Η χώρα βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή. Τα ηνία κρατά μια κυβέρνηση που έχει δείξει ουκ ολίγα παραδείγματα αποτυχίας στη διαχείριση κρίσιμων ζητημάτων όπως οι δασικές πυρκαγιές, που κινείται με γνώμονα την αλαζονεία που γεννά και συντηρεί ακριβώς αυτή η αίσθηση ότι δεν υπάρχει αντίπαλος, με υπουργούς που όχι μόνο δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων, αλλά και είναι έτοιμοι να φορτώσουν την ευθύνη στις πλάτες των θυμάτων, δηλαδή των ίδιων των πολιτών.

Σε αυτή την ιστορική καμπή, με τα ζωτικής σημασίας προβλήματα της κοινωνίας να αυξάνονται, είναι σαφές ότι εάν υπάρχει μία προτεραιότητα, αυτή είναι να υπάρξει αντιπολίτευση και μάλιστα ικανή να σηκώσει το γάντι και να πείσει ότι μπορεί να υπάρξει μια πραγματική εναλλακτική, ικανή να εμπνεύσει και να συσπειρώσει τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, τη μεσαία τάξη και τα λαϊκά στρώματα.

Και όμως ακόμη και σε αυτή τη στιγμή, που η εικόνα της κυβέρνησης έχει σημαδευτεί ανεξίτηλα από την τραγική διαχείριση της πυρκαγιάς στην Αττική που έφτασε μέχρι το Χαλάνδρι, που οι πολίτες φωνάζουν στον πρωθυπουργό «παραιτήσου!» και που υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης βρίσκεται αντιμέτωπος με τη λαϊκή οργή για ένα διαλυμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας, με τι εξακολουθεί να ασχολείται το πολιτικό δυναμικό της αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Με μια πρωτοφανή εσωστρέφεια και αλληλοφαγωμάρα, χωρίς σαφές επίδικο και διαχωριστικές γραμμές, σε έναν πόλεμο σκιών στον οποίο συμμετέχουν (και άρα μοιράζονται την ευθύνη για αυτήν την εικόνα παρακμής) εξίσου η υπό τον Στέφανο Κασσελάκη ηγεσία και όσοι τον αμφισβητούν.

Δεν έχω καμία διάθεση να ασχοληθώ με τα ψευδοεπίδικα που κάθε φορά προκύπτουν, αφού κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει τολμήσει να μιλήσει για την ουσία και να δει κάτω από το χαλί, με μόνο σκοπό να συντηρείται η ψευδαίσθηση «διαμόρφωσης συσχετισμών», και μια συζήτηση εσωτερικής κατανάλωσης που επί της ουσίας αφήνει παγερά αδιάφορη την κοινωνία.

Στην πράξη και στον πραγματικό κόσμο, όχι αυτό των social media, αυτό που τελικά μένει είναι μόνο η ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση της κοινωνίας και ακόμη μεγαλύτερη αποστασιοποίησή της από την πολιτική, διεργασία που, ως γνωστόν, είναι η «βασιλική οδός» για την ηγεμονία της ακροδεξιάς.

Αυτό όμως το οποίο με αφορά είναι ότι αυτή η εικόνα που εκπέμπεται από τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή, απ’ όλες τις πτέρυγές του, αποτελεί μια διαρκή προσβολή των ιδεών, των αρχών, του ήθους και της ιστορίας της Αριστεράς.

Από τη μια ο Στέφανος Κασσελάκης, που αφού προσγειώθηκε με αλεξίπτωτο στην ηγεσία της Αριστεράς, χωρίς να έχει καμία σχέση με την ιστορία, τους αγώνες και τις κοινωνικές αναφορές της, εξακολουθεί να μην πείθει ότι όντως έχει πρόγραμμα, την ώρα που χρεώνεται χειρισμούς ανοίκειους και ξένους στην Αριστερά, με τελευταίο παράδειγμα τις απολύσεις στα κομματικά ΜΜΕ.

Από την άλλη, η εσωκομματική αντιπολίτευση των «87» που -χωρίς αυτοκριτική για το πώς το κόμμα έφτασε ως εδώ – διαρκώς επανέρχεται με παρεμβάσεις που συνειδητά αποφεύγουν να τοποθετηθούν πάνω στα ουσιαστικά ερωτήματα και απλώς διαμαρτύρονται για «πράξεις και επιλογές» και το «στυλ ηγεσίας», την οποία ωστόσο δεν αμφισβητούν ευθέως κινητοποιώντας διαδικασίες για την αλλαγή της, χωρίς να μπορούν να προτείνουν μια διαφορετική πολιτική κατεύθυνση.

Κάπου στη μέση ο Παύλος Πολάκης, που αφού διαφώνησε με το κόμμα του σε μία από τις λίγες σωστές επιλογές που έκανε, δηλαδή την υποστήριξη του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, έκτοτε περιφέρεται απασφαλισμένος πότε εντοπίζοντας υπαρκτά προβλήματα, πότε απλώς συντελώντας στο να γίνονται χειρότερα τα πράγματα,  αν και τα περιθώρια επιδείνωσης είναι πλέον μικρά, ο πάτος απέχει ελάχιστα.

Σε αυτό το φόντο μικρή σημασία έχει εάν θα γίνει συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, εάν θα υπάρξει διαδικασία εκλογής ηγεσίας, εάν και ποιοι θα είναι οι διεκδικητές.

Γιατί, πολύ απλά είναι όλοι συνυπεύθυνοι για τον κατήφορο και τον εξευτελισμό της Αριστεράς και την πρωτοφανή ανικανότητά της να κάνει τη δουλειά της, δηλαδή να δώσει διέξοδο, ελπίδα και προοπτική στην κοινωνία.

Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί.

Τόσο το ηγετικό όσο και το «αντιηγετικό» δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι, αποδεδειγμένα πια, κατώτερο των περιστάσεων και επιμένει σε αδιέξοδες πορείες που μόνο ως καταστροφικές μπορούν να περιγραφούν, επιβεβαιώνοντας όσους έγκαιρα -μεταξύ των οποίων και ο γράφοντας- έκαναν λόγο για πουκάμισο αδειανό.

Η ευθύνη όσων εξακολουθούν να πιστεύουν στη δυνατότητα η Αριστερά να ξαναγίνει ελπίδα για την κοινωνία, είναι μεγαλύτερη από ποτέ.