Πλέον όσοι μπορούμε να θυμηθούμε τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, έχουμε αρχίσει να θεωρούμαστε «μεσήλικες». Ωστόσο, παρά το πέρασμα του χρόνου παραμένει αξέχαστο το κλίμα εκείνων των ετών.

Ένα κλίμα που καμιά σχέση δεν έχει με μια καρικατούρα «προοδευτικού φολκλόρ» που συχνά και άδικα παρουσιάζεται.

Γιατί αυτό που συμπύκνωνε ήταν μια κοινωνία που έβγαινε από μια δικτατορία και από τη μακρά περίοδο του μετεμφυλιακού αυταρχισμού και πίστευε ότι επιτέλους μπορούσε να ελπίζει.

Γιατί εάν κάτι χαρακτήρισε τη μεταπολίτευση, αυτό ήταν η ελπίδα. Η ελπίδα της αλλαγής.

Οι άνθρωποι πίστευαν τότε, όποια και εάν ήταν η ιστορική ιδεολογική τους αφετηρία, ότι αυτή η χώρα μπορούσε να χαράξει μια διαφορετική πορεία.

Να ξεφύγει από τον συνδυασμό αυταρχισμού και συντηρητισμού που προσπάθησαν να επιβάλουν οι νικητές του Εμφυλίου.

Να αποκτήσει έναν οικονομικό δυναμισμό που να στηρίζεται στις δυνάμεις της γνώσης και της εργασίας και όλοι να εξασφαλίζουν μέρισμα στην ανάπτυξη. Να υπάρξει κοινωνική κινητικότητα και η επόμενη γενιά, τα παιδιά να έχουν καλύτερο επίπεδο ζωής από τους γονείς τους.

Να είναι μια πραγματική δημοκρατία όπου όντως ο λαός να είναι κυρίαρχος.

Να είναι μια χώρα ικανή να σταθεί μόνη της μέσα στον διεθνή στίβο και όχι απλώς ως τμήμα μιας συμμαχίας.

Και αυτή η ελπίδα εκφράστηκε με διάφορους τρόπους.

Εκφράστηκε ως διάθεση των ανθρώπων να μορφωθούν και να διαβάσουν περισσότερο.

Αποτυπώθηκε ως αυξημένη πολιτικοποίηση και στράτευση σε κόμματα, οργανώσεις και κινήματα. Τροφοδότησε ένα όραμα και μια δημιουργικότητα στην επαγγελματική ενασχόληση.

Διαμόρφωσε μια διάθεση κινητοποίησης και αγώνα.

Προφανώς και στη μεταπολίτευση δεν είχαμε μόνο θετικά, υπήρχαν και μελανά σημεία και σκιές.

Και καιροσκοπισμό είχαμε. Και κυνισμό. Και ανθρώπους που χρησιμοποίησαν την πολιτική στράτευση ως «εκπαιδευτικό σεμινάριο» για να χειρίζονται ανθρώπους και καταστάσεις. Και «δουλειές» που στηθήκανε, συχνά ως διασπάθιση πλούτου. Και πολλές οι περιπτώσεις που οι αγώνες όχι απλώς «εξαργυρώθηκαν», αλλά κυριολεκτικά ξεπουλήθηκαν.

Όμως, η μεταπολίτευση δεν ήταν μόνο αυτά. Ήταν και αγωνίες και ελπίδες και διεκδικήσεις και χιλιάδες άνθρωποι που στρατεύτηκαν στον αγώνα με συγκινητική πίστη, σεμνότητα και ανιδιοτέλεια και ακόμη και σήμερα ξεχωρίζουν για το ήθος τους μέσα στον κοινωνικό τους περίγυρο.

Και πλευρές της ελπίδας της μεταπολίτευσης φάνηκε να δικαιώνονται σε διάφορες στιγμές.

Ιδίως ο Ανδρέας Παπανδρέου και οι κυβερνήσεις του έκαναν πράξη τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και της μεσαίας τάξης και βήματα αναγκαίου εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου, από την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης μέχρι τις ριζικές αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο.

Όμως, ο πυρήνας της ελπίδας που γέννησε η Μεταπολίτευση, παρέμεινε αδικαίωτος.

Ακόμη χειρότερα, εδώ και αρκετά χρόνια είναι ωσάν να γίνεται προσπάθεια τα πράγματα να πάνε στην αντίθετη κατεύθυνση.

Από την αναγόρευση του νεοφιλελευθερισμού σε οικονομική ορθοδοξία, έως την προβολή του ατομικισμού (και του ατομικού οφέλους) σε απόλυτη αξία, τα παραδείγματα είναι αρκετά, για να μην αναφερθώ στον διάχυτο ρατσισμό και την ξενοφοβία.

Γι’ αυτό και καθόλου τυχαία δεν είναι και η παράλληλη προσπάθεια να συκοφαντηθεί η μεταπολίτευση, ιδίως στις πιο ριζοσπαστικές πλευρές.

Και κάποιες φορές απλώς να διαγραφεί, όπως έγινε στα μνημόνια όταν ο στόχος ήταν να αναιρεθούν οι κοινωνικές κατακτήσεις της μεταπολίτευσης.

Ή, ακόμη χειρότερα, να αποδοθεί στα θύματα των μνημονίων, τα λαϊκά στρώματα, η ευθύνη για την κρίση που μας έφερε στα μνημόνια.

Όμως, εγώ πιστεύω πως αυτό που συνέβη στη μεταπολίτευση, με τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στις διαδηλώσεις, το μαζικό ενδιαφέρον για την πολιτική, τη διάχυτη πολιτικοποίηση, τον ριζοσπαστισμό και το όνειρο, δεν ήταν ούτε ξέσπασμα ούτε ιστορική ανορθογραφία.

Την «αγωνία αυτού του τόπου για ζωή» εξέφραζε, μια αγωνία ενεργή ακόμη και πρωτίστως αδικαίωτη.