Το 2007, ο Άλεξ Σμιθ δεν είχε σχέδια για τη δημιουργία ενός πολυεθνικού ομίλου εστιατορίων. Ήθελε απλώς να ανοίξει ένα παγωτατζίδικο… Σήμερα, 23 χρόνια μετά, ο Σμιθ είναι 40 ετών και δεν είχε φανταστεί πως οι επιχειρήσεις του θα του αποφέρουν εννιαψήφιο  ποσό ετησίως.

Τα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα τα έκανε μόλις τελειώσει το κολέγιο. Ήταν πρόθυμος να δημιουργήσει κάτι δικό του, αφού μεγάλωσε σε μια οικογένεια εξαιρετικά επιτυχημένων επιχειρηματιών. «Ήταν πολύ σημαντικό για μένα να χαράξω τη δική μου πορεία ξεχωριστά από την οικογένειά μου», ανέφερε στο CNBC Make It’s.

Το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Άλεξ Σμιθ και πως ξεδιπλώθηκε στη Βαλτιμόρη

Πρώτη του απόπειρα στον κόσμο των επιχειρήσεων έγινε με ένα κατάστημα που πουλούσε παγωτά, ένα franchise της Häagen-Dazs, στη γειτονιά Harbor East της Βαλτιμόρης.

Η «Atlas Restaurant Group»

Τρία χρόνια μετά άνοιξε ένα ντελικατέσεν σε κοντινή απόσταση. Αυτή η απόπειρα έμελλε να γίνει το πρώτο βήμα για την απόκτηση ενός εκτεταμένου χαρτοφυλακίου με 50 εστιατόρια και μπαρ σε πέντε πολιτείες που απασχολούν περισσότερους από 2.700 υπαλλήλους.

Όλες οι επιχειρήσεις του βρίσκονται πλέον κάτω από την ομπρέλα του «Atlas Restaurant Group» με τον Smith να είναι ιδρυτής και πρόεδρος της εταιρείας από το 2014.

Πέρυσι, η Atlas εισέπραξε σχεδόν 145 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με έγγραφα που εξέτασε το CNBC Make It. Φέτος, η Atlas είναι σε καλό δρόμο για να ξεπεράσει τα 200 εκατομμύρια δολάρια.

Το να περνάτε ολόκληρη την ενήλικη ζωή σας σε έναν μόνο κλάδο έχει πλεονεκτήματα και προκλήσεις, λέει ο Σμιθ στην αμερικανική ενημερωτική ιστοσελίδα. Μπορεί να χειριστεί κάθε τομέα της λειτουργίας ενός εστιατορίου. Από το να εφοδιάσει τους πάγκους του καταστήματος ντελικατέσεν κατά τη διάρκεια της μεσημεριανής αιχμής μέχρι να σερβίρει το δείπνο στους πελάτες του πολυτελούς ελληνικού εστιατορίου που διαθέτει, ένα τετράγωνο μακριά.

Ο δρόμος για τις επιχειρήσεις άνοιξε το μακρινό 2007

Ο Σμιθ σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Delaware. Αποφοίτησε το 2007 με στόχο να αποδείξει στον εαυτό του ότι μπορεί να γίνει επιχειρηματίας χωρίς να εξαρτάται άμεσα από την οικογένεια του.

Ο παππούς του -από τη μητέρα του- Τζον Πατεράκης, ήταν ιδιοκτήτης του H&S Bakery στη Βαλτιμόρη. Έκανε περιουσία πουλώντας ψωμάκια στα McDonald’s πριν ξεκινήσει μια επιχείρηση ανάπτυξης ακινήτων. Ο άλλος παππούς του, ο Τζούλιαν Σινκλερ Σμιθ, ίδρυσε την Sinclair Broadcast Group, τον γίγαντα των μέσων ενημέρωσης με 3,1 δισεκατομμύρια δολάρια ετήσια έσοδα.

Ο νεαρός Σμιθ συνδέθηκε για πρώτη φορά με τον κόσμο τον επιχειρήσεων μετά το κολέγιο. Ρώτησε τον Πατεράκη αν θα μπορούσε να ανοίξει ένα παγωτατζίδικο, σε έναν άδειο χώρο δίπλα σε έναν κινηματογράφο στο Harbor East της Βαλτιμόρης, σε ακίνητο που χτίστηκε από την εταιρεία του παππού του.

Ο Πατεράκης είπε ναι, και ο Σμιθ υπέβαλε αίτηση franchise για τα Häagen-Dazs. Έχοντας εξασφαλίσει τοποθεσία – και ένα επιχειρηματικό σχέδιο- εντυπωσίασε την ομάδα franchising του κολοσσού των παγωτών κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του.

Πέρασε δύο εβδομάδες στη Μινεάπολη για εκπαίδευση σε αυτό που η αλυσίδα αποκαλεί Häagen-Dazs University και εκεί έμαθε τα πάντα, από το χειρισμό της μισθοδοσίας μέχρι το μάρκετινγκ της επιχείρησης, τον προγραμματισμό των βαρδιών των εργαζομένων και τη συντήρηση του εξοπλισμού.

«Ουσιαστικά, μαθαίνεις τα πάντα για το πώς να διευθύνεις μια μικρή επιχείρηση… έτσι την ημέρα που άνοιξα το κατάστημα, μπορούσα να το διευθύνω μόνος μου, και το έκανα», λέει.

Το συγκεκριμένο κατάστημα Häagen-Dazs εξακολουθεί να του ανήκει και να το λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Επιτυχίες, αποτυχίες και μια εξαγορά που άλλαξε τα δεδομένα

Μετά από τρία χρόνια, ο Σμιθ χρησιμοποίησε τα κέρδη του παγωτατζίδικου και κάποιες από τις αποταμιεύσεις του για να χτίσει και να ανοίξει ένα εστιατόριο με την ονομασία Harbor East Deli. «Είδα την ανάγκη της κοινότητας για … ένα κατάστημα με φαγητό», λέει.

Το 2012 αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην υψηλή γαστρονομία, ανοίγοντας ένα ελληνικό εστιατόριο με την ονομασία Ouzo Bay. Οι τρεις επιχειρήσεις του βρίσκονταν σε απόσταση τριών τετραγώνων η μία από την άλλη, γεγονός που του επέτρεψε να παραμείνει «εμπλεκόμενος σε κάθε πτυχή» των δραστηριοτήτων τους.

Το αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακό: Συνολικά 6 εκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις εκείνη τη χρονιά αλλά και τεράστια κόπωση.

«Προσλάβαμε έναν οικονομικό υπάλληλο, έναν υπάλληλο ανθρώπινου δυναμικού, έναν υπάλληλο ψηφιακών μέσων» αναφέρει στη συνέντευξή του, στο CNBC, και προσθέτει ότι η Atlas έχει σήμερα περισσότερους από 40 εταιρικούς υπαλλήλους. Τότε, «αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ποια είναι τα τμήματα που χρειαζόμαστε για να εκτελέσουμε ένα μεγαλύτερο σχέδιο» σημειώνει.

Τα χρόνια περνούσαν και εκτός από επιτυχίες ήρθαν και αποτυχίες που όμως τον δίδαξαν πώς να αποφεύγει τις κακοτοπιές στο μέλλον. Έτσι, επένδυσε σε νέα project εξαγοράζοντας επιχειρήσεις με ερείσματα στις κοινότητές τους.

Τον Ιούνιο, για παράδειγμα, η Atlas κατέβαλε άγνωστο ποσό για την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της Big Fish Restaurant Group του Delaware και των 16 εστιατορίων της. Η συμφωνία κατέστησε την Atlas τον μεγαλύτερο ανεξάρτητο όμιλο εστιατορίων στο Mid-Atlantic, μεταξύ των βορειοανατολικών και νοτιοανατολικών πολιτειών των Ηνωμένων Πολιτειών.

Υπερήφανος για όσα έχει καταφέρει

Ο Σμιθ δηλώνει ενθουσιασμένος που θα παίξει έστω και ένα μικρό ρόλο σε αυτή την ανάκαμψη της περιοχής δημιουργώντας θέσεις εργασίας εκεί που ο ίδιος και η οικογένειά του ζουν εδώ και πολλά χρόνια.

«Εδώ γεννήθηκα και εδώ θα πεθάνω», λέει ο Σμιθ και ονειρεύεται ότι θα αφήσει στο πέρασμα του χρόνου «ένα καλύτερο μέρος».