Εργατικοί αγώνες στη Μεταπολίτευση: ένα χρονικό
Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στη μεταπολίτευση είναι αγωνιστικές και μεγάλης διάρκειας και στις περισσότερες περιπτώσεις οργανώνονται έξω από τους θεσμούς του επίσημου συνδικαλισμού
του Δημήτρη Κατσορίδα*
Συνήθως, στις αναλύσεις για τη Μεταπολίτευση υποτιμάται ο παράγοντας της δράσης του εργατικού κινήματος, ενώ η έμφαση δίνεται μόνο στις πολιτικές εξελίξεις. Όμως, οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι αποκομμένες από τους κοινωνικούς αγώνες. Απεναντίας, επικαθορίζονται από αυτούς. Στο παρόν κείμενο, θα επικεντρωθούμε εν τάχει σε αυτόν τον παράγοντα, που είναι το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα.
Μετά την πτώση της δικτατορίας, το 1974, οι μεταπολιτευτικοί νόμοι αντικαθιστούν τις διοικήσεις των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, αλλά διατηρούν τις διοικήσεις των πρωτοβάθμιων οργανώσεων και γι’ αυτό επικρίθηκαν για διαστρέβλωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας, ενώ στη ΓΣΕΕ εξακολουθεί να κινεί τα νήματα των εξελίξεων το Κράτος, μέσω του Υπουργείου Εργασίας, σε συνεργασία με τους κυβερνητικούς συνδικαλιστές.
Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στη μεταπολίτευση είναι αγωνιστικές και μεγάλης διάρκειας και στις περισσότερες περιπτώσεις οργανώνονται έξω από τους θεσμούς του επίσημου συνδικαλισμού. Πρωτοστατούν οι βιομηχανικοί εργάτες, οι οικοδόμοι, οι μεταλλωρύχοι, οι τραπεζικοί, οι εκπαιδευτικοί, οι εργαζόμενοι στην Κοινή Ωφέλεια.
Ας δούμε, μέσα από ένα μικρό χρονικό, πως εξελίχθηκαν τα πράγματα στον εργατικό-συνδικαλιστικό χώρο από το 1974 έως σήμερα.
1976: Στις 10-11 Απριλίου πραγματοποιείται το 18ο Πανελλαδικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, στην Καβάλα, στο οποίο επικρατεί η ομάδα Καρακίτσου-Παπαγεωργίου, αφού προηγουμένως είχε δημιουργήσει πλασματικό συσχετισμό δύναμης, αποκλείοντας από τη δύναμη της ΓΣΕΕ πολλές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το ίδιο ισχύει και για τους δημοσίους υπαλλήλους.
1976: Τον Μάιο ψηφίζεται ο Νόμος 330, όπου εγκαινιάζεται μια πολιτική οργανωτικού ελέγχου των συνδικάτων μέσα από θεσμικές παρεμβάσεις (απεργοσπαστικοί μηχανισμοί, απαγόρευση της απεργίας αλληλεγγύης, κ.λπ.). Το αποτέλεσμα είναι οι περισσότερες απεργίες να κηρύσσονται παράνομες. Ο Νόμος γίνεται αντικείμενο καθολικής αντίδρασης της αντιπολίτευσης (συνδικαλιστικής και πολιτικής), που τον κατηγορεί ως αντεργατικό. Όσον αφορά τον χώρο των δημοσίων υπαλλήλων ψηφίζεται ο συνδικαλιστικός Νόμος 643/77, ο οποίος συμβάλλει στον παραπέρα έλεγχο της δράσης τους.
1977: Δημιουργούνται οι Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις (ΣΑΔΕΟ) ως αντίβαρο στην κυβερνητική ΓΣΕΕ. Ταυτόχρονα, έχουμε ανάπτυξη και στο συνδικαλιστικό κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων, όπου ιδρύεται η Συντονιστική Επιτροπή Δημοσιοϋπαλληλικών Οργανώσεων (ΣΕΔΟ), κάτι ανάλογο με τα ΣΑΔΕΟ.
Επίσης, στη μεταδικτατορική περίοδο (1974-77) έχουμε ένα σημαντικό γεγονός, που είναι η αυτοοργάνωση της βιομηχανικής εργατικής τάξης σε εργοστασιακά σωματεία στις μεγάλες μονάδες. Το γεγονός είναι σημαντικό επειδή, για πρώτη φορά, οι βιομηχανικοί εργάτες οργανώνονται. Αποκορύφωμα αυτής της δραστηριότητας είναι η ίδρυση, το 1979, της Ομοσπονδίας Βιομηχανικών Εργοστασιακών Σωματείων (ΟΒΕΣ).
1982: Ψηφίζεται από τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ο Νόμος 1264, καταργώντας τον Νόμο 330/76, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της ομαλότητας στο εσωτερικό του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος. Έτσι, τα συνδικάτα μπόρεσαν να προβούν σε εκκαθάριση των συνδικαλιστικών μητρώων από σωματεία-σφραγίδες και στην οργάνωση γνήσιου συνεδρίου της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ.
1983: Μεταξύ 9-11 Δεκεμβρίου πραγματοποιείται το 22ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, στην Αθήνα, το οποίο αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Πήραν μέρος όλα τα Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες, χωρίς αποκλεισμούς, έγινε με δημοκρατικές διαδικασίες, ενώ διεξήχθησαν για πρώτη φορά οι εκλογές με απλή αναλογική, όπου εκπροσωπήθηκαν όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις.
Πραγματοποιήθηκε η οργανωτική ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος και τέθηκαν οι βάσεις για τη διεκδίκηση σημαντικών κοινωνικών αλλαγών. Κάτι ανάλογο έγινε και στην ΑΔΕΔΥ, όπου από τις 1-4 Δεκεμβρίου γίνεται το 25ο Συνέδριό της, το οποίο αποτέλεσε σημαντικό βήμα στην αντιπροσωπευτική της έκφραση και μαζικότητα.
1985: Νέα κρίση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τα οικονομικά μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ προκαλούν σημαντικούς απεργιακούς αγώνες, και ταυτόχρονα σημαντικές μεταβολές στο εσωτερικό του συνδικαλιστικού κινήματος. Αλλάζουν οι συσχετισμοί δύναμης στο εσωτερικό της ΓΣΕΕ, όπου η πλειοψηφία περνά στην Αριστερά, δηλαδή στη συνεργασία των επτά στελεχών της ΠΑΣΚΕ που διαφωνούν με τα μέτρα της κυβέρνησης με τους συνδικαλιστές του ΚΚΕ (ΕΣΑΚ-Σ) και του ΑΕΜ (ΚΚΕ Εσωτερικού). Κατόπιν δικαστικής απόφασης ανατρέπεται η εκλεγμένη διοίκηση της ΓΣΕΕ και διορίζεται νέα μονοπαραταξιακή από στελέχη της μόνο της ΠΑΣΚΕ, εφόσον η συνδικαλιστική αντιπολίτευση αρνήθηκε να μπει στη διορισμένη διοίκηση. Έτσι, επέρχεται διάσπαση στον συνδικαλιστικό χώρο.
1989: Στις 15-16 Απριλίου, έπειτα από μια μακρά διαδικασία διαπαραταξιακών διαβουλεύσεων, πραγματοποιήθηκε ένα ενωτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ (το 25ο Συνέδριο), με τη συμμετοχή όλων των συνδικαλιστικών παρατάξεων, στο οποίο, μετά τη λήξη του, επήλθε μια κάποια ομαλότητα στο εσωτερικό του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Από τότε και μετά, δηλαδή σε όλο το διάστημα των δεκαετιών 1990 και 2000, παρ’ ότι πάντα υπήρξαν εργατικές κινητοποιήσεις διαφόρων κλάδων, εντούτοις δεν υπήρξε κάποιος μαζικός συνδικαλιστικός αγώνας, ο οποίος θα αγκάλιαζε το σύνολο της εργατικής τάξης, εκτός από τις απεργίες στις αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας (ΕΑΣ), λόγω της ιδιωτικοποίησής τους από την κυβέρνηση της ΝΔ, που ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο 1991 και κορυφώθηκαν το καυτό καλοκαίρι του 1993. Μια δεκαετία μετά έχουμε τις δύο μεγάλες απεργίες, τον Απρίλιο και τον Μάιο 2001, ενάντια στο προτεινόμενο σχέδιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για το ασφαλιστικό σύστημα, η οποία επιχειρούσε την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών, κ.ά.
Τη δράση του εργατικού κινήματος και των συνδικάτων, σε όλα τα επίπεδα (συνδικαλιστικό, θεσμικό, κλπ.), ανέκοψαν από το 2010 τα Μνημόνια και οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, με τις οποίες συρρικνώθηκε το εργατικό εισόδημα, μειώθηκε η προστασία των εργαζομένων, ενώ δημιουργήθηκαν στρατιές ανέργων και ανασφάλιστων απασχολούμενων.
Αρχικά, οι αντιστάσεις των συνδικάτων και των εργαζομένων είχαν παρουσιάσει μαζικό και μαχητικό χαρακτήρα. Εντούτοις, από το 2013 και μετά οι εργατικοί αγώνες αρχίζουν να εμφανίζουν σημάδια κόπωσης, εξαιτίας του γεγονότος της σφοδρότητας της επίθεσης, όπου ανατράπηκαν όλες οι μέχρι τότε κατακτήσεις, δεχόμενο το συνδικαλιστικό κίνημα μια στρατηγικού τύπου ήττα.
Έκτοτε, ο κόσμος της εργασίας εναπόθεσε τις ελπίδες του στο πολιτικό επίπεδο, με την άνοδο, το 2015, του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, προκειμένου να καταργηθούν τα Μνημόνια. Οι προσδοκίες, όμως, αυτού του κόσμου εξανεμίστηκαν από τον μετέπειτα συμβιβασμό και τη γενικευμένη απογοήτευση που προκάλεσε η μνημονιακή μεταστροφή της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Παρατηρώντας κάποιος/-α την εξέλιξη του εργατικού ζητήματος στην Ελλάδα αισθάνεται πως αυτά για τα οποία αγωνίζονται οι σύγχρονες δυνάμεις της εργασίας δεν απέχουν πολύ από εκείνα για τα οποία πάλευαν οι παλαιότεροι. Οι μισθοί, μέσω των μνημονίων, έχουν καταβαραθρωθεί, υπάρχει σημαντική μετανάστευση ελληνικού εργατικού δυναμικού, οι ώρες εργασίας έχουν γίνει λάστιχο, η κοινωνική ασφάλιση συνεχώς υποβαθμίζεται, η αδήλωτη εργασία και οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης κυριαρχούν, υπάρχει άγχος και εργασιακό στρες, οι συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας υποτιμώνται και υποβαθμίζονται, αυξάνονται τα εργατικά ατυχήματα, ποινικοποιείται η συνδικαλιστική δράση, κυριαρχεί ο φόβος και η αποστράτευση…
Αλήθεια, πόσο πολύ διαφέρουν όλα αυτά από τις συνθήκες εργασίας που επικρατούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα;
Παρ’ όλα αυτά, η δράση του εργατικού κινήματος συνεχίζεται, ενώ το νέο εργατικό ζήτημα τίθεται με νέους όρους στην ατζέντα των συνδικάτων. Αλλά, αυτό είναι μια άλλου τύπου συζήτηση…
*Ο Δημήτρης Κατσορίδας είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις