Γιώργος Κατσίμπαλης: Ένα ποτάμι ορμητικό
Ποιος ισχυρίζεται πως προφέρει λέξη σαν μιλά ο Κατσίμπαλης;
Στις 25 Ιουλίου 1978, ημέρα Τρίτη, έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 79 ετών, ο Γιώργος Κατσίμπαλης, αστός διανοούμενος και λογοτέχνης.
Ο Κατσίμπαλης, ένας από τους πλέον γνωστούς λογίους και μελετητές των νεοελληνικών γραμμάτων (προπάντων της νεοελληνικής ποίησης και του Κωστή Παλαμά), απέκτησε διεθνή φήμη ως ο ήρωας του μυθιστορήματος του Χένρι Μίλερ Ο Κολοσσός του Μαρουσιού (βιβλίο που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1941 και περιελάμβανε τις αναμνήσεις του Μίλερ από το ταξίδι του στην Ελλάδα το 1939, όπου έζησε περίπου έξι μήνες και γνώρισε μεταξύ άλλων τον Γιώργο Σεφέρη και τον Κατσίμπαλη).
Ο αποκληθείς και «αρχηγός» της Γενιάς του ’30 Κατσίμπαλης διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση της λογοτεχνικής επιθεώρησης Τα Νέα Γράμματα.
Στον Γιώργο Κατσίμπαλη, και μαζί σε ένα θείο του και συνεπώνυμό του με πραγματικά ξεχωριστή προσωπικότητα, ήταν αφιερωμένο ένα άρθρο του λογοτέχνη και ακαδημαϊκού Ηλία Βενέζη, που έφερε τον τίτλο «Περί ανθρώπων» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Τρίτη 6 Αυγούστου 1957. Σε αυτό διαβάζουμε τα εξής:
Ο φίλτατος «Κολοσσός του Μαρουσιού», ο Γιώργος Κατσίμπαλης, με σταμάτησε προχτές, καταμεσήμερο, στο πεζοδρόμιο της οδού Σταδίου, κάτι να μου πει. Το «κάτι» βάσταξε πάνω από μισή ώρα. Εκεί, μες στο λιοπύρι, στη σκόνη του δρόμου που ανακατασκευάζεται, στη βουή των ηλεκτρικών τρυπανιών που σπούσαν την άσφαλτο, χειρονομώντας, φωνάζοντας για ν’ ακούγεται, παίζοντας με τα χείλια, με τα μάτια, με τις συσπάσεις του προσώπου, με την κίνηση του πελώριου κορμιού του, ο Κατσίμπαλης ήταν αυτό που του θαυμάζομε όλοι, δικοί και ξένοι: ένας καταπληκτικός λόγος, ένα ποτάμι ορμητικό που θέλει να τα φέρει όλα στο στόμα, ιδέες, πράξεις, ανθρώπους, συνειδήσεις — να τα κάνει εικόνα και λέξη, βούλα καυτερή που μπαίνει πάνω στα σώματα και μένει εκεί ίσαμε το θάνατο, να τα κάνει παραμύθι και σάτιρα και κριτική και ταξίδι αλησμόνητο.
Ο Γιώργος Κατσίμπαλης (αριστερά) μαζί με τον Γιώργο Σεφέρη στο Μαρούσι, στα πρώτα χρόνια της παροιμιώδους φιλίας τους (πηγή: «Ο Ταχυδρόμος», 2.11.1963)
Τι μας έλεγε προχτές το μεσημέρι εκεί, ιδρώνοντας, μες στο λιοπύρι; Αυτό είναι: αν πεις να θυμηθείς και να κατατάξεις λογικά ό,τι σου λέει ο Κατσίμπαλης, αποτυχαίνεις εξ αρχής, με το να παραγνωρίζεις το καίριο αυτού του καταπληκτικού προφορικού λόγου: να αυτοσχεδιάζει, να πηδά απ’ τον έναν κύκλο στον άλλον χωρίς ειρμό, αρπαγμένος απ’ τη λάμψη μιας λέξης που ήρθε στο στόμα και γίνεται εικόνα και πρόκληση που τον μεταφέρει στον άλλον κύκλο, με μια αναγκαιότητα που γίνεται αναπόδραστη, δημιουργώντας με τη σειρά της μιαν άλλη αναγκαιότητα. Στέκομαι ζαλισμένος κάθε φορά μπροστά σ’ αυτόν το χείμαρρο των λέξεων, των εικόνων και των πραγμάτων, αδύναμος να προφέρω λέξη — και ποιος ισχυρίζεται πως προφέρει λέξη σαν μιλά ο Κατσίμπαλης;
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 6.8.1957, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Τι ανακάτευε προχτές, χειρονομώντας, με τη σκόνη και το λιοπύρι της Αθήνας; Ήταν για ένα ταξίδι απ’ όπου ερχόταν, για τους Αμερικανούς ποιητές που έρχονταν, για τον Ντάνκαν Έμριχ και για την Έντιθ Χάμιλτον, για ένα θάνατο δικού του προσώπου που είχε γίνει την περασμένη νύχτα και για τον Χένρυ Μύλλερ, για το κρασί και για τον έρωτα, και για την «Έξοδο», και για έναν δοσίλογο της Κατοχής που περνούσε κείνη την ώρα απ’ την οδό Σταδίου, για το παρόν και για το παρελθόν και τίποτα για το μέλλον. Ήταν, όπως πάντα, ευδαιμονικός, βωμολόχος. Αριστοφανικός περιπατητής στους δρόμους της Αθήνας του 1957, ακουμπώντας με το ένα γιγάντειο ποδάρι του στα βουνά των τσελιγγάδων Κατσιμπαλαίων του Μοριά, που έγιναν δημοτικό τραγούδι, και με τ’ άλλο στην πνευματική πρωτοπορία της Ευρώπης, στην υψηλότερη ποίηση της Ελλάδας και του κόσμου.
Άξαφνα, καθώς ο λόγος ήρθε στο παρελθόν, ο Γιώργος Κατσίμπαλης σκάλισε την τσάντα του, έβγαλε ένα φυλλάδιο, μου το έδωσε:
— Αυτό θα σ’ ευχαριστήσει, είπε.
Το φυλλάδιο έχει στο ξώφυλλο τις λέξεις: Μιχαήλ Κατσίμπαλης. Κι’ από κάτω μια εικόνα, ένα πρόσωπο απίθανα ευγενικό και ωραίο, με τη μαύρη γενειάδα του, με τα πυκνά μαλλιά, με τη δυνατή ματιά, που ερευνά και γυρεύει. Τι είναι αυτό το πρόσωπο, το ξεπηδημένο από σελίδες μυθιστορημάτων του 18ου αιώνα, από χαλκογραφίες αρχόντων της Νέας Αγγλίας του καιρού της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, από σελίδες του Ιουλίου Βερν και από φανατικούς της 9ης Θερμιντώρ; Τι είναι ο Μιχαήλ Κατσίμπαλης;
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 6.8.1957, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Γιώργος Κατσίμπαλης θέλει να μας πει, εκεί στο δρόμο, ελάχιστα για το θείο του. Λέει μονάχα πως τον θυμάται. Σχεδιάζει μιαν εικόνα τραβηγμένη με σπαθί, με ελάχιστες γραμμές καίριες. Θυμάται αυτόν τον άρχοντα, τον φίλο του ανθρώπου, έχοντας σπαταλήσει μια κολοσσιαία περιουσία για να βοηθήσει τους φτωχούς, απένταρο πια αλλά πάντα άψογο, ατσαλάκωτο, ανένδοτη αρχοντιά, να ανεβαίνει την οδό Σταδίου. Ακουμπά στο ασημένιο μπαστούνι του με το ένα χέρι, με το άλλο, κοιτάζοντας ίσια μπρος, κουβαλά με ιεροπρέπεια στο σπίτι του ένα κομμάτι πάγο της μιας δεκάρας κρεμασμένον σ’ ένα σπάγγο. Και είναι αδιάφορος για ό,τι γίνεται γύρω του, ακούγοντας μόνο τη φωνή τη δική του, την εκ βαθέων.
— Διάβασε το κείμενο, μου είπε ο Γιώργος Κατσίμπαλης και χάθηκε μες στη βουή και μες στη σκόνη.
Διαβάζω το κείμενο. Είναι ένα βύθισμα σε καιρούς ελληνικούς άλλους, σε μια περιοχή συγκινητική του ανθρώπινου τύπου που τον χάσαμε και μάταια θα τον αναζητήσουμε. Στο φυλλαδάκι υπάρχουν δυο κείμενα περιγραφικά για τον Μιχαήλ Κατσίμπαλη. Το ένα είναι απ’ το «Εθνικόν Ημερολόγιον» του Κ. Σκόκου, έτος 1896. Το άλλο είναι απ’ την εφημερίδα «Εμπρός», έτος 1920.
[…]
Τέσσερις εκπρόσωποι της Γενιάς του ’30 και της ομάδας των «Νέων Γραμμάτων», τριάντα περίπου χρόνια μετά την πρώτη τους εμφάνιση: από αριστερά, ο Γιώργος Κατσίμπαλης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιώργος Σεφέρης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος, στην οικία του Γιώργου Θεοτοκά, το 1963 (πηγή: «Ταχυδρόμος», 18.10.1979)
Ας είναι καλά ο Γιώργος Κατσίμπαλης και το φυλλαδάκι του περί Μιχαήλ Κατσίμπαλη που μας έδωσε. Από τον καιρό αυτού του «πρίγκηπος» επέρασαν δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, άλλαξε ο ρυθμός του κόσμου. Στην οδόν Σταδίου τη σημερινή θα σφάνταζε (σ.σ. φάνταζε) σαν φάντασμα η εικόνα του Μιχαήλ Κατσίμπαλη ακέραιου, αναλωθέντος στην υπηρεσία του ανθρώπου, να προχωρεί με το ασημένιο μπαστουνάκι του και με τον πάγο της μιας δεκάρας κρεμασμένον στον σπάγγο. Αυτά φαίνεται είναι πράγματα που δεν επαναλαμβάνονται. Μένουν πρότυπα. Γι’ αυτό κ’ εμείς, όπου τα βρίσκουμε, τα ανασύρουμε με σεβασμό, τα προτείνουμε στα παιδιά μας και στην εποχή μας, και έχουμε ίσως τη χίμαιρα να ελπίζουμε.
- ΣΥΡΙΖΑ: Οι πολίτες δεν αναζητούν παρηγοριά, αξιώνουν λύσεις μπροστά στη νέα εκτίναξη των τιμών της ενέργειας
- Χαρίτσης: Η ρητορεία Μητσοτάκη στρώνει τον δρόμο στην Ακροδεξιά
- Εντυπωσιακό γκολ του Κοϊτά με την Μαυριτανία (vid)
- ΠΑΣΟΚ: Αναγκαία η άμεση παρέμβαση της Εισαγγελίας του ΑΠ για το ‘χαμένο’ υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- «Βόμβα» της Sport: «Η Ρεάλ Μαδρίτης βλέπει τον Κουλιεράκη»
- Greece Hits Lowest OECD Ranking in Living Standards, GDP