Μια επιχειρηματίας από το Βιαρέτζιο η Σίνθια Νταλ Πίνο παρέσυρε και σκότωσε τον Σαΐντ Μαλκούν με το SUV της, γιατί της έκλεψε την τσάντα. Στην ιταλική ακροδεξιά έχει γίνει διάσημη, ως «αυτή που έκανε το σωστό», την ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος κοιτά με φρίκη την απόφαση ενός ανθρώπου να δολοφονήσει έναν άλλο με τέτοια ψυχραιμία.

Η Σίνθια Νταλ Πίνο με τον σύζυγό της είναι ιδιοκτήτρια παραθαλάσσιας επιχείρησης στο Βιαρέτζιο. Με δίπλωμα στη λογιστική, στα κοινωνικά δίκτυα φαίνεται πάντα χαμογελαστή, προσεγμένη και ως άτομο που προσέχει πολύ την εμφάνισή της.  Σε μια φωτογραφία τη βλέπουμε με φόντο το Ponte Vecchio της Φλωρεντίας. Σε μια άλλη, ντυμένη με βραδινό φόρεμα, κόβει μια τούρτα. Και στη συνέχεια άλλες λήψεις σε όλο τον κόσμο, από τη Βραζιλία μέχρι την Ασία όπως πρόλαβε να ψάξει η Corriere Fiorentino της Corriere della Sera.

Είναι η γυναίκα από το Βιαρέτζιο που κατηγορείται από την Εισαγγελία της Λούκα και την αστυνομία ότι δολοφόνησε (ως οικειοθελή ανθρωποκτονία το ονομάζουν στην Ιταλία) τον Σαΐντ Μαλκούν, πατώντας τον επανειλημμένα (όπως φαίνεται από το βίντεο της κάμερας ασφαλείας που την «καταδίκασε»).

Σε αντίθεση με την Σίνθια Νταλ Πίνο, πρακτικά τίποτα δεν είναι γνωστό για το θύμα – έναν 47χρονο άνδρα αλγερινής καταγωγής. Εκτός από το ότι βρισκόταν στο Viareggio για κάποιο χρονικό διάστημα και ήταν άστεγος.

Η γυναίκα που κατηγορείται ότι τον παρέσυρε είπε στην αστυνομία ότι την είχε ληστέψει, λίγο νωρίτερα, παίρνοντας την τσάντα της στο δρόμο. Και εκείνη, αφού τον χτύπησε με το SUV της στη βιτρίνα ενός καταστήματος στη οδό Κοπίνο, βγήκε από το αυτοκίνητο και πήρε πίσω την τσάντα.

Από τις ελάχιστες φωτογραφίες του Σαΐντ Μαλκούν που υπάρχουν.

Ποιος ήταν ο Σαΐντ Μαλκούν

Όπως αναφέρουν οι εφημερίδες Il Tirreno και La Nazione και συγκέντρωσε το fanpage.it, η ζωή του δεν ήταν απλή από την άφιξή του στην Ιταλία. Χωρίς σταθερή κατοικία , είχε περιπλανηθεί στη Ιταλική χερσόνησο πριν εγκατασταθεί στην Τοσκάνη πριν από περίπου δέκα χρόνια.

Ακόμα και στο Μιλάνο , όπου φαινόταν να έχει βρει μια σταθερή δουλειά . «Για να πάει στη Λομβαρδία, μου ζήτησε χρήματα για να αγοράσει ένα εισιτήριο τρένου. Μετά από λίγες εβδομάδες, όμως, τον είδα ξανά στην Νταρσένα. Τον ρώτησα τι είχε συμβεί και μου είπε ότι δεν μπόρεσε να δεχτεί τη δουλειά γιατί στο μεταξύ του είχαν αφαιρέσει την άδεια παραμονής», λέει ο πάτερ Λουίτζι Σόνενφελντ.

