Βρετανία: Οι δύσκολες επιλογές της για τους φόρους και τις δαπάνες
Τι εκτιμούν για τη Βρετανία οι ειδικοί του Ταμείου και τι συμβουλεύουν τη νέα κυβέρνηση των Εργατικών
- Πώς η Amazon σκοπεύει να «χτυπήσει» Shein, Temu και… Tik Tok
- «Μητέρες και μωρά υποφέρουν από τον πόλεμο» – Το μήνυμα της θρυλικής Βανέσα Ρεντγκρέιβ
- «Το αεροπλάνο που έπεσε επλήγη από ρωσικό πύραυλο» λένε πηγές της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν
- Νέο χτύπημα του Ισραήλ στο νοσοκομείο Καμάλ Αντουάν - Πέντε νεκροί εργαζόμενοι
Το Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου η νέα κυβέρνηση των Εργατικών μόλις ανέλαβε καθήκοντα, θα πρέπει να πάρει κρίσιμες αποφάσεις και να κάνει «δύσκολες επιλογές μεταξύ φόρων και δαπανών», λόγω του υψηλού επιπέδου του δημόσιου χρέους της χώρας. Την εκτίμηση αυτή έκανε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στο πλαίσιο της ετήσιας ενημέρωσης για την οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση της Βρετανίας, που δημοσιοποίησε τη Δευτέρα, λίγες μόλις ημέρες μετά τη σαρωτική νίκη που πέτυχαν οι Εργατικοί στις εκλογές της περασμένης Πέμπτης 4 Ιουλίου.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση μεσοπρόθεσμα από δημοσιονομική άποψη θα είναι να ληφθούν καλύτερα υπόψη οι ανάγκες που θα καθορίσουν τις δημόσιες δαπάνες και να σταθεροποιηθεί πραγματικά το χρέος», σημειώνουν οι ειδικοί του Ταμείου, που πάντως αναγνωρίζει την ανάγκη να γίνουν στη χώρα μεγάλες δημόσιες επενδύσεις, ιδιαίτερα στον τομέα της Υγείας «μέσα σε ένα πλαίσιο χρόνιας υποχρηματοδότησης του NHS και γήρανσης του πληθυσμού».
Διακηρυγμένη πρόθεση και υπόσχεση εξάλλου της νέας κυβέρνησης του Κιρ Στάρμερ είναι να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες για την Υγεία, την Παιδεία και τις υποδομές, διαδικασία που η κυβέρνηση των Εργατικών πιστεύει ότι θα βελτιώσει την καθημερινότητα των πολιτών, ενώ ταυτόχρονα θα τονώσει την αναπτυξιακή διαδικασία και την απασχόληση.
«Πάρτε μέτρα»
Το ΔΝΤ ουσιαστικά ανάβει το πράσινο φως προκειμένου να γίνουν «φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας». Ταυτόχρονα όμως υπογραμμίζει την ανάγκη να διατηρηθεί υπό έλεγχο το δημόσιο χρέος, το οποίο «πλησιάζει να φτάσει στο 100% ως ποσοστό του βρετανικού ΑΕΠ» (για την ακρίβεια ήταν 97,9% τον Απρίλιο). Υπογραμμίζει επίσης το Ταμείο την ανάκγη να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα που, αν και περιορίστηκε εφέτος έπειτα από τις πανδημικές υπερβάσεις, βρίσκεται ακόμα στο «μη βιώσιμο» ποσοστό 4,4%.
Μεταξύ των πιθανών μέτρων για την αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης το ΔΝΤ προτείνει στην βρετανική κυβέρνηση να διερευνήσει τις δυνατότητες ενίσχυσης των φορολογικών εσόδων του κράτους. Και αναφέρει ως παράδειγμα την αύξηση της φορολόγησης του άνθρακα, την αύξηση του φόρου κληρονομιάς και της ακίνητης περιουσίας ή τη διεύρυνση της βάσης του ΦΠΑ και την αύξηση των συντελεστών του. Μια κυβέρνηση Εργατικών, βέβαια, δύσκολα θα αποφάσιζε την αύξηση των εμμέσων φόρων που θα έπληττε τα μικρομεσαία εισοδήματα, την κεντρική δεξαμενή ψήφων δηλαδή του κόμματος.
Επιφυλακτικό το ΔΝΤ
Η δημοσιονομική εικόνα μιας χώρας βελτιώνεται όταν γίνονται οικονομίες αλλά και όταν επιταχύνεται ο αναπτυξιακός ρυθμός της οικονομίας. Αυτός είναι εξάλλου και ο στόχος της κυβέρνησης Στάρμερ («ανάπτυξη, ανάπτυξη και ανάπτυξη» είναι το τρίπτυχό του για την οικονομία). Αυτή είναι και η κεντρική ιδέα των πρώτων δηλώσεων της υπουργού Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς, η οποία υπογράμμισε την ανάγκη να τονωθεί η ανάπτυξη μέσω επενδύσεων στις υποδομές, όπως είναι η αιολική ενέργεια και η στέγαση, δεδομένου ότι πολλές μεγάλες πόλεις της χώρας (και όχι μόνο το Λονδίνο) αντιμετωπίζουν τεράστιο στεγαστικό πρόβλημα.
Η Βρετανία διαθέτει μια τεράστια δεξαμενή εισροής εργαζομένων, με εντυπωσιακή κατάρτιση και δεξιότητες σε πολλές περιπτώσεις
Το ΔΝΤ, ωστόσο, εξέφρασε τις επιφυλάξεις του σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα ανάκτησης και διατήρησης μακροπρόθεσμα υψηλών ρυθμών ανάπτυξης από τη βρετανική οικονομία. Το Ταμείο χαρακτηρίζει εν προκειμένω «μέτρια» τη δυνατότητα μακροπρόθεσμης ανάπτυξης στη χώρα και έχει τους λόγους του: την αναιμική παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού, τη γήρανση του πληθυσμού και τον υψηλό αριθμό των ευρισκομένων σε παραγωγική ηλικία αλλά βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας – πολλοί εξ αυτών δεν εργάστηκαν ποτέ στη ζωή τους ή έχουν δεκαετίες να απασχοληθούν επαγγελματικά, είναι δηλαδή άεργοι.
Η αξία της μετανάστευσης
Το Ταμείο τονίζει ότι η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να αντισταθμιστεί με την αύξηση της μετανάστευσης, με την υποδοχή δηλαδή μεγαλύτερου αριθμού οικονομικών μεταναστών. Η εισροή εργαζομένων στη Βρετανία έχει μειωθεί αισθητά μετά το Brexit και εξάλλου το άνοιγμα των βρετανικών συνόρων για τους μετανάστες δεν είναι κάτι που ενθουσιάζει το κόμμα των Συντηρητικών και τους ψηφοφόρους του.
Η κυβέρνηση των Εργατικών έχει ήδη προαναγγείλει μεταρρυθμίσεις στο πεδίο αυτό, με τη διευκόλυνση της μετακίνησης αγαθών, υπηρεσιών αλλά και φυσικών προσώπων μεταξύ Βρετανίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά κύριο λόγο. Ως παλαιά αποικιακή δύναμη η Βρετανία διαθέτει μια τεράστια δεξαμενή εισροής εργαζομένων, με εντυπωσιακή κατάρτιση και δεξιότητες σε πολλές περιπτώσεις και βέβαια αγγλομαθείς, από την Ινδία, το Πακιστάν και άλλες χώρες της πάλαι ποτέ Βρετανικής Κοινοπολιτείας.
Στασιμοπληθωρισμός
«Εάν η ανάκαμψη της αναπτυξιακής διαδικασίας είναι αργή και την ίδια ώρα η Τράπεζα της Αγγλίας βάλει και πάλι στο στόχαστρο τον πληθωρισμό, τα δημόσια οικονομικά της Βρετανίας δεν πρόκειται να βελτιωθούν», σημειώνει χαρακτηριστικά το ΔΝΤ. Είναι προφανές ότι οι ειδικοί του Ταμείου ανησυχούν για τυχόν αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων στη Βρετανία, κάτι που θα προκαλέσει την αντίδραση της Τράπεζας της Αγγλίας.
Προβλέπει συγκεκριμένα το ΔΝΤ ελαφρά άνοδο του δείκτη τιμών καταναλωτή στο 2,5% στα τέλη του 2024, που όμως ελπίζει ότι «θα είναι προσωρινή». Όσο για την οικονομία, έπειτα από το 2023 που η αύξηση του βρετανικού ΑΕΠ ήταν σχεδόν μηδενική, το Ταμείο προβλέπει για το τρέχον έτος ανάπτυξη 0,7%. Διατηρεί όμως την αισιοδοξία του ότι το 2025 η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί στο 1,5% και το 2026 στο 1,7%.
Ουδείς ζητά τα ρέστα για τυχόν αστοχίες των μακροπρόθεσμων προβλέψεων των αναλυτών του Ταμείου, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση περιμένουν να δουν τις πρώτες οικονομικές αποφάσεις του επιτελείου της Ρέιτσελ Ριβς και βεβαίως τον πρώτο προϋπολογισμό της κυβέρνησης των Εργατικών για να αποφανθούν ακριβέστερα σε μεταγενέστερη ανάλυσή τους, το φθινόπωρο.
Πηγή: ΟΤ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις