Αν ξεκινούσαμε να ανθολογήσουμε όλες τις αντιδράσεις της κυβέρνησης από την αρχή του σκανδάλου των υποκλοπών μέχρι σήμερα, το κείμενο που θα πρόκυπτε θα ήταν μακροσκελές και χαοτικό.

Πάντως σε γενικές γραμμές, όπως και σε όλες τις – ως επί το πλείστον δίκαιες όπως αποδεικνύεται– κατηγορίες που έχουν εξαπολυθεί εναντίον της κατά καιρούς, το μοτίβο της κυβερνητικής αντίδρασης είναι λίγο-πολύ κοινό: πρώτα έρχεται η άρνηση ότι το ίδιο το ζήτημα υφίσταται και αυτός που καταγγέλλει κατηγορείται για «τοξικότητα», γιατί υπήρξε μάλλον κάποια στιγμή που θεωρήθηκε ότι καλός πολίτης είναι αυτός που σιωπά μπροστά στα κακώς κείμενα.

Όταν τα στοιχεία αρχίσουν να γίνονται αδιάσειστα στον βαθμό που δεν μπορεί πια να θεωρηθεί ότι το θέμα αποτελεί μια κακόβουλη φαντασίωση κάποιου, αρχίζει και πέφτει θόρυβος γύρω από το μήνυμα. Τόνοι πληροφορίας που σηκώνουν συζήτηση και διαπραγμάτευση, όσο ασήμαντο ή εξωφρενικό κι αν είναι αυτό που διαπραγματεύονται.

Ξεχνιέται η παρέμβαση που αναγκάστηκε να κάνει η πρεσβεία της Αρμενίας για να διαψεύσει το σενάριο που διακινούνταν ότι ήταν ένα από τα κράτη που ζήτησαν την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη; Σταδιακά μάλιστα, τα κράτη και οι τρόποι με τα οποία εμφανίστηκε εμπλεκόμενος με αυτά ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ άρχισαν να αυξάνονται. Σημασία δεν είχε η ταύτιση με κάποιον συγκεκριμένο ξένο παράγοντα άλλωστε· το βασικό ήταν να χαθεί η οποιαδήποτε συγκεκριμένη πληροφορία στον θόρυβο και να μείνει η αδρή και ακαθόριστη εντύπωση ότι «δεν μπορεί, κάποιο λόγο θα είχαν να τον παρακολουθούν».

Αντίστοιχα και με το σκέλος που αφορά το λογισμικό του Predator. Η κυβέρνηση πέρασε τόσο καιρό να πουλάει τρέλα γύρω από τη «σύμπτωση» ότι οι στόχοι των επισυνδέσεων που παρήγγειλε η ΕΥΠ ήταν και στόχοι επιμόλυνσης με το λογισμικό του Predator, ώστε να καταφέρει να μετατραπεί το απολύτως εύλογο συμπέρασμα ότι τα δύο συνδέονται άμεσα σε ένα παραιτημένο «άντε να βγάλεις άκρη» από την πλευρά του κοινού.

Το ίδιο μοτίβο βλέπουμε εν τη γενέσει και από προχθές. Αποκαλύπτεται ότι η κυβέρνηση, άμαθη από τα λάθη της και άνιωθη ως προς τις αμαρτίες της, ετοιμάζει Προεδρικό Διάταγμα για να φέρει νέο κατασκοπευτικό λογισμικό χωρίς πολλή βαβούρα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ενστικτωδώς και αυτομάτως διαψεύδει ότι κάτι τέτοιο υφίσταται. Ακολούθως, δημοσιεύεται το προσχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος που τον διαψεύδει. Και περιμένουμε τον θόρυβο που θα θολώσει το μήνυμα.

Μπορεί και να τον προλάβουμε πριν αυτός επέλθει, καθώς η ουσία του θέματος θα έπρεπε να είναι σαφής: η κυβέρνηση ανακάλυψε προ καιρού ότι τα κατασκοπευτικά λογισμικά είναι ένας πρόσφορος τομέας για δουλειές στη διεθνή αγορά όπλων, αλλά κι ένα προηγμένο εργαλείο για τη συλλογή πληροφοριών με δυνητική αξία. Πήρε το Predator, το εξήγαγε (αποδεδειγμένα) σε τρίτες χώρες, το χρησιμοποίησε στο εσωτερικό και τώρα στήνει το θεσμικό πλαίσιο, ώστε στον επόμενο γύρο πώλησης λογισμικών και εξυπηρετήσεων εντός κι εκτός χώρας, να κάνει τη δουλειά της ακόμα πιο ανενόχλητη.

Τούτων λεχθέντων, ας περιμένουμε τον θόρυβο.