, που έρχεται να διαδεχτεί τη λεγόμενη ρομαντική και συμβολική φάση, υπάρχει μία εκρηκτική συμφιλίωση σε όλα τα αντίθετα ζεύγη, όπως φως/σκοτάδι, λόγος/σιωπή, μέσα/έξω, πραγματικό/φανταστικό, άλλοτε/τώρα. Οι αντιθετικοί όροι ξεπερνούν την στεγανή αντιπαράθεσή τους και οδηγούνται σε έναν τόπο μιας «άλλης» συμφιλίωσης.
Ναι! Η Ζουλέικα στις δύο τόσο αντίθετες μεταξύ τους εκδοχές ήταν το ίδιο πρόσωπο. Το ίδιο πρόσωπο στη δόξα και την πτώση της. Στην ακμή και την παρακμή της. Το ίδιο πρόσωπο. Και αυτό δεν αίρει τίποτα από τη σαγήνη της ακμής, τίποτα από τη σαγήνη της παρακμής.
Έτσι, μέσα από τις απροσδόκητες συναντήσεις στην Αίγυπτο, μπόρεσα να νιώσω ότι για μένα ο Καβάφης συνοψίζει σε όλη του την ποιητική μεγαλοσύνη το διπλό των πραγμάτων. «Το φρικτό και το περικαλλές του πάθους των πραγμάτων». Του πάθους της ποίησης, του πάθους της ζωής. «Της σάρκας των όλης». Οι καβαφικές συναντήσεις στην Αίγυπτο του Κωστή Μοσκώφ υποδαύλισαν σκέψεις και συναισθήματα γι’ αυτό το πάθος που νικάει τον θάνατο. Για την ηθική του πάθους. Είναι μια ηθική στον βωμό της οποίας ανάλωσε την ζωή και το έργο του ο Κωστής Μοσκώφ. Και γι’ αυτό τον ευχαριστώ.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις