Ο ένας στους τέσσερις Έλληνες εργαζόμενους δεν μπορεί να πάει διακοπές ούτε εφτά ημέρες το χρόνο. Όχι στα απλησίαστα νησιά, αλλά ούτε καν «στο χωριό του» ή την ενδοχώρα – όπως προέτρεψε να κάνουμε η υφυπουργός Μετανάστευσης Σοφία Βούλτεψη.

Προσοχή, δεν μιλάμε για τον γενικό πληθυσμό, που περιλαμβάνει ανέργους, συνταξιούχους και μη ενεργούς οικονομικά πολίτες. Σε αυτούς, τα ποσοστά είναι πιθανόν υψηλότερα, αφού σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του ΙΕΛΚΑ ο ένας στους δύο δεν θα πάει καθόλου διακοπές.

Μιλάμε αποκλειστικά για απασχολούμενους, ηλικίας 16 ως 64 ετών, που εργάζονται σκληρά όλο τον χρόνο, και θεωρητικά θα έπρεπε να έχουν το δικαίωμα – όχι το προνόμιο – να ξεκουραστούν τουλάχιστον μία εβδομάδα με πληρωμένη άδεια. Κάνοντας διακοπές, όχι στο σπίτι τους, αλλά ιδανικά κάπου πιο μακριά – έστω και στο χωριό, που κι αυτό το βλέπουν με το κιάλι.

Δεν θα κάνουν διακοπές 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι

Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από την μεγάλη έρευνα που διεξάγει η ΕTUC, η Πανευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδικάτων, η οποία εκπροσωπεί 94 εθνικές συνομοσπονδίες εργαζομένων σε 42 χώρες, ανάμεσά τους και στην Ελλάδα. Δημοσιεύθηκαν πρόσφατα, και αφορούν το φορολογικό έτος 2023 – με βάση δηλαδή τα εισοδήματα του 2022.

Το περσινό καλοκαίρι σημειώθηκε ρεκόρ αυξήσεων στις τιμές του λεγόμενου «πακέτου διακοπών» –  ύψους 12,4% – η υψηλότερη από το 1996.

Πανευρωπαϊκά, σχεδόν 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι δεν αντέχουν οικονομικά να καλύψουν το κόστος ούτε για μια εβδομάδα διακοπές, στη χώρα τους ή στο εξωτερικό. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 15% των απασχολούμενων στην Ευρώπη.

Φτώχεια διακοπών

Το φαινόμενο περιγράφεται ως «φτώχεια διακοπών» και βαίνει επιδεινούμενο, αφού στους εργαζόμενους που δεν έχουν χρήματα ούτε για 7 ημέρες διακοπές, προστέθηκαν πάνω από 2 εκατομμύρια επιπλέον μέσα σε ένα έτος.

Η Ελλάδα έχει το τρίτο υψηλότερο ποσοστό φτώχειας διακοπών, πανευρωπαϊκά, με 24,8%, ισοβαθμώντας σχεδόν με την Κύπρο (24,9%).

Αρνητική πρωτιά καταγράφει η Ρουμανία, όπου πάνω από το 1/3 των εργαζομένων (35,8%) δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα ούτε για λίγες ημέρες διακοπές.

 Στην Ελλάδα το κόστος του πακέτου διακοπών εσωτερικού έχει αυξηθεί πάνω από 36% σε σύγκριση με το 2020

H ETUC εκτιμά ότι η φτώχεια διακοπών το 2023 ήταν ακόμα πιο έντονη. Το περσινό καλοκαίρι σημειώθηκε ρεκόρ αυξήσεων στις τιμές του λεγόμενου «πακέτου διακοπών» –  ύψους 12,4% – η υψηλότερη από το 1996.

Είχε προηγηθεί επίσης διψήφια αύξηση στο κόστος των διακοπών το 2021, κατά 11,5%, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων για τον κορονοϊό.

 Αυξήσεις – ρεκόρ στο κόστος διακοπών στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα το πακέτο διακοπών σημείωσε τον Ιούλιο του 2024 ετήσια αύξηση 7,5% – με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον πληθωρισμό, που ανακοινώθηκαν σήμερα. Σε σύγκριση πάλι με τις αρχές του 2023, η αύξηση στις τιμές του πακέτου διακοπών ξεπερνάει το 19%.

Σύμφωνα πάντα με τους σχετικούς πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ (Υποδείκτες ομάδων ΔΤΚ), το κόστος του πακέτου διακοπών εσωτερικού έχει αυξηθεί πάνω από 36% σε σύγκριση με το 2020. Το πακέτο διακοπών εξωτερικού έχει επίσης ακριβύνει, πάνω από 29%.

Οι τιμές των αεροπορικών εισιτήριών, στις πτήσεις εσωτερικού έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με το 2020 και έχουν υπερδιπλασιαστεί στις πτήσεις εξωτερικού (αύξηση 200% και 256% αντίστοιχα).

Επίσης, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ, η μεταφορά επιβατών με πλοίο σε διαδρομές εσωτερικού έχει ακριβύνει κατά 33% σε σύγκριση με το 2020.

Σύμφωνα πάλι με την ετήσια μελέτη της εταιρείας XRTC για τον εγχώριο ακτοπλοϊκό κλάδο, τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια αυξήθηκαν από 40% ως και 52%  μεταξύ 2019 και 2023, ενώ για τα ΙΧ η αύξηση ξεπερνά το 60%.

 Οι διακοπές ακριβαίνουν, το πραγματικό εισόδημα μειώνεται

Σε σύγκριση με το 2020 οι τιμές των καταλυμάτων στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί μεσοσταθμικά σχεδόν κατά 55% σε σύγκριση με το 2020. Σε κάποιες κατηγορίες καταλυμάτων το ποσοστό των ανατιμήσεων ενδέχεται να είναι πολύ υψηλότερο. Η ΕΛΣΤΑΤ έχει μια κοινή κατηγορία, στην οποία συμπεριλαμβάνει τα πάντα, από ξενοδοχεία μέχρι κάμπινγκ.

Οι ανατιμήσεις στην εστίαση το ίδιο διάστημα κινούνται γύρω στο 19%, ενώ το πρόχειρο φαγητό – μη σερβιριζόμενο (take away) έχει ακριβύνει ακόμα περισσότερο, κατά 24%.

Πλάι στις υπέρογκες ανατιμήσεις του κόστους διακοπών (διαμονή, μεταφορά, καταλύματα, εστίαση) πρέπει να συνυπολογίσουμε τη μείωση του πραγματικού εισοδήματος από μισθωτή εργασία, κατά 8% σε σύγκριση με το 2019 σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ. Λαμβάνοντας υπ’όψιν τα παραπάνω, είναι εξαιρετικά πιθανό τα ποσοστά των μισθωτών στην Ελλάδα που δεν θα μπορέσουν φέτος να πάνε διακοπές να υπερβαίνουν το 25% που κατέγραψε η ΕΤUC το 2022.

Οι διακοπές είναι δικαίωμα, όχι πολυτέλεια

«Οι διακοπές δεν είναι πολυτέλεια», δήλωσε σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας η Έστερ Λιντς, γενική γραμματέας της ΕΤUC. «Το να περνάς χρόνο μακριά από το σπίτι, μαζί με την οικογένειά σου είναι βασικός παράγοντας για την προστασία της σωματικής και ψυχικής υγείας των εργαζομένων. Ενώ παράλληλα δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να αποκτήσουν πολύτιμες εμπειρίες», συμπλήρωσε.

«Η κρίση της αύξησης του κόστους ζωής, σημαίνει ότι πάρα πολλοί εργαζόμενοι, δυσκολεύονται ακόμα και να ταϊσουν τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών, πόσο μάλλον να σκεφτούν καν να πάνε  διακοπές», είπε η ίδια.

Η γενική γραμματέας της οργάνωσης-ομπρέλα των ευρωπαϊκών συνδικάτων, αναφέρεται στο διαδεδομένο φαινόμενο, ειδικά σε χώρες όπως η Βρετανία, των γονέων που βασίζονται στα σχολικά γεύματα για τη σίτιση των παιδιών τους, οι οποίοι το διάστημα των διακοπών δυσκολεύονται διπλά.

«Την ίδια στιγμή, οι CEOs των μεγάλων επιχειρήσεων, που ευθύνονται για τον πληθωρισμό, αφού χρησιμοποίησαν τις ελλείψεις στην προσφορά ως δικαιολογία για να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους, λιάζονται σε  πολυτελή θέρετρα», τόνισε η κ. Λιντς.

Τόσο η ΕΕ όσο και οι ηγέτες των κρατών-μελών, οφείλουν να αντιμετωπίσουν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, φορολογώντας αποτελεσματικά τα υπερκέρδη του πληθωρισμού της απληστίας, είπε η επικεφαλής της ETUC. Παράλληλα, ο καλύτερος τρόπος για να ανακτήσουν οι εργαζόμενοι τη χαμένη αγοραστική τους δύναμη, είναι ενισχύοντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, για υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας, με ικανοποιητικές αυξήσεις μισθών.