Η απόσυρση Μπάιντεν, η υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις και τα αχαρτογράφητα ύδατα για τους Δημοκρατικούς
Η απόφαση του Τζο Μπάιντεν να μη είναι υποψήφιος και η ενδεχόμενη υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις διαμορφώνει ένα νέο τοπίο για τις εκλογές στις ΗΠΑ με πολλά ανοιχτά ερωτήματα
Τελικά εισακούστηκαν οι φωνές που έλεγαν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα δεν είχε καμία ελπίδα να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ με έναν υποψήφιο που σαφώς πια δεν έδινε καμιά εγγύηση ότι θα είχε τις δυνάμεις για να κυβερνήσει, ιδίως όταν ο αντίπαλός του μόλις είχε δώσει μια εντυπωσιακή παράσταση αποφασιστικότητας μετά από μια απόπειρα δολοφονίας. Και έτσι ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι υποψήφιος για την προεδρία στις εκλογές του Νοεμβρίου, ο πρώτος αμερικανός Πρόεδρος που έκανε αυτή την επιλογή μετά τον Λίντον Τζόνσον το 1968, και ταυτόχρονα να υποστηρίξει την Κάμαλα Χάρις.
Και μπορεί η απόφαση αυτή να έγινε δεκτή με εμφανή ανακούφιση από το μεγαλύτερο μέρος των Δημοκρατικών καθώς είχε διαμορφωθεί ένα κλίμα όπου θεωρείτο σχεδόν βέβαιη η ήττα στις εκλογές με τον Μπάιντεν ως υποψήφιο πρόεδρο, όμως διαμόρφωσε ένα νέο πεδίο αβεβαιότητας.
Είναι η Κάμαλα Χάρις η ιδανική υποψήφια για τους Δημοκρατικούς;
Και ο λόγος είναι ότι ακριβώς επειδή θεωρήθηκε δεδομένη η υποψηφιότητα του Μπάιντεν επί της ουσίας δεν υπήρξαν άλλες υποψηφιότητες. Και μπορεί ο Τζο Μπάιντεν όπως και ορισμένα άλλα στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος να έσπευσαν να δηλώσουν τη στήριξή του στην υποψηφιότητα της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις, όμως δεν είναι δεδομένο ότι πρόκειται για μια υποψηφιότητα που μπορεί να ενώσει το Δημοκρατικό Κόμμα και να διεκδικήσει με αξιώσεις την προεδρία.
Από ορισμένες απόψεις η Χάρις προσφέρει την ιδανική εναλλακτική. Είναι γυναίκα και η καταγωγή της είναι ταυτόχρονα αφροαμερικανική και ασιατική, θεωρείται «κεντρώα» και το παρελθόν της Γενικής Εισαγγελέως της Πολιτείας της Καλιφόρνιας της επιτρέπει να θεωρείται ότι είναι «σκληρή απέναντι στο έγκλημα» και να έχει απήχηση στους πιο συντηρητικούς ψηφοφόρους.
Όμως, την ίδια στιγμή δεν έχει πείσει ότι μπορεί να κυβερνήσει την υπερδύναμη, παρά την προσπάθεια το τελευταίο διάστημα να βελτιωθεί η εικόνα της και σε αυτό το μέτωπο.
Δεν κατάφερε δηλαδή να εκμεταλλευτεί τη σχετικά «ασφαλή» θέση του Αντιπροέδρου ώστε να κατοχυρώσει ότι είναι η επόμενη πρόεδρος. Καθόλου τυχαία οι δημοσκοπήσεις για ενδεχόμενη μονομαχία με τον Τραμπ τις περισσότερες φορές έκαναν την πρόγνωση ότι θα έχανε.
Και βέβαια η Κάμαλα Χάρις έχει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή οι αμερικανοί πολίτες στις μετρήσεις κοινής γνώμης έχουν καλύτερη εικόνα συγκριτικά για την εποχή Τραμπ σε σχέση με την εποχή Μπάιντεν.
