Στις 24 Ιουλίου 1923, ημέρα Τρίτη και ώρα 3:30 μ.μ., υπογράφτηκε η περίφημη Συνθήκη της Λωζάννης, με την οποία καταργήθηκε οριστικά η Συνθήκη των Σεβρών και ενταφιάστηκε διά παντός το όραμα της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, η περίφημη Μεγάλη Ιδέα, που είχε καταφέρει να υλοποιήσει μέχρις ενός ορίου ο Ελευθέριος Βενιζέλος αξιοποιώντας την ευνοϊκή για τη χώρα μας διεθνή συγκυρία και ασκώντας μια άκρως αποτελεσματική διπλωματία.


«ΤΑ ΝΕΑ», 19.3.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η Συνθήκη της Λωζάννης (συνομολογήθηκε μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, της Ελλάδας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων αφενός και της Τουρκίας αφετέρου) αποτελείται από 143 άρθρα, μαζί με 17 συναφείς συμβάσεις, δηλώσεις και πρωτόκολλα.


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 25.7.1923, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τη συνθήκη ειρήνης υπέγραψε εξ ονόματος της επαναστατικής κυβέρνησης του Στυλιανού Γονατά, της ηττημένης και διπλωματικά απομονωμένης Ελλάδας, ο Βενιζέλος, ο πάλαι ποτέ θριαμβευτής των Σεβρών. Και το έπραξε αυτό με «βαθείαν μελαγχολίαν» αλλά και «με την συναίσθησιν ότι προσφέρει υπηρεσίαν εις την χώραν». Πρώτιστα, όμως, το έπραξε με απόλυτη επίγνωση της σκληρής μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή πραγματικότητας, που συνέθεταν από κοινού η αδιαλλαξία των Τούρκων και η αναλγησία των άλλοτε Συμμάχων.


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 25.7.1923, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Στο φύλλο των «Νέων» που είχε κυκλοφορήσει τη Δευτέρα 19 Μαρτίου 1979 υπήρχε ένα εκτενές άρθρο του διαπρεπούς δημοσιογράφου, ιστορικού ερευνητή και θεατρικού συγγραφέα Γεωργίου Ρούσσου (1910-1984), εξέχοντος στελέχους του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, που έφερε τον τίτλο «Από τη Συνθήκη των Σεβρών στη Συνθήκη της Λωζάννης».


Ο Γεώργιος Ρούσσος

Σε αυτό διαβάζουμε, μεταξύ πολλών άλλων, τα εξής:


Ανάμεσα σε δυο μεγάλες Συνθήκες Ειρήνης που υπέγραψε η νεότερη Ελλάδα κρίθηκε η μοίρα της — για αιώνες. Η μια είναι η περίλαμπρη Συνθήκη των Σεβρών. Η άλλη, θλιβερή αυτή και αποκαρδιωτική και τελεσίδικη, είναι η αποκαλούμενη Συνθήκη της Λωζάννης, που σήμερα απασχολεί την ηγεσία μας και το λαό μας όσο ποτέ άλλοτε και δεσπόζει πάνω στις τύχες του ανατολικού χώρου της επικράτειάς μας.


«ΤΑ ΝΕΑ», 19.3.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αναφέρεται συχνότατα και επίμονα τον τελευταίο καιρό η δεύτερη αυτή Συνθήκη, που αποτελεί και έναν από τους διπλωματικούς ακρογωνιαίους λίθους της εθνικής μας ασφάλειας. Την έχουν φέρει στη ζέουσα επικαιρότητα και την κρατούν στην κορυφή του εθνικού ενδιαφέροντος οι τουρκικές αξιώσεις γύρω από το Ανατολικό Αιγαίο, καθώς και οι μόλις αποκρυπτόμενες πλάγιες προθέσεις της Άγκυρας για θέματα που αφορούν τη Θράκη μας. Κι ωστόσο, οι περισσότεροι Έλληνες δεν ξέρουμε, όσο θάπρεπε, το βαθύτερο περιεχόμενο και νόημα της Συνθήκης που υπογράφτηκε το 1923 στη Λωζάννη, όπως επίσης και της προηγούμενης, που είχε υπογραφεί στο ιστορικό για μας παρισινό προάστιο των Σεβρών.

