Την ενοχή του πρώην υπουργού Γιάννου Παπαντωνίου, της συζύγου του Σταυρούλας Κουράκου και ενός ακόμα επιχειρηματία για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εισηγήθηκε σήμερα στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας ο εισαγγελέας της έδρας.

Η υπόθεση αφορά στην υπογραφή της σύμβασης για τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών με το βασικό αδίκημα, αυτό της δωροδοκίας να έχει πλέον υποπέσει σε παραγραφή.

Σύμφωνα με τον εισαγγελικό λειτουργό η επίμαχη σύμβαση ήταν ζημιογόνος για το ελληνικό δημόσιο και στην αγόρευση του επισήμανε ότι ο πρώην υπουργός δωροδοκήθηκε και στη συνέχεια νομιμοποίησε τα χρήματα αυτά μέσω του φίλου του επιχειρηματία που τα κατέθεσε σε λογαριασμό ελβετικής τράπεζας.

Στο πρώτο μέρος της αγόρευσης του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στο νομικό μέρος της υπόθεσης και εν συνεχεία στα πραγματικά περιστατικά για να οικοδομήσει την πρόταση του που σε πολλά της σημεία προκάλεσε την έντονη αντίδραση του συνηγόρου υπεράσπισης του Γιάννου Παπαντωνίου, Μιχάλη Δημητρακόπουλου.

«Όλο αυτό το αφήγημα βγήκε στην επιφάνεια λόγω των ενεργειών της τράπεζας της Ελβετίας που είδε τις ύποπτες συναλλαγές και θέλησε να δει τι κρύβεται από πίσω. Το τραπεζικό σύστημα της Ελβετίας είναι η καλύτερη ασφαλιστική δικλείδα στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα. Οταν όμως ο κατηγορούμενος επιχειρηματίας χρειάστηκε να δώσει εξηγήσεις είπε ότι αυτά έγιναν για λογαριασμό της Σταυρούλας Κουράκου που ήταν η πραγματική δικαιούχος. Τότε η τράπεζα έκανε εκκαθάριση του λογαριασμού του  και διαχώρισε τα προσωπικά του χρήματα που ήταν 660.000 ευρώ», είπε ο εισαγγελέας γυρίζοντας το χρόνο πίσω .

«Έχουμε αξιόποινες πράξεις των κατηγορουμένων μετά από όλα αυτά διερωτήθηκε, μέσα στα επόμενα λεπτά, για να αρχίσει να θέτει υπό αμφισβήτηση τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων που δεν έπεισαν τον ιδιο..»

Ο Γ. Παπαντωνίου λέει ότι τα ποσά αυτά ήταν δικά του, από τις αμοιβές της εργασίας του και την περιουσία της αποθανούσας συζύγου του. Το αφήγημα της οικογενειακής κατάστασης που μας περιέγραψε ήταν λίγο δυσνόητο.

Στο σημείο που μια θεία από το Μονακό που είχε περιουσία και δεν είχε παιδιά του έδινε χρήματα τα οποία αποταμίευε.

Αλλά επειδή δεν έφτανε το ποσό αυτό και χρειαζόταν αλλά 700 χιλιάδες ευρώ, είπε ότι ήταν από την πρώην σύζυγο του που την είχε διευκολύνει να πληρώσει φόρους κληρονομιάς και του το επέστρεψε, πρόσθεσε ο εισαγγελικός λειτουργός επισημαίνοντας ότι όσα είπε στην απολογία του ο πρώην υπουργός δεν μπορούν να θεωρηθούν ειλικρινή χαρακτηρίζοντας τα προσχηματικά.

‘Και έτσι να ήταν τα πράγματα, αν τα χρήματα ήταν νόμιμα και φορολογημένα γιατί δεν τα πήγαινε μόνος του και έπρεπε να μπει στη μέση ο επιχειρηματίας;

Και η θεία του αν ήθελε να τον βοηθήσει γιατί δεν άνοιγε ένα λογαριασμό και να τον βάλει συνδικαιούχο; ανέφερε λέγοντας πως κατά την κρίση του η προέλευση των χρημάτων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με αυτό τον τρόπο’.

Και αμέσως μετά η εισαγγελική αγόρευση αφιερώθηκε στον τρόπο που φέρεται να τελέστηκε η πράξη της νομιμοποίησης συνδέοντας την ευθέως με δωροδοκία από τη σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών.  Κατά τον εισαγγελέα «τα χρήματα μεταφέρονται στο Υπουργείο, όχι στο υπουργικό γραφείο.

Δεν πάει κανείς στο γραφείο του υπουργού να αφήσει τη «μίζα».

Η απιστία από τη σύμβαση ήταν η γενεσιουργός αιτία της δωροδοκίας.

Φρονώ ότι η κατηγορία έχει τελεστεί με αιτιολογική αναφορά και σύνδεση από την … άπιστη σύμβαση για ανανέωση φρεγατών.

Προτείνω να κηρυχθούν ένοχοι για νομιμοποίηση και οι τρεις, όπως κατηγορούνται, κατέληξε ο εισαγγελέας .

Η δίκη θα συνεχιστεί στις 10 Σεπτεμβρίου με αγορεύσεις δικηγόρων ενώ τον τελευταίο λόγο θα έχουν οι δικαστές που θα εκδώσουν την ετυμηγορία τους.