Η φωτογραφία ήταν σοφά μελετημένη και εμφανώς σκηνοθετημένη. Οι πιλότοι αριστερά και δεξιά παραταγμένοι έτσι ώστε στην κορυφή, στην «αιχμή του δόρατος», να είναι ο πρωθυπουργός, που ταυτόχρονα ήταν ακριβώς στην προέκταση του ρύγχους του Canadair που είναι στο φόντο, με τους δύο κινητήρες να είναι από πάνω, σύμβολα δύναμης και ισχύος.

Θυμίζει – και πιθανώς συνειδητά να αντιγράφει – τα προσεκτικά σχεδιασμένα πλάνα του μακαρίτη Τόνι Σκοτ, του σκηνοθέτη του πρώτου – και κατά τη γνώμη μου αξεπέραστου – Top Gun.

Αποτυπώνει μια εξιδανικευμένη εικόνα της ίδιας της ρητορικής του πρωθυπουργού: του ηγέτη που κατεβαίνει στη μάχη με σιγουριά και αυτοπεποίθηση, όντας πάντα ένα βήμα μπροστά από τους άλλους.

Μόνο που στην πραγματικότητα η φωτογραφία αυτή, όπως και όλη η σκηνοθεσία της σημερινής επίσκεψης του πρωθυπουργού στην αεροπορική βάση της Ελευσίνας, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια προσπάθεια να επισκευαστεί επειγόντως το πολιτικό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Γιατί το θέμα δεν είναι ότι πήγε σήμερα στην αεροπορική βάση, αλλά κυρίως το ότι δεν τόλμησε να πάει να επισκεφτεί τις καμένες εκτάσεις στην Αττική.

Δηλαδή, επιλέγει να παραβιάσει ακόμη και αυτό το παραδοσιακό πολιτικό πρωτόκολλο, που επιβάλλει στον πρωθυπουργό και τους πολιτικούς αρχηγούς να επισκέπτονται τα σημεία φυσικών καταστροφών για να ενημερωθούν και να αποκτήσουν μια άμεση εικόνα της καταστροφής.

Γιατί στην περίπτωση του πρωθυπουργού είναι σαφές ότι αυτό που μετράει είναι να αποφευχθεί με κάθε τρόπο να φωτογραφηθεί ο πρωθυπουργός στο φόντο της καμένης Αττικής.

Ακόμη περισσότερο να αποφευχθεί οποιοδήποτε ενδεχόμενο να συναντηθεί με την οργή των κατοίκων που δύο μέρες είδαν το «επιτελικό κράτος» να καταρρέει.

Γνωρίζω καλά τι απαντάει σε τέτοιες επικρίσεις το επικοινωνιακό του επιτελείο. Ότι η αντιπολίτευση εκμεταλλεύεται με τοξικό τρόπο τον ανθρώπινο πόνο και την οργή και ότι είναι πιο σημαντικό ο πρωθυπουργός να πηγαίνει σε αυτούς που δίνουν τη μάχη και να συντονίζει το κυβερνητικό έργο από το να κάνει μια επίσκεψη στις καμένες περιοχές.

Μόνο που αυτό που δεν καταλαβαίνουν είναι ότι οι πολίτες έχουν ήδη κάνει τον απολογισμό τους.

Έχουν καταλάβει ότι για άλλη μια φορά η χώρα ήταν ανοχύρωτη απέναντι σε πυρκαγιές που ξέρουμε εδώ και πολύ καιρό ότι θα είναι πολύ πιο έντονες και δύσκολες.

Διαπίστωσαν στην πράξη ότι οι διαβεβαιώσεις ότι αυτή τη φορά ήμασταν όντως προετοιμασμένοι, έγιναν στάχτη όταν η πυρκαγιά έφτασε μέχρι το Χαλάνδρι.

Είδαν με τα μάτια τους να πρέπει να τρέχουν οι πολίτες με το λάστιχο για να καλύπτουν τις μαύρες τρύπες του κρατικού σχεδιασμού.

Και κάνουν λάθος εάν νομίζουν ότι θα μπορέσουν επικοινωνιακά να αποσυνδέσουν τον πρωθυπουργό από την καταστροφή στην Αττική.

Γιατί ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός και το πολιτικό και επικοινωνιακό του επιτελείο, που εδώ και πέντε χρόνια καλλιέργησαν την ιδέα ότι αυτός είναι στο κέντρο όλων των αποφάσεων και στην καρδιά του επιτελικού κράτους. Μόνο που εάν ισχύει αυτό, τότε είναι και ο πρώτος υπεύθυνος και αυτός που εύλογα θα πρέπει να πληρώσει το μεγαλύτερο πολιτικό κόστος.

Γι’ αυτό τον λόγο και ας αφήσει και ο πρωθυπουργός και το Μέγαρο Μαξίμου την προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης και ας ασχοληθεί με την ουσία.

Να το πω διαφορετικά: αντί για μια εξ ορισμού αλυσιτελή προσπάθεια damage control ας προσπαθήσουν να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα πραγματικά φλέγοντα:

Γιατί παρά την ύπαρξη μεγάλων διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων για την δασοπυρόσβεση και την πολιτική προστασία, στην πραγματικότητα το καλύτερο που έχουμε φτάσει είναι να έχουν οριστικοποιηθεί οι συμβάσεις αλλά όχι να έχουν γίνει τα έργα;

Σε ποιο ποσοστό έχουν όντως υλοποιηθεί οι σχετικές δράσεις (και όχι απλώς «συμβασιοποιηθεί);

Γιατί ενώ όντως υπήρξε έγκαιρος εντοπισμός και αρχική κινητοποίηση για την πυρκαγιά στον Βαρνάβα, αυτή μπόρεσε να ξεφύγει και να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις;

Δεν υποτίθεται ότι από το Μάτι και μετά όλος ο σχεδιασμός είναι ακριβώς γι’ αυτό το ενδεχόμενο: την πυρκαγιά που παίρνει γρήγορα διαστάσεις και απειλεί κατοικημένες περιοχές;

Ή μήπως όλη η επικέντρωση είναι στο 112 και στη γρήγορη εκκένωση, για να αποφευχθούν θύματα, και όχι στην πυρόσβεση;

Τι ακριβώς γίνεται με τα εναέρια μέσα; Πόσα μπορούμε να έχουμε πραγματικά να επιχειρούν ανά πάσα στιγμή; Τι θα γινόταν εάν για παράδειγμα είχαμε δύο μεγάλες πυρκαγιές ταυτόχρονα; Υπάρχει επάρκεια μέσων και ποια μέτρα έχουν ληφθεί σε αυτή την κατεύθυνση;

Η κυβέρνηση και ευρύτερα ο κρατικός μηχανισμός σε ποια πραγματική ετοιμότητα είναι; Ή μήπως τον τόνο δίνουν υφυπουργοί όπως ο Βασίλης Οικονόμου, ο οποίος παρότι βουλευτής Ανατολικής Αττικής προτίμησε να γλεντοκοπά σε νυχτερινό κέντρο στη Ρόδο αντί να βρίσκεται στο πλευρό των εκλογέων του;

Θα αναλάβουν αυτοί που πρέπει την ευθύνη για την καταστροφή, ή θα ζήσουμε ξανά την ίδια τακτική που καταγράφηκε σε σχέση με την τραγωδία στα Τέμπη όπου τελικά η κυβέρνηση απλώς έδωσε συγχωροχάρτι στον εαυτό της;

Αυτά τα είναι τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν.

Και πρέπει να απαντηθούν από έναν πρωθυπουργό που ασχολείται με την ουσία και όχι την επικοινωνία.

Σε τελική ανάλυση κυβερνήτη έχει ανάγκη η χώρα, και όχι επίδοξο Τομ Κρουζ.