Όσον αφορά, εν πρώτοις, την επίδραση της ελληνικής στη λατινική, παρατηρούμε ότι οι πρώιμες δάνειες λέξεις προσαρμόζονταν ως επί το πλείστον στη λατινική φωνολογία και μορφολογία (π.χ., carta/χάρτης, massa/μάζα, tumba/τύμβος), ενώ στις μεταγενέστερες δάνειες λέξεις –ή και σε παλαιότερες όπου είχαν επέλθει διορθώσεις– υπήρχε ακριβέστερη απόδοση της ελληνικής (π.χ., zona/ζώνη, chorus/χορός, amphora/αμφορεύς, machina/μαχανά, δωρικός τύπος της λέξης μηχανή). Εξάλλου, προφανώς ως επακόλουθο της έντονης παρουσίας ελληνοφώνων μέσα στους λατινικούς πληθυσμούς, ελληνικά δάνεια αντικατέστησαν λέξεις της λατινικής στην καθημερινή ζωή, στις καθημερινές γλωσσικές χρήσεις (π.χ., aer/αήρ – αέρας, balineum/βαλανείον – λουτρό, petra/πέτρα, gamba/καμπή, spada/σπάθη).

Ειδικότερα στο χώρο της πνευματικής δημιουργίας, στα πεδία της ποίησης, της φιλοσοφίας, των τεχνών και των επιστημών, το λατινικό λεξιλόγιο περιελάμβανε πολλές δάνειες λέξεις και μεταφραστικά δάνεια από την ελληνική (π.χ., thronus/θρόνος, lyra/λύρα, rhetor/ρήτωρ, musica/μουσική, grammaticus/γραμματικός – γραμματοδιδάσκαλος, architectura/αρχιτεκτονική). Σε ορισμένες περιπτώσεις επικράτησε η λατινική λέξη που δημιουργήθηκε ή και προσαρμόστηκε σημασιακώς, προκειμένου να αποδοθεί ένας τεχνικός όρος της ελληνικής (π.χ., accentus/τόνος – χρονική ποσότητα μιας συλλαβής [στην αρχαία ελληνική, και προσωδία], casus/πτώσις [πτώση κλιτών ονομάτων στη γραμματική], comprehensio/αντίληψη [στην ελληνική, κατάληψις], qualitas/ποιότης, essentia/ουσία). Σε άλλες πάλι περιπτώσεις υπερίσχυσε εντέλει στο λατινικό λεξιλόγιο η ίδια η ελληνική λέξη (π.χ., atomus/άτομον, etymologia/ετυμολογία, analogia/αναλογία, philosophus/φιλόσοφος).

Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο αποτελεί η λατινική της Χριστιανικής Εποχής, στην οποία περισσότερα ήταν τα μεταφραστικά δάνεια από την ελληνική και λιγότερες οι ελληνικές δάνειες λέξεις. Μέσα στο ποικιλόμορφο μωσαϊκό του θεολογικού λεξιλογίου της Δυτικής Εκκλησίας απαντούν άμεσα δάνεια (π.χ., ecclesia/εκκλησία, apostolus/απόστολος, angelus/άγγελος, martyr/μάρτυς, presbyter/πρεσβύτερος), μεταφραστικά δάνεια (incarnatio /σάρκωσις, resurrexio και resurrectio/ανάστασις), καθώς και αμιγώς λατινικές ισοδύναμες λέξεις (caritas/αγάπη, gratia/χάρις, sacramentum/μυστήριον).

Πέραν του λεξιλογίου, η ελληνική επηρέασε τη λατινική και από γραμματικοσυντακτικής απόψεως. Οι επιδράσεις αυτές, απόρροια της μελέτης της ελληνικής λογοτεχνίας και ρητορικής, ήταν εμφανείς κυρίως σε γλωσσικές χρήσεις αυξημένου κύρους, και όχι στη λαϊκή λατινική. Τα πρότυπα της κλασικής ελληνικής πεζογραφίας και οι κανόνες της ελληνικής ρητορικής συνέβαλαν στην καλλιέργεια μιας σύνθετης συντακτικής δομής, την οποία εξύψωσαν ο Κικέρων και ο Λίβιος στην πεζογραφία, κατεξοχήν δε ο Βιργίλιος και ο Οράτιος στην ποίηση. Επιπροσθέτως, η ελληνική παρακίνησε τους ευρηματικούς λατίνους συγγραφείς να αξιοποιήσουν πολύ καλύτερα τις δυνατότητες που τους παρείχε το γραμματικό σύστημα της δικής τους γλώσσας.

*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο Κικέρων, ο ελληνολάτρης φιλόσοφος, ο μέγιστος των ρωμαίων ρητόρων.

Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με τη λατινική γλώσσα (Μέρος Α’)