Οι πόλεις θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο στο μέλλον της ανθρωπότητας. Περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού (57%) ζούσε σε αστικές περιοχές το 2022 και το εν λόγω ποσοστό προβλέπεται να φτάσει σχεδόν το 70% εκατό έως το 2050. Οι πόλεις ήδη συμμετέχουν στη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή για τα αποτυπώματα άνθρακα και, σε πολλές περιπτώσεις, για την πρωτοπορία και την καινοτομία στην πράσινη μετάβαση. Αλλά είναι επίσης ιδιαιτέρως ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή.

Μέχρι σήμερα έχει γίνει λίγη έρευνα για το πώς η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο έξαρσης της αστικής βίας, αλλά υπάρχουν πολλοί λόγοι να πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να το κάνει. Καθώς τόσο η αστικοποίηση όσο και η κλιματική κρίση εντείνονται, υπάρχει επείγουσα ανάγκη να κατανοηθεί αυτή η σχέση, προκειμένου να αποφευχθεί οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής να γεννήσουν ακόμη μια εκρηκτική πηγή βίας στις πόλεις.

Η κακή διακυβέρνηση και η παραμέληση συχνά συμβάλλουν δυσανάλογα στην ευπάθεια των φτωχών και περιθωριοποιημένων αστικών κοινοτήτων στην κλιματική αλλαγή

Έρευνα εξετάζει ένα δυνητικό σύνολο αιτιωδών σχέσεων με τις οποίες η κλιματική αλλαγή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο βίας που διαπράττεται από ή εναντίον των φτωχών πολιτών: αντιληπτές αποτυχίες διακυβέρνησης που τους καθιστούν πιο ευάλωτους στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, προκαλώντας παράπονα που τελικά καταλήγουν σε βία.

Έκθεση και ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή στις πόλεις

Οι πόλεις εκτίθενται σε μεγάλη ποικιλία επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η έρευνα δείχνει ότι οι πιο σημαντικές επιπτώσεις είναι πιθανό να είναι οι υψηλότερες μέσες θερμοκρασίες, οι καύσωνες, οι πλημμύρες από την αλλαγή των μοτίβων των βροχοπτώσεων, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η λειψυδρία.

Ένα παράδειγμα του πώς η κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει τους κατοίκους των πόλεων είναι οι πλημμύρες. Σε όλο τον κόσμο, περίπου το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε ζώνες υψηλού κινδύνου για πλημμύρες, η συντριπτική πλειοψηφία στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι πλημμύρες έχουν μυριάδες επιπτώσεις στις πόλεις, αυξάνοντας μεταξύ άλλων τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία και την εκδήλωση κρουσμάτων ασθενειών όποτε τα συστήματα ύδρευσης και αποχέτευσης κινδυνεύουν να καταστραφούν, καθώς και για την καταστροφή περιουσιών. Οι πλημμύρες μπορούν να επηρεάσουν δυσανάλογα τους φτωχούς των πόλεων, ειδικά εάν ζουν σε ανεπίσημους οικισμούς σε περιοχές επιρρεπείς στις πλημμύρες.

Πλημμύρες στη Θεσσαλία – Η κλιματική αλλαγή εγείρει πληθώρα σοβαρών ζητημάτων κοινωνικής δικαιοσύνης

Κι ενώ οι πλημμύρες μπορεί να είναι αποτέλεσμα πολύ ισχυρών βροχοπτώσεων, πολλές από τις πόλεις του κόσμου θα εκτεθούν επίσης στις επιπτώσεις της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Μέχρι το 2050, προβλέπεται ότι περίπου 800 εκατομμύρια άνθρωποι θα ζουν σε πόλεις που επηρεάζονται από μόλις μισό μέτρο ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Στο Νταρ ες Σαλάμ της Τανζανίας, για παράδειγμα, περίπου το 8% της πόλης βρίσκεται αυτήν τη στιγμή κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, θέτοντας τουλάχιστον 143.000 ανθρώπους σε κίνδυνο από πλημμύρες στις εκεί ακτές. Οι άτυποι οικισμοί στο Νταρ ες Σαλάμ αυξάνονται επίσης ως αποτέλεσμα του ταχέως αυξανόμενου πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των ήδη παράκτιων περιοχών που είναι επιρρεπείς στις πλημμύρες. Οι παράκτιες πλημμύρες όχι μόνο καταστρέφουν περιουσίες, αλλά μπορούν να βλάψουν κρίσιμες υποδομές και να μολύνουν τους πόρους του γλυκού νερού της πόλης.

Από αποτυχίες διακυβέρνησης μέχρι παράπονα

Η κακή αστική διακυβέρνηση και οι υποδομές μπορούν να αυξήσουν την ευπάθεια στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα, το 2023, η καταιγίδα Ντάνελ (που «έπνιξε» και την Ελλάδα) έπληξε την ανατολική ακτή της Λιβύης, φέρνοντας μαζί της ισχυρούς ανέμους και έντονες βροχοπτώσεις που οδήγησαν σε εκτεταμένες πλημμύρες. Η καταιγίδα προκάλεσε την κατάρρευση ενός παραμελημένου από την Πολιτεία φράγματος, το οποίο οδήγησε στην ολική καταστροφή ολόκληρων γειτονιών στο λιμάνι της πόλης Δάρνη, με χιλιάδες νεκρούς και δεκάδες χιλιάδες εκτοπισμένους.

Ακόμη και πριν από την καταιγίδα Ντάνιελ, τα ποσοστά φτώχειας στη Δάρνη ήταν υψηλά και πολλές υποδομές δεν συντηρούνταν σωστά. Μία εβδομάδα μετά από την καταιγίδα, τα παράπονα κατά της κυβέρνησης της πόλης μετετράπησαν σε «ορμητικό χείμαρρο» οργής όταν οι κάτοικοι της Δάρνης βγήκαν στους δρόμους για να ζητήσουν λογοδοσία για την παραμέληση του φράγματος και την κακή διαχείριση της κρίσης. Οι διαδηλώσεις κλιμακώθηκαν σε βία όταν διαδηλωτές πυρπόλησαν το σπίτι του τότε δημάρχου της πόλης.

Η κακή διακυβέρνηση και η παραμέληση συχνά συμβάλλουν δυσανάλογα στην ευπάθεια των φτωχών και περιθωριοποιημένων αστικών κοινοτήτων στην κλιματική αλλαγή. Εκτός από την αποτυχία να «χτίσουν» έγκαιρα την ετοιμότητα και την ανθεκτικότητα αυτών των κοινοτήτων, οι Αρχές συχνά παρείχαν ανεπαρκή βοήθεια κατά τη διάρκεια κρίσεων και κατά τη διάρκεια της επούλωσης των «πληγών» μετά από τις κρίσεις. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια των πλημμυρών στην Άκρα της Γκάνας, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2006, οι Αρχές δεν παρείχαν συγκεκριμένη βοήθεια σε άτυπες κοινότητες, ακόμη και μετά από την υποβολή καταγγελιών, αναγκάζοντας τους κατοίκους να φροντίζουν τους εαυτούς τους μοναχοί τους. Μια τέτοια παραμέληση μπορεί να τροφοδοτήσει παράπονα, οδηγώντας δυνητικά σε αναταραχές και ακόμη και σε βίαιες διαμαρτυρίες – καθώς και σε βίαιη καταστολή από κρατικούς ή ιδιωτικούς παράγοντες.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι επίσημες αντιδράσεις στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής επιδεινώνουν ακόμη και την κατάσταση για τις πληγείσες κοινότητες. Για παράδειγμα, οι πρόσφατες πλημμύρες στο Ναϊρόμπι της Κένυας επηρέασαν περισσότερους από 380.000 ανθρώπους σε όλη την πόλη, αλλά η αντίδραση της κυβέρνησης έχει δημιουργήσει περισσότερες δυσκολίες για τις φτωχές κοινότητες. Σύμφωνα με πληροφορίες, επικαλούμενη το «καθήκον της να προστατεύει ζωές» ως δικαιολογία, η κυβέρνηση έχει εκδιώξει κατοίκους χαμηλού εισοδήματος που ζουν σε απόσταση 30 μέτρων από τις παρόχθιες ζώνες, κατεδαφίζοντας τα σπίτια τους και παρέχοντάς τους προσωρινό καταφύγιο. Τροφοδοτώντας περαιτέρω τα παράπονα και τη δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης, πολλές πληγείσες οικογένειες ακόμη δεν έχουν λάβει την οικονομική αποζημίωση που υποσχέθηκε ο πρόεδρος της Κένυας Γουίλιαμ Ρούτο.

Απαιτείται περισσότερη έρευνα σχετικά με τις σχέσεις με την αστική βία

Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να πιστεύουμε ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο βίας στις πληγείσες πόλεις και αστικές κοινότητες. Όταν οι Αρχές αποτυγχάνουν να προστατεύσουν και να υποστηρίξουν τις κοινότητες, ειδικά όταν οι ενέργειες των Αρχών -ή ιδιωτών ή επιχειρήσεων- συμβάλλουν στην περιθωριοποίηση και την ευπάθεια μιας κοινότητας, τότε είναι δυνατόν να γεννηθεί μια πηγή θυμού και δυσαρέσκειας.

Η έρευνα για την αστική βία δείχνει ότι τέτοιου είδους παράπονα είναι δυνατόν να γεννήσουν πηγές βίας, έμμεσων ή άμεσων. Επειδή ο κόσμος αστικοποιείται ταχέως και η κλιματική αλλαγή θα επηρεάζει ολοένα και περισσότερο τις πόλεις, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι -εκτός εάν ληφθούν μέτρα για τη μείωση της ευπάθειας των αστικών κοινοτήτων, την αύξηση της ανθεκτικότητάς τους και την παροχή κατάλληλων, δίκαιων λύσεων- η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να αυξήσει τα παράπονα μεταξύ των αστικών κοινοτήτων που εν συνεχεία θα μετασχηματίζονται σε βία.

Ωστόσο, η ακαδημαϊκή έρευνα σχετικά με το πώς η κλιματική αλλαγή συμβάλλει στην αστική βία είναι πολύ περιορισμένη. Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας επικεντρώνεται στις επιπτώσεις των αστικών πλημμυρών στην αναταραχή, συμπεριλαμβανομένων ταραχών και βίαιων διαδηλώσεων, και δείχνει ότι η βία που σχετίζεται με τις πλημμύρες τείνει να εμφανίζεται σε μέρη όπου οι πληγείσες ομάδες είναι περιθωριοποιημένες.

Ωστόσο, οι περιορισμοί της έρευνας αφήνουν ασαφές το πώς -ή ακόμη και το αν- τα παράπονα αποτελούν μια προβλέψιμη οδό μέσω της οποίας η αστική περιθωριοποίηση και η κλιματική ευπάθεια οδηγούν σε αναταραχή και πιθανή βία. Χρειάζεται επομένως περισσότερη έρευνα για να κατανοήσουμε ποιες είναι αυτές οι συνθήκες και πώς λειτουργούν οι μηχανισμοί παραπόνων που σχετίζονται με το κλίμα – για παράδειγμα, πότε και πώς τα παράπονα μπορεί να οδηγήσουν σε βία και πώς μπορεί να αποτραπεί. Μπορεί επίσης να υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί που συνδέουν την κλιματική αλλαγή με την αστική βία που αξίζει να διερευνηθούν. Για παράδειγμα, τα μέτρα μετριασμού του κλίματος ή προσαρμογής θα μπορούσαν να προκαλέσουν παράπονα εάν δεν έχουν σχεδιαστεί σωστά ή θεωρηθούν άδικα.

Ούσα εξοπλισμένη με αυτήν την κατανόηση, η Πολιτεία μπορεί χρησιμοποιήσει την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής ως σημείο εισόδου για την πρόληψη της βίας στις πόλεις του αύριο.