[…]


Τον Αύγουστο του 1922, με την Καταστροφή, σχίσθηκε με το ξίφος του Κεμάλ η θρυλική αυτή Συνθήκη των Σεβρών. Και ήρθε η πικρότατη ώρα μιας άλλης Συνθήκης που θα την αντικαθιστούσε, παίρνοντας πίσω όλα σχεδόν όσα είχε αποσπάσει ο Βενιζέλος από την ιμπεριαλιστική φιλαργυρία των Μεγάλων.


«ΤΑ ΝΕΑ», 19.3.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Και η σκληρή μοίρα του εθνάρχη εκείνου ήταν να διαπραγματευθεί ο ίδιος και τη νέα αυτή Συνθήκη — της ντροπής και της ήττας. Τον επεστράτευσε η πατρίδα, μέσα στη συμφορά της, με μια δραματικότατη έκκληση του επαναστατικού καθεστώτος του 1922. Πνίγοντας τον καημό του κάθισε στο τραπέζι της διάσκεψης που έγινε τότε στη Λωζάννη της Ελβετίας, και αποδύθηκε σε απελπισμένο αγώνα να περισώσει ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν, από τα μέγιστα αποκτήματα της Συνθήκης των Σεβρών. Εκπρόσωπος τώρα μιας νικημένης και σμπαραλιασμένης χώρας, πλημμυρισμένης από φάλαγγες ξεριζωμένων, τρικυμισμένης από νέα πάθη, εξαθλιωμένης οικονομικά, σε παραμονές πτωχεύσεως ή και κοινωνικής ανατρεπτικής εκρήξεως, και προπαντός στερημένης από κάθε εξωτερική βοήθεια και διπλωματική ενίσχυση, ο Βενιζέλος δεν είχε πίσω του κανένα ηθικό είτε υλικό έρεισμα, που να πατήσει και να δώσει την απεγνωσμένη μάχη που ζητούσε η εθνική τραγωδία.


Η ελληνική αντιπροσωπεία στη Λωζάννη, με καθιστούς, από αριστερά, τους Δημ. Κακλαμάνο, Ελ. Βενιζέλο, Ανδρ. Μιχαλακόπουλο και Αλ. Μαζαράκη (πηγή: Ιστορικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου)

Και αντίθετα είχε απέναντί του έναν άτεγκτο και πονηρότατο αντίπαλο, όπως ο Ισμέτ, ο οποίος μάλιστα μιλούσε από θέσεως ισχύος. Τραχύτατος στάθηκε ο διπλωματικός αυτός αγώνας του Βενιζέλου. Οι εργασίες της Διάσκεψης της Λωζάννης άρχισαν την 21 Νοεμβρίου 1922 και δεν περατώθηκαν παρά την 24 Ιουλίου 1923. Οκτώ τρομεροί μήνες για τον Έλληνα αντιπρόσωπο, γεμάτοι από χολή που τον πότιζαν αδιάκοπα οι υπερφίαλοι αντίμαχοι, οι ύπουλες αντενέργειες των Γάλλων, η ιησουιτική στάση των Άγγλων και η απειθαρχία, η μέχρι ανταρσίας, ορισμένων ηγετών του στρατεύματος, με επί κεφαλής τον ασυγκράτητο Πάγκαλο.

Οι Τούρκοι, προκλητικοί, με έπαρση, εξοργιστικοί, στυγνοί στην όλη συμπεριφορά τους, ζητούσαν τα πάντα. Απαιτούσαν πολεμική αποζημίωση τεσσάρων δισεκατομμυρίων χρυσών φράγκων (ποσό κολοσσιαίο για την εποχή εκείνη). Παροπλισμό του ελληνικού στόλου. Επάνοδο της Ελλάδας στα σύνορα του 1913, που σήμαινε απώλεια και της Δυτικής Θράκης. Απομάκρυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη, καθώς επίσης και όλων των Ελλήνων που απέμεναν στην Πόλη και στην υπόλοιπη Τουρκία, και άλλα.


Οι διαπραγματεύσεις ήταν μια σειρά από μάχες που δίνονταν μέσα στην αίθουσα της Διασκέψεως, αλλά ιδίως στα σκοτεινά παρασκήνια του συνεδρίου, όπου οι μικροί και μεγάλοι σατανάδες της ευρωπαϊκής διπλωματίας αναπτύσσανε ατέλειωτες ίντριγκες και ραδιουργίες εις βάρος εαυτών και αλλήλων, αλλά προπαντός και μοιραία εις βάρος της Ελλάδας, που κατά τη φράση ενός παρατηρητή «εκείτετο εκτάδην». Δεν είχε, για να αντιπαλαίψει, παρά μόνο την περιλάλητη Στρατιά του Έβρου, που είχε συγκροτήσει η Επανάσταση και με την οποίαν απειλούσε ο Πάγκαλος να επιχειρήσει ένα παράτολμο «γιουρούσι» ίσα προς την Κωνσταντινούπολη — και όπου τον βγάλει. Ωστόσο αυτές οι εννέα μεραρχίες έγιναν για τη διπλωματική επιδεξιότητα του Βενιζέλου ένα όπλο αποφασιστικό. Και επιστρατεύοντας συγχρόνως και όλες τις πνευματικές δυνάμεις του, την αδάμαστη μαχητικότητά του, τις ανεκτίμητες γνωριμίες και φιλίες του με Ευρωπαίους πολιτικούς και άλλους υπολογίσιμους παράγοντες, και τέλος την προσωπική του ακτινοβολία, που εντυπωσίασε αληθινά ακόμα και τον Ισμέτ, κατόρθωσε ο Βενιζέλος να κάμψει σε αποφασιστικό βαθμό την απόλυτη τουρκική αδιαλλαξία και να συνάψει μια ειρήνη που οπωσδήποτε μπορούσε να χαρακτηρισθεί έντιμη και ανεκτική (σ.σ. προφανώς, ανεκτή).


Ο Ισμέτ πασάς υπογράφει τη Συνθήκη της Λωζάννης

Με τη Συνθήκη της Λωζάννης, που υπογράφτηκε στη μεγάλη αίθουσα της ελβετικής πολιτείας, την 24 Ιουλίου 1923, η Τουρκία ξαναπήρε ολόκληρη τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη, την Κωνσταντινούπολη (που την κατείχαν ακόμα τα Συμμαχικά στρατεύματα), τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο, εγκατέλειπε όμως υπέρ των Αγγλο-Γάλλων όλα τα εδάφη της Εγγύς Ανατολής που είχαν αποσπασθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με τη Συνθήκη των Σεβρών. Παραιτιόταν επίσης η Τουρκία υπέρ της Ιταλίας από κάθε δικαίωμα και τίτλο επί της Δωδεκανήσου και αναγνώριζε επισημότατα την προσάρτηση της Κύπρου στην Αγγλία. Έτσι, η Ελλάδα ήταν η μόνη που επλήρωνε, και μάλιστα αιματηρά, ενώ οι Μεγάλοι Σύμμαχοι έφευγαν από τη «μοιρασιά» ιδιαίτερα ικανοποιημένοι — όπως συνήθως.


Η τουρκική αντιπροσωπεία στη Λωζάννη

Ας προσθέσουμε ακόμα ότι με μια από τις Συμβάσεις που είχαν προσαρτηθεί στη Συνθήκη προβλεπόταν και η περιβόητη Ανταλλαγή Πληθυσμών. Θα ανταλλάσσονταν υποχρεωτικά οι εγκατεστημένοι ακόμα σε τουρκικά εδάφη Έλληνες (188.000 Μικρασιάτες, άλλες στρατιές ξεριζωμένων) με 355.000 Τούρκους που βρίσκονταν στα πέρα από τη Δυτική Θράκη ελληνικά εδάφη.

Τραγική στην ουσία της, αυτή η Συνθήκη της Λωζάννης αποτέλεσε ωστόσο ένα πρώτο θεμέλιο για να κτισθεί πάνω σ’ αυτό η μετέπειτα Ελληνο-τουρκική Φιλία, που οικοδόμησαν δυο τολμηροί και μεγαλεπήβολοι ηγέτες, Βενιζέλος και Κεμάλ. Και που βοήθησε για να ζήσουμε επί τριάντα περίπου χρόνια σε ειρήνη με τους ανατολικούς μας γείτονες — πριν έρθει η επεκτατική αχαλίνωτη όρεξη των κληρονόμων του Κεμάλ να ανατινάξουν στον αέρα το οικοδόμημα που ανήγειρε ο ίδιος ο εθνάρχης τους, σε μια σοφή συνδιαλλαγή και συμφωνία με τον δικό μας εθνάρχη.

Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπογράφει τη Συνθήκη της Λωζάννης (πηγή: Ίδρυμα Ιστορίας Ελευθερίου Βενιζέλου).