Ζαν-Ζακ Ρουσσώ: Υβριστική παραφωνία
Ο μπήτνικ πρόγονος του Τζακ Κέρουακ και όλων των νεαρών μακρυμάλληδων
- Τριγμοί στην κυβέρνηση Καναδά από τους δασμούς Τραμπ - Ο Τριντό εξετάζει την επιλογή της παραίτησης
- Επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ. – Οι πυροβολισμοί στη Συγγρού, η επίθεση σε ψητοπωλείο και ο φυλακισμένος αρχηγός της συμμορίας
- Αποκαλύψεις για την πρώτη μήνυση της 35χρονης και καταγγελίες για όσους ήξεραν και δεν μίλησαν
- Επιβάτισσα αεροπλάνου έμεινε όρθια καθ΄όλη τη διάρκεια επτάωρης πτήσης
Να πάλι ο Ζαν-Ζακ. Που ξεπετιέται απ’ τον τάφο του. Που εφορμά στον σύγχρονό μας κόσμο από ατσάλι, πλαστικές ύλες και μπετόν. Που προωθείται απ’ όλους τους αμφισβητίες της Αμερικής και άλλων χωρών. Που γίνεται υπέρλαμπρο άστρο του «ξεπαστρέματος», βεντέττα της διαμαρτυρίας. Και ο έβδομος στύλος της νέας σοφίας. Μετά από τους Μαρκούζε, Μπομπ Ντάυλαν, Φουριέ, Τζων Λέννον, Μακλάχαν (σ.σ. ΜακΛούαν) και Χέρμαν Έσσε.
Στην καρδιά του συγχρόνου μας «χάππενιγκ», ο Ρουσσώ σκάει σαν βόμβα και επιστρέφει πανίσχυρος. Στο ρόλο του αμφισβητία, του επαναστατημένου ανθρώπου. Δυο φορές βροντάει τις πόρτες μιας κοινωνίας που απορρίπτει.
Από τα 16 χρόνια του ξεπορτίζει. Για να αλητέψη και να διασχίση πεζή την Ελβετία, τη Γαλλία, το Πιεμόντε. Γεμάτος ενδιαφέρον για κάθε είδους συνάντηση. Με κομμένα τα γεφύρια πίσω του, διαθέσιμος και αεικίνητος. Ζώντας χάρις σε σε διάφορα τεχνάσματα και μικροεπαγγέλματα (περιοδεύων ηθοποιός, οικοδιδάσκαλος, μουσικοδιδάσκαλος) που γρήγορα τα εγκαταλείπει για να τραβήξη πάλι στ’ ανοικτά. Ανήκει στη γενιά «μπητ» του 1730, είναι ο μπήτνικ πρόγονος του Τζακ Κέρουακ και όλων των νεαρών μακρυμάλληδων. Στο δρόμο.
Τη δεύτερη φορά είναι 45 ετών. Μεσουρανεί, μα αισθάνεται παγιδευμένος απ’ το σύστημα και δραπετεύει και πάλι. Για να ζήση αυτή τη φορά στο περιθώριο, ανάμεσα στα λουλούδια. Κατά την πλευρά του Γούντστοκ. Πώς τον λένε τον «χίππυ» στη γλώσσα του Βολταίρου;
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 9.1.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Αυτή η κοινωνία, την οποία απορρίπτει, είναι σχεδόν η δική μας. Είναι ο βιομηχανικός πολιτισμός που γεννιέται. Γύρω στο 1750 τα πάντα περιστρέφονται. Με την ώθηση των τεχνολογικών μεθόδων, η οικονομία ξεκολλά. Η Γαλλία αποσπάται απ’ τη γη. Τρέπεται προς τον γαιάνθρακα, την καπνιά, τις πόλεις.
Και έτσι σκάει μύτη ένας άλλος κόσμος. Που καμαρώνει για τις νέες εξελίξεις, χειροκροτεί τους φιλοσόφους, πασχίζει να προσαρμοσθή στις νέες ιδέες. Δεν υπάρχει όμως αυθορμητισμός.
Η νέα κοινωνία παραμένει επιτηδευμένη, δυσκίνητη, φτιαχτή. Με τα τικ της, τα κόλπα της, τις μόδες της. Με τις επιφανειακές και τεχνητές ανθρώπινες σχέσεις της, που ηχούν κούφιες, που ηχούν κάλπικες.