Σε όλα αυτά προστίθεται και η ίδια η περιπλοκότητα του αμερικανικού εκλογικού συστήματος. Γιατί μπορεί οι Δημοκρατικοί να ευνοούνται από την πραγματική δημογραφία του εκλογικού σώματος που σημαίνει ένα προβάδισμα στην αθροιστική πραγματική ψήφο, όμως εξαιτίας του συστήματος των εκλεκτόρων η εκλογική μάχη κυρίως επικεντρώνεται στις Πολιτείες εκείνες που θεωρούνται ταλαντευόμενες.
Μια διαδικασία ανάδειξης που παύει να είναι τυπική
Ως προς τη διαδικασία, είναι σαφές ότι πλέον η διαδικασία επικύρωσης της υποψηφιότητας χάνει τον τυπικό της χαρακτήρα και γίνεται μια πραγματική διαδικασία επιλογής, αφού στο συνέδριο που θα γίνει στο Σικάγο προς τα τέλη Αυγούστου οι σύνεδροι δεν θα είναι δεσμευμένοι να ψηφίσουν κάποιον υποψήφιο και άρα θα είναι μια ανοιχτή διαδικασία.
Ο Τζο Μπάιντεν είχε κερδίσει περίπου 3800 από τους αντιπροσώπους, σε ένα συνέδριο όπου χρειάζονται 1986 αντιπρόσωποι να για δοθεί το χρίσμα σε έναν υποψήφιο. Μέχρι το βράδυ της Κυριακής η Κάμαλα Χάρις είχε εξασφαλίσει 531, καθώς οι αντιπρόσωποι από το Τενεσί, τη Νότια Καρολίνα, τη Βόρεια Καρολίνα, το Νιου Χάμπσαϊρ, τη Φλόριντα, και τη Λουιζιάνα έχουν ήδη δηλώσει ότι τη στηρίζουν. Εάν δεν υπάρξει σοβαρή αντίπαλη υποψηφιότητα είναι πιθανό να πάρει το χρίσμα στο Συνέδριο που ξεκινά στις 17 Αυγούστου στο Σικάγο. Ωστόσο αναμένεται να δούμε πώς ακριβώς θα οργανωθεί η διαδικασία για την ανάδειξη του υποψηφίου Προέδρου από τη μεριά του Δημοκρατικού Κόμματος.
Σε αυτό το φόντο είναι σαφές ότι ο μεγαλύτερο μέρος του μηχανισμού του Δημοκρατικού Κόμματος θεωρεί ότι η καλύτερη επιλογή είναι η Χάρις και ότι το καλύτερο είναι όσο το δυνατόν νωρίτερα να κατοχυρωθεί ότι αυτή είναι η υποψήφια, να βρεθεί υποψήφιος/α αντιπρόεδρος, πιθανώς ανάμεσα στους Δημοκρατικούς κυβερνήτες Πολιτειών και να ξεκινήσει η προεκλογική εκστρατεία.
Άλλοι φαίνεται να εκτιμούν ότι χρειάζεται να εξεταστούν και άλλες υποψηφιότητες, πιθανώς με μεγαλύτερη απήχηση ιδίως στις ταλαντευόμενες Πολιτείες και άρα να υπάρξει μια πιο ανοιχτή δημοκρατική διαδικασία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ούτε ο Γερουσιαστής Τσακ Σάμερι, ο πρόεδρος της Γερουσίας, ούτε ο Χακίμ Τζέφρις ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή, ούτε η Νάνσι Πελόζι, πρώην πρόεδρος της Βουλής, ούτε ο πρώην Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχουν κάνει δήλωση ρητής υποστήριξης της υποψηφιότητας Χάρις.
Προς το παρόν δεν έχει εμφανιστεί κάποια άλλη υποψηφιότητα, ενώ ήδη η Χάρις έχει αποκτήσει και τον μηχανισμό και τα χρήματα (96 εκατομμύρια δολάρια) της προεκλογικής εκστρατείας του Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο, αναμένεται οι Ρεπουμπλικάνοι να αμφισβητήσουν την «αυτόματη» αυτή μεταφορά των ποσών από τη μία καμπάνια στην άλλη υπάρξει επίσημη αναγόρευση της Κάμαλα Χάρις σε υποψήφια Πρόεδρο, ενώπιον της Ομοσπονδιακής Εκλογικής Επιτροπής και αναμένεται να υπάρξει και μία δικαστική μάχη στη βάση της αμερικανικής νομοθεσίας περί χρηματοδοτήσεων πολιτικών.
Μια νέα συνθήκη
Η υποψηφιότητα Χάρις δημιουργεί νέα συνθήκη για το στρατόπεδο Τραμπ καθώς δεν ισχύει ο υπολογισμός που είχαν κάνει ότι ένας δυναμικός Τραμπ θα είχε απέναντί του έναν Μπάιντεν σκιά του εαυτού του.
Σίγουρα, το προεδρικό ψηφοδέλτιο των Ρεπουμπλικάνων έχει αποκτήσει δυναμισμό, τόσο με την απόπειρα κατά του Τραμπ όσο και με την επιλογή του Βανς για τη θέση του αντιπροέδρου, που συνδυάζει το νεαρό της ηλικίας, τη διεκδίκηση μιας ταυτότητας «βαθιάς Αμερικής» με την επιθετική ρητορική.
Όμως, θα έχει απέναντί του πλέον μια γυναικεία υποψηφιότητα, εάν επιλεγεί η Κάμαλα Χάρις, με τον Τραμπ παραδοσιακά να έχει θέμα με τη γυναικεία ψήφο, και έναν νέο υποψήφιο αντιπρόεδρο.
Πολλά θα κριθούν και από το πώς οι Αμερικανοί αισθάνονται για τη συνολική τους κατάσταση ιδίως ως προς την οικονομία.
Ο Τζο Μπάιντεν μπορεί να υπερηφανεύεται ότι επί των ημερών του οι ΗΠΑ κατέγραψαν συνεχόμενους ρυθμούς ανάπτυξης και ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά απασχόλησης, καθώς και υποχώρηση του πληθωρισμού από ένα σημείο και μετά, όμως την ίδια στιγμή ήταν η δική του προεδρία που συνέπεσε με αυτό που παγκοσμίως περιγράφεται ως κρίση κόστους ζωής.
Ως αποτέλεσμα, οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν σχετικά αρνητική πρόσληψη της οικονομικής συνθήκης, μειωμένη καταναλωτική εμπιστοσύνη και απουσία μεγάλης αισιοδοξίας για το μέλλον της οικονομίας, τόσο γενικά όσο και σε ατομικό επίπεδο.
Μένει να δούμε εάν όλα αυτά τα «χρεωθεί» η υποψηφιότητα των Δημοκρατικών, ιδίως εάν είναι η Κάμαλα Χάρις.
- Αμαλιάδα: Αναζητείται δικαίωση για τα πέντε παιδιά – Η αντίδραση της Ειρήνης στα νέα στοιχεία για τον Παναγιωτάκη
- Νέα «τρομακτικά» στοιχεία για τον πύραυλο Ορέσνικ – «Δεν ξέρουμε πώς το έκαναν αυτό οι Ρώσοι»
- Γιορτές: Οι «must» προορισμοί για τα Χριστούγεννα – Ποιες περιοχές μαγνητίζουν το ενδιαφέρον
- Τίλντα Σουίντον: Θα βραβευτεί με την Τιμητική Χρυσή Άρκτο στη Berdinale
- Μήπως κάποια στιγμή να μιλήσουμε και για την ειρήνη στην Ουκρανία;
- Μαγδεμβούργο: Το προφίλ του δράστη της επίθεσης – Σαουδάραβας που είχε αποκηρύξει το Ισλάμ, υποστήριζε το AfD