Η διατήρηση των ήρεμων νερών και συνέχιση του διαλόγου εξακολουθεί να παραμένει ο πρώτος στόχος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, σε μία περίοδο που καμία από τις δύο πλευρές δεν δείχνει να θέλει επιστροφή στην ταραγμένη τριετία 2020-23. Ο παράγοντας Κύπρος μπαίνει στην εξίσωση και όλοι περιμένουν τις εξελίξεις στις 20 Ιουλίου.

Ακόμα και αν διατηρούνται ωστόσο τα ήρεμα νερά στα ελληνοτουρκικά, κανείς, ούτε στην Αθήνα ούτε στην Άγκυρα δεν μπορεί να πει ότι οι δύο πλευρές είναι έτοιμες να συζητήσουν τη μία διαφορά – ή το πακέτο των διαφορών κατά την τουρκική άποψη – που αποτελεί τη βαριά ατζέντα των ελληνοτουρκικών και την αιτία για τις εντάσεις που κατά καιρούς οδηγούν σε κρίσεις.

Στα ζητήματα που η Τουρκία θεωρεί ότι θα πρέπει επίσης να τεθούν προς επίλυση στη διεθνή δικαιοσύνη είναι οι αιτιάσεις της περί «γκρίζων ζωνών», καθώς και η αποστρατικοποίηση.

Κανονικότητα

Όπως τονίζουν τόσο ελληνικές όσο και τουρκικές πηγές, η πρόσφατη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, διάρκειας 45 λεπτών ήταν «σε πολύ καλό κλίμα», ωστόσο η συζήτηση δεν μπήκε στη βαριά ατζέντα. Ήταν μία συνάντηση που, όπως είχε εξαρχής ξεκαθαριστεί, είχε στόχο τη συντήρηση των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και την καθιέρωση τέτοιων επαφών κορυφής ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία ως κανονικότητα. Σημειώνοντας παράλληλα πως οι δύο πλευρές παραμένουν αμετακίνητες στις θέσεις τους.

Για τους διπλωμάτες το γεγονός ότι Αθήνα και Άγκυρα έχουν φτάσει να καταφέρνουν να διατηρούν το μηδέν παραβιάσεις, μηδέν υπερπτήσεις για περισσότερο από ένα χρόνο, αλλά και να έχουν αποφύγει οποιαδήποτε νέα κλιμάκωση στις σχέσεις τους είναι ένα σημαντικό στοιχείο.

Οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και άλλα

Όπως παραδέχονται και τουρκικές πηγές Ελλάδα και Τουρκία δεν είναι οι μόνες χώρες που αντιμετωπίζουν διαφορές όσον αφορά την οριοθέτηση. Και όπως λένε σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ συγκεκριμένες οι λύσεις. Οι δύο πλευρές είτε συμφωνούν ότι διαφωνούν, αλλά μένουν εκτός προκλήσεων, είτε πάνε σε διάλογο και συμφωνούν ώστε να πάνε στη διεθνή διαιτησία, είτε αποφασίζουν ότι δεν θα λύσουν το ζήτημα, αλλά θα προχωρήσουν σε κάποιο είδος συνδιαχείρισης των διαφιλονικούμενων περιοχών. Με την τρίτη λύση να μην αποτελεί επιλογή για την περίπτωση Ελλάδας – Τουρκίας, όπως επισημαίνουν.

Στο πλαίσιο που βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, η ηρεμία χαρακτηρίζεται κατάκτηση, με τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και τη θετική ατζέντα να προχωρούν κανονικά, ενώ το επόμενο διάστημα αναμένεται να οριστεί και συνάντηση των δύο πλευρών στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου με τον πρώην τούρκο ΥΦΥΠΕΞ, Μπουράκ Ακτσαπάρ, ο οποίος μετακόμισε ως εκπρόσωπος της χώρας στα Ηνωμένα Έθνη στη Γενεύη, να αντικαθίσταται από τον Μεχμέτ Κεμάλ Μποζάι.

Για την Τουρκία μπαίνει ψηλά στην ατζέντα και το θέμα της συνεργασίας Αθήνας – Άγκυρας στο θέμα της τρομοκρατίας. Ακόμα και αν η τουρκική πλευρά δείχνει να αφήνει πίσω της το γεγονός ότι η Ελλάδα έδωσε πολιτικό άσυλο στους οκτώ στρατιωτικούς που συμμετείχαν στο πραξικόπημα, δεν το ξεχνά, ενώ επιδιώκει μεγαλύτερη συνεργασία με την Αθήνα στο θέμα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.

Η Άγκυρα αναγνωρίζει ότι στην Ελλάδα δεν λειτουργούν σχολεία γκιουλενιστών, ωστόσο θεωρούν ότι στην χώρα υπάρχουν μέλη της οργάνωσης την οποία χαρακτηρίζει «τρομοκρατική» και είναι δικτυωμένα. Ιδιαίτερη σημασία για την Τουρκία έχει και η συνεργασία για τον έλεγχο όσον αφορά μέλη του ΡΚΚ και του DHKP-C, τα οποία επίσης η Άγκυρα θεωρεί τρομοκρατικές οργανώσεις και ζητά από την Αθήνα περισσότερα.

Η δοκιμασία της Κύπρου

Και αν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πασχίζουν να μπουν σε μία ρουτίνα, η 20η Ιουλίου αναμένεται, τουλάχιστον σε επίπεδο εντυπώσεων, να είναι μία δοκιμασία, αφού τόσο ο Μητσοτάκης όσο και ο Ερντογάν θα βρεθούν στην Κύπρο, προκειμένου να παραστούν ο μεν στις εκδηλώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας που θα καταγγέλλουν την τουρκική εισβολή και κατοχή και ο δε στις εκδηλώσεις στα κατεχόμενα, που θα υμνούν την εισβολή, ως «ειρηνευτική επέμβαση».

Η τουρκική πλευρά υπογραμμίζει ότι οι τουρκοκύπριοι δεν θα δεχθούν να γίνουν μειονότητα σε μία «ελληνοκυπριακή δημοκρατία» και επιμένουν ότι για την επανέναρξη των συνομιλιών πρέπει να αναγνωριστεί η «ισότητα» των τουρκοκυπρίων.

Ακόμα και έτσι ωστόσο υπάρχουν και τούρκοι αναλυτές και διπλωμάτες που δεν φοβούνται να παραδεχτούν ότι η Κύπρος είναι πάρα πολύ μικρή ώστε οι δύο πλευρές να γυρίσουν η μία την πλάτη στην άλλη. Και αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πρόοδος.

Αισιοδοξία πάντως για βήματα στο Κυπριακό δεν υπάρχει στην τουρκική πλευρά. Το αντίθετο μάλιστα. Καλά πληροφορημένες πηγές στην Άγκυρα εμφανίζονται ιδιαίτερα απαισιόδοξες, επιμένοντας στην κυριαρχική ισότητα και θεωρώντας υπεύθυνη για τις αποτυχίες την ελληνοκυπριακή πλευρά.

Θεωρούν δε ότι για να υπάρξει πρόοδος πρέπει να υπάρξει αλλαγή παραδείγματος.