Γιατί η Αριστερά δείχνει να μην έχει τόση απήχηση στην κοινωνία;
Ερωτήματα για την Αριστερά του αύριο έπειτα από τα όχι και τόσο καλά αποτελέσματα του σήμερα. Πάνω απ' όλα Αριστερά σημαίνει Αντίσταση και Ελπίδα. Συζήτηση με τον Κώστα Ελευθερίου, επίκουρο καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο ΔΠΘ.
- Βίλες «διαμάντια» και ιστορικές επιχειρήσεις στα αζήτητα των πλειστηριασμών
- Δημήτρης Σούρας: Τι έλεγε για τους ανθρώπους και τον θάνατο ο γνωστός ψυχίατρος
- Η Μαρίν Λεπέν απειλεί να ανατρέψει την κυβέρνηση – Επικαλείται ανησυχίες για το κόστος ζωής
- Ηνωμένο Βασίλειο: Ο δολοφόνος και βιαστής της Louisa Dunne συνελήφθη 57 χρόνια μετά
Στον απόηχο των γαλλικών εκλογών και της επιτυχίας του Νέου Λαϊκού Μετώπου (συμμαχία Σοσιαλιστών, Κομμουνιστών, Οικολόγων, Αριστερών κλπ.) να ανακόψει την προέλαση της ακροδεξιάς Λεπέν, αλλά και στη σκιά της συζήτησης στην Ελλάδα για το αν οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμα της Γαλλίας απέναντι στη Δεξιά του Μητσοτάκη, κανείς δεν συζητά για την Αριστερά στον πυρήνα της.
Αφήγημα
Ουδείς φαίνεται να μιλά για τις συνεχόμενες ήττες της στην Ελλάδα ή για ποιους λόγους αυτές επήλθαν. Οι κομματικοί σχηματισμοί που την εκφράζουν ή έστω θεωρούν ότι το κάνουν με συνέπεια, παρουσίασαν από το ίδιο βράδυ των ευρωεκλογών στο δικό τους αφήγημα για την επόμενη μέρα. Το κατά πόσο αυτό το αφήγημα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα είναι μια άλλη συζήτηση.
Στην Ελλάδα, παρότι υπάρχει μια διάχυτη αντίληψη περί συντηρητικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, έχει φανεί ότι πολλές αριστερές ιδέες εξακολουθούν να έχουν πλατιά διείσδυση στους Έλληνες πολίτες. Αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα έγκειται κυρίως στα πολιτικά υποκείμενα της Αριστεράς
Το ΚΚΕ παραδοσιακά αισθάνεται ενισχυμένο, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. εμφανίζεται διχασμένος ανάμεσα στην επιλογή μιας αυτόνομης πορείας και σε μια εκδοχή που έχει ως κύριο στόχο την προσπάθεια σύγκλισης με το ΠΑΣΟΚ.
Η Νέα Αριστερά παραδέχθηκε πως το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικά άσχημο για την ίδια, ωστόσο συνεχίζει τον αγώνα της και όλοι, πλην ΚΚΕ, έχουν στο μυαλό τους συμμαχίες τύπου Νέου Γαλλικού Μετώπου, ως πολιτική απάντηση απέναντι στην κυριαρχία της Δεξιάς αλλά και ως προϋπόθεση ουσιαστικής πολιτικής επιβίωσης. Δεν ήταν εξάλλου λίγες οι περιπτώσεις αριστερών σχημάτων που φλερτάρουν με την ανυπαρξία των ποσοστών τους, τώρα ή στο παρελθόν.
Αυτόνομη ή όχι;
Με τις υπάρχουσες συνθήκες η ιδέα για μια νέα «κυβερνώσα» Αριστερά δεν φαίνεται να ευδοκιμεί. Ενδεχομένως να οφείλεται στο γεγονός ότι η επικρατούσα αντίληψη για κάτι τέτοιο, όπως τουλάχιστον εκφράζεται από κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που την επικαλούνται, θυμίζει περισσότερο αυτοσκοπό και όχι μια διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού και προώθησης προοδευτικών-ριζοσπαστικών αλλαγών, όπως συνήθιζε να είναι ο βασικός στόχος της Αριστεράς.
Την ίδια ώρα, στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης τάσσονται ξεκάθαρα υπέρ των συμμαχιών του ευρύτερου προοδευτικού χώρου. Υπό αυτό το πρίσμα ο όρος «Αριστερά» σιγά – σιγά εκλείπει και αντικαθίσταται από την «Κεντροαριστερά», που δημοσιογραφικά μπορεί να εξυπηρετεί ένα σκοπό, πολιτικά ωστόσο μπορεί να σημαίνει πολλά, αλλά και τίποτε.
Οι αριθμοί
Ας μιλήσουμε με αριθμούς, οι οποίοι, όπως πάντα, είναι αμείλικτοι. Τα στοιχεία που θα παραθέσουμε προέρχονται από την έρευνα με τίτλο «Πολιτική και Εκλογική Ανάλυση των Ευρωεκλογών του 2024: Συνέχειες και Ασυνέχειες» του επικεφαλής ερευνών της εταιρείας Prorata και υποψήφιου διδάκτορα Πολιτικών Επιστημών, Άγγελου Σεριάτου.
Όπως σημειώνει ο κ. Σεριάτος, «από το 1994 και έπειτα ο σοσιαλδημοκρατικός χώρος βρίσκεται σε μια πορεία συνεχούς καθίζησης, όπως αντίστοιχα και ο χώρος της παραδοσιακής κεντροδεξιάς. Είναι χαρακτηριστικό ότι έως και το 1999 οι δύο πολιτικοί χώροι εξασφάλιζαν περίπου τα 2/3 των εδρών του κοινοβουλίου, ενώ σήμερα λιγότερες από τις μισές. Αντίστοιχα, οι χώροι των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων, παρ’ ότι βρίσκονταν έως και τις ευρωεκλογές του 2019 σε μια σχετικά ανοδική τροχιά, κατά τις πρόσφατες εκλογές υποχώρησαν σημαντικά, εξανεμίζοντας τα κέρδη της προηγούμενης περιόδου».
Και συνεχίζει: «Παράλληλα, η Αριστερά παρουσιάζει μια διαχρονική σταθερότητα, εξασφαλίζοντας τα τελευταία 20 χρόνια περίπου το 5%-7% των εδρών του κοινοβουλίου. Αντίστροφη των υπολοίπων, ωστόσο, είναι η πορεία της Άκρας Δεξιάς και του ευρύτερου χώρου της υπερσυντήρησης, καθώς κατά την τελευταία δεκαπενταετία έχει σχεδόν τριπλασιάσει την εκπροσώπησή του. Σήμερα, το αθροιστικό ποσοστό των εδρών των ομάδων ECR & ID – στην αρχή της κοινοβουλευτικής περιόδου – φθάνει το 19,6%, ενώ είναι βέβαιο ότι με τις προσθήκες και των νέων κομμάτων θα ξεπεράσει το προηγούμενο ρεκόρ (20,7%), το οποίο επιτεύχθηκε κατά τις εκλογές εκτίναξης του ακροδεξιού χώρου, το 2014».
Πρώτο σημαντικό στοιχείο ανάγνωσης είναι ότι η Ευρωπαϊκή Αριστερά καταφέρνει και συντηρεί τις δυνάμεις της, την ώρα που Σοσιαλδημοκρατία και Κεντροδεξιά χάνουν συνεχώς έδαφος, ενώ παρατηρείται εντυπωσιακή άνοδος της Ακροδεξιάς και των υπερσυντηρητικών κομμάτων.
Κατά συνέπεια εδώ τίθεται το ερώτημα: Ποιος έχει μεγαλύτερη ανάγκη της βοήθειας του άλλου; Η Σοσιαλδημοκρατία την Αριστερά ή το ανάποδο; Η πρώτη υποχωρεί σταθερά η δεύτερη διατηρεί τις όποιες δυνάμεις της. Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα πρέπει να προηγηθεί η απάντηση σ’ ένα άλλο. Γιατί υποχωρεί η σοδιαλδημοκρατία;
Πίσω στο χρόνο
Για να απαντήσουμε θα πρέπει να πάμε πίσω στο χρόνο, στο 1981 και στη θριαμβευτική νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές εκείνης της χρονιάς. Η πρώτη τετραετία θα είναι μια περίοδος ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, ενώ αναγνωρίζεται ο ρόλος της Αριστεράς, όπως επίσης και εκείνος της Κομμουνιστικής Αριστεράς. Και παρά το γεγονός ότι η Αριστερά στο σύνολό της εκείνα τα χρόνια εξακολουθεί να έχει περιορισμένα ποσοστά, ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων της εκφράζεται μέσα από το ΠΑΣΟΚ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής που οδηγεί πολλούς Αριστερούς στη στήριξη του Ανδρέα Παπανδρέου είναι η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης.
Η πτώση
Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι παγκόσμιες αλλαγές που επήλθαν στα τέλη της δεκαετίας του 80 και εκείνες της δεκαετίας του 90, το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ από τον σοσιαλισμό στον εκσυγχρονισμό, αλλά και το γεγονός ότι από ένα σημείο και μετά η σοσιαλδημοκρατία, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικότερα εμφανίζεται ως ένα ακολούθημα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που αποτελούν προνομιακό πεδίο της Δεξιάς, οδηγούν μαθηματικά στην πτώση της.
Η άνοδος
Ερχόμαστε στα Μνημόνια και στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, όπου μέσα σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο και με τα παραδοσιακό δικομματισμό να αποτελεί παρελθόν όντας απαξιωμένος στη συνείδηση του κόσμου, κατάφερε να καβαλήσει το κύμα της Ιστορίας και να κάνει πραγματικότητα την κυβέρνηση της Αριστεράς – με τη συνδρομή των Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Δεύτερη φορά δεν υπήρξε, όσο κι αν αυτό αποτελούσε διακαή πόθο του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2019. Το κεφάλαιο της αριστερής διακυβέρνησης κλείνει εκεί. Εδώ αξίζει να θυμίσουμε τα λόγια του Αλέξη Τσίπρα, του πρωθυπουργού της αριστερής κυβέρνησης για τα πεπραγμένα του, όπως τα ξεχώρισε μιλώντας στο συνέδριο της εφημερίδας «Καθημερινή» τον προηγούμενο Μάρτιο, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 χρόνων από τη Μεταπολίτευση.
Εκεί, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε «περήφανος» για τρία πράγματα: την έξοδο από το Μνημόνιο, για τη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και για το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον ίδιο, παρά τις δύσκολες στιγμές, «ήταν η εντιμότερη της Μεταπολίτευσης, όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος».
Έρευνα
Λίγες μέρες πριν την παρέμβαση Τσίπρα, το ινστιτούτο ΕΝΑ είχε δημοσιοποιήσει μια έρευνα κοινής γνώμης με τίτλο «Το Αριστερό Ημισφαίριο στην ελληνική κοινωνία». Αναλυτικά μπορείτε να τη δείτε εδώ, ωστόσο αξίζει να δούμε κάποια από τα συμπεράσματά της:
-Στον γενικό πληθυσμό φαίνεται πως έχουν πλειοψηφική διείσδυση ορισμένες αριστερές αναλύσεις περί της φύσης της κοινωνίας, της δημοκρατίας, των εργασιακών σχέσεων, της φορολογικής πολιτικής, της θέσης της χώρας στο διεθνές περιβάλλον.
Με μεγαλύτερη αμφιθυμία αντιμετωπίζονται ζητήματα κλιματικής κρίσης και πολιτισμικού φιλελευθερισμού – με την εξαίρεση των σχέσεων κράτους-εκκλησίας όπου φαίνεται πως επικρατούν περισσότερο εκκοσμικευμένες απόψεις.
-Διαπαραταξιακή είναι και η αναγνώριση της κεντρικότητας του ρόλου του κράτους στην οικονομία σε μία σειρά από βασικά συλλογικά αγαθά (νερό, ενέργεια, υγεία, εκπαίδευση, υποδομές μεταφορών). Ωστόσο, αρνητικές είναι οι αποτιμήσεις για τον συγκεκριμένο ρόλο του ελληνικού κράτους στην Γ’ Ελληνική Δημοκρατία.
-Μεγάλες αλλαγές επίσης επισημαίνεται ότι πρέπει να γίνουν σε μια σειρά από θεσμούς (εκκλησία, αστυνομία, στρατό, εκπαιδευτικό σύστημα, ΜΜΕ κ.ο.κ.)
-Στον γενικό πληθυσμό φαίνεται πως έννοιες της σύγχρονης Αριστεράς (κοινωνική οικονομία, συνεταιριστικές επιχειρήσεις, συμμετοχικός προϋπολογισμός) υπερέχουν έναντι πιο παραδοσιακών (πάλη των τάξεων, δημοκρατικός συγκεντρωτισμός). Ωστόσο η έννοια του σοσιαλισμού έχει αξιοσημείωτη διείσδυση τόσο στον γενικό πληθυσμό όσο και ακόμα μεγαλύτερη σε αριστερούς/κεντροαριστερούς ερωτώμενους.
Μιλώντας για την Αριστερά
Αναζητήσαμε τον επίκουρο καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο ΔΠΘ και συντονιστή του Κύκλου Πολιτικής Ανάλυσης του ΕΝΑ, Κώστα Ελευθερίου και στον απόηχο των ευρωεκλογών και μιλήσαμε για την Αριστερά και την απήχησή της στην κοινωνία.
Για ποιους λόγους η Αριστερά έχει όλο και πιο μειωμένη απήχηση στην κοινωνία; Είναι θέμα εκσυγχρονισμού των μέσων με τα οποία παράγει πολιτική, έχει χάσει οριστικά τη μάχη των ιδεών, έχει τελικά «ξύλινο» λόγο και απλώς δεν εμπνέει ή υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για την κρίση που βιώνει;
Η Αριστερά βιώνει μια κρίση από την περίοδο της δεκαετίας του 1970, όταν άρχισαν να εδραιώνονται εκείνες οι κοινωνικοπολιτικές διευθετήσεις που έχουν οριστεί άλλοτε ως «μεταβιομηχανικές» και άλλοτε ως «μετανεωτερικές».
Πρακτικά, στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η οργανωμένη δύναμη της εργατικής τάξης απομειώνεται, με αποτέλεσμα την απομαζικοποίηση εργατικών κομμάτων και συνδικάτων, και απονομιμοποιείται η κρατική παρέμβαση στο επίπεδο του εθνικού κράτους λόγω παγκοσμιοποίησης, κάτι που υπονομεύει την ατζέντα της Αριστεράς, που σχετίζεται με τη θεμελίωση κοινωνικών κρατών στη βάση συστημάτων αναδιανομής.
Λογικές διαχείρισης
Για δεκαετίες, οι δυνάμεις της Αριστεράς είτε στρέφονται σε λογικές διαχείρισης του συστήματος (βλ. πολιτικές Νέας Σοσιαλδημοκρατίας) είτε οδηγούνται σε μια κινηματική περιχαράκωση, η οποία προσπαθεί να παρακάμψει το ζήτημα της εξουσίας προβάλλοντας την ανάγκη αυτονομίας της κοινωνίας έναντι του κράτους.
Νομίζω πως οι ιδέες γεννιούνται μέσα από κοινωνικές ανάγκες. Και προφανώς εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες και σχέσεις εκμετάλλευσης, που μπορούν να τροφοδοτήσουν μια αριστερή πολιτική. Το θέμα είναι πώς οι δυνάμεις της Αριστεράς μπορούν να μετατρέψουν σε πολιτικό πρόγραμμα αυτές τις κοινωνικές τάσεις.
Η Αριστερά, τόσο στη μετριοπαθή όσο και στη ριζοσπαστική εκδοχή της, τείνει, ακριβώς γιατί θεωρεί ότι στα πεδία της οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής έχει μικρότερες δυνατότητες παρέμβασης, να πρωταρχικοποιεί τα ταυτοτικά ζητήματα του πολιτισμικού φιλελευθερισμού, στα οποία βέβαια συγκρούεται και με την Ακροδεξιά.
Το θέμα είναι πώς θα προκύψει μια ισορροπία μεταξύ κοινωνικοοικονομικών και ταυτοτικών-πολιτισμικών θεματικών για να συγκροτηθεί ένα συνολικό αριστερό πρόγραμμα. Αυτό χρειάζεται κόμματα της Αριστεράς που να συνειδητοποιούν αυτή την ανάγκη.
Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, παρότι υπάρχει μια διάχυτη αντίληψη περί συντηρητικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, έχει φανεί ότι πολλές αριστερές ιδέες εξακολουθούν να έχουν πλατιά διείσδυση στους Έλληνες πολίτες. Αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα έγκειται κυρίως στα πολιτικά υποκείμενα της Αριστεράς, στην αδυναμία ή ανυπαρξία τους σε σχέση με τις ανάγκες της κοινωνίας.
Στη Γαλλία αποφασίστηκε η δημιουργία ενός πόλου Αριστεράς, Σοσιαλιστών, Οικολόγων κ.λπ. Μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο και στην Ελλάδα, κι αν ναι, ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που θα μπορούσαν να την κάνουν να πετύχει;
Οι πολιτικοί συνασπισμοί είναι πάντα εύθραυστες συγκλίσεις δυνάμεων που έχουν διαφορετικές επιδιώξεις μεν, αλλά αποδέχονται την ανάγκη να αναζητηθούν κάποιοι κοινοί τόποι. Στην Ελλάδα των πρόσφατων δεκαετιών το πιο φιλόδοξο εγχείρημα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ του 2004-2013 και το Κίνημα Αλλαγής από το 2018 κι έπειτα. Έχω την αίσθηση ότι οι υπάρχουσες δυνάμεις στο χώρο της (Κεντρο)αριστεράς δεν είναι ακόμα ώριμες για τέτοιες διαδικασίες, όπως φάνηκε και από την αδυναμία αξιοποίησης των δυνατοτήτων της απλής αναλογικής πριν από τις εκλογές του Μαΐου του 2023.
Τα «μαύρα κουτιά»
Τουλάχιστον για τους δύο πόλους μιας τέτοιας προοπτικής (κεντρο)αριστερής σύγκλισης, τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, μια καλή αφετηρία, πριν αρχίσει η οποιαδήποτε συζήτηση, θα ήταν να αντιμετωπίσουν τα δύο «μαύρα κουτιά» που δημιούργησαν τα ελλείμματα εμπιστοσύνης απέναντί τους: το 2015 για τον ΣΥΡΙΖΑ και το 2010-2014 για το ΠΑΣΟΚ.
Αν δεν αξιολογήσουν την απομάκρυνση της κοινωνίας από αυτούς λόγω των συγκεκριμένων επιλογών που έκαναν στην περίοδο της κρίσης και συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τις δύο περιόδους της πρόσφατης ιστορίας τους με όρους ιστορικής δικαίωσης, τότε το οποιοδήποτε εγχείρημα σύγκλισης είναι προσημειωμένο εξαρχής.
Δεν αρκεί μια συνεπής αντιδεξιά στάση ή η πρόταξη του «μπαμπούλα» της Δεξιάς ή της Ακροδεξιάς. Χρειάζεται συνειδητοποίηση ότι η (Κεντρο)αριστερά στην Ελλάδα αντιμετωπίζει μια κρίση εμπιστοσύνης, η οποία δεν επιτρέπει την αναστοίχιση της κοινωνικής πλειοψηφίας γύρω από ένα νέο κόμμα ή ένα νέο συμμαχιακό σχήμα.
