Όταν το 1856, ο «Βασιλιάς του Βαλς», Γιόχαν Στράους ο νεότερος, δέχτηκε την προσφορά του διοικητικού συμβουλίου του σιδηροδρόμου του Τσάρσκογιε Σελό να διευθύνει τις καλοκαιρινές συναυλίες στο σιδηροδρομικό σταθμό του Παβλόφσκ, δεν ήξερε ακόμη ότι αυτή η απόφαση θα οδηγούσε σε ένα θυελλώδη έρωτα που θα έφερνε αίμα, δάκρυα και ιδρώτα.

Οι θαυμαστές από το Παβλόφσκ, το Τσάρσκογιε Σελό και την Αγία Πετρούπολη ήρθαν να ακούσουν τον συνθέτη των περίφημων βαλς. Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη – μετά βίας το κοινό μπορούσε να ανασσάνει. Κάποιοι άτυχοι, δεν κατάφεραν να εισέλθουν.

Ο Στράους ζήτησε αρκετές φορές το χέρι της Όλγας, αλλά του το αρνήθηκαν ξανά και ξανά. Μετά από λίγο καιρό, έμαθε για τον αρραβώνα της αγαπημένης του με άλλον

Και, μια φορά, ο Στράους κλήθηκε για να δώσει ανκόρ τόσες πολλές φορές που το κοινό έχασε εντελώς την αίσθηση του χρόνου και δεν πρόσεξε πώς έφυγε το τελευταίο τρένο.

Όλοι έπρεπε να μείνουν στο σταθμό μέχρι το πρωί. Ο Στράους έπαιξε όχι μόνο τα δικά του έργα, αλλά και έργα άλλων συνθετών, συμπεριλαμβανομένων Ρώσων συνθετών. Και είχε χρόνο να γράψει καινούργια – τις πόλκες «Στο δάσος Παβλόφσκι» και «Νέβα» και «Αγία Πετρούπολη».

«Ο Αποχαιρετισμός μου στην Αγία Πετρούπολη»

Μια μέρα, του έδωσαν ένα μπουκέτο λευκά τριαντάφυλλα στα παρασκήνια μαζί με ένα σημείωμα από έναν άγνωστο. Λίγο καιρό αργότερα, στο σαλόνι του κόμη Λεβ Σολόγκουμπ, συναντήθηκε με έναν μυστηριώδη θαυμαστή.

Αποδείχθηκε ότι ήταν η Όλγα Σμιρνίτσκαγια – εξαιρετικά μορφωμένη, από αριστοκρατική οικογένεια και μία από τις πρώτες γυναίκες συνθέτριες της Ρωσίας. Ο Στράους έχασε τόσο τα αβγά όσο και τα πασχάλια. Γοητευμένος πια, συμπεριέλαβε τα έργα της στα προγράμματα των συναυλιών, της αφιέρωσε βαλς και πόλκες, ελπίζοντας ότι σύντομα θα γίνονταν ζευγάρι.

Όμως, οι γονείς της Όλγας ήταν αντίθετοι. Πίστευαν ότι ένας συνθέτης, ακόμη και ένας διάσημος, δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στο κύρος της κόρης τους. Ο Στράους ζήτησε αρκετές φορές το χέρι της Όλγας, αλλά του το αρνήθηκαν ξανά και ξανά. Μετά από λίγο καιρό, έμαθε για τον αρραβώνα της αγαπημένης του με άλλον.

Ο ξανθός άγγελος με το τόξο φάνηκε πώς ξέμεινε από βέλη, και έτσι ο Στράους, απογοητευμένος και πικραμένος επέστρεψε στη Βιέννη. Στην πατρίδα του, σαν άλλος Δον Ζουάν ερωτοτροπούσε με θαυμάστριες του, υποσχόμενος ενίοτε γάμο, αλλά πάντα διαλύοντας τους αρραβώνες

Ο συνθέτης διατηρούσε σε όλη του τη ζωή ένα πορτρέτο της Όλγας Σμιρνίτσκαγια. Σε ανάμνηση των ημερών του στο Παβλόφσκ και της αγάπης του για την Όλγα, συνέθεσε το βαλς «Ο Αποχαιρετισμός μου στην Αγία Πετρούπολη».

«Ο αποχαιρετισμός» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε μια φιλανθρωπική συναυλία στο Παβλόφσκ στις 5 Σεπτεμβρίου 1858. Το έργο είχε τον τίτλο Mes adieux à St. Pétersbourg, καθώς τα γαλλικά ήταν της μοδός εκείνη την εποχή.

Ένας κριτικός της εφημερίδας Wiener Allgemeine Theaterzeitung έγραψε για το έργο του Στράους: «Το βαλς Abschied von St. Petersburg (Ο αποχαιρετισμός μου στην Αγία Πετρούπολη) ξεχωρίζει ανάμεσα στις νέες συνθέσεις για τα σαγηνευτικά του θέματα και την ενδιαφέρουσα ενορχήστρωση- η σύνθεση έχει έναν κυρίως σοβαρό σλαβικό χαρακτήρα […] Ο Στράους δέχτηκε άπειρο χειροκρότημα και αναγκάστηκε να επαναλάβει κάθε νέα σύνθεση δύο ή τρεις φορές».

Το ευρύ εκφραστικό εύρος του «Ο αποχαιρετισμός μου στην Αγία Πετρούπολη» ισοδυναμεί, όπως πολλά από τα καλύτερα αριστουργήματα της οικογένειας Στράους, με ένα οκτάλεπτο τονικό ποίημα.

Η επιστροφή στη Βιέννη

Ο ξανθός άγγελος με το τόξο φάνηκε πώς ξέμεινε από βέλη, και έτσι ο Στράους, απογοητευμένος και πικραμένος επέστρεψε στη Βιέννη. Στην πατρίδα του, σαν άλλος Δον Ζουάν ερωτοτροπούσε με θαυμάστριες του, υποσχόμενος ενίοτε γάμο, αλλά πάντα διαλύοντας τους αρραβώνες.

Ένα βράδυ όμως, ο νεαρός Στράους συνάντησε την καταξιωμένη μέτζο-σοπράνο Ενριέτα Σαλουπέτσκι (γνωστή και ως «Τζέτι»), ερωμένη του τραπεζίτη Μόριτζ Τόντεσκο με τον οποίο είχε επτά παιδιά εκτός γάμου.

Η γυναίκα που τόσο ο Εκτόρ Μπερλιόζ όσο και ο Φέλιξ Μέντελσον Μπαρτόλντι της είχαν αφιερώσει τραγούδια, ήταν επτά χρόνια μεγαλύτερη από τον Στράους και το 1862 παντρεύτηκαν στο Στέφανσντομ της Βιέννης.

Ο λαός της Βιέννης φυσικά καταδίκασε και η αυλή δήλωσε απογοητευμένη.

Στις 8 Απριλίου 1878, η «Τζέτι» έλαβε ένα ανησυχητικό γράμμα από έναν από τους γιους της. Αν και το ακριβές περιεχόμενο της επιστολής είναι άγνωστο, της προκάλεσε καρδιακή προσβολή και απεβίωσε μέσα σε λίγα λεπτά. Ο Στράους παρόλο που παρουσιάστηκε ως συντετριμμένος, δεν παρέστη στην κηδεία. Αντ’ αυτού, επισκεπτόταν επίμονα τους τοπικούς οίκους ανοχής και μόλις επτά εβδομάδες μετά την κηδεία παντρεύτηκε ξανά.

*Με πληροφορίες από: Russia Beyond | Gramophone