Υστερα από 51 ημέρες χωρίς κυβέρνηση, η Γαλλία έχει πλέον πρωθυπουργό: Πρόκειται για τον Μισέλ Μπαρνιέ, 73 ετών, τα 40 από τα οποία στην πολιτική, με καταγωγή από τη Σαβοΐα, τέσσερις φορές υπουργό, πρώην ευρωπαίο επίτροπο, υπεύθυνο της ΕΕ για τη διαπραγμάτευση του Brexit και μέλος του συντηρητικού κόμματος Les Républicains.

Ο «νεανισμός» που έφερε ο Μακρόν αποδείχθηκε εν τέλει αλαζονεία, υπερβολική επικοινωνία και επιτήδευση

Αυτή η επιλογή, όσο και αμφιλεγόμενη κι αν είναι, τσεκάρει όλα τα κουτάκια: Καταρχήν, σε πολιτικό επίπεδο, που είναι ίσως το πιο σημαντικό αυτή τη στιγμή, καθώς η επιλογή του Μπαρνιέ συνεπάγεται κατευνασμό. Να θυμίσουμε ότι τους τελευταίους μήνες, η γαλλική πολιτική ζωή μοιάζει με παιδική χαρά νηπιαγωγείου.

Με σκηνές ντροπής για την έβδομη δύναμη του κόσμου, όπως την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, όταν η Εθνοσυνέλευση είχε επιτέλους βρει την πρόεδρό της, αλλά βουλευτές από αντίπαλα κόμματα αρνήθηκαν ακόμα και να χαιρετηθούν μεταξύ τους.

Ενας από αυτούς μάλιστα έπαιξε «ψαλιδόπετρα» για να αποφύγει τη χειραψία με έναν εξτρεμιστή βουλευτή, πηγαίνοντας ενάντια στον ορισμό της δημοκρατίας, που είναι να κάνεις διάλογο για κατευνασμό. Αλλοι βουλευτές άρχισαν να προσβάλλουν συναδέλφους τους για την εμφάνισή τους ή ακόμα και να τραγουδούν κομματικά τραγούδια.

«Ανοησίες», παραδέχεται ο Gaspar Gantzer, πρώην πολιτικός σύμβουλος του προέδρου Φρανσουά Ολάντ. «Είναι πράγματι σκηνές που δεν έχουμε ξαναδεί στην πολιτική ζωή της Γαλλίας. Και όλα ξεκίνησαν από την απόφαση του προέδρου να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση μετά την ήττα του κόμματός του στις ευρωεκλογές. Δεν είχε λόγο, χάσαμε χρόνο, λεφτά, αλλά και οι πολιτικοί έχασαν σε αξιοπιστία διότι οι περισσότεροι φέρθηκαν τραγικά, μόλις μύρισαν εξουσία».

Η μόδα του «νεανισμού»

Από τότε που ο Εμανουέλ Mακρόν, 47 ετών, ανέβηκε στην εξουσία (το 2017) και πολύ περισσότερο, από τον διορισμό του πρώην πρωθυπουργού Γκαμπριέλ Ατάλ, 34 ετών (πριν από 6 μήνες) και μετά, η μόδα ήταν ο «νεανισμός». Ολοι θαύμαζαν αυτή την ανάσα φρέσκου αέρα, δίνοντας στην παλιομοδίτικη πολιτική σκηνή ένα χτύπημα.

Αλλά τελικά αποδείχθηκε ότι όλα ήταν αλαζονεία, υπερβολική επικοινωνία και επιτήδευση. Ο καθένας από αυτούς έδινε μια παράσταση στα κοινωνικά δίκτυα, πριν καν κάνει πολιτική για να υπηρετήσει τον γαλλικό λαό.

«Το ζεύγος Μακρόν – Ατάλ δεν θα μπορούσε να διαρκέσει. Μοιάζουν πάρα πολύ μεταξύ τους στη μαζική τους επικοινωνία. Ο Μπαρνιέ είναι το αντίθετο: ακούει, είναι ταπεινός, αναζητά την αλήθεια, άρα ξέρει πώς να συμβιβάζεται, και αυτή τη στιγμή αυτό είναι σημαντικό γιατί κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή με πρόταση μομφής στη Συνέλευση. Ο Ζακ Σιράκ, ο πρώην πρόεδρος, συνήθιζε να λέει γι’ αυτόν ότι «είναι βαρετός», αλλά εκτιμούσε τη σοβαρότητά του. Κάποιοι τον αποκαλούν τον Γάλλο Μπάιντεν, αλλά εγώ θα έλεγα ότι είναι η Γαλλίδα Mέρκελ, και η Γαλλία τον χρειάζεται, αλλιώς θα πάθουμε ό,τι έπαθε η Ελλάδα το 2015», εξηγεί ο πολιτικός αναλυτής Frantz-Olivier Giesbert.

Ανακούφιση

Τέλος διαλείμματος λοιπόν, στο δωμάτιο μπαίνουν οι ενήλικοι. Και ήδη 51% των Γάλλων θεωρούν ότι είναι καλή επιλογή.

Σε δημοκρατικό επίπεδο, υπάρχει μια ανακούφιση. Ο διορισμός του Μπαρνιέ, ενός ανθρώπου από τη Δεξιά, ο οποίος πάντοτε σεβόταν τη γραμμή «νόμος και τάξη», αποτελεί τον ιδανικό στόχο για την αριστερή αντιπολίτευση, η οποία είχε διχαστεί. Εγινε ήδη λόγος για το τέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος ή το τέλος του Ζαν-Λικ Mελανσόν. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ζωντανεύει ξανά και η Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν. Με τον προστατευόμενο της, Μπαρντελά, που είχε κλειστεί στο δωμάτιό του μετά την ήττα του στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών να ξεμυτίζει.

Για να εξασφαλίσει την ανοχή του Εθνικού Μετώπου ως προς την επικύρωσή του Μπαρνιέ, ο Εμανουέλ Μακρόν επαναφέρει το κόμμα της Λεπέν στο κέντρο του παιχνιδιού και του δίνει τεράστια δύναμη, που μπορεί να τον… αποτελειώσει. Κι αυτό γιατί, λόγω της διαίρεσης της Συνέλευσης σε τέσσερα μπλοκ, κάθε νομοσχέδιο πλέον θα εξαρτάται από τις ψήφους της ομάδας της Λεπέν.

Τέλος, σε οικονομικό επίπεδο, δίνεται μια ανάσα. Μέσα σε τέσσερα λεπτά από την ανακοίνωση του ονόματός του Μπαρνιέ από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, οι γαλλικές τράπεζες ζωντάνεψαν στις αγορές και το επιτόκιο δανεισμού της Γαλλίας σταμάτησε να εκρήγνυται. Διότι, ας το παραδεχτούμε: αν δεν ήταν ο Μπαρνιέ, πρωθυπουργός θα ήταν το ΔΝΤ και κανένας άλλος. Το χρέος της Γαλλίας έχει εκτοξευθεί στα 3.100 δισεκατομμύρια ευρώ, ή 5,5% του ΑΕΠ, με έλλειμμα 154 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι οίκοι αξιολόγησης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και μήνες και οι αγορές περιμένουν τη Γαλλία σαν τα όρνεα. Η πολιτική κατάσταση είναι τόσο τεταμένη που η χώρα δεν γνωρίζει ακόμη αν θα μπορέσει να καταθέσει προϋπολογισμό στις Βρυξέλλες στις 20 Σεπτεμβρίου. Και αυτή είναι η πρώτη από τις μεγάλες προκλήσεις του Μισέλ Μπαρνιέ: η οικονομία. Και ταυτόχρονα η γεωργία, η εκπαίδευση, η υγεία και το περιβάλλον.

Τίποτα από όλα τα παραπάνω δεν συνεπάγεται ότι ο νέος πρωθυπουργός θα πετύχει, αλλά τουλάχιστον η Γαλλία ανακτά κάποια ηρεμία, έστω και προσωρινή. Ο μόνος χαμένος από όλα αυτά; Ο Εμανουέλ Μακρόν. Το σήμα κατατεθέν του ήταν η καινοτομία, η έκπληξη, ο διάλογος και αναγκάστηκε να επιλέξει έναν άνθρωπο που δεν τον επέλεξε ο λαός του, και ο οποίος ήταν ήδη στην πολιτική όταν αυτός δεν είχε γεννηθεί.

Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»