Οι ελλείψεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας έχουν σημάνει συναγερμό στο υπουργείο Υγείας που ψάχνει απεγνωσμένα να καλύψει τις εφημερίες σε πολλά επαρχιακά νοσοκομεία και δομές υγείας.

Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, παραδέχθηκε πρόσφατα ότι «έχουμε πράγματι πρόβλημα σε ορισμένα νοσοκομεία» και μπροστά στην υποστελέχωση των δομών υγείας επανέφερε τον «μπαμπούλα» της «επίταξης» στους ιδιώτες γιατρούς.

Υποχρεωτική κλήτευση ιδιωτών γιατρών σχεδιάζει το υπουργείο Υγείας για να αντιμετωπίσει την υποστελέχωση νοσοκομείων

Η συζήτηση άνοιξε προ ολίγων ημερών σε έκτακτη σύσκεψη που έλαβε χώρα στο υπουργείο Υγείας υπό τον υπουργό Άδωνι Γεωργιάδη. Αποφασίστηκε, σύμφωνα με το MEGA, να εφαρμοστεί ο νόμος για την υποχρεωτική κλήτευση ιδιωτών γιατρών, όπως στην πανδημία.

Το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ο Άδωνις Γεωργιάδης επιχείρησε να πείσει ιδιώτες γιατρούς να δουλέψουν στα νοσοκομεία με μπλοκάκι. Από τους 145 που κλήθηκαν, όμως, ελάχιστοι συμφωνήσαν.

Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης

«Μπορούν οι ιδιώτες ιατροί να προσφέρουν νοσοκομειακές ιατρικές υπηρεσίες»

Ο υπουργός Υγείας, μιλώντας σήμερα στην Επιτροπή Περιφερειών της Βουλής, κράτησε «ζεστό» το μέτρο της «επίταξης» παρά τις αντιδράσεις που  εκφράζονται από τους Ιατρικούς  Συλλόγους.

«Δεν μπορεί να έχουμε ένα νοσοκομείο, πχ στην Κω, όπου δεν έχουμε κανένα παθολόγο και σε απόσταση 500 μέτρων από το νοσοκομείο να έχουμε εννέα ιδιώτες παθολόγους» σχολίασε ο Άδ. Γεωριάδης φανερώνοντας το μέγεθος του προβλήματος.

Ο υπουργός απέρριψε το επιχείρημα ότι «οι ιδιώτες ιατροί δεν ξέρουν και δεν μπορεί να προσφέρουν νοσοκομειακές ιατρικές υπηρεσίες», λέγοντας ότι «όταν ένας ιατρός λαμβάνει μια ειδικότητα, έχει την ίδια επάρκεια για να εργαστεί είτε ως ιδιώτης είτε ως νοσοκομειακός ιατρός».

Τα παράδειγμα της Κω

Επικαλούμενος το παράδειγμα του νοσοκομείου στην Κω, παρατήρησε πως οι μισοί ιδιώτες παθολόγοι του νησιού, πριν μερικά χρόνια ήταν στο ΕΣΥ και υπηρετούσαν στο ίδιο νοσοκομείο, «άρα μπορούν πολύ καλά να κάνουν κάποιες εφημερίες». Τόνισε ότι κανένας ιατρός και κανένας ιατρικός σύλλογος «δεν μπορεί να λέει ότι δεν με ενδιαφέρει εάν θα λειτουργήσει το νοσοκομείο της περιοχής μου».

Ο ιατρός, είπε ο κ. Γεωργιάδης, δεν είναι ένας κοινός ελευθεροεπαγγελματίας, καθώς «έχει λάβει από το κράτος μια συγκλονιστική παροχή που είναι η εκπαίδευσή του. Λαμβάνει από το κράτος την δυνατότητα δωρεάν ηλεκτρονικής συνταγογράφησης για τους ασθενείς του. Οι ασθενείς τους λαμβάνουν αποζημίωση από το κράτος για τις υπηρεσίες που τους προσφέρουν, είτε στα φάρμακα είτε στις εξετάσεις που τους συνταγογραφούν, άρα ασκούν ένα ιδιωτικό επάγγελμα μεν, αλλά με συγκλονιστικές υπηρεσίες από το κράτος. Και δεν μπορεί, όταν το κράτος σου προσφέρει όλα αυτά, εσύ να λες δεν με ενδιαφέρει εάν λειτουργεί το νοσοκομείο του ΕΣΥ (…)».

Καθημερινή μάχη δίνουν οι γιατροί στα νοσοκομεία

Σημάδια… αποκλιμάκωσης

Ο κ. Γεωργιάδης, εκτίμησε πως μετά τις επαφές που είχε με τους Ιατρικούς Συλλόγους της Ξάνθης, της Σπάρτης και της Δράμας, «δεν θα χρειαστεί το μέτρο αυτό να εφαρμοστεί  στο εύρος που αρχικά νομίζαμε, καθώς έδειξαν αρκετά εποικοδομητικό πνεύμα» και αποκάλυψε πως έχει προγραμματιστεί νέα συνάντηση προκειμένου να προτείνουν γιατρούς-μέλη τους για να μπουν στο Σύστημα.

«Εάν υπάρξει αυτή η αυτόβουλη εισαγωγή ιατρών, προσωπικά εγώ δεν έχω την διάθεση να επιβάλλω κανέναν εξαναγκασμό. Αυτή θα είναι μια έσχατη λύση κάτι σαν το «μουρουνέλαιο»» είπε ο υπουργός.

Με μια πιθανή «επίταξη» να περιτριγυρίζει τους ιδιώτες ιατρούς ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος πρόσφατα είχε αναφερθεί στο μείζον ζήτημα της υποστελέχωσης των νοσοκομείων σημειώνοντας πως «ελλοχεύει ο κίνδυνος φυγής των ιατρών από περιοχές που αντιμετωπίζουν πρόβλημα (…)».

Για το θέμα των ελλείψεων ιατρών και υγειονομικών, ο υπουργός σήμερα επανέλαβε ότι είναι ένα δομικό πρόβλημα για όλη την Ευρώπη και δεν είναι ένα ελληνικό φαινόμενο. Γι’ αυτό πριν ένα μήνα υπήρξε και σχετική ανακοίνωση όλων των υπουργών Υγείας της ΕΕ, που κάλεσαν επειγόντως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει άμεσα μέτρα.

Ο υπουργός αναγνώρισε πως οι αμοιβές των ιατρών του ΕΣΥ θα έπρεπε να ήταν πολύ υψηλότερες, παρά τις αυξήσεις που έχουν γίνει την τελευταία πενταετία και αναλογικά είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που έγιναν στους υπόλοιπους εργαζόμενους, αλλά αυτά τα χρήματα που απαιτούνται για κάτι τέτοιο δεν υπάρχουν.