Κεντρικό θέμα του Πρωταγόρα, διαλόγου που κατατάσσεται στην πρώιμη εργογραφία του Πλάτωνος –υποστηρίζεται ότι γράφτηκε περί το 390 π.Χ. και ότι διαδραματίζεται στην Αθήνα λίγο πριν από την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου– και έχει τη μορφή αφήγησης από πλευράς του Σωκράτη, είναι η φύση (η ουσία) της αρετής και, κατ’ επέκταση, το εφικτόν ή μη της διδασκαλίας της.

Στο εισαγωγικό τμήμα του έργου ο Σωκράτης δέχεται μέσα στα άγρια χαράματα την επίσκεψη ενός φίλου του, του Ιπποκράτη, γιου του Απολλόδωρου. Ύστερα από μια σύντομη συνομιλία, οι δύο άνδρες μεταβαίνουν στο φιλόξενο σπίτι του Καλλία, ενός εύπορου Αθηναίου. Εκεί είναι συγκεντρωμένοι, μεταξύ άλλων, μεγάλοι σοφιστές, όπως ο ηλείος Ιππίας, ο κείος Πρόδικος και ο αβδηρίτης Πρωταγόρας, ο θεωρούμενος ως ιδρυτής της σοφιστικής.

Ακολουθεί η λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ του Σωκράτη και του Πρωταγόρα αναφορικά με τη δυνατότητα διδασκαλίας της αρετής, η οποία πρέπει να εννοηθεί εν προκειμένω ως ένας συνδυασμός της ανδρείας με τη δικαιοσύνη, την οσιότητα, τη σοφία και τη σωφροσύνη.

Ο Σωκράτης διατυπώνει αμφιβολίες για τη δυνατότητα να αποτελέσει η αρετή αντικείμενο επαγγελματικής διδασκαλίας, και ο Πρωταγόρας απαντά με το μύθο για τη δημιουργία των ανθρώπινων κοινωνιών και την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισμού, τον οποίον είχαμε συναντήσει σε παλαιότερο –σχετικό με εκείνον– άρθρο μας (Πρωταγόρας, ο ιδρυτής της σοφιστικής – Μέρος ΣΤ’).

Ενώ ο διάλογος των δύο ανδρών εξελίσσεται, ο Σωκράτης προβάλλει εμφατικά το ζήτημα της ενότητας όλων των επιμέρους αρετών, το οποίο είχε τεθεί –θυμίζουμε– και στους ήδη μνημονευθέντες πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνος. Ενδιαμέσως, εν είδει παρέκβασης, ένα σκόλιο (λυρικό ποίημα) του Σιμωνίδη (εκπροσώπου του χορικού λυρισμού των Ώριμων Αρχαϊκών Χρόνων) ωθεί τους συνομιλητές να επισημάνουν πόσο δύσκολη είναι η πραγματική αρετή.

Τελικά, ο Σωκράτης, αφού πρώτα ελέγχει την ταυτότητα των επιμέρους αρετών, υποστηρίζει ότι η αρετή είναι γνώση και επομένως είναι διδακτή, υιοθετώντας μια άποψη που τίθεται πλέον εν αμφιβόλω από τον μέχρι πρότινος θιασώτη αυτής, τον Πρωταγόρα.

Μπροστά σε αυτήν την ολοφάνερη ανατροπή σκηνικού, στην πλήρη ανασκευή των αρχικών θέσεων του Σωκράτη και του Πρωταγόρα, ο ίδιος ο Πλάτων νιώθει την ανάγκη να διευκρινίσει ότι ο διάλογος αυτός –με όλα τα νοηματικά άλματα και λάθη του– αποσκοπεί σε μια διαλεκτική κίνηση και όχι σε ασφαλή αποτελέσματα.

*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο «Πρωταγόρας» του Πλάτωνος (μετάφραση του διαπρεπούς φιλολόγου Δημητρίου Ν. Γουδή, έκδοση του 1939).

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Α’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Β’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Γ’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Δ’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Ε’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος ΣΤ’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Ζ’)

Πλάτων: Η ιδέα του αγαθού (Μέρος Η’)