Σε νέο κύμα κορονοϊού βρίσκεται αυτές τις ημέρες η χώρα, όμως τίποτα δεν θυμίζει την εποχή της πανδημίας.

Αυτή τη φορά η ίωση δεν μας απασχολεί, ούτε οργανωτικά στο νοσοκομεία, ούτε από πλευράς διαχείρισης.

Όμως μας απασχολεί σε επίπεδο ασθενών, γιατί προκαλεί μια νοσηλευτική αναστάτωση στο σπίτι και μια σειρά από πρακτικά προβλήματα. Κι αυτό γιατί οι πάσχοντες πρέπει να απομονωθούν,  ιδιαίτερα αν βρίσκονται σε οικογένειες με μικρά παιδιά ή υπέργηρους γονείς.

Χρειάζεται πολύ γρήγορα να γίνεται η συνταγογράφηση των αντι-ιικών από στόματος ή και ενδοφλεβίως σε ειδικές ομάδες ασθενών για να τους προφυλάξουμε από τις κακές εκβάσεις της νόσου

O καθηγητής Πνευμονολκογίας Κρήτης Νίκος Τζανάκης

Τα παραπάνω τόνισε ο καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Κρήτης και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας Νίκος Τζανάκης, μιλώντας στο in.gr, με αφορμή την πρόσφατη δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας «Πνεύμων», μελέτης σειράς Ελλήνων επιστημόνων με επικεφαλής τον ίδιο.

Όπως τόνισε ο κ. Τζανάκης, η συγκεκριμένη ίωση συμπεριφέρεται διαφορετικά από τις άλλες αναπνευστικές ιώσεις, δεν γνωρίζει εποχικότητα και καθορίζεται περισσότερο από το δυναμικό των κοινωνικών επαφών και ποσοτικά,όπως είναι το τουριστικόρεύμα τώρα, αλλά και η ελληνική κοινωνική ζωή, γάμοι,αρραβώνες, βαφτίσεις.

Αυτές οι κοινωνικές συναθροίσεις, καθορίζουν τελικά πώς συμπεριφέρεται ο ιός και υπερφαλαγίζουντην εποχικότητα. Αυτός είναι και ο λόγος που τώρα εξελίσσεται το νέο κύμα ιώσεων κορονοϊού.

Εμβολιασμός

Αυτού του είδους την εποχικότητα, με την έννοια των κοινωνικών συναθροίσεων, μπορεί να αντιμετωπίσει ο εμβολιασμός, συνέχισε ο καθηγητής.

Τόνισε όμως, ότι χρειάζεται να εφαρμοστεί μια στρατηγική με επικαιροποιημένα εμβόλια– κάτι που είναι πολύ σημαντικό.

Πρόσθεσε ότι πρέπει επίσης να αντιμετωπιστεί ο εμβολιασμός με καμπάνιες ενημέρωσης, αλλά και με την προσωπική επαφή που έχουν οι γιατροί με τους ασθενείς τους, για να καμφθεί η «εμβολιαστική κόπωση» που παρατηρείται στον πληθυσμό, όπως εξάλλου επισημαίνει και η μελέτη των ειδικών.

Ο κ. Τζανάκης πρόσθεσε ότι «Μπορεί το εμβόλιο να προκαλεί πρόσκαιρη ανοσία, ο ιός να ξεφεύγει της ανοσίας, καθώς το εμβόλιο δεν προστατεύει από τη μόλυνση, αλλά θα πρέπει να επιδιώκεται σε ομάδες ανθρώπων που αν κολλήσουν θα κινδυνεύσουν να αρρωστήσουν βαριά ή να χάσουν τη ζωή τους, όπως οι ανοσοκατεσταλμένοι ογκολογικοί και αιματολογικοί ασθενείς ή οι ασθενείς με αυτοάνοσα που παίρνουν ειδικές θεραπείες που επηρεάζουν τα λεμφοκύτταρά τους».

Αντίστοιχα, ο καθηγητής τόνισε ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί και η χρήση των αντι-ιικών θεραπειών, οι οποίες όπως φαίνεται δεν «εξουδετερώνονται» από τα μεταλλαγμένα στελέχη του ιού.

«Χρειάζεται πολύ γρήγορα να γίνεται η συνταγογράφηση των αντι-ιικών από στόματος ή και ενδοφλεβίως σε ειδικές ομάδες ασθενών για να τους προφυλάξουμε από τις κακές εκβάσεις της νόσου», υπογράμμισε ο κ. Τζανάκης.

Εξειδικευμένη επιτήρηση

Όσον αφορά την επιδημιολογική επιτήρηση, ο καθηγητής τόνισε πωςπρέπει πλέον να είναι τελείως εξειδικευμένη.

«Η επιδημιολογική επιτήρηση του κορονοϊού θα πρέπει να εξειδικευτεί, έτσι ώστε να στοχεύσει στην έγκαιρη ανίχνευση περιστατικών στους ειδικούς πληθυσμούς που κινδυνεύουν με βαριά νόσηση», είπε ο καθηγητής και πρόσθεσε ότι πρέπει επίσης να εστιαστεί και σε ειδικές ομάδες πληθυσμού που μπορούν να μεταδώσουν τη λοίμωξη, όπως είναι οι υγειονομικοί, οι εκπαιδευτικοί, οι βρεφοκόμοι, αλλά και το προσωπικό σε οίκους ευγηρίας, σωφρονιστικά καταστήματα, καθώς επίσης και οι έγκυοι ή οι λεχώνες.

«Για αυτές τις κατηγορίες πληθυσμού θα πρέπει να αναπτυχθεί στρατηγική έγκαιρηςαπομόνωσης, για να μην διαδοθεί ο ιός περαιτέρω. Πράγματι, σε αυτούς  θα πρέπει να υπάρξει επιτήρηση», κατέληξε ο κ. Τζανάκης.