Μακρυά απ’ αυτόν τον κλειστό κόσμο, ο Ζαν-Ζακ αποτελεί υβριστική παραφωνία. Γυιος ωρολογοποιού, παντρεμένος με μια υπηρέτρια πανδοχείου, είναι αποφασιστικά λαϊκός, οριστικά «ποπ». Σ’ αυτόν τον κόσμο των συμβιβασμών και των καταναγκασμών, φέρνει τον αυθορμητισμό, την χαλάρωση, το φυσικό.
Σε επαφή με τον κόσμο, πειραματίζεται νέους τρόπους ζωής. Παράμερα απ’ τον κόσμο, εφευρίσκει έναν «αντιπολιτισμό». Πηγαίνοντας αντίθετα σ’ έναν πολιτισμό τον οποίο προαισθάνεται καταπιεστικό και που άλλοι (ο Βίλχελμ Ράιχ, ο Μαρκούζε) θα ονομάσουν «περιοριστικό», προδικάζοντας τον κλονισμό του μέλλοντος, τάσσεται εκ των προτέρων εναντίον μιας τεχνολογικής κοινωνίας που αλλοτριώνει.
Η αμφισβήτηση είναι ένας συνασπισμός. Για να επιστρέψη ο άνθρωπος στην πραγματική φύση του, όλα πρέπει να αναθεωρηθούν. Ο τρόπος που ζης (είναι οι «Λόγοι»). Ο τρόπος που αγαπάς (είναι «Η Νέα Ελοΐζα»). Ο τρόπος που διδάσκεις (είναι ο «Αιμίλιος»). Ο τρόπος που πιστεύεις (είναι το «Άρθρον πίστεως του βικαρίου από την Σαβοΐα»). Ο τρόπος τέλος που κυβερνάς (και είναι το «Κοινωνικό Συμβόλαιο»).
Ο «Λόγος επί των επιστημών και τεχνών» είναι τελείως αντίθετος στο ρεύμα. Ο Βολταίρος και οι φιλόσοφοι τιμούν τις τεχνολογίες της βιομηχανίας, της πηγής αυτής της ευτυχίας. Ο Ρουσσώ απ’ την πλευρά του αρνείται έναν πολιτισμό που καταστέλλει τα φυσικά ένστικτα και δημιουργεί τεχνητές ανάγκες, που κλείνει τον καθένα στον κύκλο παραγωγή – κατανάλωση. Που καθιστά τον άνθρωπο ξένο προς τον εαυτό του.
Δεύτερος σταθμός. «Η Νέα Ελοΐζα» εξευτελίζει μια κι’ έξω σαλόνια, μπουντουάρ και παστάδες. Κηρύσσει την απλότητα, την ειλικρίνεια, τη γλύκα. Ο έρωτας δεν είναι μάχη ή παρτίδα. Είναι ένα «Λαβ Στόρυ», είναι η επιστροφή της «Πριγκίπισσας ντε Κλεβ». Για τους Beautiful People ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ επανεφευρίσκει τον έρωτα-πάθος και τον έρωτα-αρετή. Ο Μαριβώ, τέλος!
Ύστερα ο «Αιμίλιος». Μια ιδέα-δύναμη: η πολιτική επανάσταση είναι ανέφικτη χωρίς παιδαγωγική επανάσταση. Η παραδοσιακή εκπαίδευση σού μαθαίνει να υπακούς, όχι να σκέφτεσαι. Εκπαιδεύει υπηκόους, όχι πολίτες. Πρέπει να καταργηθή η αυταρχική αυτή σχέση, να αφεθή το παιδί ελεύθερο για να εκπαιδευθή με την προσωπική του πείρα. Μακρυά απ’ τα βιβλία και την κατεστημένη μόρφωση.
Σαν καλός μαθητής του Ρουσσώ, ο Ροβεσπιέρος κάνει την πρώτη Μορφωτική Επανάσταση. Το 1789 είχε ανατρέψει το Παλαιό Καθεστώς. Το 1793 διαλύει την παλιά παιδεία. Αλλάζουν τα πάντα: το Ημερολόγιο, οι γιορτές, τα σύμβολα. Και η πίστη. Ο κόσμος ξαναβρίσκει την ελευθερία να πιστεύη, χωρίς ιεροτελεστίες και εκκλησίες, χωρίς συγκεκριμένα δόγματα. Σαν τον βικάριο απ’ την Σαβοΐα.
Επανάσταση της φύσεως, του αισθήματος, της εκπαιδεύσεως, της πίστεως. Που συμπληρώνεται με μια επανάσταση του πολιτικού συστήματος.
Κι’ έτσι φθάνομε στο «Κοινωνικό Συμβόλαιο». Μία βόμβα, που εξαπολύεται με ύφος γαλήνιο. Βρισκόμαστε επί Λουδοβίκου 15ου. Επί απολύτου μοναρχίας. Και ο Ρουσσώ ζητεί την απόλυτο δημοκρατία.
