Οι πρόωρες προεδρικές εκλογές του Ιράν στη σκιά του «Μεγάλου Σατανά»
Οι κάλπες στο Ιράν, ένας μεταρρυθμιστής καρδιοχειρουργός, ο πρόεδρος της Βουλής, ο σκληροπυρηνικός διαπραγματευτής και ο «μπαμπούλας» Τραμπ
- «Στην Τριχωνίδα τέτοιοι σεισμοί έχουν συνέχεια - Χρειάζεται επιτήρηση» - Λέκκας για δόνηση στο Αγρίνιο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
Θέλοντας και μη, οι ψηφοφόροι στο Ιράν κλήθηκαν την Παρασκευή στις κάλπες των πρόωρων προεδρικών εκλογών.
Στήθηκαν μετά τον αναπάντεχο θάνατο του προέδρου Εμπραχίμ Ραΐσι -ενός σκληροπυρηνικού που θεωρούνταν πιθανός διάδοχος του ανώτατου ηγέτη Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ– σε συντριβή ελικοπτέρου στις 19 Μαΐου.
Έξι υποψήφιοι εγκρίθηκαν τελικά από το Συμβούλιο των Φρουρών του Ιράν.
Αφοσίωσαν μεγάλο μέρος της προεκλογικής εκστρατείας τους ενθαρρύνοντας τους Ιρανούς να πάνε στις κάλπες, μετά το πολιτικό στραπάτσο στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, στις οποίες καταγράφηκε η χαμηλότερη προσέλευση στις κάλπες από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 στη χώρα.
Όχι τυχαία, ο Αγιατολάχ Χαμενεΐ αξίωσε «μέγιστη» συμμετοχή.
Παρ’ όλα αυτά, το 65% των Ιρανών δήλωνε προεκλογικά ότι θα μποϊκόταρε, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Gamaan.
Το αδυσώπητο κόστος ζωής και η ανάγκη εκδημοκρατισμού παραμένουν κορυφαία ζητήματα για την πλειοψηφία των Ιρανών, στο φόντο των κυρώσεων κατά του θεοκρατικού καθεστώτος με τις γεωπολιτικές και πυρηνικές φιλοδοξίες.
Μικρή προοπτική αλλαγής αποτελεί το γεγονός ότι απέναντι στον προφανή επικρατέστερο της εκλογικής διαδικασίας -τον σκληροπυρηνικό πρόεδρο της ιρανικής Βουλής, Μοχαμάντ Μπαγκέρ Γκαλιμπάφ- βρέθηκε ο μεταρρυθμιστής υποψήφιος Μασούντ Πεζεσκιάν.
Πρεσβεύει τη βελτίωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και μια πιο ήπια στάση για την υποχρεωτική χρήση του χιτζάμπ.
Του γυναικείου καλύμματος κεφαλής και λαιμού, που τον Σεπτέμβριο του 2022 στοίχισε τη ζωή στην 22χρονη Κούρδισα Μαχσά Αμινί και έγινε έκτοτε θρυαλίδα για τις μαζικότερες κινητοποίησεις υπέρ του εκδημοκρατισμού στο θεοκρατικό σιιτικό Ιράν.
Η ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων αναμένεται το Σάββατο.
Έξι υποψήφιοι, κούρσα για τρεις
Όχι τυχαία, στο… παρά ένα των εκλογών, δύο εκ των πέντε συντηρητικών υποψηφίων -οι Γαζιζαντέχ Χασεμί και Αλιρέζα Ζακάνι- ανακοίνωσαν την απόσυρσή τους από την κούρσα.
Είναι μια συνήθης τακτική. Ζητούμενο είναι η συσπείρωση γύρω από έναν υποψήφιο της αρεσκείας του ιρανικού καθεστώτος.
Ευνοούμενός του εν προκειμένω είναι ο 62χρονος Μοχαμάντ Μπαγκέρ Γκαλιμπάφ, πρώην δήμαρχος της Τεχεράνης και νυν πρόεδρος του ιρανικού κοινοβουλίου.
Πρόκειται για τον πλέον υψηλόβαθμο αξιωματούχο που εγκρίθηκε ως υποψήφιος για την προεδρία.
Διατηρεί στενούς δεσμούς με τους πανίσχυρους παραστρατιωτικούς Φρουρούς της Ισλαμικής Επανάστασης.
Ως στρατηγός τους, είχε το πρόσταγμα στη βίαιη καταστολή των εξεγερμένων φοιτητών το 1999. Τήρησε την ίδια τακτική ως αρχηγός της αστυνομίας, το 2003.
Σήμερα υποστηρίζει ότι μπορεί να σώσει το Ιράν από την κρίση, τάζοντας στήριξη στη μεσαία τάξη και χρήματα στους φτωχούς.
Αντίπαλο δέος του αποτέλεσε ο 69χρονος καρδιοχειρουργός Μασούντ Πεζεσκιάν, που έχει συνδεθεί με την κυβέρνηση του μετριοπαθούς πρώην προέδρου Χασάν Ροχανί.
Είναι ο μοναδικός θεωρούμενος μεταρρυθμιστής εκ των προεδρικών υποψηφίων.
Τάσσεται υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης με τη Δύση για την αναβίωση της πυρηνικής συμφωνίας του 2015.
Διακηρύττει ότι το Ιράν πρέπει να ανοιχτεί στον κόσμο.
Στόχευσε στην ψήφο των νέων, των γυναικών και των μειονότων του Ιράν.
Οι πιθανότητες επιτυχίας του, έστω με πρόκριση σε έναν β’ γύρο, προϋπέθεταν τη μαζική συμμετοχή στις κάλπες.
Καθώς αυτή φάνταζε προεκλογικά απίθανη, ως έτερο φαβορί -σε ρόλο όμως περισσότερο «λαγού»- προέβαλε ο 58χρονος Σαΐντ Τζαλίλι.
Ένας σκληροπυρηνικός πρώην ανώτερος διαπραγματευτής για τα πυρηνικά, που τώρα αποκηρύσσει τις διαπραγματεύσεις με τη Δύση.
Γνωστός ως «Ζωντανός Μάρτυρας», αφότου έχασε το ένα πόδι του στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ τη δεκαετία του 1980, διατηρεί στενούς δεσμούς με τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ.
Είναι δις ατυχήσας στο παρελθόν προεδρικός υποψήφιος και πρώην υποστηρικτής του Ραΐσι.
Στη «σκιά» του Τραμπ
Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, παρατηρεί το Atlantic Council, οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι στο Ιράν λειτουργούν όχι ως διαμορφωτές πολιτικής, αλλά ως γραφειοκράτες, επιφορτισμένοι με την υλοποίηση των εντολών του καθεστώτος.
Ως εκ τούτου, οι εκλογές εκλαμβάνονται ως πρόφαση νομιμότητας και νομιμοποίησης, με νέο «άγνωστο Χ» τη συμμετοχή στις κάλπες.
Το γεγονός ότι η υποχρεωτική χρήση του χιτζάμπ έγινε τεχνηέντως «καυτό» θέμα της προεκλογικής εκστρατείας δεν δείχνει να πείθει, ενόσω παραμένει αναπάντητο το βασικό διακύβευμα περί ουσιαστικού εκδημοκρατισμού.
Εν μέσω δε του κυκεώνα των εσωτερικών προβλημάτων, αλληλένδετη με τα οικονομικά δεινά της χώρας παραμένει η εξωτερική πολιτική.
Η πλήρης ρήξη μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον, που σηματοδότησε η προεδρία Τραμπ, παραμένει αγεφύρωτη επί προεδρίας Μπάιντεν.
Αυτό σημαίνει ότι ίσως δεν υπάρχει κανένας Ιρανός πολιτικός που να είναι πρόθυμος να διακινδυνεύσει την προσέγγιση με τις ΗΠΑ, επισημαίνει στο Foreign Policy ο Τρίτα Πάρσι, συνιδρυτής και εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Quincy για την Υπεύθυνη Κρατική Στρατηγική.
Στο φόντο εξάλλου πλέον βρίσκεται ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας και οι περιφερειακές επιπτώσεις του, περιπλέκοντας έτι περεταίρω τα σχέδια της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη Μέση Ανατολή και, τώρα, την προοπτική επανεκλογής του ίδιου του Αμερικανού νυν προέδρου.
Ουδόλως τυχαία, την προεκλογική εκστρατεία στο Ιράν σχεδόν μονοπώλησε ως προς την εξωτερική πολιτική η προοπτική επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Ο επόμενος πρόεδρος θα μπορούσε να «αναγκαστεί είτε να πουλήσει το Ιράν στον Τραμπ, είτε να πυροδοτήσει μια επικίνδυνη ένταση στη χώρα» εάν δεν επιλυθούν τα οικονομικά προβλήματα, τόνισε χαρακτηριστικά ο επικρατέστερος για το αξίωμα, Μοχαμάντ Μπαγκέρ Γκαλιμπάφ.
Σε αυτό το πλαίσιο και εν μέσω συνεχιζόμενων γεωπολιτικών αναδιατάξεων στον πλανήτη, η Τεχεράνη αναμένεται να συνεχίσει αφενός να στηρίζει τον αντιδυτικό «Άξονα της Αντίστασης», αφετέρου να εστιάζει προς Ανατολάς, δίνοντας προτεραιότητα στις σχέσεις με τους δύο ισχυρότερους συμμάχους της: τη Ρωσία και την Κίνα.
Τουλάχιστον μέχρι νεοτέρας…
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις