Η  πετυχημένη μαζική κινητοποίηση μέσα και έξω από τη Γαλλία ενόψει του δεύτερου γύρου των εκλογών για τη γαλλική Εθνοσυνέλευση και του ενδεχομένου ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός να πετύχει απόλυτη πλειοψηφία και να σχηματίσει κυβέρνηση, έδειξε ότι μέσα στις κοινωνίες υπάρχουν αντανακλαστικά.

Γι’ αυτό και αποτράπηκε ένα ενδεχόμενο που θα συνιστούσε μια τεράστια οπισθοχώρηση ιδίως ως προς ζητήματα θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα οδηγούσε σε ριζική επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων και των μεταναστών.

Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός της βαθύτερης αμηχανίας που προκάλεσε αυτή η βίαιη αναμέτρηση με την πραγματικότητα της κρίσης της πολιτικής στην Ευρώπη.

Γιατί αυτή η κρίση δεν έχει να κάνει απλώς με την «απήχηση του λαϊκισμού», έννοια παραπλανητική και προβληματική καθώς η χρήση του δεν περιορίζεται στο δεξιό «άκρο» και πλέον έχει καταντήσει να είναι μια ευπρόσωπη εκδοχή της «θεωρίας των δύο άκρων».

Κυρίως έχει να κάνει με τον τρόπο που εδώ και δεκαετίες η πολιτική στην Ευρώπη χάνει κάθε περιεχόμενο πέρα από τον συνδυασμό ανάμεσα σε έναν κυνικό νεοφιλελευθερισμό που αντιμετωπίζει τις αγορές ως απόλυτους σχεδιαστές πολιτικής, έναν ατλαντισμό που οδηγεί σε ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή σε γεωπολιτικές συγκρούσεις και μια αυταρχική και πειθαρχική αντιμετώπιση των κοινωνικών διεκδικήσεων.

Αυτή την αποστείρωση της πολιτικής, σημαντικό μέρος της οποίας ήταν και η συστηματική δαιμονοποίηση κάθε πολιτικής και ιδεολογικής τοποθέτησης που αμφισβητούσε τη μονοκρατορία των αγορών και υπερασπιζόταν τα δημόσια αγαθά και την αναδιανομή εισοδήματος, πληρώνει σήμερα το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα

Ένα σύστημα που στον κομματικό κορμό του πίστεψε ότι μπορούσε να ανακόψει την ακροδεξιά απλώς με το να υιοθετήσει πλευρές της πολιτικής της, στοιχείο που τελικά συνέβαλε στο να αποκτήσει αυτή ακόμη μεγαλύτερη απήχηση.

Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε απόπειρα «επιστροφής της πολιτικής» που απλώς θα προσπαθήσει να παρουσιάσει πιο «οραματικά» αυτή την αμηχανία δύσκολα θα πετύχει.

Ιδίως όταν ενδόμυχα εξακολουθεί να θεωρεί την αμφισβήτηση του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού από αριστερή σκοπιά εξίσου (αν όχι και περισσότερο) επικίνδυνη με την επέλαση της Ακροδεξιάς, όπως ακόμη και τώρα καταδεικνύουν στη Γαλλία οι τοποθετήσεις της παράταξης Μακρόν υπέρ μιας κυβέρνησης διπλής οριοθέτησης απέναντι και στον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό και την αριστερή Ανυπότακτη Γαλλία.

Παραβλέποντας ότι μόνο τυχαίο δεν ήταν ότι στη Γαλλία η καταλυτική δύναμη για να διαμορφωθεί μέτωπο απέναντι στην Ακροδεξιά ήταν ακριβώς η Αριστερά, όπως φάνηκε και στα εκλογικά αποτελέσματα αλλά και καταγράφεται και στη σύνθεση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης.

Ότι σήμερα είναι ακριβώς οι δυνάμεις που συγκεφαλαιώνουν την στρατηγική του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού» αυτές που προσπαθούν να μετατρέψουν την ήττα τους (και τη συμβολή τους στην άνοδο της Άκρας Δεξιάς) σε «νίκη» και παραμονή στην  εξουσία, τελικά δείχνει και την ουσία του προβλήματος.

Γιατί εάν το ζήτημα δεν είναι η «επιστροφή της πολιτικής» ως απλή διαχείριση του υπάρχοντος, τότε γίνεται σαφές ότι η υπεράσπιση της δημοκρατίας απέναντι στον φασισμό δεν μπορεί να είναι ουδέτερη. Αναγκαστικά θα έχει το πρόσημο των κοινωνικών ομάδων που σήμερα αντιμετωπίστηκαν ως το αναλώσιμο υλικό των αγορών και θα συνδυάζεται με ισχυρά αιτήματα αναδιανομής, κοινωνικής προστασίας και επανακατοχύρωσης των δημοσίων αγαθών.