Η σταρ του Χόλυγουντ, Τζούλι Άντριους, έμοιαζε να είναι η ενσάρκωση της μαγικής νταντάς όταν εμφανιζόταν στην ταινία της Disney το 1964. Σε συνέντευξή της στο BBC το 1976, μίλησε για το τί σημαίνει να είσαι ταυτισμένη με τη γλυκιά προσωπικότητα της Πόπινς.

Στιγμιότυπο από την ταινία.

Η ιστορία της ταινίας

Το μιούζικαλ της Walt Disney του 1964, το οποίο βασίστηκε σε ιστορίες που έγραψε η Πάμελα Λύντον Τράβερς, είχε χαρίσει στην ηθοποιό φήμη εν μία νυκτί όταν έκανε πρεμιέρα στο Λος Άντζελες, πριν από 60 χρόνια αυτή την εβδομάδα. Η ταινία αφηγούνταν την ιστορία μιας νταντάς, η οποία κατεβαίνει από τον ουρανό του Λονδίνου, με την ομπρέλα στο χέρι, και προσγειώνεται στη ζωή της προβληματικής οικογένειας Μπανκς το 1910, αναλαμβάνοντας να φροντίσει τα ατίθασα, αν και μάλλον παραμελημένα, παιδιά τους. Μέσα από μια σειρά περιπετειών και μια δόση μαγείας η Μαίρη Πόπινς βοηθά να αποκατασταθούν οι σχέσεις της οικογένειας.

Στιγμιότυπο από την ταινία.

Η συνεργασία με τον Γουόλτ Ντίσνει

Η «Μαίρη Πόπινς» αποτελούσε από καιρό ένα έργο πάθους για τον Γουόλτ Ντίσνεϊ. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940, είχε υποσχεθεί στις κόρες του, οι οποίες ήταν θαυμάστριες του πρώτου βιβλίου, ότι θα το έκανε ταινία. Όταν όμως έδωσε την υπόσχεση δεν είχε υπολογίσει τον αστάθμητο παράγοντα της συγγραφέως του έργου, την Τράβερς. Η Τράβερς αρνούταν για 20 χρόνια να του δώσει τα κινηματογραφικά δικαιώματα του έργου – κι αυτός με τη σειρά του επέμενε καθόλη τη διάρκεια. Μέχρι τη δεκαετία του 1960, παρά τους σοβαρούς ενδοιασμούς της Τράβερς για την πολύ πιο «φωτεινή» εκδοχή της Ντίσνεϊ στα «σκοτεινά» στοιχεία του χαρακτήρα της Μαίρη Πόπινς, η ολοένα και πιο δύσκολη οικονομική κατάσταση της συγγραφέως την ανάγκασε να υποχωρήσει. Η τέλεια αυτή εικόνα της Μαίρη Πόπινς του Ντίσνεϊ δε θα μπορούσε να αποτυπωθεί καλύτερα από καμία άλλη πέραν της Τζούλι Άντριους.

Μέχρι να υποδυθεί την Πόπινς, η Άντριους είχε ήδη δημιουργήσει μια επιτυχημένη καριέρα στη σκηνή και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού – και στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ. Η μητέρα και ο πατριός της, είδαν πως η κόρη τους είχε έφεση στο τραγούδι κι έτσι την ώθησαν για μια αντίστοιχη καριέρα. Στην ηλικία των 12 ετών, εξέπληξε το κοινό του West End στο Λονδίνο με την καθαρή, μελωδική φωνή της ως σοπράνο. Το 1954, έκανε το ντεμπούτο της στις ΗΠΑ στο Μπρόντγουεϊ στο εξαιρετικά δημοφιλές «The Boy Friend», αλλά ήταν ο ρόλος της ως Eliza Doolittle στο μιούζικαλ «Ωραία μου κυρία» του 1956 που την έκανε πραγματικά γνωστή. Η παράσταση αποδείχθηκε ιδανική για να αναδείξει το ταλέντο της – και της χάρισε υποψηφιότητα για βραβείο Tony – και το 1958 ήταν η πιο κερδοφόρα παράσταση τουΜπρόντγουεϊ όλων των εποχών.

Ο Ντίσνει βρήκε στα μάτια της νεαρής τότε Τζούλι την Μαίρη Ποπινς που έψαχνε. Το 1962 όταν την είδε να υποδύεται την Βασίλισσα Γκουίνεβιρ, πλάι στον Ρίτσαρντ Μπάρτον στο ρόλο του Βασιλιά Αρθούρου, στο μιούζικαλ «Camelot», πήγε στα παρασκήνια για να της προτείνει να πάρει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Μαίρη Πόπινς. Η ηθοποιός ενθουσιάστηκε με την πρόταση, αλλά του απάντησε πως ενώ θα ήθελε πολύ να παίξει αυτόν ρόλο πως δεν μπορεί καθότι είναι έγκυος. Ο Ντίσνει τότε, βέβαιος για την απόφασή του, της απάντησε πως θα την περιμένει. Κι έτσι έγινε, αφού αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης της Έμμα, έφτασε στο Χόλιγουντ το 1963 για να ξεκινήσει η ταινία.

Στιγμιότυπο από την ταινία.

Όταν η ταινία έγινε πραγματικότητα

Από την εκκίνηση της ταινίας φάνηκε ότι ο ρόλος ήταν, πράγματι, κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της Άντριους – αφού μπορούσε να εκτυλίξει όλο το ταλέντο της όχι μόνον όσον αφορά την υποκριτική και την κωμωδία, αλλά και στο τραγούδι και τον χορό. Η ερμηνεία της προσέδωσε κύρος, ζεστασιά και έναν ελαφρώς αινιγματικό αέρα στη νταντά, ενώ τραγούδια όπως το A Spoonful of Sugar και το Supercalifragilisticexpialidocious ανέδειξαν την εύκολη γοητεία και την αψεγάδιαστη φωνή της ηθοποιού.

Η ίδια στα απομνημονεύματά της, «Home Work», που εκδόθηκαν το 2019, έγραψε πως δε θα μπορούσε να ζήσει καλύτερη εισαγωγή στον κινηματογράφο, καθώς της δίδαξε πολλά σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. «Τα ειδικά εφέ και οι προκλήσεις των κινουμένων σχεδίων ήταν μια εμπειρία εκμάθησης, που όμοιά της δεν θα ξαναζήσω ποτέ», δήλωνε εκεί η ίδια

Η ταινία ήταν μια κινηματογραφική καινοτομία, όπου τα παιδιά μπορούσαν να πηδούν μαγικά σε εικόνες και οι καμινάδες χόρευαν. Όταν έκανε πρεμιέρα στο Λος Άντζελες το 1964, το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα που κράτησαν πέντε λεπτά. Η «Μαίρη Πόπινς» θα γινόταν η ταινία με τα υψηλότερα έσοδα στις ΗΠΑ το 1964. Η ταινία που κέρδισε στη δεύτερη θέση ήταν το «Ωραία μου κυρία». Η «Μαίρη Πόπινς» έλαβε 13 υποψηφιότητες για Όσκαρ, κερδίζοντας πέντε, μεταξύ των οποίων το Όσκαρ καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την Άντριους και το Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού για το «Chim Chim Cher-ee». Η Άντριους κέρδισε επίσης ένα Bafta για την ερμηνεία της.

Την επόμενη χρονιά, η ερμηνεία της ως γκουβερνάντα Μαρία στην ταινία «Η Μελωδία της Ευτυχίας», της χάρισε άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ και η παγκόσμια επιτυχία της ταινίας εδραίωσε τη θέση της Άντριους ως μεγάλη σταρ του Χόλυγουντ.

Στιγμιότυπο από την ταινία.

Μετά την ταινία

Το να υποδυθεί δύο εμβληματικούς ρόλους τραγουδίστριας νταντάς σε εξαιρετικά επιτυχημένες ταινίες, τόσο κοντά μεταξύ τους, βοήθησε να εδραιωθεί στο μυαλό του κοινού μια γλυκιά, ενάρετη εικόνα της Άντριους.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ηθοποιός επιδίωξε σκόπιμα να παίξει σε πίο «σκοτεινά» κινηματογραφικά έργα, όπως το θρίλερ «Torn Curtain» (1966) του Άλφρεντ Χίτσκοκ και το κατασκοπικό δράμα «The Tamarind Seed» (1974), ενώ αρνήθηκε ρόλους στα «Chitty Chitty Bang Bang» (1968) και «Bedknobs and Broomsticks» (1971) που θα μπορούσαν να την επαναφέρουν στο προφίλ της χαρωπής ηθοποιού – που ήθελε να αποφύγει. Μάλιστα, είχε προσπαθήσει να ανατρέψει αυτή την εικόνα και εκτός οθόνης, παραδεχόμενη στον Αντρέ Πρεβίν σε συνέντευξή της στο BBC το 1987 ότι κάποτε είχε ένα αυτοκόλλητο στον προφυλακτήρα του αυτοκινήτου της πα΄νω στο οποίο έγραφε: «Mary Poppins Is A Junkie» (Η Μαίρη Πόπινς είναι πρεζάκι).

Η Σου Λόουλι ρώτησε εκτενώς την Άντριους για το αν ήταν απογοητευμένη με την εικόνα της και αν θα συνέχιζε σε αντίστοιχους ρόλους, όταν εκεί προσκλήθηκε στο BBC Radio 4 το 1992. Ενώ η ηθοποιός παραδέχτηκε ότι επιθυμούσε να «επεκταθεί» και να «κάνει άλλα πράγματα», είπε ότι δεν μπορεί να χτυπήσει την εικόνα γιατί ήταν «υπέροχες ταινίες και έδωσαν μεγάλη ευχαρίστηση στον κόσμο».

«Εύχεστε ποτέ να μην το είχατε κάνει;» ρώτησε η Λόουλι. «Όχι, ποτέ», είπε η Andrews. «Πρέπει να είμαι ειλικρινής, αν και γελάω και υπάρχουν πάρα πολλά πειράγματα στην οικογένεια για την εικόνα μου και τέτοια πράγματα. Δεν το μετανιώνω καθόλου».

*Πηγή: BBC