Η Βρετανία στέλνει μήνυμα και σε εμάς
Οι εκλογές στη Βρετανία δείχνουν πώς η κοινωνική δυσαρέσκεια οδηγεί σε πολιτικές ανατροπές
Λίγα κόμματα ήταν τόσο σίγουρα ότι θα κυβερνούν για πάντα, έχοντας κερδίσει όλες τις εκλογές από το 2010 στη Βρετανία. Και όμως ο συνδυασμός ανάμεσα στην ανικανότητα να χειριστούν αποτελεσματικά κρίσιμα ζητήματα, από την πανδημία έως τις δυσκολίες του Brexit, και στην εκτίναξη του κόστους ζωής, πρώτα οδήγησε τους Συντηρητικούς σε μια ακολουθία εναλλαγής πρωθυπουργών (τρεις στη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής θητείας) και μετά στη μεγαλύτερη εκλογική συντριβή της ιστορίας τους.
Και όλα αυτά έχοντας απέναντι ένα Εργατικό Κόμμα που αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στο να εκκαθαρίσει την αριστερή πτέρυγά του (και την πρώην ηγεσία του) παρά στο να επεξεργαστεί πολιτικές και το οποίο εμφανίστηκε με την πιο δεξιά στην πραγματικότητα εκδοχή του.
Όμως, αυτό που ήθελαν οι ψηφοφόροι ήταν να απαλλαγούν από τους Συντηρητικούς.
Γιατί πολύ απλά είχαν αποτύχει και γιατί οι πολιτικές τους είχαν μεγάλο κοινωνικό κόστος.
Αυτό δείχνει πώς τα πολιτικά πράγματα γίνονται όλο και πιο ευμετάβλητα σε περιόδους μεταβατικές, όπου τα συστήματα διακυβέρνησης δεν κατορθώνουν να απαντήσουν σε πραγματικά προβλήματα και ιδίως αδυνατούν να εξασφαλίσουν ένα συνδυασμό ανάμεσα σε μια δυναμική ανάπτυξη και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του συνόλου της κοινωνίας.
Η Βρετανία, ιδίως τώρα που είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σίγουρα «μακριά» ως προς την πολιτική κουλτούρα, τις παραδόσεις, τις προκλήσεις ως προς τη διακυβέρνηση.
Είναι, όμως, πολύ «κοντά», ως προς τις δυναμικές μιας βαθύτερης πολιτικής κρίσης, που αφορά την ίδια τη σχέση των κοινωνιών με την πολιτική και με τα κόμματα.
Μια σχέση που γίνεται όλο και λιγότερο «ιστορική», σταθερή και ουσιαστική, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται σε κάθε μάχη, καθιστώντας πιο πιθανή την απότομη μεταβολή και την πολιτική ανατροπή.
Και αυτό σημαίνει ότι ακόμη και εκεί όπου φαινομενικά διαμορφώνονται συνθήκες πολιτικής «μονοκρατορίας», όπως αφελώς θα μπορούσε να υποθέσει κανείς κοιτώντας τα εκλογικά αποτελέσματα των τελευταίων δύο ετών στη χώρα μας, τα πράγματα είναι πολύ πιο εύθραυστα και πολύ πιο ρευστά, από όσο θα ήθελε να πιστέψει ιδίως η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Γιατί μπορεί να έχουν το πλεονέκτημα μιας συνθήκης όπου απέναντί τους δεν έχουν ούτε μια ενιαία αντιπολίτευση, ούτε μια ηγετική προσωπικότητα που να μπορεί να φαντάζει ως «ο επόμενος πρωθυπουργός» (πλην του «Κανένα»), κάτι που σίγουρα δεν ίσχυε εδώ και καιρό στη Βρετανία, όμως η δυσαρέσκεια διογκώνεται.
Εάν κανείς κοιτάξει τα στοιχεία της δημοσκόπησης της Metron Analysis για το MEGA θα δει μια κλιμακούμενη δυσαρέσκεια, μια σαφέστατη αποδοκιμασία της κυβέρνησης, μια συρρίκνωση όχι μόνο της εκλογικής απήχησης της ΝΔ, αλλά του ποσοστού των ανθρώπων που βλέπουν τα πράγματα να πηγαίνουν στη σωστή κατεύθυνση.
Πράγμα που δείχνει ότι η κοινοβουλευτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας και η αίσθηση ότι είναι ο μόνος πόλος «κυβερνησιμότητας» στο πολιτικό σκηνικό είναι απλώς η επιφάνεια των πραγμάτων.
Πιο κάτω υπάρχει η πραγματικότητα συνολικότερων κοινωνικών και πολιτικών μετατοπίσεων που απλώς δεν έχουν βρει έκφραση, ούτε ως κοινωνική διεκδίκηση, ούτε ως πολιτική εκπροσώπηση.
Αλλά αυτό δεν θα συνεχιστεί επ’ άπειρον. Και η πιθανότητα απότομων μεταβολών και γρήγορης κατάρρευσης της κυβερνητικής παντοδυναμίας θα γίνεται ολοένα και πιο μεγάλη.
Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι υπάρχει το «αντίπαλο δέος», δηλαδή μια επαρκώς συγκροτημένη εναλλακτική κυβερνητική πρόταση και ηγετική προσωπικότητα από τον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο, που να πείθει ότι μπορεί να τα πάει καλύτερα στη διαχείριση των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η κοινωνία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις