Πρόσωπο Ιανού εμφανίζει φέτος ο ελληνικός τουρισμός με τις αφίξεις να απογειώνονται, τα έσοδα να αυξάνονται αλλά το τελικό ταμείο καταλυμάτων και εστίασης να χωλαίνει, με δεδομένο πως οι ανατιμήσεις και τα πιεσμένα εισοδήματα αποτρέπουν περιττές «πολυτέλειες» στους επισκέπτες, την ώρα που τα κόστη ανεβαίνουν με γεωμετρικούς ρυθμούς.

Τα μηνύματα από αφίξεις και εισπράξεις είναι θετικά όμως η περιορισμένη αγοραστική δύναμη των τουριστών τους αναγκάζει να κόβουν μαχαίρι περιττά έξοδα με ξενοδοχεία και εστίαση να πληρώνουν το μάρμαρο, την ώρα που τα λειτουργικά κόστη σκαρφαλώνουν διαρκώς με την τουριστική βιομηχανία να μπαίνει στην πρέσα της ακρίβειας.

Ελεγχόμενη ανησυχία προκύπτει και για την τουριστική σεζόν του 2025 με τα προμηνύματα, αν και είναι πολύ νωρίς ακόμα για ασφαλείς εκτιμήσεις, να προκαλούν προβληματισμό.

Βάσει στοιχείων που παρέθεσαν στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» τουριστικοί παράγοντες, από την 1η Ιανουαρίου μέχρι την 31η Αυγούστου, περίπου 8% πάνω κινούνται οι αεροπορικές αφίξεις (σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023) ενώ γκάζι πάτησε και ο οδικός τουρισμός.

«Πέταξαν» τα αεροδρόμια με απότομες αναταράξεις σε Μύκονο και Σαντορίνη

Το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος ανεβαίνει κατά 10%, το Μακεδονία της Θεσσαλονίκης 1%, η Μυτιλήνη 39%, η Ρόδος 12%, τα Χανιά 6%, Ηράκλειο και Σκιάθος 5%, η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος 4%, Κως και Σάμος 1%, η Κεφαλονιά 1% με αρνητικό πρόσημο να «γράφουν» Μύκονος (-5%) και Σαντορίνη (-1%).

Οι πληρότητες στο κυρίως μενού της σεζόν (από 15 Ιουλίου έως 25 Αυγούστου περίπου) κυμάνθηκαν πέριξ του 90% με τον τουριστικό κλάδο να παλεύει να κερδίσει το στοίχημα της επέκτασης της σεζόν, αν και οι επιδόσεις είναι μέτριες τουλάχιστον φέτος.

Πιο συγκεκριμένα, από 5,7 μήνες κατά μέσο όρο διάρκειας σεζόν το 2023, φέτος η διαφορά είναι ανεπαίσθητη με την σεζόν να διαρκεί 5,8 μήνες. Οι πληρότητες Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου κινούνται πέριξ του 65% με πολλούς προορισμούς όμως να κατεβάζουν ρολά μόλις κάνει την είσοδό του ο Οκτώβριος.

Τουρισμός πολλών ταχυτήτων

Εντυπωσιακές επιδόσεις καταγράφουν φέτος Αττική, Κρήτη, ηπειρωτική χώρα (εξαίρεση η Πιερία, ανάμεικτη η εικόνα στην Χαλκιδική και τα Ιόνια νησιά, δυνατή σεζόν για Πελοπόννησο και Εύβοια) με τους ανθρώπους του τουρισμού να κάνουν λόγο για τουρισμό όχι δύο αλλά πολύ περισσότερων ταχυτήτων.

«Το 2019 παραμένει σημείο αναφοράς για τον τουρισμό, τα πραγματικά έσοδα της χρονιάς αυτής δεν ξεπεράστηκαν ούτε το 2023, ούτε φέτος εφόσον συνυπολογίσουμε το νέο περιβάλλον με την ακρίβεια και τις πληθωριστικές πιέσεις», σημειώνουν τουριστικοί παράγοντες στον ΟΤ.

Σύννεφα

Την ίδια στιγμή, αν και είναι πολύ πρόωρο να διατυπωθούν ασφαλείς εκτιμήσεις, η ζήτηση για την επόμενη σεζόν εμφανίζει σημάδια κάμψης (δεν φαίνεται να καταγράφεται έκρηξη ενδιαφέροντος για την Ελλάδα ανάλογη με το 2023 και το 2024) γεγονός που ενδεχομένως προϊδεάζει για ένα 2025 γεμάτο προκλήσεις για τον κλάδο για τον οποίο ηχούν ήδη καμπανάκια κινδύνου.

Καθοριστικός παράγοντας θα είναι και οι τιμές που θα διατεθούν τα τουριστικά πακέτα με τις πρώτες πληροφορίες να κάνουν λόγο για αυξήσεις που αγγίζουν το 10%. Τα πάντα όμως θα εξαρτηθούν από την ζήτηση.

Ρεκόρ από τη μία, ανησυχία από την άλλη

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα οδεύει ολοταχώς προς νέα τουριστικά ρεκόρ (τουλάχιστον… λογιστικά), προσβλέποντας στην κατάκτηση νέων κορυφών φέτος.

Αξίζει να σημειωθεί πως το ταβάνι των 20,5 δισ. ευρώ άγγιξαν οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα οποία πιστοποιούν πως ο ελληνικός τουρισμός έθεσε ακόμα ψηλότερα τον πήχη το περασμένο έτος, σπάζοντας το ρεκόρ του 2019.

Πιο συγκεκριμένα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα 20,459 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 12,7% πάνω από τα 18,151 δισ. ευρώ του 2019.

Φέτος, ο ελληνικός τουρισμός με λυμένα φρένα χαράσσει ρότα για +10% στα έσοδα (πέριξ δηλαδή των 22,5 εκατ. ευρώ) ενώ εκτιμήσεις θέλουν τις αφίξεις να αγγίζουν τα 35 εκατ. επισκέπτες (από 32 εκατ. το 2023).

Ο τουρισμός παρέμεινε σε ανοδική τροχιά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και καθίσταται πολύ πιθανό, το 2024 να αποτελέσει νέο έτος ρεκόρ για τον κλάδο. Βάσει των τελευταίων στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ταξιδιωτικές αφίξεις και εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 15,5% και 12,2% αντίστοιχα, σε σύγκριση με τις ιστορικά υψηλές επιδόσεις του πρώτου εξαμήνου του 2023.

Παράλληλα, η διαδικτυακή φήμη της Ελλάδας ως ταξιδιωτικού προορισμού εξακολουθεί να καταλαμβάνει μία από τις υψηλότερες θέσεις στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πορεία του δείκτη NSI , το δεύτερο τρίμηνο του έτους, η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία κατατάσσονται στην τρίτη θέση μετά την Πορτογαλία που είναι πρώτη και την Ιταλία με την Κροατία που ισοβάθμησαν στη δεύτερη θέση. Ο μεγαλύτερος όγκος θετικών διαδικτυακών συζητήσεων για την Ελλάδα αφορά σε θέματα πολιτισμού και γαστρονομίας, με θετικές αναφορές και στον καιρό (κυρίως τους ανοιξιάτικους μήνες) και στην ποιότητα της εμπειρίας στη θάλασσα. Επιπρόσθετα, το επίπεδο ικανοποίησης των επισκεπτών παρέμεινε σημαντικά υψηλότερο (Ελλάδα: 9,2 και Αθήνα: 9,1) σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (8,9).

Έρχονται περισσότεροι, ξοδεύουν λιγότερα

Από την άλλη πλευρά, παρά τη σημαντική άνοδο των συνολικών ταξιδιωτικών εισπράξεων, η μέση δαπάνη ανά ταξίδι των μη κατοίκων στην Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται σε πτωτική πορεία για τρίτο διαδοχικό έτος, βάσει ανάλυσης της Alpha Bank.

Συγκεκριμένα, από τα 681,3 ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2021, μειώθηκε σταδιακά σε 570,7 ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2024. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδοθεί σε μία αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς των ταξιδιωτών, ως απόρροια της διάβρωσης των εισοδημάτων με τις εισπράξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 να αυξάνονται κατά 14,8%, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 8,4% εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων αλλά και τη συνεχιζόμενη επέκταση της οικονομίας διαμοιρασμού.

Η αύξηση της προσφοράς καταλυμάτων -απόρροια, μεταξύ άλλων, της ανόδου του αριθμού των ακινήτων που διατίθενται σε διαδικτυακές πλατφόρμες- έχει οδηγήσει σε σημαντική άνοδο του αριθμού των τουριστών, με παράλληλη μείωση της κατά κεφαλή δαπάνης. Συγκεκριμένα, οι διανυκτερεύσεις ξένων υπηκόων στα καταλύματα που διατίθενται σε διαδικτυακές πλατφόρμες μέσω της οικονομίας διαμοιρασμού αυξήθηκαν κατά 21,1% πέρυσι και κατά 32% το πρώτο τρίμηνο του 2024.

Ανθεκτικότητα

Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του κλάδου, στον μεσοπρόθεσμο αλλά και στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα, είναι κρίσιμης σημασίας, δεδομένης της υψηλής συμβολής του τουρισμού στην ελληνική οικονομία -η οποία υπολογίζεται σε περίπου 1/3 του ΑΕΠ της χώρας για την περυσινή χρονιά – αλλά και των σημαντικών προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει ο κλάδος, όπως οι πιέσεις στην εξωτερική ζήτηση εξαιτίας του πληθωρισμού και των γεωπολιτικών εντάσεων, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια.

Πηγή: ot.gr