Η αμηχανία με την οποία αντιμετωπίζονται οι εκρηκτικές αυξήσεις στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας – φαινόμενο που δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό – και που συμπυκνώνεται συχνά σε αποφάνσεις του τύπου «δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για να υποχωρήσουν οι τιμές», έρχεται να μας θυμίσει τους πραγματικούς κινδύνους από την αντιμετώπιση των «αγορών» όχι ως κοινωνικών θεσμών αλλά ως περίπου φυσικών φαινομένων, απέναντι στα οποία κάποιες φορές μπορεί και να είμαστε ουσιωδώς ανυπεράσπιστοι.

Βεβαίως, αυτό που συχνά αποσιωπάται σε αυτές τις συζητήσεις είναι ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε απλώς και μόνο με πρακτικές αγοραπωλησίας.

Η ιδιαίτερη διαμόρφωση των χρηματιστηρίων ενέργειας που θεωρήθηκαν «βασιλική οδός» για να απολαμβάνουν οι καταναλωτές καλύτερες τιμές, στην πραγματικότητα ευνοεί διαρκώς την αξιοποίηση κάθε συγκυριακής αύξησης της ζήτησης για τεράστιες αυξήσεις των τιμών χωρίς στην πραγματικότητα ανάλογη αύξηση του κόστους, με αποτέλεσμα αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε υπερκέρδη.

Απέναντι στην πραγματικότητα, η εκ των υστέρων προσπάθεια για πολιτικές που εξ ορισμού θα έχουν το χαρακτήρα ημίμετρων, αφού δεν θα αντιμετωπίζουν τον πυρήνα του προβλήματος, απλώς αναπαράγει και διαιωνίζει μια συνθήκη όπου η πραγματική «στρέβλωση» είναι η ίδια η «ελεύθερη» λειτουργία των αγορών.

Κάτι που με τη σειρά του έρχεται να υπογραμμίσει ότι έξοδος από τον φαύλο αυτό κύκλο, που έχει συμβάλει σημαντικά στην τρέχουσα «κρίση κόστους ζωής», δεν μπορεί παρά να είναι η δομική παρέμβαση και ρύθμιση των τιμών σε αυτές τις αγορές, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ορίων στην τιμολόγηση, για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι ιστορικά στη διαμόρφωση τέτοιου είδους υποδομών η κρατική παρέμβαση και ενίσχυση υπήρξε συχνά σημαντικότερη της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας».

Σε τελική ανάλυση, τίποτε δεν αντιφάσκει περισσότερο με τη πολλαπλώς αναπαραγόμενη τοποθέτηση περί ιστορικής προόδου, από το γεγονός ότι αντιμετωπίζουμε ένα πεδίο ανθρώπινων κοινωνικών πρακτικών και θεσμίσεων ως κάτι που είναι πέρα από κάθε δυνατότητα να παρέμβουμε και να το τιθασεύσουμε.