Αφού έλαβε εντολή απέλασης, καμία χώρα του Μαγκρέμπ (Βόρεια Αφρική) δεν τον αναγνώριζε ως πολίτη. Ήταν όμηρος στην Ιταλία. Προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα ως άστεγος και προσπαθούσε να μαζέψει κάποια χρήματα δουλεύοντας ως παράνομος παρκαδόρος στην περιοχή της Νταρσένα. «Για όσους τον γνώριζαν, ήταν απλά «ο παρκαδόρος». Αν μπορώ να χρησιμοποιήσω την έκφραση, ένα είδος ιστορικής φιγούρας για όσους ζουν ή εργάζονται σε αυτή την περιοχή της πόλης», συνεχίζει ο ιερέας.

«Έδειχνε τις ελεύθερες θέσεις όπου μπορούσες να παρκάρεις δωρεάν. Και σε αντάλλαγμα ζητούσε μια αμοιβή», εξηγεί ο δον Λουίτζι. Ο Μαλκούν ήταν ένας κλασσικός αλκοολικός φτωχοδιάβολος. Όπως χιλιάδες σε όλο τον κόσμο. Τα χρήματα από την επαιτία ή τα χαρτζιλίκια για τις εξυπηρετήσεις που έκανε, πήγαιναν στο αλκοόλ. Αρκετοί μάρτυρες μιλούν για παρενοχλητική συμπεριφορά όταν έπινε λίγο παραπάνω.

«Γενικά δεν χρησιμοποιούσε απότομους τρόπους για να πάρει χρήματα», λέει ο πατέρας Λουίτζι, »αλλά η προσέγγιση εξαρτιόταν και από την ψυχική του κατάσταση (αν είχε πιεί πολύ, λίγο ή καθόλου). Όταν είχε πιει, μπορούσε επίσης να γίνει επιθετικός. Και συχνά υπήρχαν διαφωνίες με τους οδηγούς που δεν δέχονταν τους τρόπους του».

Τι συμβαίνει στην Ιταλία

Στην Ιταλία κατηγορούν τον Σαλβίνι και τους Αδερφούς της Ιταλίας πως εκπαιδεύουν τους Ιταλούς να μην δίνουν καμία αξία στην ανθρώπινη ζωή. Πως η ακροδεξιά έχει «ποτίσει» τον ιταλικό λαό και ο νεοφασισμός είναι στα πολύ δυνατά του. Στον αντίποδα τα κοινωνικά δίκτυα μοιράζονται. Οι περισσότεροι και ειδικά στο Facebook κατακρίνουν την πράξη ως μια στυγνή δολοφονία. Στο Twitter το ακροδεξιό σκυλολόι έχει βγει παγανιά.

Ακροδεξιοί πολιτικοί βγαίνουν και καταδικάζουν την δολοφονία ως πράξη, όμως την δικαιολογούν λέγοντας πως η αστυνομία και οι δικαστικές αρχές δεν κάνουν σωστά την δουλειά τους. Άλλοι μιλάνε για  ως «δικαίωμα στην αυτοάμυνα».

Όμως το πρόβλημα είναι τριπλό: Ενυπάρχει ρατσισμός για την αλγερινή καταγωγή του, μαζί με το ταξικό ζήτημα της αστεγίας και των «αόρατων ανθρώπων» και ταυτόχρονα παραγνωρίζεται ο χρόνιος αλκοολισμός, ένας εθισμός που καταστρέφει ζωές. Οποιοδήποτε από τα τρια χαρακτηριστικά θα αρκούσε σε κάποιον μαυρόψυχο να δικαιολογήσει την δολοφονία. Εφόσον όμως ενυπάρχουν και τα 3 χαρακτηριστικά – φτωχός, αλκοολικός, Αλγερινός – τα πράγματα απλοποιήθηκαν για τον φασίστα της διπλανής πόρτας.

Η ζωή ενός αλκοολικού, φτωχού Αλγερινού που ήταν εγκλωβισμένος σε μια χώρα, όπου του ανακλήθηκε η άδεια παραμονής και η χώρα καταγωγής του δεν τον δέχονταν, δημιουργούσε πολλαπλά αδιέξοδα. Ο αλκοολισμός και η φτώχεια τον ώθησαν να κλέψει μια τσάντα, να βγάλει το φθηνό κρασί της βραδιάς του και ο πλούτος αποφάσισε πως δεν έφτανε μόνο να πάρει την τσάντα πίσω, μα πως και η ζωή του δεν είχε αξία.

Πηγές: Με πληροφορίες από CorriereFiorentino, Fanpage.it