Έχοντας πλέον ολοκληρώσει την κατ’ ανάγκη συνοπτική αναφορά μας στην αλληλεπίδραση μεταξύ της ελληνικής και της λατινικής στο πέρασμα του χρόνου, μπορούμε να εμβαθύνουμε στο ζήτημα της συνύπαρξης των δύο γλωσσών στους κόλπους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η πρώτη –και ασφαλώς καίρια– επισήμανση που οφείλουμε να κάνουμε είναι ότι στις ανατολικές, ελληνόφωνες επαρχίες της αχανούς Αυτοκρατορίας τους οι ρωμαίοι κατακτητές υποχώρησαν κατ’ ουσίαν μπροστά στην ελληνική, η οποία σε καμία περίπτωση δεν υποτάχθηκε στη λατινική. Μάλιστα, η ελληνιστική κοινή, η lingua franca της Μεσογείου και της Ανατολής επί τρεις τουλάχιστον αιώνες, συνέχισε να αποτελεί μία από τις γλώσσες της εξουσίας, καθώς χρησιμοποιήθηκε ως δεύτερη (μαζί με τη λατινική) επίσημη γλώσσα της διοίκησης στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Την παράλληλη αυτή χρήση των δύο κυρίαρχων γλωσσών στον ελληνορωμαϊκό κόσμο φανερώνουν εκατοντάδες σωζόμενα κείμενα σε επιγραφές ή σε παπύρους. Η λατινική απαντά κατά κύριο λόγο σε έγγραφα που έστελνε η κεντρική εξουσία (η ρωμαϊκή σύγκλητος και οι ρωμαίοι αυτοκράτορες) προς τα περιφερειακά όργανα διοίκησης, καθώς και σε δημόσια έγγραφα των ρωμαϊκών αποικιών της Ανατολής. Επιπλέον, λατινικές ή και δίγλωσσες (στο λατινικό και στο ελληνικό αλφάβητο) επιγραφές φέρουν μερικοί μιλιοδείκτες (οδόσημα όπου αναγράφεται η απόσταση μεταξύ τοποθεσιών) και όροι, δηλαδή ενεπίγραφες λίθινες στήλες που καθόριζαν τα όρια ενός τόπου (πόλεων, κωμών κ.λπ.). Απεναντίας, τα δημόσια έγγραφα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που είχαν ως αποδέκτη ελληνικές οικιστικές ενότητες ήταν γραμμένα ως επί το πλείστον στην ελληνική.

Τα εν λόγω έγγραφα, που μπορεί να προέρχονταν τόσο από την κεντρική όσο και από την περιφερειακή ρωμαϊκή διοίκηση, είτε συντάσσονταν εξαρχής στην ελληνική είτε –κι αυτό συνέβαινε κατά κανόνα– μεταφράζονταν σε αυτήν από τη λατινική, τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ρωμαϊκές Αρχές συνέτασσαν ταυτόχρονα το κείμενο ενός εγγράφου και στις δύο γλώσσες. Περί τα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. συνεστήθη μάλιστα ειδική αυτοκρατορική υπηρεσία που ήταν επιφορτισμένη με τη σύνταξη των επιστολών προς τις ελληνικές πόλεις – ο αξιωματούχος που προΐστατο αυτής ήταν γνωστός ως ab epistulis Graecis (στην ελληνική, επί Νέρωνος, περιγράφεται ως «τάξιν την επί των Ελληνικών επιστολών πεπιστευμένος»).

Μέσα στο προαναφερθέν πλαίσιο, της αδιάκοπης μεταφοράς στοιχείων και εννοιών από τη μια γλώσσα στην άλλη, η ελληνική ενσωμάτωσε όπως ήταν φυσικό όρους και εκφράσεις της λατινικής, ενώ αρκετοί δικοί της όροι απέκτησαν καινούρια σημασία, που σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα κληροδοτήθηκε στους μετέπειτα αιώνες. Η νέα αυτή γλωσσική πραγματικότητα στον ελληνορωμαϊκό κόσμο επέτρεψε στην ελληνική όχι απλώς να επιβιώσει στις περιοχές όπου ήταν ήδη κυρίαρχη, αλλά και να ενισχύσει την παρουσία της σε επαρχίες της Ανατολής που δεν είχαν εξελληνιστεί πλήρως κατά το παρελθόν.

*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα πρώτα χρόνια μετά το θάνατο του Νέρωνος.

Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με τη λατινική γλώσσα (Μέρος Α’)

Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με τη λατινική γλώσσα (Μέρος Β’)

Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με τη λατινική γλώσσα (Μέρος Γ’)

Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με τη λατινική γλώσσα (Μέρος Δ’)