Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024
weather-icon 21o
Μύτικας Ολύμπου: «Ένας σκοπός της ζωής ετελείωσε»

Μύτικας Ολύμπου: «Ένας σκοπός της ζωής ετελείωσε»

Όλα τώρα είναι γύρω μας φως

[…]

Ανηφορίζουμε ολοένα τον δύσκολο δρόμο. Τα ζώα μας έχουν μείνει στο καταφύγιο. Από δω κι’ απάνω θα είμαστε αβοήθητοι, καθένας μόνον με την μπόρεσή του. Ολοένα αφήνουμε πίσω μας ό,τι σηκώνουμε, ν’ αλαφρώσουμε απ’ το βάρος. Ακόμα και τα παγούρια. Κρατούμε μόνο το σκοινί που θα δεθούμε. Τρίβουμε τα χείλια μας με χιόνι. Όλο το κορμί ανάβει, η ανάσα ολοένα γίνεται πιο βαριά, ολοένα μέσα μας καθαρίζει ο κόσμος. Τίποτα από τη θύμησή του, από τον κίνδυνο, από την αθλιότητα, απ’ τη φιλοδοξία, απ’ τα φούμαρα — τίποτα. Ένας νέος κόσμος, καφτός μες στο λαχανιασμένο κορμί, γνήσιος, ρίζα πρώτη, κατάπρωτη — αυτό μόνο: Θα φτάσουμε στον Μύτικα! Πρέπει να φτάσουμε στον Μύτικα! Αν τον φτάσουμε, ο Μύτικας πια θα μας ακολουθά για πάντα, δύναμη φλογερή, παρηγορητική. Βοήθεια. Η Ελλάδα αρχίζει τους θρύλους της από τον Μύτικα — είναι το λίκνο, η ποίηση, η ομορφιά, το προνόμιο της αιωνιότητας.


Ο Μύτικας μέσα από το φακό του Μπουασονά

Είναι πια μέρα. Από τον Μύτικα, όσο ανηφορίζουμε, δεν φαίνεται τίποτα. Πούσι πυκνό κατεβαίνει από ψηλά, γλυστρά πάνω στα άγρια φαράγγια, κατρακυλά χαμηλά. Έτσι ο Μύτικας γίνεται τώρα σκοπός ακόμα πιο βαθύς και συνταρακτικός: υπάρχει χωρίς να φαίνεται. Τον μαντεύουμε σαν θεότητα που θα μας αποκαλυφθή αν γίνουμε άξιοί της, την ώρα που πρέπει. Μόνο.

Αλλά αν τα σύννεφα σκεπάζουν τις κορφές ψηλά, χαμηλότερά μας ο ήλιος που βγαίνει φωτίζει καθαρά τα φαράγγια και τις χιονισμένες πλαγιές. Τι απέραντη που είναι η ομορφιά! Ο γέρο-Κάκαλος προχωρεί πρώτος, ανοίγοντας το δρόμο — μονοπάτι δεν υπάρχει τίποτα. Μήτε χώμα πια. Μόνο πέτρα. Μήτε δέντρο πια, μήτε πηγή. Τίποτα. Το ύψος μόνο. Γυμνό, κατάγυμνο. Ο γέρο-Κάκαλος, πάντα με το ίδιο, σβέλτο πήδημα του ζαρκαδιού. Δε μιλά, μιλούμε ελάχιστα. Η Μάρτζορυ Φάρκιουαρ προχωρεί μόνη. Η Ελληνίδα προχωρεί μόνη. Ο Φράνσις Φάρκιουαρ προχωρεί μόνος. Ο καθένας πολεμά να μείνη μόνος, να τον δεχτή όπως πρέπει τον Όλυμπο, ενώπιος ενωπίω. Μόνο οι λίγοι άντρες της συνοδείας μας, απλά, γενναία παιδιά της μακεδονικής γης, μονάχα αυτά αναρωτιούνται, όσο ολοένα η ανάβαση γίνεται δυσκολώτερη:

«Γιατί ανεβαίνουμε; Τι θα βγη;»


Αριστερά μας, μέσα απ’ τα σύννεφα που αποτραβήχτηκαν, φάνηκε το «Σχολειό». Γραμμή απέριττη, δυνατή. Ύψος 2905 μέτρα. Είναι η κορφή του Φάρκιουαρ και του Φουτρίδη. Εκεί είχαν φτάσει στα 1914, πιστεύοντας πως είχαν φτάσει στην ψηλότερη κορφή. Αλλά αυτή η ψηλότερη —ο Μύτικας— ήταν λίγο δεξιά τους. Ψηλότερη κατά 12 μέτρα. Και τότε, δεν τα μπόρεσαν. Ο ένας, ο Έλληνας, πέθανε στο μεταξύ, χάθηκε, χωρίς να τα φτάση ποτέ. Ο άλλος, τώρα, ο ξένος, ενώ η ζωή βασιλεύει, κάνει την τελευταία προσπάθεια. Τον βλέπω, ενώ ανηφορίζει μπρος μου αργά, δύσκολα, να γυρίζη και να ακουμπά επίμονα τα μάτια του στο «Σχολειό». Ωσάν η κορφή του να έχη μαγνήτη. Είναι εκεί η νειότη του — ο θρίαμβος που νόμισε τότε, η διάψευση που ήρθε έπειτα, όταν ο Μπουασονά και ο Μπω-Μπωβύ ανήγγειλαν πως έφτασαν στον Μύτικα. Είναι εκεί όλα.


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 16.9.1927, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

—Είναι έτσι όπως τη θυμόσαστε την κορφή σας; τον ρώτησα. Ύστερα από τόσα χρόνια!

— Ω, ακριβώς έτσι!

Ακριβώς έτσι. Γιατί μέσα του δεν είχε φθαρή η κορφή.

Ολοένα ο αγέρας γίνεται πιο αραιός. Η γη κατάγυμνη. Τι μοναξιά! Ως και το χιόνι το στοιβαγμένο στα «Ζωνάρια», πυκνό, βαθύ, έχει κάτι από τη στερεότητα του βουνού. Δεν λες πως θα λυώση. Ολοένα η ανάβαση πιο δύσκολη. Και πάντα να μη φαίνεται τίποτα από τα «χτένια» του Μύτικα. Πάντα μες στα σύννεφα.

— Φτάνουμε στη «Σκάλα», λέει ο γέρο-Κάκαλος και δείχνει το υψηλότατο σημείο.


Αυτό είναι έξω απ’ τα σύννεφα. Το βλέπουμε σαν έναν ύστατο τόνο — γραμμή που κόβει τον ουρανό. Από κει θ’ αρχίζη το χάος. Ο καθορισμένος σκοπός τώρα δίνει δύναμη. Λίγο ακόμα! Λίγο ακόμα! Τέλος, ύστερα από τέσσερις ώρες ανάβαση, μ’ ένα ξεφωνητό δέους πατούμε την τελευταία «Σκάλα».

Τι είναι αυτό που ξεπρόβαλε άξαφνα στα μάτια μας! Σε απίστευτο βάθος κατακόρυφα ήταν το βάραθρο. Εκεί κάτω στο κυκλικό χάος, στα «Καζάνια», τα σύννεφα έβραζαν. Στροβιλίζονταν μες στον κύκλο δαρμένα απ’ τον άνεμο κι’ ανέβαιναν. Πλάι μας, πάνω απ’ τα «Καζάνια», θεόρατος, κιτρινωπός, μεγαλείο ασύλληπτο, φάνηκε άξαφνα προβέλνοντας (σ.σ. προβάλλοντας) απ’ τα σύννεφα, που μια στιγμή τα τράβηξε από πάνω του ο άνεμος, ο βράχος του Μύτικα. Και πλάι του το «Στεφάνι», ο Θρόνος του Διός. Πάλι τύλιξαν το βράχο τα σύννεφα, χάθηκε, τα σύννεφα ανεβαίνοντας δαρμένα βίαια πάλι στροβιλίζονταν γύρω του, πάλι τον πρόβαλαν. Πότε τον βράχο ολάκαιρον, πότε τη ρίζα του μόνο, πότε την κορφή του. Ήταν μια αέναη έλξη και μια αέναη άπωση, δυο δυνάμεις φοβερές που πάλευαν να αποσπαστούν η μια απ’ την άλλη, αλλά δε γινόταν, δε γινόταν, γιατί η μια ήταν ανάγκη στην άλλη και τη φώναζε σαν τη φλόγα με το φως. «Επέστενε δ’ ουρανός ευρύς σειόμενος, πεδόθεν δε τινάσσετο μακρός Όλυμπος ριπή υπ’ αθανάτων» (σ.σ. από τη Θεογονία του Ησιόδου: «και στέναζε μαζί κι ο ουρανός ο ευρύς καθώς σειόταν, κι απ᾽ τα θεμέλια τιναζότανε ο ψηλός ο Όλυμπος απ’ την ορμή των αθανάτων»).

Άφωνοι κοιτάζαμε.


Ο Χρήστος Κάκαλος το 1913

Έχω ανεβή σε μερικά απ’ τα ωραιότερα βουνά του κόσμου: Στα «Ρόκυ Μάουντενς», στο «Μάουντ Έβανς» και στο «Πάικς Πηκ» του Κολοράντο, στα βουνά της Γιούτας, στο «Ροσέ ντε Ναι» και στα βουνά του Ιντερλάκεν. Τίποτα, τίποτα δεν είναι σαν αυτό εδώ το αυστηρό αλλά ποτέ θανατερό, ποτέ σκοτεινό, ποτέ έξω από τον άνθρωπο μεγαλείο του Ολύμπου!

Αισθανόμαστε τα χείλια μας ξερά να καίνε, απ’ τον άνεμο, απ’ την ταραχή. Τρίβαμε απάνω τους χιόνι.

— «Εκεί!» λέει ο Κάκαλος, δείχνοντας την κορφή του βράχου καθώς πρόβαλε μέσα απ’ τα σύννεφα πάνω απ΄το βάραθρο. Εκεί!


Ο Χρήστος Κάκαλος στον Μύτικα το 1972 (πηγή: αρχείο Κώστα Ζολώτα)

Τότε μόνο οι άντρες που είναι μαζί μας, απλά παιδιά της ελληνικής γης, καταλαβαίνουν τι είναι να γίνη. «Πώς γίνεται να φτάξη κει πάνω άνθρωπος», ακούω να ψιθυρίζη ένας, ανίκανος να το πιστέψη. Είναι ο ίδιος λόγος που αναφέρει ο Μπω-Μπωβύ πως του είπε ο Κάκαλος, τότε, την πρώτη φορά: «Ψυχή ανθρώπου δεν έφταξε εκεί! Εκεί μονάχα ο αητός φτάνει!»

Ο γέρο-Κάκαλος τώρα σηκώνεται. Λέει: «Εμπρός!» Από δω και πέρα θα είναι ο μόνος αφέντης. Ο αρχηγός μας λέει: «Από δω και πάνω είναι με τη θέληση του καθενός. Όποιος μπορεί». Κάμποσοι δεν θα το μπορέσουν. Την τελευταία στιγμή, στην ύστατη, τους απολείπει το θάρρος. Αρχίζουμε. Το πρώτο βήμα. Αριστερά το βάραθρο. Δεξιά η απότομη κοψιά, όλο πέτρα μικρή, αυτή που θα πάρουμε. Η Ελληνίδα προχωρεί. Η Μάρτζορυ Φάρκιουαρ προχωρεί. Σκαρφαλώνει σα να χορεύει χορούς παλιούς. «Μην κοιτάζετε κάτω! Μην κοιτάζετε γύρω σας!» φωνάζει ο Κάκαλος να μας προφυλάξη απ’ τον ίλιγγο. Δεν κοιτάμε πάρεξ την πατημασιά του πρώτου που θα στερεωθούμε κι’ εμείς. Τίποτα άλλο. Πότε πότε καμμιά πέτρα που κατρακυλά ακούγεται να χάνεται στο απίστευτο βάθος. Το σύννεφο κάθε τόσο μας τυλίγει, τυλίγει τον βράχο, χάνεται. Άξαφνα ακούω μπρος μου τη σπαραχτική φωνή. Ένα πρόσωπο της συντροφιάς μας έχασε το θάρρος του, θέλει να γυρίσει. Πώς να γυρίσει; Ο γέρο-Κάκαλος το εγκαρδιώνει: «Θα χάσεις τον Μύτικα! Θα χάσεις τον Μύτικα!» Κι’ αυτός ξέρει τι είναι να μην τον χάσεις. Σέρνει απ’ το χέρι το πρόσωπο που έχασε το θάρρος. Ανεβαίνουμε. Ο Στέργιος, το γερό παλικάρι που κρατιόμαστε απ’ το χέρι, βλαστημά ακατάπαυστα τον γέρο-Κάκαλο: «Πού μας πας, γέρο! Πού μας πας!» Ακούω πίσω μου τον λόγο που είναι για μένα: «Είναι η μεγαλύτερη τρέλλα της ζωής σου». «Η ωραιότερη», είπα και χτυπούσε η καρδιά μου. Τέλος, οι πρώτοι χάθηκαν απ’ τα μάτια μας. Έπρεπε να κατεβούμε ένα στενό πέρασμα, ένα παραθύρι, με το πόδι κολλητά στο βάραθρο. Ήταν πηχτό μέσα του το πούσι, έβραζε. Ανατρίχιαζες. Καμμιά σκέψη πια! Καμμιά σκέψη πια! Μόνο λίγο ακόμα! Λίγο!


Ο Χρήστος Κάκαλος (πηγή: Δήμος Δίου – Ολύμπου)

Με μια, την τελευταία προσπάθεια, τέλος, πατούμε τον Μύτικα! Ένας ελάχιστος τόπος, η αιχμή του βράχου, τόσο δα κομμάτι βράχος. Α, πια! Μας τυλίγει το μεγαλείο, το χάος. Όλα είναι συγκεχυμένα μέσα μας. Ό,τι βλέπω είναι ένα χέρι που μου απλώνεται: Όρθιος ο γέρο-Κάκαλος λέει το καλωσορίσατε. Μου έρχονται δάκρυα στα μάτια καθώς στην ολόρθη φιγούρα αυτού του απλοϊκού γέροντα του Ολύμπου με το απλωμένο χέρι αισθάνομαι άξαφνα τη συνέχεια, τους πανάρχαιους μύθους, τα γλυπτά που έγιναν δόξα, την ποίηση που έγινε δόξα, την ξενία (σ.σ. φιλοξενία), την ομορφιά που έγινε προνόμιο και μεγαλείο της πατρίδας μου.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17.7.1951, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Έτσι εφτάσαμε στον Μύτικα. Αλλά για τον Μύτικα εδώ δε θα υπάρξη λέξη, το τι ήταν. Ανοίξετε την Ιλιάδα. Καθόμαστε βουβοί, συνθλιμμένοι απ’ το μεγαλείο. Ο Φάρκιουαρ μια στιγμή μού λέει, γυρίζοντας απ’ το βύθος (σ.σ. λήθαργος, νάρκωση): «Ένας σκοπός της ζωής ετελείωσε». Στέκεται λίγο: «Χαίρε εις την Ελλάδα» λέει πάλι. Ο Στέργιος, που βλαστημούσε πριν τον γέρο-οδηγό, θα μου πει αργότερα: «Τώρα θάχω να το λέω στα παιδιά μου, στ’ αγγόνια μου, πως έφταξα στον Μύτικα». Η ψηλή, σπαθάτη Ελληνίδα στέκεται ολόρθη, σιωπηλή, κοιτάζοντας το «Στεφάνι» πλάι της, καθώς αναδύεται απ’ τα σύννεφα. Σφαλνώ (σ.σ. σφαλίζω, κλείνω) τα μάτια για να μείνουν εκεί μέσα παντοτεινά, βοήθεια για τις μέρες που θάρθουν: ο Θρόνος του Διός, τα σύννεφα που ανεβαίνουν απ’ το χάος άγρια δαρμένα απ’ τον άνεμο, το σιωπηλό πρόσωπο.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17.7.1951, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Όλα τώρα είναι γύρω μας φως. Χίλια μέτρα χαμηλά μας, φράζοντας τη γη, άσπρα πυκνά πορεύονται τα σύννεφα. Ωσάν θάλασσα. Ωσάν «συστήματα των υδάτων».

* Κείμενο του λογοτέχνη και ακαδημαϊκού Ηλία Βενέζη, που έφερε τον τίτλο «Μύτικας, 12 Ιουνίου 1951» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Τρίτη 17 Ιουλίου 1951.

Στις 2 Αυγούστου 1913 οι ελβετοί ορειβάτες Φρεντ Μπουασσονά και Ντανιέλ Μπω-Μποβύ μαζί με τον έλληνα οδηγό τους, τον Χρήστο Κάκαλο απ’ το Λιτόχωρο Πιερίας, κατέκτησαν τον Μύτικα, την ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου.

Το σκίτσο που εικονίζεται στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου προέρχεται από την εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» που είχε κυκλοφορήσει στις 16 Σεπτεμβρίου 1927.

inView

Οδοιπορικό στην αμερικανική πόλη όπου κυριαρχούν τα καλογραμμωμένα κορμιά - «Οι άνθρωποι υποφέρουν σιωπηλά»

Στο Μπόλντερ μόνο το 12% των κατοίκων είναι υπέρβαρο και όλοι οι υπόλοιποι γυμνάζονται με ευλάβεια.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024