Μήπως τελικά ο ρόλος της Αριστεράς είναι να βρίσκεται απέναντι από την εξουσία και να μην αποτελεί κομμάτι της; Μήπως παύει μια και καλή να είναι Αριστερά στον πυρήνα της όταν καλείται να γίνει «διαχειρίστρια», όπως είδαμε σε μεγάλο βαθμό να συμβαίνει στην Ελλάδα την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ;
Η Αριστερά ορίζεται πέρα και πάνω απ’ όλα ως δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού. Διεκδικεί την άσκηση της εξουσίας για να προωθήσει σκοπούς που σχετίζονται με ένα τέτοιο εγχείρημα. Ωστόσο, διαχείριση της εξουσίας σημαίνει και διαχείριση του κράτους, ενός κράτους που είναι καπιταλιστικό, που έχει ως στρατηγική την αναπαραγωγή της ταξικής κυριαρχίας, που είναι συγκροτημένο ιστορικά για να υπηρετήσει μια συγκεκριμένη λογική άσκησης της εξουσίας.
Απαιτητικό εγχείρημα
Υπ’ αυτή την έννοια, η διεκδίκηση της εξουσίας από την Αριστερά, στο πλαίσιο ενός μεταδημοκρατικού καπιταλισμού που χαρακτηρίζεται από αστάθεια, είναι ένα πολύπλοκο και απαιτητικό εγχείρημα, που προϋποθέτει προετοιμασία σε επίπεδο προσωπικού και προγραμματικών θέσεων, γνώση των περιορισμών και των δυνατοτήτων που αναπτύσσονται στο κρατικό πεδίο και μια στρατηγική κινητοποίησης της κοινωνίας και πολιτικοποίησης εκείνων των κοινωνικών υποκειμένων που μπορούν να λειτουργήσουν ως βάση νομιμοποίησης μετασχηματιστικών πολιτικών σχεδίων.
Για αυτού του είδους την επιδίωξη είναι επιβεβλημένη η ύπαρξη ενός μαζικού πολιτικού υποκειμένου της Αριστεράς, το οποίο θα οργανώνει τις αναγκαίες κοινωνικές συμμαχίες, θα μετασχηματίζει τις διεκδικήσεις της κοινωνίας σε πολιτική στρατηγική και θα είναι έτοιμο να διαχειριστεί την κρατική εξουσία, ερχόμενο σε σύγκρουση ωστόσο με το ίδιο το κράτος.
Αν υπάρχει κάτι που ενδεχομένως μπορεί να προκύψει από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβώς η μη ύπαρξη ενός τέτοιου πολιτικού υποκειμένου. Ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε προς μια «διαχειριστική» κατεύθυνση, κυρίως γιατί δεν ανασυγκροτήθηκε ως κόμμα κοινωνικού μετασχηματισμού, έχοντας προφανώς να αντιμετωπίσει εξωτερικές πιέσεις που ενδεχομένως ξεπερνούσαν τις συλλογικές προσδοκίες και προσμονές της κομματικής του ελίτ.
Δεν θέλω να αντιμετωπίσω τη μετριοπάθεια της κυβερνητικής Αριστεράς ως μια αναπόφευκτη συνέπεια, κυρίως γιατί αυτή η μετριοπάθεια είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών και όχι απλά ένα παρακολούθημα μιας γενικής κοινωνικής δυναμικής. Άλλωστε, εντός καπιταλισμού η Αριστερά πάντοτε θα δρα σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Το θέμα είναι το πώς θα οργανώσει τις κατάλληλες υπερβάσεις, αξιοποιώντας διαθέσιμα μέσα και ενδυναμώνοντας τη συλλογική δράση του κόσμου της εργασίας».
Δεν τελείωσε
Από τη συζήτηση αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Αριστερά όχι μόνο δεν τελείωσε, αλλά, αντιθέτως, έχει να δώσει πολλά ακόμα. Το μεγάλο ζητούμενο, κι αυτό είναι κάτι που οφείλει να απασχολήσει όλους εκείνους που εκφράζονται πολιτικά μέσα απ’ αυτήν -ενστερνιζόμενοι τις αξίες και τις αρχές της- είναι να προχωρήσουν από τη θεωρία στην πράξη, έχοντας στο μυαλό τους ότι πρώτα και πάνω απ’ όλα Αριστερά σημαίνει Αντίσταση κι Ελπίδα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις