Ο πόλεμος της Ουκρανίας θα τελειώσει με μια συνθηκολόγηση και όχι με μια συμφωνία κατόπιν διαπραγμάτευσης. Αυτή είναι η αντίληψή μου για το πού οδηγείται η σύγκρουση και γιατί τα μέρη δεν μπορούν να διαπραγματευτούν έναν συμβιβασμό, γράφει σε ανάλυσή του ο Stephen Bryen, πρώην αναπληρωτής υφυπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, ειδικός στη στρατηγική και την τεχνολογία ασφαλείας.

Το τελευταίο επεισόδιο που έλειπε στο σίριαλ των ανύπαρκτων διαπραγματεύσεων ήταν μια δήλωση, με τη μορφή συνέντευξης που έδωσε ο πρόεδρος της Ουκρανίας στο Philadelphia Inquirer.

«Σύντομα θα έρθει η στιγμή που ο ουκρανικός στρατός είτε θα καταρρεύσει είτε θα παραδοθεί, είτε και τα δύο»

Στιγμιότυπο από τη συνέντευξη του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Philadelphia Inquirer (φωτογραφία Office of the President of Ukraine)

Ο Ζελένσκι είπε ότι δεν μπορούν να υπάρξουν άμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, αλλά έμμεσες μέσω τρίτου μέρους, το οποίο δεν θα έχει, απλώς, τον ρόλο του μεσολαβητή, αλλά η οποιαδήποτε συμφωνία θα επιτυγχάνονταν μόνο μαζί του και όχι μεταξύ Μόσχας και Κιέβου. Πρότεινε, μάλιστα, ότι ίσως τα Ηνωμένα Εθνη να μπορούσαν ν’ αναλάβουν αυτόν τον ρόλο.

Η πρόταση δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας για πολλούς λόγους, αλλά ο σπουδαιότερος είναι ότι τα εμπόλεμα κράτη θα πρέπει να συμφωνήσουν μεταξύ τους, χωρίς κανέναν ενδιάμεσο, για τον τερματισμό μιας σύγκρουσης.

Δεν υπάρχει, άλλωστε, κανένα αίσθημα εμπιστοσύνης για την εφαρμογή μιας συνθήκης από ένα τρίτο μέρος, όπως αποδεικνύουν οι συμφωνίες του Μινσκ (2014, 2015).

Το Μινσκ ήταν μια υβριδική περίπτωση, κατά την οποία οι συμφωνίες υπεγράφησαν από τη Ρωσία, την Ουκρανία και τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).

Προπέτασμα καπνού

Η Ουκρανία αρνήθηκε να τις εφαρμόσει και ο ΟΑΣΕ αποδείχθηκε άβουλος και απρόθυμος να προσπαθήσει να τις επιβάλει.

Ελαβαν την πολιτική υποστήριξη της Γερμανίας και της Γαλλίας, αλλά καμία από τις δυο δεν τις υπέγραψε, κι’ έτσι δεν ήταν νομικά υποχρεωμένες με οποιονδήποτε τρόπο να τις στηρίξουν.

Η «πρόταση» του Ζελένσκι αποτελεί στην πραγματικότητα ένα ακόμη προπέτασμα καπνού προκειμένου να εκτρέψει την κριτική που ασκείται στο Κίεβο για την απροθυμία του να προχωρήσει σε μια διευθέτηση με τη Ρωσία. Υπάρχουν τρεις ισχυρές δυνάμεις που κρατούν τον ουκρανό πρόεδρο μακριά από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Η πιο σημαντική είναι ότι οι κύριοι αγγλοσάξωνες παίκτες του ΝΑΤΟ, δηλαδή οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, αντιτίθενται σθεναρά σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με τη Ρωσία.

Οι ΗΠΑ έκαναν ό,τι μπορούσαν, χρησιμοποιώντας κυρώσεις και διπλωματικά μέτρα, για ν’ αποτρέψουν οποιοδήποτε διάλογο, για οποιοδήποτε θέμα (εκτός από τις ανταλλαγές κρατουμένων).

Μινσκ – 2015, από αριστερά προς τα δεξιά, Βλαντίμιρ Πούτιν, Φρανσουά Ολάντ (πρόεδρος της Γαλλίας), Ανγκελα Μέρκελ (καγκελάριος της Γερμανίας), Πέτρο Ποροσένκο (πρόεδρος της Ουκρανίας)

Οι νεοναζί και η απόλυση του στρατηγού

Η δεύτερη δύναμη είναι η ουκρανική νομοθεσία, που υποστηρίζεται από τον ίδιο τον Ζελένσκι, και απαγορεύει τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία. Το Verkhovna Rada (το κοινοβούλιο της Ουκρανίας) θα μπορούσε να την ακυρώσει σ’ ένα νανοδευτερόλεπτο εάν το ζητούσε ο ουκρανός πρόεδρος, αλλά δεν θα το κάνει.

Ελέγχει πλήρως το κοινοβούλιο – έχει συλλάβει ή εξορίσει πολιτικούς της αντιπολίτευσης – τον Τύπο και άλλα μέσα ενημέρωσης.

Η σιδερένια πυγμή του δεν θα επιτρέψει, προσωπικά, τις άμεσες διαπραγματεύσεις. Υπέγραψε, άλλωστε, διάταγμα που απαγορεύει κάθε συζήτηση με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν.

Η τρίτη δύναμη σχετίζεται με την πίεση που ασκείται στον Ζελένσκι από σκληρούς δεξιούς εθνικιστές, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των νεοναζί της ταξιαρχίας Αζόφ.

Αμεση απόδειξη γι’ αυτό αποτελεί η απόλυση του υποστράτηγου Γιούρι Σοντόλ, ανώτατου διοικητή των ουκρανικών δυνάμεων στην περιοχή του Χαρκόβου.

Ο Σοντόλ κατηγορήθηκε για ανικανότητα από τους ηγέτες της ταξιαρχίας, οι οποίοι είπαν ότι σκότωσε στις μάχες που έλαβαν χώρα εκεί περισσότερους Ουκρανούς απ’ ό,τι Ρώσους. Εστειλαν το αίτημά τους για την απόλυσή του στο κοινοβούλιο και ο Ζελένσκι υποχρέωσε τους βουλευτές να υπακούσουν.

Υψηλές απώλειες

Εκτοτε, η κατάσταση για την Ουκρανία συνεχίζει να επιδεινώνεται σ’ ολόκληρη τη γραμμή επαφής. Οι απώλειες των δυνάμεών της στις μάχες είναι πολύ υψηλές και μέσα σε λίγες ημέρες ανήλθαν στους 2.000 νεκρούς και τραυματίες.

Οι Ρώσοι έχουν εντείνει τις επιθέσεις τους με βόμβες ολίσθησης FAB, συμπεριλαμβανομένου του τέρατος FAB-3000, με το οποίο πρόσφατα χτυπήθηκε κέντρο διοίκησης του ουκρανικού στρατού στον αγροτικό οικισμό Νέα Υόρκη, στην περιοχή του Ντονμπάς, όπου φημολογείται ότι σκοτώθηκαν 60 ή περισσότεροι ουκρανοί στρατιωτικοί.

Οι Ρώσοι λένε ότι ο ίδιος ο Ζελένσκι δεν μπορεί να είναι εταίρος σε μια διαπραγμάτευση επειδή η θητεία του έληξε τον Μάιο.

Υπάρχει κάποια σύγχυση σχετικά με τη νομική κατάσταση στην Ουκρανία, αλλά ειδικοί εντός και εκτός πιστεύουν ότι από τη στιγμή που ολοκλήρωσε τη θητεία του, η ηγεσία της χώρας πρέπει να περάσει στον πρόεδρο του κοινοβουλίου, Ρουσλάν Στεφαντσούκ.

Ο Στεφαντσούκ καθίσταται όλο και πιο ενεργός πολιτικά, αλλά δεν έχει αντιταχθεί στη συνέχιση άσκησης της εξουσίας από τον Ζελένσκι.

Στο μεταξύ, δεδομένης της κατάστασης στο πεδίο της μάχης, οι Ρώσοι αναμφίβολα υπολογίζουν ότι σύντομα θα έρθει η στιγμή που ο ουκρανικός στρατός είτε θα καταρρεύσει είτε θα παραδοθεί, είτε και τα δύο.

Το βασικό μήνυμα για το ΝΑΤΟ

Σε κάθε περίπτωση, η ουκρανική κυβέρνηση θα χρειαστεί ν’ αντικατασταθεί με κάποιο τρόπο, ίσως με μια προσωρινή στρατιωτική ηγεσία επιλεγμένη από τη Ρωσία. Αυτό θα επέτρεπε στους Ρώσους να συνάψουν μια συμφωνία συνθηκολόγησης με την προσωρινή κυβέρνηση.

Η παράδοση του ουκρανικού στρατού και η συμφωνία με μια νέα κυβέρνηση θα καθιστούσε αδύνατη τη συνέχιση της εμπλοκής του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.

Αυτό θα μπορούσε ν’ ανοίξει τον δρόμο, τελικά, σ’ έναν διάλογο για την ασφάλεια μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας όταν η βορειοατλαντική συμμαχία χωνέψει αυτό που συνέβη και το γιατί συνέβη.

Δυστυχώς, η ανάδειξη στους κόλπους της ξοφλημένων ηγετών όπως ο Μαρκ Ρούτε, δεν προοιωνίζεται καλά νέα για το μέλλον της.

Το βασικό μήνυμα για το ΝΑΤΟ, πάντως, εάν οι Ρώσοι κερδίσουν στην Ουκρανία, όπως φαίνεται όλο και πιο πιθανό, είναι ότι θα πρέπει να σταματήσει την επέκτασή του και ν’ αναζητήσει μια πιο σταθερή συμφωνία με τη Ρωσία στην Ευρώπη.

(Στην κεντρική φωτογραφία, τραβηγμένη από drone, φαίνονται κατεστραμμένα κτίρια στην πρώτη γραμμή του μετώπου στην πόλη Τσάσιβ Γιαρ, εν μέσω της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, στην περιοχή του Ντονέτσκ, την 4η Ιουλίου 2024 (Από Oleg Petrasiuk/υπηρεσία Τύπου της 24ης Ξεχωριστής Μηχανοποιημένης Ταξιαρχίας King Danylo των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων/μέσω του Reuters)