Ο Μοντεσκιέ και άλλοι είχαν φαντασθή ένα σύστημα τρομερά επιτηδευμένο, που πολλαπλασίαζε τα φράγματα ανάμεσα στο λαό και την εξουσία: στην πραγματικότητα οι αμφισβητίαι αυτοί του σαλονιού δυσπιστούσαν προς το λαό. Ο Ρουσσώ είναι κάτι άλλο. Υπήρξε μαθητευόμενος, υπήρξε λακές. Μέσα του υπάρχει λίγος Σκαπέν και πολύς Φιγκαρό. Δεν σκοπεύει να αντικαταστήση μια ηγετική τάξη με άλλη ηγετική τάξη: την αριστοκρατία με την μπουρζουαζία, έστω και προοδευτική. Ούτε κουβέντα να παραστήση τον έμμισθο στοχαστή του «κατεστημένου». Αρκετοί δειλοί και περιεσκεμμένοι συμβιβασμοί έγιναν ως τώρα. Το πρόγραμμά του είναι: όλη η εξουσία στο λαό.
Ο αντίκτυπος είναι τεράστιος. Το 1789 το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» είναι τόσο της μόδας, που υιοθετείται ακόμα κι’ απ’ τους μετριοπαθείς επαναστάτες. Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων τού δανείζεται απ’ ευθείας πολλές φράσεις. Για να χρωματίση ζωηρότερο ένα κείμενο κάπως αναιμικό. Η απάτη ωστόσο γίνεται έκδηλη. Στην πραγματικότητα το Σύνταγμα θα κρατήση τις λαϊκές μάζες παράμερα.
Έρχεται το 1793. Ο Ροβεσπιέρος φτιάχνει άλλο Σύνταγμα, που υποτάσσει συνεχώς την κορυφή στη βάση. Ο βουλευτής έχει μια βραχυτάτη εντολή, πολλές φορές για ένα συγκεκριμένο μόνο θέμα. Αμεσώτατες διαδικασίες (πρωτοβουλία, λαϊκό βέτο) τοποθετούν την Εθνοσυνέλευση κάτω από τον λαϊκό έλεγχο. Στόχος: να ανακτήση ο καθένας το δικαίωμα να ορίζη τη μοίρα του. Αυτό λέγεται δημοκρατία.
Είναι εκατό περίπου χρόνια που το «Κεφάλαιο» έχει ευρύτατα επισκιάσει το «Κοινωνικό Συμβόλαιο». Προσφέροντας στην επανάσταση τη διάσταση της οικονομίας και της Ιστορίας.
Σήμερα αρχίζει να γίνεται το ανάποδο. Αυτή τη φορά είναι ο Ρουσσώ που επισκιάζει τον Μαρξ στο πάνθεον της αμφισβητήσεως. Γιατί φαίνεται παράξενα πιο συγκαιρινός.
Σαν ζωγράφος πιστός στην κοινωνική πραγματικότητα, ο Μαρξ φέρει την σφραγίδα της εποχής του. Ο διάκοσμός του είναι η απαρχή του καπιταλισμού. Με φόντο την προλεταριοποίηση και την εξαθλίωση. Με την πάροδο του χρόνου αρχίζει να υπόκειται σε χρονολόγηση. Σαν τον Ντίκενς.
Ο Ρουσσώ αντιθέτως ταιριάζει καλύτερα με μια αμφισβήτηση που πηγάζει από την αφθονία και όχι από την πενία. Αυτός μοιάζει πιο συγκαιρινός του Γκάλμπραιηθ από ό,τι του Άνταμ Σμιθ. Ήδη από τότε προαισθάνεται την κοινωνία της αφθονίας. Με τους κινδύνους της. Αλλά και με τις ευκαιρίες της, αν προσανατολισθή όχι προς την αλλοτρίωση, αλλά προς την απελευθέρωση του καθενός.
Δύο αιώνες μετά, ο Ζαν-Ζακ φαίνεται εκπληκτικά ρεαλιστής. Γιατί εκτοξεύεται στο μέλλον, με την γαλήνια έλλειψη βαρύτητας των ουτοπιστών. Και (σωστά το σημείωνε ο Ουγκώ) «η ουτοπία είναι η αυριανή αλήθεια». Σ’ αυτήν βρισκόμαστε. Αποτέλεσμα: ένας ονειροπαρμένος προφήτης για μεταβιομηχανικές κοινωνίες. Ένας άνθρωπος που επιτέλους λέει: «Εκλάβετε τις επιθυμίες σας για πραγματικότητες».
Μαζί του τα πάντα περνούν και τα πάντα ακυρώνονται. Η μεγάλη άρνησή του προεικάζει όλα τα σημερινά θέματα, από το Σαν Φρανσίσκο έως το Κατμαντού. Άρνηση να ενσωματωθή στην καταναλωτική κοινωνία. Αγάπη στο «ταξίδι». Επιστροφή στη φύση. Λαχτάρα για την απλότητα των χίππικων κοινοτήτων. Απελευθέρωση των αισθημάτων. Ρομαντική έκρηξη. Αόριστος μυστικισμός.
Ο κοινός στόχος: ν’ αλλάξωμε τη ζωή.
Επίσης όμως ν’ αλλάξωμε το σύστημα των επαφών στη ζωή. Γιατί ο πρωταρχικός παράγων της επαναστάσεως είναι ο άνθρωπος. Εδώ ο Ρουσσώ μάς κάνει να επανανακαλύψωμε μια αλήθεια που ο μπλανκισμός και ο μαρξισμός είχαν αποκρύψει.
Αρπάζοντας κατά προτεραιότητα τα πολιτικά ή οικονομικά ηνία, και πάλι δεν κατορθώνεις να αλλάξης τις ανθρώπινες σχέσεις. Μια επανάσταση, κατά κύριον λόγο πολιτική, είναι αβεβαία ή απατηλή. Αβεβαία, γιατί οι αντίπαλοί της θα της αντιτάξουν τη δύναμή τους. Απατηλή, γιατί, κι’ αν ακόμα θριαμβεύση, η επανάσταση αυτή απλώς θα αντικαταστήση τη μία καταπίεση με μια άλλη. Η ευτυχία σε είκοσι χρόνια. Και προς το παρόν, μια αλλαγή δεσμοφυλάκων.
Τι να γίνη λοιπόν; Να αντιστραφή η παραδοσιακή εξελικτική επεξεργασία. Να ξεκινήσης αυτή τη φορά απ’ το άτομο και το καθημερινό. Και να μεταμορφώσης τις πολιτικές δομές μόνο στο τέλος. Είναι η «επανάσταση διά της συνειδήσεως», που προτείνουν ο Σαρλ Ράιχ και μερικοί άλλοι.
Αυτό που χρειάζεται κατ’ αρχήν είναι να αναμορφώσης ενσυνείδητα την εν γένει συμπεριφορά. Είναι να προτείνης συγκεκριμένα νέους τρόπους ζωής, εργασίας, ψυχαγωγίας. Για να μυήσης με τη δύναμη του παραδείγματος.
Μια τέτοια προπαγανδιστική ενέργεια είναι ακατάβλητη. Πώς θα μπορέση ποτέ το κράτος-επιχείρηση να εμποδίση αυτή την ανατροπή που έχει σαν όπλο της την ευτυχία; Τίποτα δεν μπορεί να κάνη εναντίον μιας αλλαγής συνειδήσεως. Και πολύ σύντομα αυτό το οικονομικοπολιτικό όργανο θα υποχρεωθή να προσαρμοσθή στην μορφωτική διαφοροποίηση. Όταν το κοινωνικό σώμα μεταπλάσσεται, το πολιτικό κεφάλι πέφτει αφ’ εαυτού του. Σαν νεκρή επιδομή.
Και μένει τότε να στεφανώσωμε αυτόν τον αντιπολιτισμό με μια αντιπολιτική. Επανευρίσκοντας ένα σύστημα διακυβερνήσεως προσαρμοσμένο σ’ αυτού του είδους τον πολιτισμό. Μένει συνεπώς να βυθισθούμε και πάλι στα κείμενα του Ρουσσώ. Αποχαιρετώντας τον σύντροφο λύκο της στέππας.
Πρόκειται για μια επιστροφή του Ζαν-Ζακ ως ινδάλματος των αμφισβητούντων. Με τον νεορουσσωισμό να φυτρώνη ολούθε σαν το ζιζάνιο.
*Έξοχο κείμενο του γεννηθέντος το 1943 γάλλου νομικού και πολιτικού Roger-Gérard Schwartzenberg, που έφερε τον τίτλο «Ζαν Ζακ Ρουσσώ σούπερ σταρ» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 9 Ιανουαρίου 1972.
Ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ (Jean-Jacques Rousseau), διαπρεπής φιλόσοφος, συγγραφέας και πολιτικός στοχαστής, γεννήθηκε στις 28 Ιουνίου 1712 και απεβίωσε στις 2 Ιουλίου 1778.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις