Η Μαγική Πόλη του Κούνδουρου, το Δουργούτι και η «σπάνια» Μαργαρίτα Παπαγεωργίου
Η μετεμφυλιακή Μαγική Πόλη του Νίκου Κούδουρου προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας και γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία στην Αθήνα της εποχής. Από σήμερα, 5 Σεπτεμβρίου, ξαναπροβάλεται αποκλειστικά στο σινεμά Ριβιέρα.
«Ο Νίκος Κούνδουρος ενθουσιασμένος από το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, γυρίζει τη Μαγική πόλη. Από τη μια μεριά, η προσφυγική φτωχογειτονιά με τα τσακισμένα όνειρα του μικρασιατικού ελληνισμού, που δεν τολμούν να ξεμυτίσουν πέρα από τις γλάστρες με το βασιλικό και τις υφαντές μπάντες στους τοίχους των παραπηγμάτων, οι άνθρωποί της που μάχονται για το καθημερινό.
«Και, από την απέναντι μεριά, όχι οι πλούσιοι αλλά ένα υποκατάστατό τους, ένας φτηνός αντικατοπτρισμός μιας προκατασκευασμένης, σύμφωνα με τα πρότυπα των φτηνών αμερικάνικων φιλμ, ευτυχίας: η μαγική πόλη» γράφει η συγγραφέας και κριτικός, Αγλαΐα Μητροπούλου, στην ιστοσελίδα της Ταινιόθηκης της Ελλάδας μιλώντας για το ασπρόμαυρο, αριστούργημα του Νίκου Κούνδουρου, το οποίο φωτίζει μια σκοτεινιασμένη και σκονισμένη Αθήνα, λίγα χρόνια μετά τον εμφύλιο, το 1954, όταν η ελπίδα και η απελπισία, το γέλιο και το κλάμα, το όνειρο και ο εφιάλτης έμοιαζαν ένα.
Το σενάριο της ταινίας είναι της Μαργαρίτας Λυμπεράκη η μουσική του Μάνου Χατζηδάκι και παίζουν ο Γιώργος Φούντας, η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, ο Στέφανος Στρατηγός, ο Μάνος Κατράκης, ο θανάσης Βέγγος (στην πρώτη του εμφάνιση) και ο Μίμης Φωτόπουλος.
Δείτε μια σκηνή της ταινίας με τον Φούντα και την Παπαγεωργίου
Η αγάπη για τους ανθρώπους
Η μικρογραφία της Μαγικής Πόλης –ένα υπόγειο σφαιριστήριο της Ομόνοιας- είναι το κέντρο των λαθρεμπόρων. Ο στόχος της φιλοδοξίας των νεαρών της φτωχογειτονιάς είναι οι εύκολες γυναίκες, το εύκολο κέρδος κι η εύκολη μετάβαση από τη γη στον ουρανό με τα ψεύτικα αστέρια. Δίπλα σε όλα αυτά υπάρχει η αγάπη για τους ανθρώπους του οικείου περιβάλλοντος και μια τιμιότητα.
«Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι τελικά το βασικό χαρακτηριστικό του Κούνδουρου ως σκηνοθέτη. Μια ευθύτητα, μια τιμιότητα, ένα απότολμο είδος λεβεντιάς, που για τον σκηνοθέτη γίνεται πηγή ανησυχίας, ενώ κατά κάποιο τρόπο καθησυχάζει και τον θεατή« συνεχίζει η Αγλαΐα Μητροπούλου.
Στόχος της φιλοδοξίας των νεαρών της φτωχογειτονιάς είναι οι εύκολες γυναίκες, το εύκολο κέρδος κι η εύκολη μετάβαση από τη γη στον ουρανό με τα ψεύτικα αστέρια
Ο ελληνικός νεορεαλισμός
Παντού, όπου προβλήθηκε η ταινία, και αρχικά στο Φεστιβάλ Βενετίας, άφησε ενθουσιώδη εντύπωση γιατί στην ανάδειξη του κλίματος της εποχής, δηλαδή του νεορεαλιστικού κλίματος, έδινε μια ελληνική απόκλιση, που η αυθεντικότητά της αποτελούσε και το μεγαλύτερό της θέλγητρο.
Πρώτα απ’ όλα ήταν η επιλογή των χώρων: οι συνοικίες Δουργούτη και Καισαριανή, η Ομόνοια με την ξενόφερτη νυχτερινή ζωή της, κι ανάμεσά τους η θέα της θάλασσας -όνειρο άπιαστο- από τη γειτονιά της Καστέλας.
Δουργούτι, μια ιδιάζουσα κατάσταση
Για την ιστορία να πούμε ότι μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το Δουργούτι (ο σημερινός Νέος Κόσμος) κατακλύζεται από πρόχειρες κατασκευές που φιλοξενούν οικογένειες προσφύγων. Δίπλα στα μικρά κτίρια που κατασκευάζονται με χρήματα της Κοινωνίας των Εθνών, εμφανίζονται δεκάδες τρώγλες από πρόχειρα υλικά. Το κράτος, αντιλαμβανόμενο την αδυναμία του να διαχειριστεί το στεγαστικό πρόβλημα, θεσπίζει την έννοια της οριζόντιας ιδιοκτησίας.
Το 1935 το υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας δίνει σε χρήση των προσφύγων τις πρώτες πολυκατοικίες στο Δουργούτι, τα διαμερίσματα των οποίων για πρώτη φορά διέθεταν δύο δωμάτια με ηλεκτρικό ρεύμα και εσωτερική τουαλέτα. Με την κατασκευή τους οι αρχιτέκτονες Κ. Λάσκαρις και Δ. Κυριακός εισάγουν στην Ελλάδα τη σύγχρονη και λιτή γραμμή του κινήματος Bauhaus. Το καθεστώς Μεταξά προσθέτει την κατασκευή τριών ακόμα πολυκατοικιών, ώστε ο οικισμός Δουργουτίου να αριθμεί συνολικά 237 σύγχρονα διαμερίσματα.
Το χρονίζον στεγαστικό πρόβλημα δημιουργεί στο Δουργούτι μια ιδιάζουσα κατάσταση. Έλληνες εσωτερικοί μετανάστες και πρόσφυγες συμβιώνουν αρμονικά μαζί με παλιννοστούντες και Αρμένιους. Δίπλα στην κεντρική λεωφόρο των Αθηνών με τις καινούργιες πολυκατοικίες, θα παραμείνει για χρόνια μια ολόκληρη κοινωνία δεμένη και κινούμενη δυναμικά, παρότι στο περιθώριο της πρωτεύουσας.
«Θάνατος στην παράγκα!»
Το 1965 η θεμελίωση νέου Οικισμού από τον Γεώργιο Παπανδρέου σηματοδοτείται από τη φράση «Θάνατος στην παράγκα!». Η πολιτική προσταγή σήμανε την αρχή του τέλους για την ιστορία της περιοχής, καθότι η συνολική απαλλοτρίωση της παραγκούπολης έδωσε τη δυνατότητα σε όλους όσοι κατοικούσαν στο Δουργούτι να αποκτήσουν οίκημα από το κράτος με χαμηλό τίμημα. Κυρίως όμως ανοικοδομούσε το Δουργούτι από το μηδέν.
Το 1968 το απριλιανό καθεστώς θα εγκαινιάσει διθυραμβικά στη συνοικία δεκαπέντε νέες πολυκατοικίες. Ταυτόχρονα, με την κατασκευή της τελευταίας δωδεκαώροφης προσφυγικής πολυκατοικίας, θα προσδώσει στο Δουργούτι τον αέρα του εκμοντερνισμού που απόπνεαν εκείνα τα χρόνια τα υψηλά κτίρια. Αυτή η αρχή για το σύγχρονο Δουργούτι απεικόνιζε το τέλος του προσφυγικού ζητήματος στην Ελλάδα.
Το Δουργούτι το ’50
Πίσω πάλι στην Μαγική Πόλη του Κούδουρου
«Ο Νίκος Κούνδουρος, ο οποίος εμφανίζεται κι ίδιος σαν κομπάρσος στην ταινία, βρίσκει στον διευθυντή φωτογραφίας Κώστα Θεοδωρίδη τον επαγγελματία που θα δώσει μορφή στις δικές του νεοελληνικές εσωτερικές εικόνες. Η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι τονίζει τον προσφυγικό καημό όλων αυτών των ανθρώπων που νοσταλγούν τη χαμένη αλλοτινή ευτυχία» σχολιάζει η Αγλαΐα Μητροπούλου, στην ιστοσελίδα της Ταινιοθήκης της Ελλάδας.
«Έπρεπε να σταματήσει η σχέση μου με τον Κούνδουρο και για να γίνει αυτό εφικτό έπρεπε να σταματήσω με τον κινηματογράφο»
Η «σπάνια» Μαργαρίτα Παπαγεωργίου
Στην Μαγική Πόλη η ντελικάτη παρουσία της ηθοποιού Μαργαρίτας Παπαγεωργίου εκπέμπει μια ακαθόριστη προσμονή για την επόμενη μέρα, μια θλιμμένη εγκαρτέρηση. Η ηθοποιός, η οποία έφυγε από τη ζωή στις 24 Ιανουαρίου 2021, σε ηλικία 86 ετών, είχε ένα σύντομα αλλά ανεξίτηλο πέρασμα από το ελληνικό σινεμά.
Η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου γύρισε έξι ταινίες μέσα στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν από το 1952 μέχρι το 1957. Οι τίτλοι των ταινιών θα πρόδιδαν το… χαρούμενο ξεκίνημα μιας μεγάλης καριέρας για ένα κορίτσι που γεννήθηκε το 1935 στο Φάληρο, υπήρξε παιδική φίλη του «γείτονα» Θανάση Βέγγου και έμοιαζε πλασμένο για το σινεμά: «Κυριακάτικο Ξύπνημα» του Μιχάλη Κακογιάννη, «Μαγική Πόλη» και «Δράκος» του Νίκου Κούνδουρου, «Τζο ο Τρομερός» και «Χαρούμενο Ξεκίνημα» του Ντίνου Δημόπουλου, η «Θεία από το Σικάγο» του Αλέκου Σακελλάριου.
Η ζωή ή μάλλον ο έρωτας είχαν άλλες βλέψεις και μετά από αυτές τις ταινίες, η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, αν και τέλειωσε τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου αφού ήδη είχε ξεκινήσει την καριέρα της, δεν ξανάπαιξε ποτέ στο σινεμά. Συμμετείχε σε δύο παραστάσεις με το θίασο Αλέκου Αλεξανδράκη – Αλίκης Γεωργούλη. Και σταμάτησε και το θέατρο.
Η σχέση με τον Νίκο Κούνδουρο
Σε συνέντευξή της στο «Τέταρτο», το 1986, η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου εξομολογήθηκε τους λόγους για τους οποίους απεσύρθη από το σινεμά, επιλέγοντας να φύγει μακριά από την Αθήνα και μακριά από τον Νίκο Κούνδουρο.
«Έπρεπε να σταματήσει η σχέση μου με τον Κούνδουρο και για να γίνει αυτό εφικτό έπρεπε να σταματήσω με τον κινηματογράφο», εξηγεί η Παπαγεωργίου.
«Για μένα αυτά τα δύο ήταν ένα πράγμα. Από την αρχή που ξεκίνησα να κάνω κινηματογράφο κάτι άλλο μ’ ενδιέφερε πιό πολύ. Προτιμούσα να είμαι μιά πετυχημένη μητέρα παρά μια καλή ηθοποιός. Αν δεν έφευγα από το Νίκο θα συνέχιζα να κάνω ταινίες. Πολλές φορές το προσπάθησα πριν αυτό γίνει οριστικό. Και κατέφυγα στο θέατρο. Επαιξα σε δύο έργα με το θίασο Αλεξανδράκη-Γεωργούλη. Του Ρομπέρ Οσέν το ένα, του Ούγκο Μπέτι το άλλο… Εκπληκτικός θίασος: Σταρένιος, Βανδής, Φυσσούν, Γαρμπή. Με είχε ζητήσει και ο Κατράκης στο θίασό του. Ο Νίκος δεν ήθελε να παίζω θέατρο. Πάντα με γύριζε πίσω. Εγώ νόμιζα πως αυτό το έκανε επειδή με ήθελε να είμαι πάντα η «Ψιψίνα» ή «το Μωρό». Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να καταλάβω πως αυτό ήταν για να με προφυλάξει από κάποιες ευτέλειες που υπήρχαν σ’ εκείνο το χώρο. Με ήθελε να ζω στο δικό του χώρο, να είμαι ο δικός του άνθρωπος. Όσο και να ακούγεται αυτό εγωιστικό, τώρα δεν πιστεύω πως είχε και άδικο.»
«… Είναι κάτι πράγματα που δεν μπορούν εύκολα να εξηγηθούν. Μιλάω για τις προσωπικές μας σχέσεις. Είχαμε φτάσει σε ακραίες καταστάσεις. Πολλά από όσα γίνονταν δεν μου άρεσαν. Του το έλεγα. Τον ενοχλούσε αυτό. Ολους τους ενοχλεί. Δεν ήταν η νομιμοποίηση της σχέσης μας, όπως θα νομίσουν μερικοί, πως με ενδιέφερε. Από την αρχή που ξεκινήσαμε, αυτά τα πράγματα είχαν ξεκαθαριστεί. Ο Νίκος είχε πει: «Και όχι τώρα γάμους και τέτοια». Κι εγώ είπα: «Μάλιστα». Ασχετα αν αυτή μου την απόφαση την πλήρωσα με μύρια όσα μετά. Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα τότε. Να συζείς με κάποιον, να μη γυρίζεις σπίτι σου… Αρχισα, θυμάμαι, να παίζω στην ταινία «Η Θεία από το Σικάγο» , όταν ο Νίκος μου μίλησε για τους «Παράνομους» που ετοίμαζε και είπε πως ήθελε να παίξω εκεί. Εγώ όμως είχα πάρει την απόφασή μου. Αρνήθηκα. Τη σχέση μου με το Νίκο αρνήθηκα, όχι την ταινία. Αν έλεγα ναι, θα έπρεπε να συνεχίσω και μαζί του. Αυτο ήθελα να αποφύγω.»
*Με στοιχεία από flix.gr | Αρχική Φωτό: tainiothiki.gr
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις