του Ανδρέα Μαυρογιάννη*

Μισός αιώνας φέτος  από την εισβολή, εξήντα χρόνια από τις διακοινοτικές ταραχές και την πράσινη γραμμή και εβδομήντα χρόνια από την πρώτη προσπάθεια διεθνοποίησης της υπόθεσης του μέλλοντος της Κύπρου με την προσφυγή της Ελλάδος στα Ηνωμένα Έθνη και η μοίρα του τόπου δεν έχει ακόμα  κατασταλάξει, με τα βασανιστικά υπαρξιακά ερωτήματα να στοιχειώνουν τις ζωές μας καθώς πάνω από το ένα τρίτο της χώρας βρίσκεται ακόμα υπό τουρκική κατοχή και οι δύο κύριες κοινότητες παρασύρονται σε αποκλίνουσες πορείες.

Η βιβλική καταστροφή του ’74

Περάσαμε  την βιβλική καταστροφή του 74, τις βαθιές χαρακιές, τις απώλειες και τον ακρωτηριασμό, πριν σημάνει το τέλος του αλυτρωτισμού, της αυταπάτης και της σολιψιστικής αντίληψης της ιστορίας. Μια τόσο επώδυνη μυητική διαδικασία, που όσο και αν σταθήκαμε αγέρωχοι στην αντιξοότητα, και δεν είναι λίγο, κρατά όμως μέχρι και σήμερα θολούς και θαμπούς τους  ορίζοντες μας.

Πιστεύω πως είναι αντικειμενικά αξιοθαύμαστο που η ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία έχει πράγματι επιτύχει ένα τιτάνιο άθλο. Πέρασε από χίλια μύρια κύματα αλλά κατάφερε να επιβιώσει και να ορθοποδήσει, να διαφυλάξει την κρατική της οντότητα και τις ελπίδες για το αύριο και με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση να δημιουργήσει τις συνθήκες  της σχετικά αέναης ύπαρξης και της προκοπής του τόπου με τρόπο που δεν είναι έρμαιο στους αέρηδες που τακτικά μαίνονται στην γεωγραφική μας περιοχή.

Έχοντας απέναντι μία πολεμική μηχανή

Δεν είναι επίσης λίγο που έχοντας απέναντι την πολεμική μηχανή, την δύναμη και τα μεγέθη της Τουρκίας κατάφερε να αποτρέψει για σαράντα τόσα χρόνια την αναγνώριση του ψευδοκράτους και/ή την προσάρτηση της κατεχόμενης περιοχής στην Τουρκία. Είχε βεβαίως πάντοτε την στήριξη της Ελλάδος, ενίοτε καθοριστική, όπως σε σχέση με την ένταξη της στην ΕΕ, όμως και πολλάκις με πολύ περιορισμένες δυνατότητες. Η υπό εξέλιξη ανάκαμψη και ενίσχυση τόσο των πολιτικών και οικονομικών όσο και των στρατιωτικών και γεωπολιτικών ερεισμάτων της Ελλάδος συμβάλλει, στην παρούσα συγκυρία, στην περαιτέρω εξισορρόπηση των δεδομένων προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων αλλά και της Κύπρου.

Κομβική στιγμή

Μετά την αποτυχία όλων των μέχρι σήμερα προσπαθειών για μια λύση που να επανενώνει τον τόπο και τους ανθρώπους του και να μετριάζει εν μέρει τουλάχιστον τις επιπτώσεις της εισβολής και της κατοχής στο μέλλον τους, βρισκόμαστε σε μια κομβική στιγμή, στο μεταίχμιο καθοριστικών είτε επιλογών είτε διαδρομών που επιβάλλονται από τις περιστάσεις τα δεδομένα και τις εξελίξεις. Τα τετελεσμένα, η de facto  κατάσταση και το αποκαλούμενο status quo  βρικολακιάζουν στις συνειδήσεις μας και έχουν καταντήσει να είναι μέρος της καθημερινότητας μας,  μάλιστα  ενίοτε καλλιεργούνται  και ως «το μη χείρον βέλτιστον», ως ηθελημένη αυταπάτη,  σαν να είναι δυνατόν να έχουν στατικό χαρακτήρα και να μην έχουν από την φύση τους ροπή προς το χειρότερο. Ο εν κινήσει οδοστρωτήρας του εποικισμού της Αμμοχώστου, περιλαμβανομένης και της περίκλειστης περιοχής της, είναι κορύφωση αυτής της διαδοχής αρνητικών εξελίξεων και θα έπρεπε τουλάχιστον να μας προσγειώνει ανώμαλα.

Ενώπιον αυτής της συνάθροισης  περιστάσεων και  οροσήμων που μας ξεπερνούν,  είναι ριψοκίνδυνο μα αναγκαίο θέσουμε ξανά το θέμα της τύχης μας σε τροχιά περισυλλογής. Ο χρόνος μετατρέπει τις επιλογές σε άδειο κέλυφος και τρέχουμε ασθμαίνοντας να συγκρατήσουμε ένα κόσμο που βουλιάζει και χάνεται.

Δεν έχουν ανατραπεί οι συνισταμένες

Δυστυχώς παρά τις μεγάλες γεωπολιτικές εξελίξεις και τις ανακατατάξεις στο διεθνές πολιτικό σκηνικό, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ, δεν έχουν ανατραπεί οι βασικές συνιστάμενες της υπόθεσης μας. Η υπο εξέλιξη ρωσσική εισβολή στην Ουκρανία εχει ξυπνήσει τα σύνδρομα του ψυχρού πολέμου και αναζωογονήσει στρατιωτικούς συνασπισμούς όπως το ΝΑΤΟ. Αποδεικνύεται πως γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας διατηρείται σε μεγάλο βαθμό, οι σχέσεις δυνάμεως δεν έχουν επηρεαστεί ριζικά και η επένδυση μας στην διεθνοποίηση και στην πολυμερή διπλωματία με επίκεντρο τον ΟΗΕ, αφ’ ενός λειτούργησε προστατευτικά αλλά αφ’ ετέρου  ανέδειξε τους περιορισμούς της και την αδυναμία της να ενεργήσει αποφασιστικά για επανόρθωση των πραγμάτων και την αποκατάσταση του δικαίου.. Σήμερα μάλιστα φαίνεται να εξαντλεί τους ωφέλιμους της ορίζοντες.

Η Τουρκία

Η επιβουλή και οι μακιαβελικές επιδιώξεις της Τουρκίας δεν έχουν  διαφοροποιηθεί προς το καλύτερο, κάθε άλλο, όπως δυστυχώς βλέπουμε καθημερινά. Πιστεύω όμως πως και τα δικά τους περιθώρια δεν είναι ανεξάντλητα. Στην Τουρκική θεώρηση, θεμελιωδώς η Κύπρος είναι «αγκάθι στο υπογάστριο», όπως σημείωναν ανέκαθεν,  ανεξάρτητα από την παρουσία της τουρκικής κοινότητας στο νησί.

Η αυτόνομη ύπαρξη της Κύπρου,  τους  είναι «ενοχλητική», είτε γιατί μπορεί να αποτελέσει ορμητήριο ή προκεχωρημέμο φυλάκιο άλλων δυνάμεων, είτε γιατί δεν επιτρέπει στην Τουρκία να μονοπωλεί την πρόσβαση από δυσμάς προς ανατολάς και από ανατολάς προς δυσμάς (όπως το είχαμε δει το 2003 όταν την στιγμή της Αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ, η Τουρκία είχε κλείσει την βάση του Ιντσιρλίκ) και ως εκ τούτου η ύπαρξη μας, εξ αντικειμένου και από την φύση της, μειώνει την δική της  γεωστρατηγική αξία. Επίσης δεν επιτρέπει τον διαμοιρασμό της ανατολικής Μεσογείου και των φυσικών της πόρων μέσα από μια οιονεί μέση γραμμή ανάμεσα στην Τουρκία στην βόρεια και την Αίγυπτο στην νότια ακτή της Μεσογείου.

Η πρώτη της επιλογή θα ήταν η βύθιση της Κύπρου στην βυθό της θάλασσας, εκεί απ’ όπου ανεδύθη.   Επειδή η επιλογή αυτή δεν είναι ευτυχώς διαθέσιμη, η δεύτερη τους επιλογή είναι ο  έλεγχος της Κύπρου, ιδανικά του συνόλου της κυπριακής επικράτειας. Ευτυχώς  και  αυτή η επιλογή δεν λειτουργεί  λόγω και της πλειοψηφικής παρουσίας της Ελληνοκυπριακής κοινότητας, και της παρουσίας των βρετανικών βάσεων που  εξ αντικειμένου δεν επιτρέπουν την ολοκληρωτική κατάληψη. Εκτός και αν σημαίνει ακραίες δράσεις, πολεμική σύρραξη και εθνοκάθαρση. Αν θεωρήσουμε ότι οι δύο αυτές οδοί δεν προσφέρονται, τότε και μόνο η Τουρκία συνειδητοποιεί την ανάγκη για μια τρίτη οδό, που απαιτεί συνύπαρξη και συνεργασία, φιλικές σχέσεις και καλή γειτονία. Θάθελα να ελπίζω πως βρισκόμαστε εντός του τρίτου αυτού σεναρίου και ως εκ τούτου θεωρώ  πως υπάρχουν ακόμα περιθώρια για εξεύρεση λύσης που να υποκαθιστά των φαύλο κύκλο με ένα ενάρετο κύκλο εξελίξεων.

Το παγκόσμιο σκηνικό

Το παγκόσμιο και το περιφερειακό σκηνικό, παρά τις τραγικές εξελίξεις στο μεσανατολικό που μας επηρεάζουν έντονα, διατηρούν μια συρροή  παραγόντων και μια εν δυνάμει προοπτική που μπορούν να δημιουργήσουν μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση (Ευρωτουρκικές σχέσεις, Πρωτόκολλο της Άγκυρας, βελτίωση ελληνοτουρκικού διαλόγου, ανάγκη ενεργειακής συνεργασίας και διμερώς και στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και  άλλων). Είναι νομίζω σαφές συν τω χρόνω πως η εξωτερική διάσταση υπερκαθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την εσωτερική, αφού η πρώτη αποτελούσε πάντα το ανυπέρβλητο εμπόδιο κάθε φορά που φτάναμε κοντά, με ιδιαίτερη αναφορά την αποτυχία στο Κραν Μοντανά, λόγω της άρνησης της Τουρκίας να δεχθεί  τις εισηγήσεις του Γενικού Γραμματέα για τις εγγυήσεις και την αποχώρηση των στρατευμάτων.

Ειδικότερα σε σχέση με τις εγγυήσεις είναι σαφώς διαστρεβλωτική η αναφορά σε εγγυητικά δικαιώματα και σε δικαίωμα μονομερούς επέμβασης που αντιστρατεύονται βασικούς κανόνες αναγκαστικού διεθνούς δικαίου εκεί που ως επι το πολύ θα μπορούσε να υπάρξει αναγνώριση λειτουργικής αρμοδιότητας και  νόμιμου ενδιαφέροντος για διαφύλαξη της συνταγματικής τάξης το οποίο ασκείται μόνο στα πλαίσια του ΟΗΕ και της διεθνούς νομιμότητας. Είναι ωστόσο αξιοσημείωτο πως για πρώτη φορά η Τουρκία δέχθηκε την συζήτηση των θεμάτων αυτών και πως η ύπαρξη εγγυήσεων δεν είναι βιώσιμη.

Αν η λύση ως προϊόν  ορθολογικής ανάλυσης θεωρείται όντως επιθυμητή για όλους τους εμπλεκόμενους, τότε θα πρέπει να δούμε τρία βασικά ζητήματα: α) την διαδικασία για να φτάσουμε εκεί, β) την φύση και την μορφή της λύσης, και γ) την βιωσιμότητα και την εν γένει δυνατότητα και προοπτική του τόπου να βρει τον βηματισμό του και στην κυπριακή κοινωνία να λειτουργήσει ως φυσιολογική σε όλους τους τομείς.

Το πλαίσιο του ΟΗΕ

Το πλαίσιο του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, τα σχετικά ψηφίσματα όλα αυτά τα χρόνια,  και η αποστολή καλών υπηρεσιών που έχει ανατεθεί στον Γενικό  Γραμματέα από το Συμβούλιο Ασφαλείας, εξακολουθούν κατά την γνώμη μου να είναι η μόνη προσφερόμενη πορεία για την αναζήτηση λύσης. Αυτό όχι μόνο δεν αποκλείει αλλά αντίθετα αποτελεί και το απαραίτητο υπόστρωμα για την ανάπτυξη πρόσθετων συμπληρωματικών πρωτοβουλιών από μέρους δυνάμεων ή θεσμών που μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά προς τις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα.

Ο Διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς στις δικοινοτικές συνομιλίες για το Κυπριακό Πρέσβης Ανδρέας Μαυρογιάννης προσέρχεται στο Προεδρικό Μέγαρο για να συμμετάσχει στη συνάντηση των αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων, Λευκωσία 22 Μαΐου 2017

Η υπό εξέλιξη διαβούλευση που στοχεύει σε κοινή συνάντηση των ηγετών των δύο κοινοτήτων με τον Γενικό Γραμματέα και στην συνέχεια διευρυμένη συνάντηση με την παρουσία και των εγγυητριών δυνάμεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία. Όλοι πρέπει να έχουμε την αίσθηση πως μια νέα διαπραγμάτευση δεν μπορεί ούτε να ξεκινήσει από την αρχή ούτε να είναι ανοικτού τέλους. Το κεκτημένο της διαδικασίας, τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί, και τα έξι σημεία που πρότεινε ο Γενικός Γραμματέας ως συστατικά μιας στρατηγικής συμφωνίας,  είναι η μόνη προσφερόμενη αφετηρία. Βεβαίως αυτό απαιτεί τον παραμερισμό,  από την Τουρκική πλευρά, της πολλάκις διακηρυχθείσας και εσχάτως διαρκώς επαναλαμβανόμενης επιμονής για δύο κράτη και κυριαρχική ισότητα, κάτι που είναι εφικτό αν πρόκειται για κίνηση τακτικής ή αν τα ευρύτερα συμφέροντα της Τουρκίας απαιτούν ( και πιστεύω πως την απαιτούν στην παρούσα συγκυρία) την διαφοροποίηση της θέσης αυτής υπό την έννοια της μη πρόταξης της αποδοχής της ως προαπαιτούμενο.

Η πλευρά μας δεν πρόκειται να συγκατανεύσει σε μια τέτοια θέση, αλλά εντός της διαπραγμάτευσης οι δυναμικές που θα αναπτυχθούν θα μπορούσαν να διευκολύνουν την εγκατάλειψη, της εκτός των παραμέτρων του ΟΗΕ και ακραίας αυτής θέσης, αφού οι έννοιες της πολιτικής ισότητας και της αποτελεσματικής συμμετοχής προσφέρουν και το εχέγγυα και το ουσιαστικό περιεχόμενο  πλήρους συμμετοχής της τουρκοκυπριακής κοινότητας στις ομοσπονδιακές δομές. Νομίζω πως είναι ήδη διακριτή κάποια ελάχιστη διαφοροποίηση της Τουρκικής θέσης σε σχέση με την ενδεχόμενη συνέχιση της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Σ’ότι αφορά την Τουρκία φαίνεται πως δεν θέλει να χρεώνεται την παντελή έλλειψη κινητικότητας.

Εξ άλλου αυτό ήταν που επέτρεψε τον διορισμό από τον ΓΓ, της προσωπικής του απεσταλμένης,  Maria Angela Holguin Cuellar. Σ’ότι αφορά τον Τουρκοκύπριο ηγέτη κ. Ersin Tatar, με την προβολή εσχάτως, ως ελάχιστο προαπαιτούμενο, των λεγόμενων 3 d (απευθείας εμπόριο, απ’ ευθείας πτήσεις, απ’ ευθείας επαφές) που επιδιώκει να παρουσιάζει ως υποχώρηση από την θέση του για τα δύο κράτη.

Οφείλουμε προσήλωση

Η δική μας πλευρά οφείλει με πειστικό τρόπο να επαμαβεβαιώνει την βουληση της για λύση και την προσήλωση της στην συνέχιση της προσπάθειας από το σημείο που έμεινε στο Κραν Μοντανά.

Ο οδυνηρός συμβιβασμός, όπως αποκλήθηκε τότε,  της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας σίγουρα δεν ήταν ιδανικός και ούτε και αυτοσκοπός. Η ομοσπονδοποίηση με γεωγραφικό χαρακτήρα, θεωρήθηκε υπο τις τότε περιστάσεις, και οι οποίες δεν εχουν εκτοτε  βελτιωθεί αλλά αντιθέτως επιδεινωθεί με τον εποικισμό, τις περαιτέρω αποσχιστικές ενέργειες και την διαδοχή γενεών, ως ο τρόπος για τον τερματισμό της κατοχής, την επανένωση, την κατάργηση των εγγυήσεων, την επανεύρεση της εδαφικής μας ακεραιότητας και την άσκηση της κρατικής μας κυριαρχίας σε όλη της επικράτεια της νήσου. Δεν είναι τυχαίο που η άλλη όψη του νομίσματος ήταν η έννοια του μακροχρόνιου αγώνα, στον βαθμό που αυτός ο οδυνηρός συμβιβασμός της πλευράς μας δεν αναδείχθηκε ικανός να λυγίσει την αδιαλλαξία της τουρκικής πλευράς.

Σίγουρα η διζωνική δικοινοτική Ομοσπονδία δεν είναι μια οικεία έννοια που πρόσκειται στην κουλτούρα, την παράδοσή μας και στην κρατούσα αντίληψη μας για τις  κρατικές δομές. Όμως ως τρόπος διάρθρωσης και λειτουργίας, όπως το έχουμε δει σε διάφορα μέρη του κόσμου, θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνίας,  και ως τρόπος οργάνωσης της πολιτείας, να προσφέρει λύσεις και διεξόδους.

Κάτι τέτοιο προϋποθέτει βεβαίως αφ’ ενός  την πλήρη διασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης, της ελεύθερης εγκατάστασης και τον σεβασμό  των περιουσιακών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος αγοράς, απόλαυσης και διάθεσης περιουσίας, σε όλη την Κύπρο, με τρόπο που τα όρια των συνιστωσών πολιτειών να είναι ουσιαστικά απλό διοικητικό χαρακτήρα,

Αφ’ ετέρου προϋποθέτει την εφαρμογή των αρχών της αναλογικότητας και της επικουρικότητας της ΕΕ και των τεσσάρων ελευθεριών ήτοι της ελεύθερης διακίνησης προσώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων, καθώς και του συνόλου του ευρωπαϊκού κεκτημένου σέ όλη την επικράτεια, δίχως παρεκκλίσεις και με μόνο την δυνατότητα, κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις, κάποιων ελάχιστων πρόσκαιρων μέτρων διασφάλισης.

Εξωτερική διάσταση

Σ ’ότι αφορά την εξωτερική διάσταση, την κατάργηση, των εγγυήσεων και την αποχώρηση των στρατευμάτων, οι εισηγήσεις του Γενικού Γραμματέα και οι γραπτές προτάσεις της Ελληνοκυπριακής πλευράς στο Κραν Μοντανά αλλά και η αμυδρή έστω διαφοροποίηση της Τουρκικής θέσης μπορούν να οδηγήσουν σε λυσιτελή αντιμετώπιση του ζητήματος ιδιαίτερα μέσα από τον μηχανισμό εφαρμογής που τέθηκε προς συζήτηση.

Η βιωσιμότητα κάθε πολιτικής διευθέτησης απαιτεί κάποια ελάχιστη καλή πίστη και θέληση.  Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις παρατεταμένων διενέξεων όπως η δική μας, όπου δεσπόζει η δυσπιστία και οι ιστορικές αιτιάσεις και τα εύλογα και έγκυρα παράπονα.  Απαιτεί επίσης και υπομονή και αντοχή, αλλά και πολιτική ηγεσία που να μπορεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Θεσμικά απαιτεί διατάξεις και διευθετήσεις αποτροπής και αποφυγής αδιεξόδων και μηχανισμούς υπέρβασης τους.

Η ύπαρξη προβλημάτων, διαφορών και αντιπαραθέσεων δεν είναι ξένη σε καμιά ευνομούμενη πολιτεία. Ωστόσο, δίχως έξωθεν παρεμβάσεις η  επανενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία, σοφότερη από τις οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος και σίγουρα σε όρους πολιτικής ανάπτυξη πολύ πιο προηγμένη από τα πρώιμα χρόνια της ίδρυσής της,  μπορεί να σταθεί γερά και στερεά στα πόδια της και να βρίσκει κατάλληλες ρυθμίσεις με ισονομία και ισοπολιτεία, που να σέβονται πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες όλων των πολιτών της.

Είναι καιρός η  ορθολογική εξέταση της δύσκολης μας διαδρομής  να μας επιτρέψει, αν το χθες μπορεί να φωτίσει την πορεία στο αύριο,  την ώσμωση,  ανάμεσα στους καταναγκασμούς του είναι και την τελεολογική μας αντίληψη για τον τόπο μας,  μέσα από την αριστοτελική διαλεκτική, για να συμφιλιώσουμε το ζητούμενο και το εφικτό και τους τρόπους που θα μας οδηγήσουν εκεί.

Με τις οργανικές συνθήκες της ειρήνης, με την ηθική μας ανωτερότητα, και την προσήλωση στην ουσία, να καταστήσουμε ακαταμάχητη την ορμή της δυναμικής της επανένωσης του τόπου και των ανθρώπων του, σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία μέσα από τις αρχές και τις αξίες των Ηνωμένων Εθνών, στον 21ο αιώνα.

Δεν είναι ο καιρός της αδράνειας

Δεν είναι ο καιρός της λήθης και τα αδράνειας μα της υπέρβασης του διευρυνόμενου χάσματος ανάμεσα στα τετελεσμένα και στο τελευταίο μίλι που μας είχε μείνει στην διαπραγματευτική διαδικασία, για την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την οριστική απαλλαγή από έξωθεν εξαρτήσεις και επεμβάσεις.  Για να ορίσουμε τα σημεία του αύριο. Την ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία. Για να βρούμε πλήρως τον βηματισμό μας και τον ρόλο μας στο ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο γίγνεσθαι, για να γίνει πάλι η Κύπρος, ο φιλόξενος τόπος των ονείρων μας.

* Ο Ανδρέας Μαυρογιάννης είναι Πρέσβυς επι τιμή. Πρώην Υφυπουργός Προεδρίας για Ευρωπαϊκά θέματα. Διαπραγματευτής για το Κυπριακό (2013 – 2022). Μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