Το Παρίσι κέρδισε το στοίχημα από την πρώτη μέρα. Ναι, αυτή ήταν μια πρωτότυπη τελετή έναρξης Ολυμπιακών Αγώνων εντελώς out of the box και από όσα είχαμε συνηθίσει έως σήμερα. Ένα μεγάλο στάδιο με χιλιάδες κόσμου, τις εθνικές ομάδες να παρευλαύνουν σε αυτό και τα όποια δρώμενα να συμπληρώνουν το σκηνικό.

Μια πόλη, ένα στάδιο

Το Παρίσι τόλμησε να εκτεθεί. Να γίνει ολόκληρη η πόλη ένα στάδιο. Προφανώς και η διοργάνωση είχε ατέλειες, κάποιες αδύναμες επιλογές, ενώ και η εκδήλωση σε κάποια σημεία έκανε κοιλιά. Συν τοις άλλοις η βροχή που έπεφτε συνέχεια δεν βοήθησε. Συμβαίνουν όμως αυτά όταν επιχειρείς ένα τόσο μεγάλο project, όταν βάζεις ένα μεγάλο μέρος της πόλης να είναι μέρος του σκηνικού που έχεις ετοιμάσει. Ως ιδέα ωστόσο ήταν εξαιρετική.

Παίρνεις την καρδιά του Σηκουάνα, που όσο βρόμικος και αν είναι τον υπόλοιπο καιρό παραμένει η κεντρική αρτηρία της πόλης που της δίνει ζωή. Χρησιμοποιείς τα bateaux mouches που αποτελούν το σήμα κατατεθέν στο ποτάμι και μεταφέρεις τις αποστολές όλων των ομάδων.

Την ίδια ώρα στις όχθες του, αυτές που είναι πάντα γεμάτες από κόσμο γιατί οι Παριζιάνοι αγαπούν τον Σηκουάνα κάθε μέρα και κάθε ώρα –δεν περίμεναν τους Αγώνες για να τον χαρούν- γίνονται του κόσμου τα δρώμενα. Και βλέπεις μια Lady Gaga βγαλμένη από το Παρίσι του ’50 να κάνει το σόου της, την ώρα που στην άλλη όχθη τα μπαλέτα του καν καν θυμίζουν την εποχή των καμπαρέ, την μπλεκ επόκ, το μεθύσι με αψέντι, την Τέχνη, τη ζωή την ίδια.

Παρκούρ και Νοτρ Νταμ

Κι ενώ συμβαίνουν αυτά ο μασκοφόρος λαμπαδηφόρος κάνει παρκούρ στις στέγες του Παρισιού ως άλλο Φάντασμα της Όπερας βγαλμένο από τη φαντασία του Γκαστόν Λερού, ενώ εκεί που σου πέφτει το σαγόνι από την ευρηματικότητα των διοργανωτών είναι ότι χρησιμοποιούν το εργοτάξιο της Νοτρ Νταμ για να δώσουν ρυθμό στη συγχρονικότητα και να ενώσουν το παρελθόν με το παρόν, με φόντο τις σκαλωσιές ανακατασκευής ενός μυθικού –για την ιστορία της πόλης, αλλά και της ίδιας της χώρας τους- ναού.

Που είναι το κεφάλι;

Το Παρίσι τα συμπεριέλαβε όλα γιατί μπορεί να το κάνει. Και μέταλ συγκρότημα να ερμηνεύει το τραγούδι Ca Ira της Γαλλικής Επανάστασης με το κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτας να δείχνει απορημένο για τον αποκεφαλισμό του, αλλά και την Κάρμεν του Μπιζέ. Είχε και την Μασσαλιώτιδα με την ερμηνεία της Αξέλ Σεν Σιλέ, αλλά και την Άγια Νακαμούρα, να τραγουδά Σαρλ Αζναβούρ. Και όλα αυτά επειδή τίποτε δεν είναι μονόπλευρο στη ζωή.

Στο ίδιο πλαίσιο πολλοί ταράχτηκαν που είδαν μια από τις γέφυρες του Παρισιού να γίνεται πασαρέλα μόδας, λησμονώντας ότι η μόδα και οι παρουσιάσεις της αποτελούν κομβικό σημείο της κουλτούρας της πόλης, όπως και η πολυπολιτισμικότητα, όπως και η διαφορετικότητα. Λογικά η Λεπέν και οι όμοιοί της ανά τον κόσμο πρέπει ν’ ανέβασαν πίεση χθες βράδυ, αλλά c’ est la vie, που λένε και οι Γάλλοι.

Το σόου με τα λέιζερ στον Πύργο του Άιφελ λίγο πριν την εμφάνιση της Σελίν Ντιόν που τραγούδησε Εντίθ Πιαφ, το αερόστατο με τη φλόγα που ίπταται στον ουρανό της πόλης, ήταν τα κερασάκια σε μια τούρτα που με έξυπνο τρόπο παρουσίασε την ιστορία της Γαλλίας και την κουλτούρα του Παρισιού, αποφεύγοντας σοβινιστικά στερεότυπα και κιτς λύσεις.

Από εκεί και πέρα όλα είναι θέμα γούστου και είναι προφανώς θεμιτό να υπάρχει κόσμος στον οποίο δεν άρεσε η τελετή. Αναφέρομαι στον ελληνικό μικρόκοσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είναι άλλο πράγμα το γούστο που είναι καθαρά υποκειμενικό κι εντελώς διαφορετικό να προβάλλουμε συνέχεια το επιχείρημα πόσο αξεπέραστη ήταν η τελετή στην Αθήνα του 2004. Στη δεύτερη περίπτωση θυμίζουμε τους γέρους του Μάπετ Σόου που ζουν για να γκρινιάζουν –κι αυτοί τουλάχιστον το κάνουν έξυπνα και χιουμοριστικά- και στη χειρότερη κάτι απόμαχους της ζωής που κουνάνε το κεφάλι με αποδοκιμασία για την κατάντια του σήμερα. Και συνήθως σε αυτούς κανείς δεν δίνει σημασία.