«Αντίο» σε έναν τζέντλεμαν των γηπέδων
Ο Σβεν Γκόραν Ερικσον ήταν ένας από τους μεγαλύτερους προπονητές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου και η πορεία του στους πάγκους το αποδεικνύει περίτρανα.
Ο Σβεν Γκόραν Έρικσον, ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους προπονητές ποδοσφαίρου της εποχής μας, άφησε την τελευταία του πνοή, αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο έργο και μια ανεκτίμητη κληρονομιά στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Η είδηση του θανάτου του σόκαρε την παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα, καθώς ο Έρικσον ήταν μια θρυλική φιγούρα, γνωστός για τις επιτυχίες του σε διάφορα πρωταθλήματα και εθνικές ομάδες.
Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1948 στο Σούνε της Σουηδίας. Μετά από μια μέτρια καριέρα ως δεξιός μπακ στην Τόρσμπι και έναν σοβαρό τραυματισμό αποφάσισε να ασχοληθεί με την προπονητική. Δεν λάθεψε. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταξύ 1977 και 2001, κερδίζοντας 18 τρόπαια με διάφορους συλλόγους πρωταθλημάτων στη Σουηδία, την Πορτογαλία και την Ιταλία. Έγινε ο πρώτος προπονητής που έκανε νταμπλ σε τρεις διαφορετικές χώρες. Κατέκτησε τόσο το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ όσο και το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης (την τελευταία έκδοση του τελευταίου τροπαίου πριν από την κατάργησή του) και έφτασε στον τελικό του Πρωταθλητριών.
Ο Έρικσον διηύθυνε στη συνέχεια τις εθνικές ομάδες της Αγγλίας, του Μεξικού, των Φιλιππίνων και της Ακτής Ελεφαντοστού, καθώς και δύο συλλόγους στην Αγγλία. Πέρασε από τους πάγκους ομάδων σε σε δέκα χώρες: Σουηδία, Πορτογαλία, Ιταλία, Αγγλία, Μεξικό, Ακτή Ελεφαντοστού, Ταϊλάνδη, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κίνα και Φιλιππίνες.
Σπούδασε και δούλεψε για λίγα χρόνια και ως καθηγητής φυσικής αγωγής στο Έρεμπρο.
Το μπαμ με την Γκέτεμποργκ
Ο Έρικσον ανέλαβε αρχικά ως προπονητής στις χαμηλότερες κατηγορίες της Σουηδίας. ‘Εγινε βοηθός του Τορντ Γκριπ στην Ντέγκεφορς. Όταν ο δεύτερος ανέλαβε πόστο στην εθνική τους, ο Ερικσον έγινε πρώτος τεχνικός και ανέβασε σερί κατηγορίες την Ντέγκεφορς.
Η τακτική του ευφυΐα και η ικανότητά του να προσαρμόζεται γρήγορα τον οδήγησαν στην καθοδήγηση της Γκέτεμποργκ, με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο UEFA το 1982, επιτυγχάνοντας έναν από τους πρώτους μεγάλους του θριάμβους.
Συγκεκριμένα, η επιτυχία του με τον βοηθό μάνατζερ Τομ Τσάντνεϊ στο πλευρό του στις μικρές κατηγορίες τράβηξε την προσοχή πολύ μεγαλύτερων συλλόγων και ο Έρικσον έγινε προπονητής της IFK Γκέτεμποργκ την 1η Ιανουαρίου 1979. Η κίνηση προκάλεσε έκπληξη αφού πολλοί από τους παίκτες δεν είχαν καν ακούσει για αυτόν.
Τερμάτισαν δεύτεροι στην Allsvenskan και κέρδισαν το Κύπελλο Σουηδίας για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου, νικώντας την Åtvidabergs FF με 6-1 στον τελικό.
Η διεθνής επιτυχία του Έρικσον ήρθε την άνοιξη του 1982, όταν οδήγησε την IFK Göteborg στο πρώτο Κύπελλο UEFA για μια σουηδική ομάδα, νικώντας τη Βαλένθια στους προημιτελικούς και την 1. FC Kaiserslautern στους ημιτελικούς. Τους περίμενε στον τελικό το Αμβούργο. Οι Σουηδοί πήραν και τους δυο τελικούς! Με 1-0 στο στάδιο Ullevi και με 3-0 στη Γερμανία. Η επιτυχία του έφερε προτάσεις με αποτέλεσμα να φύγει από την Γκέτεμπορτγκ τον Αύγουστο του 1982.
Τα καλά του αποτελέσματα του επέτρεψαν να υπογράψει συμβόλαιο με την Μπενφίκα, όπου εντάχθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1982. Εκεί κέρδισε δύο πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Πορτογαλίας και ήταν φιναλίστ στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ.
Ο θρίαμβος με τη Λάτσιο
Ο Έρικσον στη συνέχεια μετακόμισε στην Ιταλία και έγινε προπονητής της Ρόμα το 1985 κατακτώντας μαζί της το Κύπελλο Ιταλίας. Συνέχισε δίχως επιτυχία στη Φιορεντίνα. Επέστρεψε στην Μπενφίκα για δεύτερη σεζόν το 1989. Ο Σουηδός οδήγησε την πορτογαλική ομάδα στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης 1989-90 όπου έχασε με 1-0 από τη Μίλαν στη Βιέννη. Αποχώρησε από τον σύλλογο της Λισαβόνας τον Ιούνιο του 1992.
Ο Έρικσον επέστρεψε στην Ιταλία για την Σαμπντόρια, όπου κατάφερε να κερδίσει άλλο ένα Κύπελλο Ιταλίας το 1994. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, Βουγιαντίν Μπόσκοφ, εισήγαγε ένα αμυντικό σύστημα που βασιζόταν στη ζώνη και όχι το μαν του μαν.
Ο Έρικσον βρήκε τελικά την μεγάλη επιτυχία στην Ιταλία με τη Λάτσιο όταν κέρδισε το Coppa Italia και το ιταλικό Super Cup το 1998 και το 2000, το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης (1999) και τον τίτλο της Serie A (το Scudetto) το 2000, μόλις το δεύτερο στην ιστορία των «λατσιάλι».
Η ικανότητα του Έρικσον να διαχειρίζεται μεγάλους παίκτες και να δημιουργεί ισχυρές, συνεκτικές ομάδες τον έκανε έναν από τους πιο περιζήτητους προπονητές της εποχής του. Το στυλ του βασιζόταν στην τακτική ευελιξία και την ικανότητά του να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις κάθε παιχνιδιού και διοργάνωσης, κάτι που του χάρισε πολλές επιτυχίες και αναγνώριση.
Η δοκιμασία του στην εθνική Αγγλίας
Μετά την παραίτηση του προπονητή Κέβιν Κίγκαν μετά την ήττα από τη Γερμανία τον Οκτώβριο του 2000, η Αγγλική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία αναζήτησε τον Έρικσον ως αντικαταστάτη του. Αρχικά είχε συμφωνήσει να αναλάβει μετά τη λήξη του συμβολαίου του τον Ιούνιο του 2001, αλλά αποφάσισε να παραιτηθεί από τον ρόλο του νωρίς στη Λάτσιο και ξεκίνησε επίσημα τα καθήκοντά του στην Αγγλία τον Ιανουάριο του ίδιου έτους. Έγινε ο πρώτος μη Βρετανός προπονητής που είχε οριστεί προπονητής της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Αγγλίας.
Στην πιο πολυσυζητημένη περίοδος της καριέρας του ο Έρικσον οδήγησε την Αγγλία σε τρία μεγάλα τουρνουά: το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2004 και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Παρόλο που η Αγγλία δεν κατάφερε να φτάσει σε τελικό υπό την καθοδήγησή του, ο Έρικσον ήταν γνωστός για την ικανότητά του να διαχειρίζεται τις έντονες πιέσεις και τις υψηλές προσδοκίες που συνοδεύουν τη θέση του προπονητή της εθνικής ομάδας της Αγγλίας.
Μετά την αποχώρησή του από την εθνική ομάδα της Αγγλίας, ο Έρικσον συνέχισε την καριέρα του σε διάφορους συλλόγους και εθνικές ομάδες σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Μάντσεστερ Σίτι (το 2007 έγινε πρώτος ξένος προπονητής της και πρώτος Σουηδός στην Πρέμιερ Λιγκ), της εθνικής ομάδας του Μεξικού, και της Λέστερ, ανάμεσα σε άλλους. Μετά την Αγγλία δοκίμασε και σε τρεις κινέζικους συλλόγους που τότε πλήρωναν πολύ καλά.
Τελευταία του ομάδα ήταν η εθνική των Φιλιππίνων. Παρά την αμφιλεγόμενη φύση ορισμένων επιλογών του, η κληρονομιά του Έρικσον παραμένει αναμφισβήτητη. Ήταν ένας πρωτοπόρος που άνοιξε το δρόμο για τους ξένους προπονητές σε πολλούς συλλόγους και εθνικές ομάδες και βοήθησε στη διαμόρφωση του σύγχρονου ποδοσφαίρου με τις τακτικές του και την προσέγγισή του στο παιχνίδι.
Είπαν για αυτόν
Ο Σβεν Γκόραν Έρικσον ήταν μια προσωπικότητα που κέρδισε το σεβασμό και την εκτίμηση τόσο από φίλους και συνεργάτες όσο και από αντιπάλους στο χώρο του ποδοσφαίρου. Οι δηλώσεις που έγιναν κατά καιρούς από διάφορους παίκτες, προπονητές και παράγοντες του ποδοσφαίρου αποκαλύπτουν την επιρροή του και την εικόνα που είχε αφήσει σε αυτούς.
Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ, που είχε συνεργαστεί στενά με τον Έρικσον στην εθνική ομάδα της Αγγλίας, τον περιέγραψε ως «έναν ήρεμο και αποφασιστικό ηγέτη» που είχε την ικανότητα να διαχειρίζεται τις δύσκολες καταστάσεις και τις υψηλές προσδοκίες. Είχε πει πως ο Έρικσον είχε μια μοναδική ικανότητα να φέρνει ηρεμία και να δημιουργεί μια αίσθηση εμπιστοσύνης και σταθερότητας στην ομάδα.
Ο Φρανκ Λάμπαρντ (πρώην άσος της εθνικής Αγγλίας) είχε εκφράσει την εκτίμησή του για τον Έρικσον ως έναν προπονητή που γνώριζε πώς να διαχειρίζεται τους παίκτες και τις προσωπικότητες στην ομάδα. «Ήταν πολύ καλός στο να κάνει τους παίκτες να αισθάνονται ξεχωριστοί και σημαντικοί», είχε πει, υπογραμμίζοντας την ικανότητα του Έρικσον να δημιουργεί θετικό κλίμα στα αποδυτήρια.
Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι, ο οποίος είχε δουλέψει μαζί με τον Έρικσον στη Λάτσιο, είχε αναφέρει ότι ο Σουηδός προπονητής ήταν ένας από τους ανθρώπους που τον επηρέασαν πιο πολύ στην καριέρα του ως προπονητής. «Ήταν ένας άνθρωπος που πάντα σκεφτόταν την τακτική και πάντα ήξερε πώς να προετοιμάσει την ομάδα του για κάθε αντίπαλο», είχε πει ο Ιταλός.
Ο Άρσεν Βενγκέρ, ένας από τους πιο σεβαστούς προπονητές στην ιστορία της Premier League, είχε δηλώσει για τον – αντίπαλο – Έρικσον: «Ήταν ένας από τους λίγους προπονητές που είχαν την ικανότητα να πετύχουν σε διαφορετικά πρωταθλήματα και διαφορετικές κουλτούρες ποδοσφαίρου. Αυτό απαιτεί μεγάλη προσαρμοστικότητα και τακτική ευφυΐα».
Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον είχε αναφερθεί στον Έρικσον με σεβασμό, αναγνωρίζοντας τον ως έναν προπονητή με «μια ήρεμη αλλά ισχυρή παρουσία». Είχε δηλώσει ότι «ο Σβεν ήταν πάντα πολύ προετοιμασμένος και επαγγελματίας, και αυτό φαινόταν σε όλες τις ομάδες του».
Από την πλευρά του ο Φάμπιο Καπέλο είχε πει για τον Έρικσον: «Ήταν πάντα ένας πολύ σπουδαίος τακτικιστής. Ήξερε πώς να δημιουργεί ισορροπία σε μια ομάδα και πώς να την προετοιμάζει για τα μεγάλα παιχνίδια. Ήταν ένας πραγματικός επαγγελματίας που άφησε το σημάδι του σε κάθε ομάδα που προπόνησε».
Ατάκες του που έμειναν στην ιστορία
Ο Σβεν Γκόραν Έρικσον ήταν γνωστός για την ψύχραιμη προσέγγισή του στο ποδόσφαιρο και την ικανότητά του να εκφράζεται με σαφήνεια και ευθύτητα. Οι χαρακτηριστικές του ατάκες συχνά αντανακλούν την εμπειρία, τη σοφία και την προσαρμοστικότητα που τον διέκριναν ως προπονητή.
«Ο προπονητής είναι αυτός που πρέπει να κάνει την ομάδα να παίξει, όχι μόνο ένας παίκτης». Με αυτή την ατάκα, ο Έρικσον τόνιζε τη σημασία της συλλογικής δουλειάς και της στρατηγικής προσέγγισης στο ποδόσφαιρο. Ήθελε πάντα να υπογραμμίζει ότι η επιτυχία μιας ομάδας βασίζεται στην ομαδικότητα και όχι σε ατομικές προσπάθειες.
«Αν τους άκουγα όλους, τότε θα έμπλεκα άσχημα». Μιά φράση που αντικατοπτρίζει την προσέγγιση του Έρικσον ως προπονητής που ήξερε να λαμβάνει αποφάσεις βάσει της δικής του κρίσης και εμπειρίας, παρά τις εξωτερικές πιέσεις και απόψεις. Ήταν ένας άνθρωπος που εμπιστευόταν το ένστικτό του και την τακτική του ευφυΐα.
«Δεν μπορείς να πεις ότι η εμπειρία δεν μετράει. Υπάρχουν όμως άλλα πράγματα που αξίζουν περισσότερο». Ο Έρικσον πίστευε στη σημασία της εμπειρίας στο ποδόσφαιρο, αλλά πάντα αναγνώριζε ότι η τακτική, η φυσική κατάσταση, και η προετοιμασία ήταν εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικές για την επιτυχία μιας ομάδας.
«Είμαι σαν στρατηγός. Μου αρέσει να οργανώνω καλά τον στρατό μου». Με αυτή την ατάκα, ο Έρικσον περιέγραψε το ρόλο του προπονητή σαν αυτόν ενός στρατηγού που πρέπει να οργανώνει και να καθοδηγεί την ομάδα του με ακρίβεια και πειθαρχία. Ήταν γνωστός για την τακτική του προσέγγιση και την έμφαση που έδινε στην προετοιμασία και την πειθαρχία.
«Στο ποδόσφαιρο πρέπει να διατηρείς την ισορροπία σου. Αυτό είναι το πιο σημαντικό».
Ο Έρικσον υπογράμμιζε συχνά τη σημασία της ισορροπίας, τόσο στο παιχνίδι όσο και στη ζωή. Πίστευε ότι οι παίκτες και οι προπονητές έπρεπε να διατηρούν την ψυχραιμία τους και να προσαρμόζονται σε κάθε κατάσταση με την κατάλληλη τακτική και προσέγγιση.
«Δεν είναι πόσα χρήματα κερδίσεις, αλλά στα πόσα πολλά δεν χάνεις». Αυτή η φράση αντικατοπτρίζει την οικονομική του σκέψη και την προσοχή που έδινε στη διαχείριση των πόρων μιας ομάδας. Ο Έρικσον ήξερε να δίνει σημασία όχι μόνο στα κέρδη αλλά και στο πώς να αποφύγει απώλειες, κάτι που ήταν κρίσιμο για την επιτυχία σε επίπεδο συλλόγων και εθνικών ομάδων.
Ο Έρικσον πίστευε επίσης πολύ στην αυτοπεποίθηση και την πίστη στις ικανότητές του, καθώς και στην ικανότητα των παικτών του. Για αυτόν, η αυτοπεποίθηση ήταν βασικό στοιχείο για την επιτυχία στο ποδόσφαιρο και σε κάθε πτυχή της ζωής.
Το αποχαιρετιστήριο μήνυμα
Πριν από λίγο καιρό είχε ανακοινώσει ότι έπασχε από καρκίνο στο πάγκρεας. Μια εβδομάδα πριν το μοιραίο έστειλε αποχαιρετιστήριο μήνυμα σε όλο τον κόσμο του ποδοσφαίρου:
«Είχα μία καλή ζωή. Νομίζω ότι όλοι φοβόμαστε τη μέρα που θα πεθάνουμε, αλλά η ζωή είναι και θάνατος. Πρέπει να μάθεις να το αποδέχεσαι όπως είναι. Ας ελπίσουμε ότι στο τέλος οι άνθρωποι θα πουν, ναι, ήταν καλός άνθρωπος, αλλά δεν θα το πουν όλοι αυτό. Ελπίζω να με θυμάστε ως έναν θετικό τύπο που προσπαθούσε να κάνει ό,τι μπορούσε. Μη λυπάστε, να χαμογελάτε. Σας ευχαριστώ για όλα, προπονητές, παίκτες, κόσμο, ήταν φανταστικό. Φροντίστε τον εαυτό σας και φρόντιστε τη ζωή σας. Και ζήστε το. Αντίο», είχε σημειώσει ο Σουηδός, που ενώ ήταν άρρωστος εκπλήρωσε το μεγάλο όνειρό του να καθίσει στον πάγκο της Λίβερπουλ, σε παιχνίδι των θρύλων της αγγλικής ομάδας με τον Άγιαξ. Ο Έρικσον είχε γνωρίσει την απόλυτη αποθέωση στο Άνφιλντ και έγινε και πάλι πρώτο θέμα σε όλο τον κόσμο.
Ο θάνατος του Σβεν Γκόραν Έρικσον αφήνει ένα μεγάλο κενό στον κόσμο του ποδοσφαίρου. Ήταν ένας άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του στο άθλημα, προσφέροντας ανεκτίμητες γνώσεις και εμπειρίες σε κάθε ομάδα και παίκτη που συνεργάστηκε μαζί του. Οι φίλαθλοι, οι παίκτες και οι συνάδελφοί του θα τον θυμούνται για την ηρεμία, την επαγγελματική του ηθική και την αγάπη του για το παιχνίδι. Η συνεισφορά του στο ποδόσφαιρο θα παραμείνει ως μια διαρκής κληρονομιά για τις μελλοντικές γενιές προπονητών και παικτών.
- «Η Μπεσίκτας είχε συμφωνήσει με τον Τζόλη αλλά…»
- Μαγδεμβούργο: Στο στόχαστρο της γερμανικής αστυνομίας τρία άτομα που χειροκροτούσαν τον μακελάρη
- Εγωκεντρικοί, εγωπαθείς και νάρκισσοι γύρω μας: Πώς τους διαχειριζόμαστε;
- LIVE: Ρόμα – Πάρμα
- Γάζα: 28 Παλαιστίνιοι νεκροί από επιθέσεις του Ισραήλ – Οι οκτώ σε σχολείο
- Σαμάτα: «Μπορώ να πεθάνω στο γήπεδο για την αγάπη του κόσμου»