«Το πνεύμα του Τζίμι είναι παντού»: Η ιστορία του θρυλικού στούντιο Electric Lady του Τζίμι Χέντριξ
Ο ιλιγγιώδης ρυθμός με τον οποίο ο Χέντριξ έγραφε και ηχογραφούσε τους τελευταίους μήνες της ζωής του δίνει μια ιδέα για τον λόγο που δημιουργήθηκε το Electric Lady.
Ο Έντι Κράμερ ξέρει ότι ακούγεται ανόητο, αλλά όποτε τον ρωτούν τι το ιδιαίτερο έχει το Electric Lady, το στούντιο ηχογράφησης που του ζήτησε ο Τζίμι Χέντριξ να κατασκευάσει το 1968, δίνει την ίδια απάντηση: «Είναι οι δονήσεις. Κάθε φορά που μπαίνω εδώ μέσα, τα νιώθω», είπε καθώς καθόταν μέσα στο control room του στούντιο. «Είναι στους τοίχους. Είναι στο διάδρομο. Το πνεύμα του Τζίμι είναι παντού».
«Του άρεσε να δημιουργεί νέους ήχους. Με το ζόρι μπορούσε να αναπνεύσει, βιαζόταν τόσο πολύ να τα βγάλει όλα προς τα έξω. Και δόξα τω Θεώ το έκανε, γιατί αυτό που δημιούργησε τότε ήταν η βάση για όλη τη μουσική που θα κάναμε στη συνέχεια»
«Αν θέλετε να πιστεύετε ότι φταίνε οι δονήσεις, εντάξει», δήλωσε ο Τζον Στόρικ, ο αρχιτέκτονας που δημιούργησε το σχέδιο του στούντιο, ο οποίος καθόταν δίπλα στον Κρέιμερ καθώς μιλούσαν. «Αλλά υπάρχουν και άλλα πράγματα. Υπάρχει και η επιστήμη που εμπλέκεται».
Προσθέστε σε αυτό τα στοιχεία της τύχης, του χάους και του οράματος και έχετε μια αλχημεία που, μαζί, δημιούργησαν ένα μέρος που εξακολουθεί να προσελκύει την αυτοκρατορική τάξη της μουσικής. Η περίπλοκη ιστορία της γέννησης του στούντιο, καθώς και οι τάσεις στον ήχο και το σχεδιασμό που βοήθησε να εισαχθούν, διερευνώνται διεξοδικά στο νέο ντοκιμαντέρ Electric Lady Studios: A Jimi Hendrix Vision.
«Ο Τζίμι τζαμάριζε στη Νέα Υόρκη»
Η ταινία θα συμπεριληφθεί επίσης σε ένα επερχόμενο box set που περιλαμβάνει 38 ακυκλοφόρητα κομμάτια που ο Χέντριξ δημιούργησε στο στούντιο μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του 1970. Το χρονοδιάγραμμα αυτών των ηχογραφήσεων τορπιλίζει τον πρώτο από τους διάφορους μύθους για το Electric Lady. Επειδή το στούντιο δεν άνοιξε επίσημα μέχρι τον Αύγουστο του 1970, έχει συχνά αναφερθεί ότι ο Χέντριξ πέρασε μόνο δέκα εβδομάδες ηχογραφώντας εκεί πριν από τον τραγικό θάνατό του εκείνο τον Σεπτέμβριο.
Στην πραγματικότητα, άρχισε να ηχογραφεί μουσική στο στούντιο σχεδόν τέσσερις μήνες πριν από τον θάνατό του, δουλεύοντας ακατάπαυστα για να βελτιώσει τα τραγούδια που περιλαμβάνονται στο box set και προορίζονταν για ένα τολμηρό νέο διπλό άλμπουμ. Ο ιλιγγιώδης ρυθμός με τον οποίο ο Χέντριξ έγραφε και ηχογραφούσε τους τελευταίους μήνες της ζωής του δίνει μια ιδέα για τον λόγο που δημιουργήθηκε το Electric Lady.
Στις αρχές του 1969, ο κιθαρίστας πετούσε στα σύννεφα από το διπλό άλμπουμ του Electric Ladyland, το Νο1 άλμπουμ που έγινε αμέσως ορόσημο για τη γενιά του ροκ. Αν μη τι άλλο, η επιτυχία του επιτάχυνε την πείνα του Χέντριξ να δημιουργήσει όσο το δυνατόν περισσότερη νέα μουσική. «Ο Τζίμι τζαμάριζε στη Νέα Υόρκη», δήλωσε ο Κράμερ, ο οποίος ήταν τεχνικός του κιθαρίστα. «Του άρεσε να δημιουργεί νέους ήχους. Με το ζόρι μπορούσε να αναπνεύσει, βιαζόταν τόσο πολύ να τα βγάλει όλα προς τα έξω. Και δόξα τω Θεώ το έκανε, γιατί αυτό που δημιούργησε τότε ήταν η βάση για όλη τη μουσική που θα κάναμε στη συνέχεια».
«Αρχαία ανθρώπινη επιθυμία»
Ο καταιγισμός ιδεών του Χέντριξ δεν περιοριζόταν στο στούντιο. Έκανε επίσης τζαμάρισμα με κάθε μουσικό γύρω του, σε αναζήτηση νέας έμπνευσης και αλληλεπίδρασης. Προκειμένου να συγκεντρώσει αυτά τα τζαμαρίσματα, αποφάσισε να ανοίξει το δικό του κλαμπ, όπου θα μπορούσε να παίζει μπροστά σε κόσμο όποτε ήθελε και με όποιον ήθελε.
«Ήταν απίστευτα σπάνιο για τους καλλιτέχνες να έχουν τα δικά τους στούντιο τότε», δήλωσε ο Κράμερ. «Αυτή η ιδέα ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της»
Εγκαταστάθηκε στο χώρο ενός κλαμπ που μόλις είχε κλείσει στην W 8th Street, το Generation, όπου είχε τζαμάρει στο παρελθόν με αστέρες όπως ο BB King και ο Sly Stone. Εκείνη την εποχή, στην οδό δέσποζαν τα καταστήματα με είδη κάνναβης, αν και, λίγες πόρτες πιο κάτω, υπήρχε ένα άλλο σημαντικό κλαμπ, το Bon Soir, όπου ξεκίνησε η Μπάρμπρα Στρέιζαντ.
Το πρότυπο που είχε στο μυαλό του ο Χέντριξ για τον χώρο του ήταν ένα βραχύβιο αβανγκάρντ κλαμπ που ονομαζόταν Cerebrum και βρισκόταν στο ερημωμένο τότε Σόχο. Ένας δημοσιογράφος των New York Times προσπάθησε να περιγράψει το κλαμπ σε μια ιστορία του 1968, γράφοντας, ότι «μιλάει για την αρχαία ανθρώπινη επιθυμία να αποβάλει τη συνείδηση, να συνδεθεί με κάποιο ζεστό μεγάλο Άλλο, να ανακτήσει την αδιάκριτη ευδαιμονία της βρεφικής ηλικίας, να -μια φράση γι’ αυτό- να ζαλιστεί».
«Καλή ιδέα»
Ο Χέντριξ προσέλαβε τον ίδιο τύπο που σχεδίασε το Cerebrum, έναν 22χρονο πρόσφατο απόφοιτο αρχιτεκτονικής, τον Τζον Στόρικ. Οι μόνες οδηγίες που του έδωσε ήταν να βάψει τα πάντα λευκά και να δώσει στο χώρο πολύ αισθησιασμό χωρίς αιχμηρές γωνίες. Ο κιθαρίστας λάτρεψε τα σχέδια που επινόησε ο Στόρικ, αλλά η ιδέα ενός κλαμπ πήγε περίπατο αμέσως μετά την πρόταση του Κράμερ στον μουσικό και τον μάνατζέρ του ότι ένα στούντιο θα ήταν μια πολύ σοφότερη αξιοποίηση του χώρου.
Το Cerebrum, όσο και αν είχε τραβήξει την προσοχή, έχασε χρήματα. Και, εκείνη την εποχή, «ο Τζίμι ξόδευε πάνω από 200.000 δολάρια το χρόνο στο στούντιο», είπε ο Κράμερ.
«Είπα, “Ας σου φτιάξουμε το καλύτερο στούντιο στον κόσμο, όπου δεν θα σε ενοχλούσε κανείς, μια δομή σαν μήτρα, όπου θα μπορούσες να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου”. Εκείνος και ο μάνατζέρ του ( Μάικλ Τζέφρι) με κοίταξαν και είπαν: ‘Καλή ιδέα’».
Ο σκοπός του Electric Lady
Ενώ ο Κράμερ θα ήταν αυτός που θα επέβλεπε τις ηχητικές πτυχές του χώρου, ο Στόρικ ανέλαβε να δημιουργήσει το σχεδιασμό – ένα έργο πιο δύσκολο από ό,τι φανταζόταν αρχικά. «Όλα όσα γνωρίζουμε τώρα για τα στούντιο δεν υπήρχαν τότε», δήλωσε ο Στόρικ. «Δεν υπήρχε κανένα εγχειρίδιο που μπορούσες να ακολουθήσεις».
Εκείνη την εποχή, είπε ο Κράμερ, τα μεγάλα «στούντιο ήταν αυτά τα απαίσια κουτιά. Δεν ήταν μέρη που σε ενέπνεαν να δημιουργήσεις μουσική. Η ιδέα του να βάλεις έστω και έναν καναπέ ή ένα φυτό σε ένα στούντιο δεν υπήρχε».
Επιπλέον, οι αίθουσες ελέγχου έτειναν να είναι μικρές, σχεδιασμένες για να φιλοξενούν τον παραγωγό, όχι τον καλλιτέχνη. «Εκείνη την εποχή, ο καλλιτέχνης απλά ερχόταν στο στούντιο, έκανε τις λήψεις του και έφευγε», είπε ο Κράμερ. «Δεν πήγαιναν στο control room επειδή δεν παρήγαγαν τους δικούς τους δίσκους».
Το Electric Lady είχε σκοπό να εξισορροπήσει τη δυναμική της εξουσίας, θέτοντας τον καλλιτέχνη επικεφαλής, μια ανερχόμενη ιδέα εκείνη την εποχή. «Ήταν απίστευτα σπάνιο για τους καλλιτέχνες να έχουν τα δικά τους στούντιο τότε», δήλωσε ο Κράμερ. «Αυτή η ιδέα ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της».
Σε αντίθεση με τα ψυχρά δωμάτια στούντιο που ήταν συνηθισμένα εκείνη την εποχή, το Electric Lady θα ήταν ζεστό, φιλόξενο και, σύμφωνα με τις οδηγίες του Χέντριξ, γεμάτο από θηλυκές καμπύλες για τους τοίχους, που μαλακώνουν ακόμη περισσότερο με χαλιά.
Κόκκινο, πράσινο
Το χρώμα ήταν επίσης σημαντικό για τον κιθαρίστα. Παρόλο που είχε ζητήσει από τον Στόρικ να κάνει τους τοίχους λευκούς, ήθελε τη δυνατότητα να προβάλλει πάνω τους ένα ουράνιο τόξο χρωμάτων για να δημιουργήσει μια συνεχώς μεταβαλλόμενη σειρά από συναισθήματα. Τα χρώματα δεν είχαν μόνο οπτική αλλά και ακουστική λειτουργία. «Όταν ο Τζίμι έλεγε, “Έι φίλε, δώσε μου λίγο πράσινο” ή “Δώσε μου περισσότερο μωβ”, ήταν κώδικας», είπε ο Κράμερ. «Ήξερα ότι όταν έλεγε “πράσινο” σήμαινε περισσότερα ρεβέρ. Το ‘κόκκινο’ σήμαινε περισσότερη παραμόρφωση. Το να έχω τη δυνατότητα να επιλέγω διαφορετικά χρώματα για να ταιριάζουν με ό,τι σκεφτόταν ήταν μεγάλη ευλογία».
Το πάρτι των εγκαινίων του στούντιο πραγματοποιήθηκε στις 26 Αυγούστου 1970. Αμέσως μετά, ο Χέντριξ πέταξε στο Λονδίνο για να γίνει headliner στο φεστιβάλ Isle of Wight. Λίγες εβδομάδες αργότερα, είχε φύγει. Όταν η είδηση έφτασε στο στούντιο, ο Κράμερ είπε: «Απλά κατέρρευσα». Ταυτόχρονα, ήξερε ότι το στούντιο έπρεπε να συνεχίσει.
«Άλλη μεγάλη ιδιοφυΐα της εποχής»
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο Κράμερ ξεκίνησε το τεράστιο έργο να δώσει σάρκα και οστά στον πλούτο της ακυκλοφόρητης μουσικής του Χέντριξ, ενώ άρχισε να παράγει και άλλα έργα στο στούντιο, όπως το ντεμπούτο άλμπουμ της Κάρλι Σάιμον, το οποίο έγινε τεράστια επιτυχία. Μια άλλη γέφυρα για το μέλλον του Electric Lady ήρθε από τον Στίβι Γουόντερ – «την άλλη μεγάλη ιδιοφυΐα της εποχής», είπε ο Στόρικ – ο οποίος ερωτεύτηκε το μέρος και άρχισε να ηχογραφεί εκεί μερικές από τις πιο περιπετειώδεις μουσικές του, συμπεριλαμβανομένων τμημάτων του Music of My Mind και του Talking Book.
Από εκεί και πέρα, το στούντιο φιλοξένησε sessions για όλους, από τους Led Zeppelin μέχρι τους Stones και τον Μπόουι.
Αν και για κάποιο διάστημα το στούντιο βρισκόταν σε οικονομική δυσπραγία, ο Κράμερ και ο Στόρικ λένε ότι η σημερινή διοίκηση, που βρίσκεται στη θέση της από το 2010, ήταν υποδειγματικοί διαχειριστές της κληρονομιάς του.
*Mε πληροφορίες από: Guardian | Jim Farber
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις